Ευαγγελία Κ. Λάππα
Μαθήτρια Γ’ Λυκείου
15 Ιανουαρίου 2022
Η Σαμψούντα είναι αρχαία Ελληνική πόλη και λιμένας, στη νότια ακτή του Ευξείνου Πόντου. Ιδρύθηκε στα μέσα του 8ου αιώνα π. Χ. από την Ιωνική Μίλητο με το όνομα Αμισός. Την εποχή του Περικλή, εποικίστηκε από Αθηναίους και πήρε το όνομα Πειραιάς, όνομα που το διατήρησε, μέχρι τη συντριβή του στόλου των Αθηναίων από τους Σπαρτιάτες το 404 π. Χ. Το 387 π. Χ. δόθηκε στους Πέρσες, με βάση τη συνθήκη της Ανταλκίδειας ειρήνης[1] μέχρι που απελευθερώθηκε από το Μέγα Αλέξανδρο. Τον 3ο αιώνα π.Χ. επανήλθε σε Ελληνικά χέρια (σε εντόπιους βασιλιάδες του Πόντου) και τελικά σε Ρωμαϊκά.
Αρχαία Νομίσματα – Πηγή: https://www.facebook.com/HMETEP/posts/10153124590576005
Τα πρωτοχριστιανικά χρόνια, ο Χριστιανισμός θεμελιώθηκε στην Αμισό από τον Απόστολο Ανδρέα, ο οποίος σύμφωνα με την αποστολική παράδοση, ήταν ο ιδρυτής της πρώτης χριστιανικής κοινότητας της πόλης[2]. Κατά τα τέλη του 1ου μ.Χ. αιώνα και στις αρχές του 2ου υπήρχε μια ανθηρή χριστιανική κοινότητα στην πόλη. Το 290 μ. Χ. εκεί μαρτύρησαν οι επτά παρθένες, Αλεξάνδρεια, Ευφημία, Ευφρασία, Θεοδώρα, Ιουλιανή, Κλαυδία και Ματρώνα, των οποίων η μνήμη τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 20 Μαρτίου.
Στα χνάρια του Αποστόλου Ανδρέα στον Πόντο – Εκκλησία στο χωριό Αντρεάντων Αμισού – Πηγή: https://www.alexpolisonline.com/2018/11/blog-post_855.html
Στα χρόνια της Ρωμανίας, ήταν γνωστή ως Αμινσός και ήταν το μεγαλύτερο εμπορικό λιμάνι της Ανατολής, μετά το λιμάνι του Γαλατά. Τον 12ο αιώνα καταλήφθηκε από τους Σελτζούκους[3]. Αυτή τη περίοδο κτίστηκε πόλη ανατολικά της Αμισού, που ονομάστηκε Σαμψούς (εις Αμισόν -σ’ Αμισόν- Σαμψούν). Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, αποτέλεσε ανεξάρτητη ηγεμονία ενώ το 1261, με την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης, περιήλθε στη Ρωμανία. Στα τέλη του 13ου αιώνα καταλήφθηκε για δεύτερη φορά από τους Σελτζούκους. Το 1393 πέρασε στους Οθωμανούς, το 1402 στους Μογγόλους και το 1461 πάλι στους Οθωμανούς[4]. Ήδη όμως η Αμισός είχε παρακμάσει εντελώς εκείνη την εποχή.
Αμισός (Σαμψούντα) – Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού – Πηγή: http://www.digital-in.info/nigdi/index.php/arthra-anartiseis/pontos/item/460-amisos-sampsoynta
Κατά το 1813 – 1814, ενώ η νέα πόλη της Αμισού (Σαμψούς) κατοικούνταν κυρίως από Τούρκους, ιδρύονταν πολλά Ελληνικά χωριά γύρω της. Από τη δεκαετία του 1850, άρχισε να αυξάνεται το Ελληνικό στοιχείο, συντελώντας στην ανάπτυξη της πόλης ως σπουδαίου λιμανιού της Μαύρης θάλασσας. Από το 1908, με το κίνημα των Νεοτούρκων[5], άρχισαν οι διωγμοί των Ελλήνων. Το 1914 είχε 40.000 κατοίκους – 20.000 Έλληνες, 16.500 Τούρκους, 2.000 Αρμένιους και 1.500 από άλλες εθνότητες. Το 1915, οι Τούρκοι άρχισαν να λεηλατούν τα Ελληνικά χωριά του Πόντου και να βιαιοπραγούν εις βάρος των Ελλήνων, με το πρόσχημα ότι καταδίωκαν αυτούς που απέφευγαν την επιστράτευση για τα Αμελέ Ταμπουρού[6] και όσους δραπέτευαν από κει. Οι Έλληνες για να γλυτώσουν άρχισαν να πήγαιναν στα βουνά, όπου αργότερα με εντολή του Μητροπολίτη Αμισού Γερμανού Καραβαγγέλη[7], σχημάτιζαν μικρές ανταρτικές ομάδες, με σκοπό να προστατεύσουν τον άμαχο Ελληνικό πληθυσμό από τους Τούρκους.
Στο βιβλίο του Χρήστου Σαμουηλίδη Αμισός (Σαμψούντα) και η περιφέρειά της (εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, 2004) σχετικά με τα μαύρα χρόνια των Ελλήνων του Πόντου που ξεκίνησαν το 1914 περιγράφονται τα εξής:
«Το πρόγραμμα της λεηλασίας, εξορίας και σφαγής συνεχίστηκε και στα άλλα χωριά της Σαμψούντας. Αποσπάσματα στρατιωτών και ατάχτων εξορμούσαν σε όλα τα ρωμαίικα χωριά, έπιαναν όσους άντρες και γυναικόπαιδα δεν είχαν στο μεταξύ κρυφτεί στα δάση και στα βουνά, σχημάτιζαν αποστολές (σεφκιέτ) και τις έστελναν εξορία στο Τσόρουμ, στη Μερζιφούντα, στο Σογκουρλού και αλλού, για να πεθάνουν από την πείνα και τα δεινοπαθήματα.
»Τα σπίτια των εξορίστων καίγονταν και τα ζώα τους κατάσχονταν από τα αποσπάσματα ή λεηλατούνταν από Τούρκους των γειτονικών χωριών. Οι φάκελοι των χωριών της περιφέρειας Σαμψούντας που υπάρχουν στα Αρχεία του ΚΜΣ (Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών) αναφέρουν τον εμπρησμό 31 χωριών.
»Μετά την καταστροφή του άμαχου και ειρηνικού πληθυσμού, ο Ραφέτ πασάς έδωσε διαταγή να εξοντωθούν και όλοι όσοι κατέφυγαν στα βουνά του Αγιού-τεπέ, Κοτσά-νταγ και Νεμπιέν-νταγ».
Με την κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Ρώσους, τον Απρίλιο του 1916, οι λεηλασίες και οι απαγχονισμοί εντάθηκαν στην Αμισό μέχρι που στις 17 Οκτωβρίου 1918 υπογράφηκε ανακωχή μεταξύ της ηττημένης στο Α’ παγκόσμιο πόλεμο Γερμανίας και της Αντάντ και τελείωσε η πρώτη φάση της γενοκτονίας. Όμως στις 19 Μαΐου 1919 ο Μουσταφά Κεμάλ[8] αποβιβάστηκε στην Αμισό, εγκαινιάζοντας έτσι τη δεύτερη φάση της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, ιδιαίτερα στην Αμισό. Τον Οκτώβριο του 1922 όλοι οι εξόριστοι Έλληνες στα βάθη της Ανατολής ειδοποιήθηκαν να έρθουν στην Ελλάδα και το Νοέμβριο του ίδιου χρόνου ειδοποιήθηκαν να κάνουν το ίδιο και οι Έλληνες των ορεινών χωριών. Κατά την περίοδο της ανταλλαγής, οι κάτοικοί της ήταν περίπου 25.000 από τους οποίους 11.000 Έλληνες.
Έως το 1924, όλοι οι Έλληνες είχαν φύγει από την Αμισό και τα χωριά της, εκτός από αυτούς που είχαν μείνει ως κρυπτοχριστιανοί. Αυτοί, έμειναν και μένουν ακόμα, προσμένοντας να έρθει η μέρα που η Ελληνική σημαία θα κυματίσει σ’ ολόκληρο τον Πόντο. Θα ‘ρθει αυτή η μέρα.
Αμισός (Σαμψούντα)
Ιώνων λαμπρή πολιτεία.
Ω! Αμισός Μιλησίων αποικία.
Πόντου σπουδαίο λιμάνι.
Συ της Ελλάδος διαμάντι.
***
Πόλη Ελλήνων αρχαία,
κόρη λαμπρή και ωραία.
Χαίρε Σαμψούς λαβωμένη,
χρόνια εσύ σκλαβωμένη.
***
Τούρκοι κι αν σε πατήσαν,
ίχνος Ελλήνων δε σβήσαν.
Άγρια κι αν σ’ ατιμάσαν,
σένα ποτέ δε δαμάσαν.
***
Πάντα -να ξέρουνε όλοι-
θα ‘σαι Ελλήνων συ πόλη!
***
Μέρα λαμπρή καρτερούμε,
λεύτερη σένα να δούμε,
μες στης Ελλάδος και πάλι,
τη μητρική την αγκάλη.
***
Ενέμεινες νάρτει η ώρα,
παστάν θα παστρέψει τ’ εβόρα.
Ως ήλον ξαν θα φωτάζεις,
Ελλάδας ωλένα θ’ ωράζεις.
(Μεταφορά στη Νέα Ελληνική από τα Ποντιακά:
Περιμένεις να έρθει η ώρα
να καθαρίσει τελείως η σκιά- η σκοτεινιά της σκλαβιάς
Σαν ήλιος ξανά θα φωτίζεις
σαν στης αγκαλιάς της Ελλάδας θα είσαι φυλαγμένη.)
Ευαγγελία Κ. Λάππα
Μαθήτρια Γ’ Λυκείου
10 Δεκεμβρίου 2021
Πηγές:
- Θωμάς Αλεξιάδης, Η Αμισός των Ελλήνων του Πόντου, Εκδοτικός οίκος Αδελφών Κυριακίδη α. ε., Θεσσαλονίκη 2009.
- Θωμάς Περ. Αλεξιάδης, Αμισός – Σαμψούς, Το χρονικό του Ελληνισμού από την Αρχαιότητα έως σήμερα, Εκδοτικός οίκος Αδελφών Κ. & Μ. Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2015.
- http://www.digital-in.info/nigdi/index.php/arthra-anartiseis/pontos/item/460-amisos-sampsoynta | Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού – Αμισός (Σαμψούντα)
- https://www.pontosnews.gr/666643/taxidi/amisos-sampsoynta-kiziridoy-photos-video/ | Θωμαΐς Κιζιρίδου – Αμισός (Σαμψούντα), η πόλη με τους πολλούς Έλληνες εθνομάρτυρες
- https://el.wikipedia.org/wiki/Αμισός | Αμισός
_____________________
Παραπομπες:
[1] Η Ανταλκίδειος ειρήνη (ή Βασίλειος ειρήνη ή Ειρήνη του Βασιλέως) ήταν απότοκος του Κορινθιακού πολέμου (395-387 π. Χ.), που σηματοδότησε το τέλος του. Οι Σπαρτιάτες εξαντλημένοι από τον πόλεμο με τους Αθηναίους, τους Θηβαίους, τους Ευβοείς και τους λοιπούς Έλληνες έστειλαν ένα ναύαρχό τους, τον Ανταλκίδα, να υπογράψει ειρήνη με τους Πέρσες του Αρταξέρξη Β΄ (386 π. Χ.). Με τη συνθήκη αυτή συμφωνήθηκε μεταξύ των Σπαρτιατών και του Πέρση βασιλιά α) να παραδοθούν σε αυτόν οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας και η Κύπρος β) να διακηρυχθεί η αυτονομία των ελληνικών πόλεων εκτός από τις αθηναϊκές κληρουχίες της Λήμνου, της Ίμβρου και της Σκύρου και γ) να επιβλέπουν οι Σπαρτιάτες την τήρηση της ειρήνης στον ελλαδικό χώρο. Μετά την Ανταλκίδειο ειρήνη επικράτησε για λίγα χρόνια ηρεμία στον ελληνικό κόσμο, ωστόσο άρχισαν και πάλι οι συγκρούσεις, αυτή τη φορά μεταξύ Βοιωτών και Σπαρτιατών. Ο νέος αυτός πόλεμος κατέληξε στην κατάρρευση της Σπαρτιατικής ηγεμονίας, φέρνοντας στο προσκήνιο τους Θηβαίους με τη Θηβαϊκή ηγεμονία. (Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/Ανταλκίδειος_ειρήνη)
[2] Στη Σαμψούντα υπήρχαν χωριά αφιερωμένα στον Άγιο Ανδρέα, Άνω και Κάτω Αντρεάντων, Ανδρέα Μαχαλεσί, Αντρέσκιοϊ, ενώ στο χωριό Χαβά υπήρχε παρεκκλήσι του αγίου. Λέγεται ότι όταν ο Απόστολος Ανδρέας έφτασε στο χωριό για να διδάξει, διανυκτέρευσε κάτω από μια ιτιά, κοντά σε μια πηγή. Η γιορτή του Αγίου Ανδρέα σηματοδοτούσε τον επερχόμενο βαρύ χειμώνα. Στα Κωτύωρα (Ορντού) έλεγαν «Τ΄ Αγιαντρέα αντρειών το κρύον». (Πηγή: https://www.alexpolisonline.com/2018/11/blog-post_855.html)
[3] Σελτζούκοι Τούρκοι ή Σελτζουκίδες ή Τούρκοι του Ικονίου: Το πρώτο τουρκικό φύλο που ξεκινώντας από τις πεδιάδες του Τουρκεστάν διέσχισε την Περσία και έφτασε μέχρι τα παράλια του Αιγαίου και του Ελλησπόντου, όπου ίδρυσε ένα ισχυρό κράτος με κέντρο το Ικόνιο (11ος αιώνας). Μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 13ου αιώνα το κράτος γνώρισε αξιοσημείωτη ευημερία. Μετά την ήττα από τους Μογγόλους το 1243 το κράτος των Σελτζουκιδών βρισκόταν σε αναταραχή ως τις αρχές του 14ου αιώνα, όταν διαλύθηκε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. (Πηγή: http://www.ime.gr/chronos/10/gr/glosari/12gl.html | Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού)
[4] Οθωμανοί Τούρκοι ή Οσμανλήδες: Τούρκοι που στα τέλη του 13ου αιώνα, εκμεταλλευόμενοι την κατάρρευση της βυζαντινής αμυντικής δομής, ήρθαν στη Μικρά Ασία για να ιδρύσουν μια σειρά από τουρκομανικά χανάτα στο δυτικό τμήμα της. Το οθωμανικό κρατίδιο, ιδρύθηκε κατά το τρίτο τέταρτο του 13ου αιώνα στη σελτζουκική μεθόριο με το Βυζάντιο, στην περιοχή του Σογκούτ, βορειοδυτικά του Δορύλαιου (Εσκί Σεχίρ), από ένα γένος της ογουζικής φυλής Καγί, το οποίο αργότερα αποκλήθηκε “οθωμανικό” από το όνομα του ηγεμόνα του Γαζή Οσμάν (ή Οθομάν, 1281-1326). (Πηγή: https://cognoscoteam.gr/η-καταγωγή-των-τούρκων-ογούζοι-τούρκο/ | Η καταγωγή των Τούρκων: Ογούζοι Τούρκοι, Σελτζούκοι και Οθωμανοί)
[5] Οι Νεότουρκοι ήταν οπαδοί του Τούρκου πρωθυπουργού Μιδάτ που το 1908, επαναστάτησαν και με αρχηγούς την τριανδρία των Εμβέρ, Ταλαάτ και Τζεμάλ εκθρόνισαν τον Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ τον Β΄ και άρχισαν συστηματικά να εκδιώκουν τους χριστιανικούς πληθυσμούς από τη Μικρασία (1914-1918 πρώτη περίοδος διωγμών). Οι διώξεις αυτές εντάθηκαν με την ανάληψη της εξουσίας από τον Κεμάλ (1919-1924 δεύτερη περίοδος διωγμών). Πρωταγωνιστικό ρόλο, στις διώξεις εναντίον των Ελλήνων του Πόντου, την περίοδο αυτή, διαδραμάτισαν οι Τσέτες, σώματα ατάκτων Τούρκων χωροφυλάκων, απαρτιζόμενα από βαρυποινίτες και θανατοποινίτες των Τουρκικών φυλακών, στους οποίους δόθηκε χάρη, ακριβώς για να πρωτοστατήσουν στον εκτοπισμό των Ελληνικών πληθυσμών από τη Μικρασία, εγκληματώντας εναντίον τους. Από τους αρχηγούς των σωμάτων αυτών των εγκληματιών, διαβόητος έμεινε για τις πράξεις του ο Τοπάλ Οσμάν (ο οποίος είχε μητέρα Πόντια), ο κουτσός διοικητής της Κερασούντας, ένας αγράμματος πρώην βαρκάρης, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για την ολοσχερή εξόντωση πληθυσμού ολόκληρων χωριών και πόλεων. (Πηγή: https://petheol.gr/άρθρα-μελέτες/εκκλησία/εκκλησιαστική-ιστορία/246-γερμανός-καραβαγγέλης,-ο-παπαφλέσσας-της-λέσβου | Ομιλία Θεολόγου Υπ. Δρ. Θεολογίας Παναγιώτη Τσαγκάρη, Γερμανός Καραβαγγέλης, ο Παπαφλέσσας της Λέσβου)
[6] Τα τάγματα εργασίας, γνωστά και ως αμελέ ταμπουρού, αποτέλεσαν από κοινού μαζί με άλλες φρικτές μεθοδεύσεις τα σκληρά μέτρα που λήφθηκαν από την τουρκική ηγεσία για να εξαλειφθούν οι μειονότητες εντός του κράτους. Δεν απέβλεπαν στην άμεση εξόντωση των επιταγμένων αλλά στη σταδιακή ψυχολογική και σωματική τους εξασθένιση που θα οδηγούσε στο θάνατο από την πείνα, τις κακουχίες και τις αρρώστιες. Ως μέτρο, εφαρμόστηκαν σε δύο περιόδους: αρχικά στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο λειτούργησαν ως βοηθητικά σώματα διεκπεραίωσης εργασιών και στη συνέχεια, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ως σώματα ανακατασκευής των ζημιών που είχε προξενήσει ο ελληνικός στρατός κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας. (Πηγή: https://cognoscoteam.gr/τάγματα-εργασίας-αμελέ-ταμπουρού-η-πο-2/ | Τάγματα Εργασίας (αμελέ ταμπουρού): η πορεία προς το θάνατο)
[7] Ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός (κατά κόσμον Στυλιανός Καραβαγγέλης) γεννήθηκε στις 16/2/1866 στη Στύψη της Λέσβου με καταγωγή από τα Ψαρά και ήταν ένα από τα οκτώ παιδιά του Χρυσοστόμου και της Μαρίας Καραβαγγέλη.
Μεγάλωσε στο Αδραμμύτιον της Μικράς Ασίας και σπούδασε με υποτροφία του Μητροπολίτη Εφέσου Αγαθαγγέλου, στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης στη Κωνσταντινούπολη, από την οποία σχολή αποφοίτησε το 1888. Αμέσως μετά, χειροτονήθηκε διάκονος με το όνομα Γερμανός, από τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη Διονύσιο Ε’. Έπειτα σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Λειψίας και της Βόννης, όπου πήρε και διδακτορικό. Από το 1891 – 1896 ήταν καθηγητής στη Θεολογική Σχολή Χάλκης και χειροτονήθηκε επίσκοπος του Πέραν, όπου προστάτεψε τον Ελληνισμό από τις διάφορες προπαγάνδες, που δρούσαν εκεί, κυρίως των παπικών. Το 1900 τοποθετήθηκε από το Πατριάρχη Κωνσταντίνο Ε’ στη Μητρόπολη της Καστοριάς, όπου άρχισε τη δράση του κατά της Βουλγαρικής και της Ρουμανικής προπαγάνδας.
Ο Γερμανός Καραβαγγέλης μετατέθηκε το 1908 στη Μητρόπολη Αμισού, όπου βοήθησε στον αγώνα των Ποντίων κατά των Νεοτούρκων.
Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, έγινε για λίγο Μητροπολίτης Ιωαννίνων αλλά, όντας βενιζελικός -με ακόμα νωπές τις μνήμες του Εθνικού Διχασμού-, αντικαταστάθηκε και μετατέθηκε ως έξαρχος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Βιέννη, όπου και πέθανε στις 11/2/1935. (Πηγές: https://petheol.gr/άρθρα-μελέτες/εκκλησία/εκκλησιαστική-ιστορία/246-γερμανός-καραβαγγέλης,-ο-παπαφλέσσας-της-λέσβου | Ομιλία Θεολόγου Υπ. Δρ. Θεολογίας Παναγιώτη Τσαγκάρη, Γερμανός Καραβαγγέλης, ο Παπαφλέσσας της Λέσβου και Μαστέλλου – Γιαννάκενα Ελίνας, Ο Παύλος Μελάς και ο Μακεδονικός Αγώνας (1904 – 1908), Ο σκοπός του και οι ήρωες του, Εκδόσεις Πελασγός Ιωάννου Χρ. Γιαννάκενα, Αθήνα 2018)
[8] Ο Μουσταφά Κεμάλ είναι ο ιδρυτής του σύγχρονου τουρκικού κράτους. Η προσωπική του ιστορία είναι γεμάτη αίμα. Ήταν ο ενορχηστρωτής των αγριοτήτων των Νεότουρκων στη Γενοκτονία των Ποντίων και γενικά των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Οι πρακτικές που ακολούθησε εκθειάστηκαν αργότερα από τη ναζιστική Γερμανία του Χίτλερ, κάνοντας λόγο για το «τουρκικό μοντέλο». (Πηγή: https://www.pontosnews.gr/651345/pontos/genoktonia/poios-pragmatika-itan-o-moystafa-kemal/)