Γράφει ο Θεόφιλος Πουταχίδης
Ήτανε το 1997, γιατί θυμάμαι πως η γυναίκα μου ήταν έγκυος στην πρώτη μου κόρη, τη Ραφαηλία. Έκανα το διδακτορικό μου τότε. Αν θυμάμαι καλά είχα τελειώσει τα πειράματα μ’ επιτυχία κι είχα φύγει για το φανταρικό μου. Άρτα, Πεντέλη και τέλος στις Σέρρες, απ’ όπου απολύθηκα.
Η ιστορία της περιοχής των Σερρών είναι γερά δεμένη με την ευλογημένη πίστη μας. Έχει σπουδαία προσκυνήματα, μοναστήρια κι έχει γεννήσει μεγάλες πνευματικές μορφές.
Στο νομό Σερρών, για παράδειγμα, υπάρχει το ιστορικό μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Στο μοναστήρι αυτό εκάρη μοναχός το 1444 ένας αξιωματικός από την Ιθάκη ονόματι Γεώργιος που υπηρετούσε τότε στον βυζαντινό στρατό, παίρνοντας το όνομα Ραφαήλ. Μιλάω για τον γνωστό σε όλους μας Άγιο Ραφαήλ, μεγαλομάρτυρα της Λέσβου που τον αγαπάω και τον θαυμάζω πάρα πολύ – έχω αναφερθεί σχετικά σε παλαιότερα άρθρα μου.
Από το νομό Σερρών, βέβαια, είναι κι μακαριστός Γέροντας Αγάθωνας (1940-2020) που ήταν ηγούμενος της Ι.Μ. Κωνσταμονίτου στο Άγιο Όρος. Είχα την τύχη να τον έχω για πνευματικό μου πατέρα.
Ελάχιστα γνώριζα τότε (το 1997) για όλα αυτά τα πνευματικά πράγματα που είχαν σχέση με το νομό Σερρών όπου υπηρετούσα φαντάρος. Κάποια άδεια θα είχα από το στρατό κι ήμουν στη Θεσσαλονίκη, ημέρα Σάββατο. Ήμουν στο μπαλκόνι του σπιτιού μου και κάπνιζα. Νοικιάζαμε τότε στην Άνω Τούμπα, στην οδό Παυσανία κάτω από το Χαρίσειο Γηροκομείο. Κάθε Σάββατο στην Παυσανία είχε μεγάλη λαϊκή αγορά. Έτσι κι εκείνη τη μέρα.
Η λαϊκή ήταν στο φόρτε της. Κοσμοσυρροή· σειρές οι πάγκοι, φωνές και μυρωδιές. Έπιασε να βρέχει, αλλά ο κόσμος ακάθεκτος. Έψαχνε την καλή και φτηνή ντομάτα, τη μελιτζάνα και το γάβρο. Μέσα στην πολυκοσμία, από το μπαλκόνι ψηλά διέκρινα έναν Ιερέα. Στεκόταν ανάμεσα στον κόσμο. Κι αν με ρωτάτε, δεν ξέρω να σας πω πώς έγινε και τον ξεχώρισα. Μαγνήτισε το βλέμμα μου μ’ έναν ανεξήγητο τρόπο. Η σκέψη που πέρασε απ’ το μυαλό μου ήταν ακόμα πιο αλλόκοτη. Σκέφτηκα να πάρω μια ομπρέλα και να κατέβω να τη δώσω στον παππούλη, για να μην βρέχεται.
Η σκέψη ήταν όντως περίεργη γιατί –για να λέμε τη μαύρη αλήθεια– εμείς οι άνδρες δεν έχουμε συνήθως τέτοιες ευαισθησίες. Οι ευλογημένες γυναίκες είναι όντως πιο ευαίσθητες και καλές σε τέτοια πράγματα. Απ’ την άλλη, ως ορεσείβιος Φλωρινιώτης δεν έμαθα να λογαριάζω και τόσο τις βροχές και τα χιόνια που πέφτουν απάνω στον άνθρωπο. «Βρέχεσαι» του λες. «Ε… και; Από ζάχαρη δεν είμαι!» σου απαντάει ο Φλωρινιώτης. Με αυτήν ακριβώς τη σύνταξη, το ρήμα «είμαι» στο τέλος.
Η παρόρμηση φαντάζομαι θα ήταν έντονη γιατί μ’ έκανε να ξεπεράσω και τη μεγάλη συστολή που έχω να κάνω κάτι τέτοια πράγματα.
Κατέβηκα, λοιπόν, με μια ομπρέλα στα χέρια και βρήκα μέσα στο πλήθος τον παππούλη. Όταν τον πλησίασα και του πρόσφερα ευγενικά την ομπρέλα «για να μην βρέχεται», η απάντησή του με αιφνιδίασε. «Σ’ ευχαριστώ παιδί μου» είπε. «Δεν είν’ η βροχή το πρόβλημά μου. Χρειάζομαι τουαλέτα κι όλα τα μαγαζιά γύρω είναι κλειστά».
Ποιος δεν έχει βρεθεί σε τέτοια κατάσταση; Να σ’ έχει σφίξει, που λένε, η ανάγκη και να μην βρίσκεις κάπου να ουρήσεις. «Ελάτε πάνω στο σπίτι, για να πάτε στο μπάνιο πάτερ», προσφέρθηκα αβίαστα. Έτσι κι έγινε.
Όταν ο παππούλης βγήκε από το μπάνιο μάς είπε πως κάνει έρανο για να χτίσει έναν Ιερό Ναό στην περιοχή του και γυρνάει όπου μπορεί πουλώντας πράγματα – ημερολόγια ή κάτι τέτοιο. Πήραμε κάτι, για να βοηθήσουμε. Ο παππούλης μάς ευλόγησε, μας ευχαρίστησε και πήγε στην ευχή του Θεού.
Τόσα χρόνια θυμόμουν το περιστατικό κι έλεγα: «Είδες πώς έρχεται το Άγιο Πνεύμα και ρωτάει τον άνθρωπο αν θέλει να κάνει κάτι που είναι του Θεού;». Εμένα τότε ήρθε και με ρώτησε αν θέλω να κατεβάσω μια ομπρέλα στον παππούλη. Είχε το σκοπό του ο Θεός: Να βγάλει τον άνθρωπό του από τη δύσκολη θέση.
Τόσα χρόνια αναρωτιόμουν ποιος μπορεί να ήταν εκείνος ο παππούλης, ώσπου πριν λίγες μέρες πήρα την απάντηση. Μου έδειξε η σύζυγός μου πρωί-πρωί μια φωτογραφία από το διαδίκτυο λέγοντας μου: «Αυτός δεν είναι ο πατέρας που είχε έρθει τότε στο σπίτι;». Αυτός ήταν, ο πατέρας Ιωάννης Καλαΐδης (1925-2009) από τις Σέρρες· είμασταν κι οι δύο σίγουροι.
Την ίδια μέρα το απόγευμα βρέθηκα αναπάντεχα και τυχαία (τυχαία…;) στο ίδιο αμάξι με μια μοναχή από μοναστήρι του νομού Σερρών. Τη ρώτησα σχετικά. Μου είπε ότι ο πατέρας Ιωάννης έχτιζε Ναό του Αγίου Ραφαήλ τότε στο Νεοχώρι Σερρών κι έκανε συχνά εξορμήσεις για εράνους. Στο Ναό είναι σήμερα ο τάφος του.
Είναι ένας μεγάλος Άγιος της εποχής μας ο παπα-Γιάννης κι έχει κάνει πολλά θαύματα. Έχει κάνει και προφητείες∙ έχουν γραφτεί βιβλία και γίνονται εκδηλώσεις προς τιμήν του. «Είστε πολύ τυχεροί» μου είπε η μοναχή. «Σας ευλόγησε ένας Άγιος».
Μέγας είσαι Κύριε και θαυμαστά τα έργα Σου! Και τα μεγάλα, αλλά κι εκείνα τα μικρά, τα απλά, τα χαριτωμένα που μας ζεσταίνουν την καρδιά και μας κάνουν να χαμογελάμε.