Η εξομολόγηση ενός οικονομικού δολοφόνου

Χρήστος Νικολόπουλος
Δρ. Θεολογίας – Βυζαντινολόγος
 
Οι οικονομικοί δολοφόνοι (economic hit men) είναι υψηλόμισθοι επαγγελματίες που δουλειά τους είναι να εξαπατούν χώρες, σε όλο τον κόσμο, αποσπώντας τους ποσά που ανέρχονται σε τρισεκατομμύρια δολάρια. Τα κράτη δανείζονται, από την Παγκόσμια Τράπεζα, τεράστια οικονομικά ποσά για να τα παραχωρήσουν, στη συνέχεια, στις μεγάλες ανώνυμες και πολυεθνικές εταιρίες των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες τα επενδύουν στα κράτη αυτά σε μεγάλα έργα. Στην ουσία τα χρήματα από εκεί που εκταμιεύονται, διοχετεύονται πάλι στο ίδιο μέρος. Το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων δεν φεύγει ποτέ από τις ΗΠΑ. Η υποχρέωση της χώρας να εξοφλήσει το δάνειο που έλαβε, μαζί με τους τόκους, παραμένει. Τα χρήματα αυτά μπαίνουν στις τσέπες των λιγοστών πλούσιων οικογενειών που ελέγχουν τις φυσικές πλουτοπαραγωγικές πηγές του πλανήτη. Τα μέσα που χρησιμοποιούν οι οικονομικοί δολοφόνοι για την επίτευξη του σκοπού τους είναι οι οικονομικές εκθέσεις σε πλασματικά στοιχεία, οι νοθευμένες εκλογές, η εξαγορά, ο εκβιασμός, το σεξ και οι δολοφονίες. Ένας από τους πιο γνωστούς οικονομικούς δολοφόνους, που αποφάσισε να εξομολογηθεί την αμαρτία της δουλειάς του, για να εξιλεωθεί, ήταν ο John Perkins.
 
Ο John Perkins γεννήθηκε το 1945 από γονείς που ανήκαν στη μεσαία τάξη. Ήταν μοναχοπαίδι. Αναγκάστηκε να φοιτήσει στο Κολέγιο της Διοίκησης Επιχειρήσεων του πανεπιστημίου της Βοστόνης για να αποφύγει τη στράτευση για το Βιετνάμ. Μετά την αποφοίτησή του αποφάσισε να υπηρετήσει στο Ειρηνευτικό Σώμα και ζήτησε να σταλεί στο Εκουαδόρ. Στα είκοσι έξι του προσλήφθηκε στην Main, μία διεθνής εταιρεία συμβούλων, ως οικονομικός σύμβουλος. Η ειδική σύμβουλος, Κλοντίν Μάρτιν, ορίστηκε η υπεύθυνη για την εκπαίδευσή του.
 
Του εξήγησε ότι η θέση του στην εταιρεία ήταν ασυνήθιστη και πως όλα όσα θα έλεγαν θα έπρεπε να θεωρούνται άκρως εμπιστευτικά. Η δουλειά της ήταν να τον μετατρέψει σε οικονομικό δολοφόνο. Ήταν η πρώτη φορά που ο Perkins άκουγε τον όρο αυτόν. ‘Δε θα μιλήσεις ποτέ σε κανέναν για τις συναντήσεις μας αυτές. Αν το κάνεις θα αρνηθώ πως σε γνωρίζω και θα βάλεις σε κίνδυνο τη ζωή σου’ του έλεγε συνέχεια, η Κλοντίν. Η δουλειά του είχε δύο αντικειμενικούς στόχους: Πρώτον, έπρεπε να δικαιολογεί τα μεγάλα δάνεια προς χώρες του τρίτου κόσμου που θα διοχέτευαν, πάλι, τα χρήματα, πίσω σε αμερικάνικες εταιρείες, με τη μορφή τεραστίων τεχνικών και κατασκευαστικών έργων. Δεύτερον, θα επεδίωκε να οδηγήσει σε χρεοκοπία τις χώρες που θα λάμβαναν τα δάνεια αυτά. Το γεγονός ότι το χρέος θα είχε ως συνέπεια να στερηθούν τα φτωχότερα στρώματα του πληθυσμού της χώρας, την ιατρική περίθαλψη, την παιδεία και άλλες κοινωνικές παροχές δεν λαμβανόταν υπόψη. Ο κρίσιμος παράγοντας σε κάθε περίσταση ήταν το ακαθάριστο εθνικό προϊόν. Το έργο που θα απέφερε την υψηλότερη ετήσια αύξηση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος ήταν εκείνο που θα κέρδιζε.
 
Ο John Perkins κάθε φορά που έφευγε από το διαμέρισμα της Κλοντίν αναρωτιόταν αν αυτό που έκανε ήταν το σωστό. Κάπου βαθιά στη ψυχή του υπήρχε μία αμφιβολία. Η εκπαιδεύτριά του, σε μία στιγμή, του εξομολογήθηκε το εξής: ‘Είμαστε μία μικρή κλειστή λέσχη. Πληρωνόμαστε για να εξαπατούμε χώρες σε όλο τον κόσμο, αποσπώντας τους δισεκατομμύρια δολάρια. Με τον τρόπο αυτό τους εκμεταλλευόμαστε όποτε και όπως το επιθυμούμε». Όλοι οι οικονομικοί δολοφόνοι θα προσλαμβάνονταν και θα μισθοδοτούνταν από πολυεθνικές εταιρείες, οπότε αν ποτέ ξεσκεπαζόταν η αληθινή βρόμικη φύση της δουλειάς τους, η υπαιτιότητα δεν θα βάρυνε την κυβέρνηση των ΗΠΑ, αλλά τις άπληστες πολυεθνικές. Ένα σύστημα που είχε θεσπισθεί με σκοπό να διευκολύνει εκείνους που διέθεταν ισχύ αλλά περιορισμένους φυσικούς πόρους, να εκμεταλλεύονται εκείνους που είχαν στην κατοχή τους φυσικούς πόρους, αλλά ήταν αδύναμοι. Ένα σύστημα που ταίριαζε στις ΗΠΑ.
 
Μία από τις αποστολές του John Perkins ήταν και η Σαουδική Αραβία. Υπενθύμισε στη βασιλική οικογένεια που κυβερνούσε τη χώρα να ξοδεύει τα δισεκατομμύριά τους, που προέρχονταν από τα έσοδα της χώρας, από το πετρέλαιο, ως αμοιβή σε αμερικάνικες εταιρείες για να κατασκευάσουν έργα υποδομής σε ολόκληρη την αραβική χερσόνησο. Τους μετέδωσε το μήνυμα ότι δεν τους έμεναν πολλές επιλογές. Ήταν σίγουρος ότι τα μέλη του Οίκου των Σαούντ αντιλήφθηκαν πως επρόκειτο για τελεσίγραφο: είτε θα δέχονταν την προσφορά, κερδίζοντας έτσι την υποστήριξη κα την προστασία των ΗΠΑ, είτε θα αρνούνταν, οπότε θα είχαν μία άσχημη μοίρα.
 
Στον επόμενο πελάτη του, την Κολομβία, προσπάθησε να υποδουλώσει την χώρα αυτή στην εξουσία της Αμερικής έτσι ώστε να προωθήσει και εκεί την παγκόσμια αυτοκρατορία. Η δική του δουλειά, παρόμοια με εκείνη που είχε φέρει σε πέρας σε τόσα άλλα μέρη, ήταν να εκθέσει με πειστικό τρόπο τα πλεονεκτήματα του υπέρμετρου δανεισμού. Η Κολομβία με τα εισοδήματα που θα έβγαζε από την εκμετάλλευση των τεραστίων αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού πλούτου που διέθετε, θα ξεπλήρωνε τα δάνεια και τους τόκους. Αυτές ήταν οι συνηθισμένες υπεραισιόδοξες οικονομικές προβλέψεις. Στην ουσία, η χώρα θα χρεωνόταν με ένα δυσβάσακτο χρέος το οποίο δεν θα μπορούσε να αποπληρώσει ποτέ, με αποτέλεσμα να υποδουλωθεί στις ΗΠΑ.
 
Το 1978, ο Χάιμε Ρόλντος ανέλαβε πρόεδρος του Εκουαδόρ, ο οποίος ανήκε στο σπάνιο εκείνο είδος του σύγχρονου πολιτικού που δεν φοβάται να έρθει σε σύγκρουση με την καθεστηκυία τάξη. Δεν δίστασε να τα βάλει με τις πετρελαϊκές εταιρίες και με το σύστημα. Δεν ήταν κομμουνιστής αλλά υποστήριζε το δικαίωμα της πατρίδας του να πάρει τη μοίρα στα χέρια της. Ο ίδιος υποστήριζε ότι κάθε μελλοντική εκμετάλλευση του πετρελαίου, του σημαντικότερου φυσικού πόρου της χώρας, θα έπρεπε να γίνει με τρόπο που θα απέφερε τα μεγαλύτερα οφέλη, στο μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού. Πίστευε ακράδαντα πως υποχρέωση του κράτους είναι η στήριξη των φτωχών και των αδυνάτων. Πάνω σε αυτούς τους όρους ήθελε να διαπραγματευτεί ξανά το συμβόλαιο με την πετρελαϊκή εταιρεία Texaco, εφόσον αυτή η εταιρεία αποτελούσε πλέον τον σημαντικότερο παίχτη στο παιχνίδι του πετρελαίου στη χώρα του.
Ο πετρελαϊκός κολοσσός δεν επιθυμούσε να αποτελέσει μέρος κάποιας πολιτικής που θα δημιουργούσε νέα προηγούμενα. Η εταιρία γνώριζε πολύ καλά ότι τέτοιου είδους πολιτικές θα μπορούσαν εύκολα να γίνουν πρότυπα μίμησης για άλλες χώρες. Ο πρόεδρος του Εκουαδόρ σκοτώθηκε, στις 24 Μαΐου 1981, όταν το ελικόπτερο στο οποίο επέμβαινε έπιασε φωτιά και συνετρίβει. Ο Ρόλντος χρησιμοποιούσε δύο διαφορετικά ελικόπτερα για τη μεταφορά του. Την τελευταία στιγμή ένας από τους αξιωματικούς ασφαλείας του τον είχε πείσει να μπει στο παγιδευμένο με εκρηκτικά ελικόπτερο. Την ίδια ιδεολογία με τον Ρόλντος, του Εκουαδόρ, είχε και ο Τορίχος, ο πρόεδρος του Παναμά, ο οποίος εθνικοποίησε τη διώρυγα της χώρας του. Μέχρι τότε η διώρυγα και η περιοχή γύρω από τη διώρυγα ήταν εθνικό έδαφος των ΗΠΑ. Δύο μήνες μετά τον θάνατο του Ρόλντος, ο Τορίχος σκοτώθηκε σε αεροπορικό δυστύχημα. Ο διάδοχος του Τορίχος, Νοριέγκα, ήθελε να κατασκευάσει νέα διώρυγα με χρηματοδότηση από τους Ιάπωνες. Επειδή στην περίπτωσή του, τόσο οι οικονομικοί δολοφόνοι όσο και τα τσακάλια απέτυχαν, οι ΗΠΑ επιτέθηκαν με στρατό στον Παναμά, στις 20 Δεκεμβρίου 1989, συνέλαβαν τον Νοριέγκα και τον φυλάκισαν, στις ΗΠΑ, για σαράντα χρόνια. Τον δίκασαν και τον φυλάκισαν για παραβάσεις αμερικανικών νόμων που διέπραξε στην ίδια του τη χώρα! Άκουσον, άκουσον!
 
Ο John Perkins αναφέρει ότι στο Εκουαδόρ παρατήρησε τις δόλιες πρακτικές που χρησιμοποιούσε μία ιεραποστολική ομάδα των Προτεσταντών των Ηνωμένων Πολιτειών, με την ονομασία Ινστιτούτο Γλωσσολογίας Σάμερ (Summer Institute of Linguistics, γνωστό με τα αρχικά SIL). Με την πρόφαση της μελέτης και της καταγραφής των γλωσσών των ιθαγενών πληθυσμών εργάζονταν εντατικά με τη φυλή Χοουαοράνι του Αμαζονίου. Κάθε φορά που οι σεισμολόγοι των πετρελαϊκών εταιρειών ενημέρωναν τα αρχηγεία τους ότι μία συγκεκριμένη περιοχή παρουσίαζε χαρακτηριστικά, που μαρτυρούσαν υψηλές πιθανότητες για την ύπαρξη κοιτασμάτων πετρελαίου, οι ιεραπόστολοι εμφανίζονταν στην περιοχή αυτή και ενθάρρυναν τους ντόπιους ιθαγενείς να φύγουν από εκεί και να εγκατασταθούν σε καταυλισμούς. Εκεί θα τους προσέφεραν δωρεάν φαγητό, στέγη, ρούχα και ιατρική περίθαλψη. Μοναδική προϋπόθεση ήταν να εκχωρήσουν τη γη τους στις πετρελαϊκές εταιρείες. Χρηματοδότης του SIL ήταν το ίδρυμα Ρόκφελερ.
 
Τελικά δανείσανε δισεκατομμύρια δολάρια στο Εκουαδόρ ώστε να μπορεί να προσλάβει τις τεχνικές και κατασκευαστικές εταιρείες των ΗΠΑ για να κατασκευάσουν έργα που θα ωφελούσαν τις πλούσιες οικογένειές της. Ως αποτέλεσμα, μέσα σε διάστημα τριών δεκαετιών, το επίσημο επίπεδο φτώχειας ανέβηκε από το 50% στο 70%, ενώ το ποσοστό της υποαπασχόλησης και ανεργίας αυξήθηκε από το 15% στο 70%. Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε από τα 240 εκατομμύρια στα 16 δισεκατομμύρια δολάρια. Σήμερα η χώρα αυτή είναι αναγκασμένη να διαθέτει το 50% περίπου του κρατικού προϋπολογισμού στην εξόφληση των χρεών της.
 
Ο John Perkins, από την στιγμή που έγινε γονιός ενός μικρού κοριτσιού, άρχισε να πέφτει σε βαθιά κατάθλιψη και να καταρρέει από το βάρος των ενοχών για τον ρόλο που ο ίδιος είχε παίξει στα παραπάνω γεγονότα. Ξεκίνησε να γράφει φανερά τα απομνημονεύματά του και ξαφνικά δέχτηκε μία εξαιρετική επικερδή θέση συμβούλου στη τεχνική εταιρεία Stone and Webster Engineering Corporation. Ξεπουλιόταν για άλλη μία φορά για να μη μιλήσει. Το ίδιο είχε γίνει και στο παρελθόν.
 
Τα γεγονότα της 11/09/2001 που έγιναν στη Νέα Υόρκη έκαναν τον John Perkins να τελειώσει οριστικά αυτό που τόσες φορές είχε ξεκινήσει στο παρελθόν. Στο βιβλίο του καταλήγει να αναφέρει ότι η συγγραφή του τού χάρισε μία πρωτόγνωρη αίσθηση ανακούφισης, μία αίσθηση που δεν θα δίσταζε να περιγράψει ως εκστατική. Η εξομολόγησή του είχε φτάσει στο τέλος της.