Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούν να εξαρτώνται από τη συμμόρφωσή μας στις αποφάσεις των αξιωματούχων της δημόσιας υγείας ή των πολιτικών. Αυτά τα δικαιώματα πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης υπόστασης, διαφορετικά είμαστε απλώς σύνθετες βιολογικές μάζες, χωρίς πραγματική εγγενή αξία. Η κοινωνία, και ο καθένας μας, πρέπει να αποφασίσει
Άρθρο του David Bell που δημοσιεύτηκε στις 19 Ιουλίου 2022 από το Brownstone Institute. Χρόνος ανάγνωσης 8′. Απόδοση στα ελληνικά, Νίκος Μαρής.
Η αντίδραση στον COVID-19 έχει εγείρει ερωτήματα σχετικά με την ελευθερία στις δυτικές κοινωνίες, που μέχρι πριν από λίγα χρόνια πιστεύαμε ότι είχαν διευθετηθεί. Είναι η ελευθερία κάτι που μας επιτρέπεται, ή που μας παρέχεται; Ή μήπως είναι κάτι με το οποίο γεννιόμαστε, το οποίο επομένως μπορεί μόνο να αφαιρεθεί; Ποια είναι η κατάσταση (status), τώρα ή στο μέλλον, ενός παιδιού που γεννήθηκε στη σκλαβιά, ή ενός παιδιού που γεννήθηκε σε ένα στρατόπεδο στη Xinjiang ή στη Βόρεια Κορέα, ή ενός παιδιού που γεννήθηκε σε μια ψηφιοποιημένη, κεντρικά σχεδιασμενη κοινωνία κάποιας μελλοντικής δυτικής δυστοπίας;
Ο πειρασμός μέσω του COVID-19 ήταν να χρησιμοποιήσουμε την επιστήμη ή τα επιστημονικά στοιχεία, για να αντιταχθούμε στην κατάργηση των δικαιωμάτων μας. Γιατί πρέπει ένας φοιτητής να υπόκειται σε υποχρεωτικό εμβολιασμό, εάν έχει ήδη ανοσία μετά από μόλυνση, ή εάν ένα μη εμβολιασμένο άτομο να περιορίσει τα ταξίδια του, όταν οι εμβολιασμένοι έχουν υψηλότερα ποσοστά μόλυνσης; Τέτοιες προσεγγίσεις είναι δελεαστικό να γίνουν δεκτές, καθώς βασίζονται στη λογική και επομένως είναι δύσκολο να αντικρουστούν. Ωστόσο, εξυπηρετούν αυτούς που θα ήθελαν να αφαιρέσουν την ελευθερία μας, ενισχύοντας τις βασικές απαιτήσεις που χρειάζονται για να δικαιολογήσουν την τυραννία τους. Ενισχύουν την απαίτηση του τυράννου ότι η ελευθερία χορηγείται με βάση τις πράξεις ή το εμβολιαστικό στάτους, όχι την απλή πραγματικότητα της γέννησής του.
Ή είμαστε ελεύθεροι ή δεν είμαστε. Η επιστήμη και η λογική δεν μπορούν να είναι τα κριτήρια αυτής της ελευθερίας.
Η κρίση του COVID-19 πρέπει να μας αφυπνήσει, όχι να μας υποδουλώσει
Οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί για τον COVID-19 υπογράμμισαν την υφέρπουσα αποδοχή της κοινωνίας του να στηρίζονται τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα στη βάση μιας ιατρικής συνθήκης. Όπως πολλοί γιατροί δημόσιας υγείας, δέχτηκα, ακόμη και υποστήριξα, να επιβάλω τον εμβολιασμό κατά της ιλαράς για την είσοδο στο σχολείο. Η ιλαρά, σε τελική ανάλυση, σκοτώνει πολλούς ανθρώπους παγκοσμίως. Ήμουν επίσης εντάξει με τον εμβολιασμό κατά της ηπατίτιδας Β για τον χώρο εργασίας μου. Και τα δύο εμβόλια θεωρούνται γενικά ασφαλή και πολύ αποτελεσματικά για τον αποκλεισμό της νόσου που στοχεύουν. Η ιατρική μου εκπαίδευση τόνιζε ότι όσοι ήταν κατά του εμβολιασμού ισοδυναμούσαν με οπαδούς της θεωρίας περί επίπεδης Γης.
Η ανταπόκριση της δημόσιας υγείας στον COVID-19 ενίσχυσε αυτή την νοοτροπία, απαιτώντας τις ενέσεις ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή, τόσο των ενηλίκων όσο και των παιδιών, σε φυσιολογικές κοινοτικές δραστηριότητες. Το «εμβολιαστικό στάτους» διέπει πλέον την «πρόσβαση» σε δικαιώματα που θεωρούνται θεμελιώδη σύμφωνα με την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων —συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην εργασία, τα ταξίδια, την κοινωνικοποίηση και την πρόσβαση στην εκπαίδευση. Έχει καθορίσει ακόμη και το δικαίωμα πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη. Ο ιατρικός καταναγκασμός αναδύθηκε από το έρεβος, σε κυρίαρχο ρεύμα της δημόσιας υγείας.
Οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί αντιμετωπίστηκαν με την λογική. Η κατάδειξη του καθαρού παραλογισμού του «οριζόντιου» υποχρεωτικού εμβολιασμού για μια ασθένεια που θέτει σε κίνδυνο ένα ευκρινώς καθορισμένο υποσύνολο του πληθυσμού (ηλικιωμένους και άτομα με υποκείμενα νοσήματα), ο οποίος δεν προσφέρει τίποτα στο να σταματήσει την εξάπλωση της (δηλαδή, δεν παρέχει καμία προστασία για τους άλλους) και έναντι της οποίας οι περισσότεροι είναι ήδη καλύτερα προστατευμένοι χάρη στη φυσική ανοσία, είναι ένα εύκολο επιχείρημα.
Στη βάση τέτοιων στοιχείων και στη βάση της λογικής, το κίνημα που αντιτίθεται στους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς για τον COVID-19, που συμπεριλαμβάνει φορτηγατζήδες, εστιάτορες, υπαλλήλους νοσοκομείων και πολιτικούς, έχει κάνει κάποιες παρεμβάσεις στην προσπάθεια ανάκλησής τους. Αλλά η πρόοδος αυτή είναι εύθραυστη, καθώς οι αρχές σε διάφορα μέρη του κόσμου επιδιώκουν να επαυξήσουν και να διευρύνουν την υποχρεωτικότητα και να εδραιώσουν τη διεθνή βιομηχανία της πανδημικής ετοιμότητας, που επιδιώκει να διαιωνίσει τον καταναγκασμό στη δημόσια υγεία. Η συχνότητα των υποχρεωτικών εμβολιασμών στα εκπαιδευτικά ιδρύματα θα πρέπει να μας λέει ότι αυτό το κίνημα οφείλει να το τροφοδοτεί κάτι βαθύτερο από την εναντίωση στον παραλογισμό και την αντι-επιστημονικότητα.
Οι μικρές τακτικές νίκες που βασίζονται στη λογική δεν θα κερδίσουν τον πόλεμο. Εάν ο υγειονομικός φασισμός είναι να αντιμετωπιστεί όπως ο ναζισμός μιας προηγούμενης εποχής, η ανάδειξη συγκεκριμένων λογικών σφαλμάτων δεν θα είναι αρκετή. Ο ναζισμός δεν παραγκωνίστηκε λόγω του παράλογου σκεπτικού του, αλλά επειδή ήταν λάθος στα θεμέλιά του. Ήταν λάθος γιατί δεν μεταχειριζόταν όλους τους ανθρώπους ισότιμα, και έθετε την κεντρική εξουσία και το εκλαμβανόμενο σαν «συλλογικό καλό», πάνω από τα δικαιώματα και την ισότητα των ατόμων (σ.σ. έναντι του νόμου).
Αυτός είναι ο λόφος στον οποίο πρέπει να ανεβούμε, αν θέλουμε να εμποδίσουμε τη χρήση της δημόσιας υγείας ως εργαλείο για την επιβολή της εταιρικής, αυταρχικής κοινωνίας που οραματίζονται οι οπαδοί της Μεγάλης Επανεκκίνησης. Αυτός είναι ένας αγώνας που υπερβαίνει τη δημόσια υγεία —αφορά τη θεμελιώδη συνθήκη της ανθρώπινης υπόστασης. Πρέπει να αρνηθούμε κατηγορηματικά το «δικαίωμα» μιας ομάδας ανθρώπων να ελέγχει και να καταχράται μιαν άλλη. Δεν έχω το δικαίωμα να δώσω εντολή σε έναν υψηλού κινδύνου, μη άνοσο, διαβητικό 80χρονο να κάνει εμβόλιο για τον COVID-19. Ουτε κι εσείς το έχετε.
Εάν αναγνωρίσουμε ότι «όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα» (Άρθρο 1 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) και ότι υπάρχει κάτι εγγενώς πολύτιμο στο να είσαι άνθρωπος, τότε πρέπει να ακολουθήσουν ορισμένες συνέπειες. Έγιναν προσπάθειες να αντικατοπτριστούν αυτές στις προβληματικές διακηρύξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα που αναπτύχθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, και στην προηγούμενη Σύμβαση της Γενεύης. Αντικατοπτρίζονται σε πολλές θρησκευτικές πεποιθήσεις, αλλά όχι αποκλειστικά σε αυτές. Αυτή η άποψη θεωρεί ότι κάθε άνθρωπος έχει εγγενή, ίση, ανυπολόγιστη και ανεξάρτητη αξία.
Ως εναλλακτική προσέγγιση, ο ναζισμός έδειξε το πώς η δικαιολόγηση του εξαναγκασμού και του περιορισμού που βασίζονται σε ένα εκλαμβανόμενο «κοινό καλό» διέβρωσε ταχύτατα την κοινωνία. Τον δρόμο προς τη γενοκτονία τον άνοιξαν οι γιατροί, χρησιμοποιώντας τη δημόσια υγεία σαν πέπλο που κάλυπτε το προσωπικό συμφέρον, τον φόβο και το μίσος.
Οι προσεγγίσεις του «κοινού καλού» βλέπουν τους ανθρώπους, όλους ή μερικούς από αυτούς, ως απλούς βιολογικούς οργανισμούς, που βασίζονται σε μια πολύπλοκη σειρά χημικών αντιδράσεων. Ένα άτομο δεν έχει θεμελιώδη δικαιώματα, καμία θεμελιώδη αξία έξω από το πλήθος. Το μέλλον του ατόμου έχει νόημα μόνο εκεί που ωφελεί το σύνολο. Δεν υπάρχει θεμελιώδες σωστό ή λάθος, πέρα από τις επιταγές εκείνων που αποφασίζουν για το μέλλον του πλήθους.
Η επιλογή ενός μέσου δρόμου μεταξύ των δύο – ότι οι άνθρωποι είναι κάπως ιδιαίτεροι, αλλά μπορούν να υποβαθμιστούν όταν αυτό εξυπηρετεί (εξυπηρετεί ποιον;) – δεν ευσταθεί μετά από μια λίγο βαθύτερη σκέψη. Η θεμελιώδης αξία δεν μπορεί να περιοριστεί από αποφάσεις που λαμβάνονται ανάλογα με τον εκάστοτε χρόνο και τον εκάστοτε χώρο.
Η γνήσια ισότητα οδηγεί στην έννοια της σωματικής αυτονομίας —δεν μπορώ να σας παρακάμψω σε θέματα που σας αφορούν. Εάν οι άνθρωποι έχουν κυριαρχία πάνω στο σώμα τους, τότε δεν μπορούν να αναγκάζονται να τροποποιήσουν αυτό το σώμα ή να αφήνουν να το παραβιάζουν οι άλλοι. Ο εξαναγκασμός περιλαμβάνει απειλές για την κατάργηση των βασικών δικαιωμάτων που παρέχει η αυτονομία και η αυτοκτησία του ατόμου, και ως εκ τούτου είναι μια μορφή βίας. Επιδιώκει να αφαιρέσει ένα εκ γενετής δικαίωμα —ένα μέρος της ύπαρξής μας— αν πιστεύουμε ότι ως άνθρωποι γεννιόμαστε με τέτοια εγγενή δικαιώματα. Τέτοια δικαιώματα και ελευθερίες μας νοηματοδοτούν ως κάτι περισσότερο από μια βιολογική μάζα, και σίγουρα όχι ως τα υποχείρια των άλλων ή του πλήθους. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απαιτούμε την ελεύθερη και ενημερωμένη συγκατάθεση για τις ιατρικές πράξεις, τουλάχιστον όποτε ένας άνθρωπος είναι με οποιονδήποτε τρόπο ικανός να την παράσχει.
Κατά συνέπεια, η ελευθερία δεν μπορεί να εξαρτάται από την υγειονομική μας κατάσταση ή την επιλογή μιας ιατρικής διαδικασίας. Εάν είμαστε εγγενώς ελεύθερα όντα, δεν αποκτούμε την ελευθερία μας μέσω της συμμόρφωσης. Επομένως, τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν μπορούν να περιοριστούν με βάση την υγειονομική κατάσταση (π.χ. την φυσική ανοσία) ή την επιλογή μιας ιατρικής πράξης (π.χ. μια εξέταση) ή όχι. Η προώθηση αυτού του στιγματισμού και αυτών των διακρίσεων είναι αντίθετη με την αναγνώριση αυτών των δικαιωμάτων.
Η εναντίωση στην υποχρεωτικότητα που βασίζεται μόνο στην επιστήμη αποδέχεται τον αυταρχισμό
Παραμένει δελεαστικό να ακολουθήσουμε την εύκολη διαδρομή και να αντιταχθούμε στον υποχρεωτικό εμβολιασμό για τον COVID-19, επισημαίνοντας τα προφανή λάθη στα επιστημονικά στοιχεία που επικαλούνται εκείνοι που τον υποστηρίζουν. Αυτό είναι ένα χρήσιμο εργαλείο —οι διασπορείς του παραλογισμού και των ψεμάτων πρέπει να αποκαλυφθούν. Αλλά μπορεί να είναι μόνο ένα εργαλείο για την κατάδειξη των ψεμάτων των άλλων, όχι ο δρόμος προς μια συνολική λύση. Δεν πρέπει να δίνουμε τροφή στην «υποκείμενη νόσο».
Η επίκληση της φυσικής ανοσίας ως αποκλειστικής αιτίας εξαίρεσης από τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για τον COVID-19 είναι κάτι εξίσου παράλογο με το να την παραβλέπουμε. Τα άνοσα μέλη των ομάδων μεγαλύτερης ηλικίας εξακολουθούν να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο από τα μη ανοσοποιημένα υγιή νεαρά άτομα. Ο κίνδυνος που σχετίζεται με την ηλικία ποικίλλει αρκετές χιλιάδες φορές (pdf) και ούτε τα εμβόλια ούτε η φυσική ανοσία μπορούν να γεφυρώσουν αυτό το χάσμα. Δίνουμε εντολή σε μια νεαρή αθλήτρια να τρυπηθεί με μια ένεση, επειδή τυχαίνει να έχει αποφύγει την μόλυνση ως τώρα, ενώ προσποιούμαστε ότι μια παχύσαρκη διαβητική συνταξιούχος που είχε μολυνθεί πρόσφατα εξαιρείται;
Αν θέλουμε να προσδιορίσουμε τον κίνδυνο, ποια όρια ηλικίας και φυσικής κατάστασης θα χρησιμοποιηθούν και ποιος θα τα ορίσει; Πώς θα μετρηθεί η φυσική ανοσία; Τι είδους τεστ θα χρησιμοποιηθούν, πόσο συχνά και με δαπάνη ποιου; Θα είναι πιο αποδεκτός ο υποχρεωτικός εμβολιασμός εάν το εμβόλιο για την επόμενη πανδημία είναι διαθέσιμο προτού πολλοί άνθρωποι αποκτήσουν φυσική ανοσία; Το να βασίζεται η επιχειρηματολογία μας στη λογική και μόνο, τροφοδοτεί τις ανάγκες εκείνων που θέλουν να μας υποδουλώσουν, και μας υποτάσσει αποκλειστικά στους νόμους της βιολογίας, όχι στους νόμους της ανθρώπινης ύπαρξης.
Αυτό δεν είναι ελευθερία. Όσο καλές προθέσεις και αν έχει, βρίσκεται στην ολισθηρή κατηφόρα που οδηγεί κάπου αλλού.
Η ελευθερία έχει κόστος
Είναι θεμελιώδες ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούν να εξαρτώνται από τη συμμόρφωσή μας με τους αξιωματούχους της δημόσιας υγείας. Ή με τους πολιτικούς. Ή με τις ιδιοτροπίες των «φιλάνθρωπων» και των αγαπημένων τους εταιρειών. Αυτά τα δικαιώματα πρέπει να αποτελούν εγγενές μέρος της ανθρώπινης ύπαρξης, ανεξαρτήτως συνθηκών, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου, γονεϊκής καταγωγής, πλούτου ή κατάστασης της υγείας. Αλλιώς είμαστε, πράγματι, απλώς πολύπλοκα χημικά κατασκευάσματα χωρίς πραγματική εγγενή αξία. Η κοινωνία και ο καθένας μας πρέπει να αποφασίσει.
Η απάντηση της δημόσιας υγείας στον COVID-19 υπογραμμίζει την ανάγκη επανεξέτασης πολλών από αυτά που θεωρούσαμε δεδομένα στην υγειονομική περίθαλψη. Ο σεβασμός της ατομικής κυριαρχίας δεν αποκλείει τις κυρώσεις σε όσους σκόπιμα βλάπτουν τους γύρω τους, αλλά η επιτακτική ανάγκη να ελεγχθεί η αντίδραση της κοινωνίας σε κάτι τέτοιο αποτελεί τη βάση χιλιάδων ετών εξέλιξης του δικαίου. Οι περιπτώσεις παραβίασης ελέγχονται, με διαφάνεια, στο δικαστήριο.
Η αποδοχή της ατομικής κυριαρχίας δεν αποκλείει την προστασία από ενδεχόμενη βλάβη. Ορισμένες χώρες υψηλού κινδύνου απαιτούν έγγραφα εμβολιασμού για τον κίτρινο πυρετό από τους εισερχόμενους ταξιδιώτες, καθώς ένα ξέσπασμα αυτής της ασθένειας θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλή θνησιμότητα. Αντίθετα, οι υποχρεωτικοί εμβολιασμοί κατά της ιλαράς στα σχολεία εξακολουθούν να υφίστανται, παρά το γεγονός ότι το εμβόλιο προστατεύει αποτελεσματικά όλους όσους επιλέγουν να εμβολιαστούν. Υπό το πρίσμα των πρόσφατων γεγονότων, πρέπει να σταθμίσουμε αυτές τις απαιτήσεις με διαφάνεια και προσοχή, αποτρέποντας τη σκόπιμη βλάβη σε άλλους, αλλά διατηρώντας τον φυσικό νόμο του απαραβίαστου της ανθρώπινης υπόστασης, ως πρωταρχικής σημασίας.
Μερικές φορές ο σεβασμός της ελευθερίας των άλλων θα μας κοστίσει. Η πλειοψηφία μπορεί να χρειαστεί να υπομείνει έναν κίνδυνο για κάποιο χρονικό διάστημα. Η κωδικοποίηση της διαδικασίας, του νομικισμού και του δικαίου που εκφράζει τη θεμελιώδη εγγενή ανθρώπινη αξία παρέχει στην σύνεση τον απαιτούμενο χρόνο ώστε να υπερνικήσει τον φόβο. Είναι η διασφάλιση που κρατά ελεύθερα τα μέλη μιας ελεύθερης κοινωνίας. Η διασφάλιση αυτή είναι το αναπόφευκτο επαναλαμβανόμενο κόστος που μας προστατεύει από κάθε περιστασιακή, αλλά αναπόφευκτη, καταστροφή. Η υποδούλωση σε μια υγειονομικά φασιστική κοινωνία θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια καταστροφή χωρίς διαφυγή. Άρα στην εναντίωσή μας, θα πρέπει να είμαστε αμείλικτοι.
***
Ο David Bell, ανώτερος μελετητής του Ινστιτούτου Brownstone, είναι ιατρός δημόσιας υγείας με έδρα τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αφού εργάστηκε στην κλινική ιατρική και τη δημόσια υγεία στην Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, εργάστηκε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), ως Επικεφαλής του Προγράμματος για την ελονοσία και τις εμπύρετες ασθένειες στο Ίδρυμα Καινοτόμων Νέων Διαγνωστικών Μέσων (FIND) στη Γενεύη και ως Διευθυντής των Global Health Technologies στο Intellectual Ventures Global Good Fund στο Bellevue, ΗΠΑ. Είναι σύμβουλος στους τομείς της βιοτεχνολογίας και της παγκόσμιας υγείας. MBBS, MTH, PhD, FAFPHM, FRC.