ΕΡΕΥΝΑ: Οι μαθητές δέχτηκαν το ισχυρότερο πλήγμα από τους εγκλεισμούς!

 

Περισσότερα από τα τρία τέταρτα (3/4) των μαθητών πιστεύουν πως η ακαδημαϊκή τους πρόοδος επλήγη λόγω των περιορισμών κυκλοφορίας.

Το γεγονός ότι οι μαθητές έχουν δεχτεί το ισχυρότερο πλήγμα από τους εγκλεισμούς αποκαλύφθηκε την Πέμπτη στην μεγαλύτερη έρευνα του είδους της. Πάνω από τα τρία τέταρτα (3/4) των 13.000 μαθητών σε όλη την Αγγλία (δηλ. περισσότεροι από 9.750 μαθητές) οι οποίοι συμμετείχαν σε μια έρευνα πιστεύουν πως η ακαδημαϊκή τους πρόοδος επλήγη και οι μισοί από αυτούς τους μαθητές υποστηρίζουν πως τώρα είναι λιγότερο ενθουσιώδεις για να μελετήσουν και να μάθουν εξαιτίας της πανδημίας. Η μελέτη στα 16χρονα και 17χρονα παιδιά από το Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου και το Sutton Trust – [εκπαιδευτική φιλανθρωπική οργάνωση] διαπίστωσε πως τα κορίτσια, σε αντίθεση με τα αγόρια, πιθανόν να θεωρούν πως η πρόοδός τους επλήγη και ενδέχεται να ισχυριστούν ότι έχουν «μείνει πίσω» σε σχέση με τους συμμαθητές τους.

Εν τω μεταξύ, οι μαθητές των δημόσιων σχολείων που ενδέχεται να αισθάνονται ότι έχουν «μείνει πίσω» σε σχέση με τους συμμαθητές τους, είναι [ένα ποσοστό] υπερδιπλάσιο, δηλ. στο 37%, συγκριτικά με το 15% των μαθητών που πιστεύουν πως έχουν «μείνει πίσω» σε σχέση με τους συνομηλίκους τους στα ανεξάρτητα σχολεία [δηλ. αυτά που δεν χρηματοδοτούνται από το κράτος]. Η έρευνα αποκάλυψε πως συνολικά, σχεδόν οι μισοί νέοι έχουν αποκτήσει πρόσβαση σε εκπαίδευση όπου δεν γίνεται προσπάθεια να συμβαδίσουν με τους συμμαθητές τους και μια μεγάλη πλειονότητα δεν έχει πρόσβαση σε ιδιαίτερα μαθήματα, παρά τα επιπλέον ιδιαίτερα μαθήματα που αποτελούν κομμάτι του πυρήνα της κυβερνητικής στρατηγικής αναφορικά με την προσπάθεια να συμβαδίσουν οι μαθητές μεταξύ τους.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν πως οι ευκαιρίες εκμάθησης προκειμένου οι μαθητές να συμβαδίσουν μεταξύ τους παρουσιάζουν ποικιλομορφία ιδιαιτέρως στα διαφορετικά είδη σχολείων. Σχεδόν το 50% ή το 46% των μαθητών στα ενιαία σχολεία δήλωσαν πως δεν ήταν ικανά να συμβαδίσουν με την εκπαίδευση, συγκριτικά με το 27% των μαθητών στα ανεξάρτητα από το κράτος σχολεία. Στα ανεξάρτητα σχολεία ήταν πιθανό να τους προσφερθεί επιπλέον εκπαίδευση, κατά 52%, σε αντίθεση με τα ενιαία σχολεία που [το ποσοστό] κυμαίνεται στο 41%. Επιπλέον ενδέχεται να τους παρέχονται επιπρόσθετα διαδικτυακά μαθήματα. Τα παιδιά στα πιο πλεονεκτικά δημόσια σχολεία είναι πιθανότερο να έχουν πληρώσει για ιδιωτικά μαθήματα όταν τα σχολεία άνοιξαν ξανά το 2021, με το 19% των γονιών ενός λιγότερο φτωχού παιδιού στα δημόσια ενιαία σχολεία να κάνει ιδιωτικά μαθήματα, συγκριτικά με το 4% των παιδιών που είναι περισσότερο φτωχά.

Η έρευνα ακόμη έδειξε πως τρεις στους πέντε εφήβους έχουν αλλάξει τα μελλοντικά τους σχέδια αναφορικά με το επάγγελμά τους παραθέτοντας λόγους που περιλαμβάνουν την επιθυμία τους να προστατέψουν την πνευματική υγεία μακροπρόθεσμα και αγωνιζόμενοι να ξεκινήσουν την επαγγελματική τους πορεία σε τομείς όπου η εργασιακή εμπειρία δεν ήταν διαθέσιμη κατά τη διάρκεια των εγκλεισμών. Από τους μαθητές οι οποίοι έχουν ήδη δημιουργήσει υψηλότερα εκπαιδευτικά σχέδια στην 11η χρονιά, σχεδόν τα δύο τρίτα (2/3) ανέφεραν πως τα εκπαιδευτικά σχέδια τους έχουν μεταβληθεί εξαιτίας της πανδημίας. Τα κορίτσια, οι νέοι άνθρωποι από μειονεκτικά οικογενειακά υπόβαθρα, και αυτά τα παιδιά που πηγαίνουν στα δημόσια ενιαία σχολεία ενδέχεται να αλλάξουν τα επαγγελματικά τους σχέδια σε σχέση με τα άλλα παιδιά. Αυτοί που θεωρούσαν ότι δεν είχαν προσβληθεί από τον κορωνοϊό έχουν την τάση να είναι λιγότερο πιθανό να αλλάξουν τα επαγγελματικά τους σχέδια. Σχεδόν το 50% ή το 44% αυτών των παιδιών δεν έχουν αλλάξει καθόλου τα σχέδιά τους. Συγκριτικά με το 40% αυτών οι οποίοι είτε είχαν διαγνωσθεί θετικοί στον κορωνοϊό είτε νόμιζαν ότι είχαν κορωνοϊό, αλλά και ποιος δεν επλήγη από τις οποιεσδήποτε μεγάλης διαρκείας επιπτώσεις στην υγεία. Τρεις στους δέκα, ή το 30% των μαθητών οι οποίοι έπασχαν από συμπτώματα κορωνοϊού για περισσότερο από τέσσερις εβδομάδες δεν αναγκάστηκαν να μεταβάλλουν καθόλου τα σχέδιά τους.

Ο κύριος Peter Lampl, ιδρυτής και πρόεδρος του Sutton Trust ανέφερε: «Αυτά τα ευρήματα δείχνουν πως απαιτείται να γίνουν πολλά περισσότερα για τους νέους ανθρώπους. Καθώς όλοι οι νέοι άνθρωποι έχουν επηρεαστεί από την πανδημία, υπάρχει ένα σαφές αποδεικτικό στοιχείο πως οι μαθητές από λιγότερο εύπορα νοικοκυριά έχουν επηρεαστεί πιο πολύ. Η χρηματοδότηση που διατέθηκε μέχρι στιγμής για να συμβαδίσουν τα παιδιά μεταξύ τους έχει θεωρηθεί ως μια σταγόνα στον ωκεανό. «[Η χρηματοδότηση] είναι λιγότερη από το ένα τρίτο (1/3) από όσα απαιτούνται και βρίσκεται σ’ ένα επίπεδο τρεις φορές χαμηλότερο ανά άτομο από ότι στην Αμερική.

Το εκπαιδευτικό σχέδιο της κυβέρνησης πρέπει να είναι πιο φιλόδοξο, διαφορετικά θα καταστρέψουμε τις ευκαιρίες ζωής μιας ολόκληρης γενιάς. Η έρευνα έδειξε πως η υποστήριξη που προσφέρθηκε για όλα τα σχολικά έτη σε όλη την Αγγλία, [που κυμαίνεται] στα περίπου 5 δισ. δολάρια, είναι τρεις φορές χαμηλότερη ανά άτομο από την χρηματοδότηση που δόθηκε για το σχέδιο διάσωσης των σχολείων στις Η.Π.Α. – μια αντιστοιχία περίπου 15,5 δισ. δολαρίων στην Αγγλία προσαρμοσμένη στο μέγεθος του πληθυσμού. 

πηγή