Ἰωάννη Φουρτούνα Κοπτολόγου,
Καθηγητῆ Παν/μιου Al Azhar Καΐρου
Ἡ παρουσία τῶν Ἑλλήνων στὴ Μέση Ἀνατολὴ ἀνάγεται σὲ μακρινὲς ἐποχές, καθὼς διαθέτουμε μαρτυρίες ὅτι ἤδη ἀπὸ τὸν 18ο αἰ., π.Χ. Μινωΐτες ἐγκαταστάθηκαν στὸ Δέλτα τοῦ Νείλου γιὰ ἐμπορικοὺς λόγους. Εἰδικὰ ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τοῦ φιλέλληνα Φαραὼ Ψαμμήτιχου, ἀναπτύχθηκαν πολὺ περισσότερο οἱ σχέσεις καὶ οἱ ἐπαφὲς μεταξὺ τῶν δύο λαῶν, μὲ ἀποκορύφωμα τὴν ἵδρυση τῆς Ναυκράτεως, μὲ τὸν Ἡρόδοτο στὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 5ου π.Χ. αἰῶνα νὰ ὑπογραμμίζει τὴν ὑποχρέωση τῶν πλοίων νὰ ἀκολουθοῦν τὸν κανωπικὸ βραχίονα προκειμένου νὰ φθάσουν σ᾿ αὐτὴ τὴ μεγάλη πόλη.
Ἔχουν εὑρεθεῖ ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα τῆς μυκηναϊκῆς περιόδου στὴν νῆσο Φάρο, Κρῆτες ἀπεικονίζονται στὶς ἀναπαραστάσεις τῶν ἀρχαίων αἰγυπτιακῶν ναῶν καὶ ἤδη ἀπὸ τὰ τέλη τοῦ 6ου π.Χ. αἰῶνα ὁ Ἑκαταῖος ὁ Μιλήσιος ἀναφέρεται στὸ μῦθο τῆς ἵδρυσης τοῦ Κανώπου, ἐνῷ ὁ Αἰσχύλος στὸν «Προμηθέα Δεσμώτη» σημειώνει τὴ θέση τῆς πόλης στὸ στόμιο τοῦ Νείλου. Ἔκτοτε ἡ παρουσία τῶν Ἑλλήνων «ἐμπορίας καὶ θεωρίας ἕνεκεν», ὅπως ἔχει γραφεῖ, ὑπῆρξε σταθερὴ καὶ σημαντικὴ καὶ ἐπισφραγίστηκε μὲ τὸ πέρασμα τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου καὶ τὴν ἵδρυση τῆς Ἀλεξάνδρειας. Ἀξιοσημείωτη ἐπίσης εἶναι ἡ ἐπίσκεψη καὶ παραμονὴ στὴν Αἴγυπτο τῶν μεγάλων ἀρχαίων φιλοσόφων Πυθαγόρα, Πλάτωνα καὶ Σόλωνα. Ὁ ἑλληνισμὸς τὴν ἐποχὴ τῆς ἐξάπλωσής του σὲ ὅλη τὴν ἔκταση τῆς μεσογειακῆς λεκάνης μὲ τὴν μορφὴ τῆς ἵδρυσης ἀποικιῶν δημιούργησε μία σημαντικὴ παρουσία στὰ βόρεια παράλια τῆς Μεσογείου (Μασσαλία), ἔκαμε τὴν Μεγάλη Ἑλλάδα στὴ Νότιο Ἰταλία καὶ τὴ Σικελία (Νεάπολις, Συρακοῦσες, Ἐπιζεφύριοι, Λοκροὶ κ.ἄ.), ἀνέπτυξε τὶς περίφημες πόλεις στὰ παράλια του Εὔξεινου Πόντου (Σινώπη, Ἀμισός, Ἀγχίαλος), ἔκτισε τὴν ξακουστὴ Πεντάπολη στὴ Λιβύη καὶ τὸν κόλπο τῆς Βεγγάζης στὰ ἀνατολικὰ παράλια τῆς Λυβικῆς χώρας (Βάρκη, Εὐσπερίδες [ἀργότερα Βερενίκη, ἡ σημερινὴ Βεγγάζη], Ταύχειρα [ἀργότερα Ἀρσινόη, σημερινὴ Τόκρα], Κυρήνη καὶ Ἀπολλωνία, τὸ λιμάνι τῆς Κυρήνης).
Τὴν περίοδο τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας γενικεύεται ἡ παρουσία τῶν Ἑλλήνων στὴν περιοχὴ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, καθὼς ἱδρύονται πολλὲς πόλεις καὶ στελεχώνεται ἡ διοικητικὴ μηχανὴ τῆς ἀχανοῦς αὐτοκρατορίας μὲ στρατιωτικούς, ὑπαλλήλους, ἀξιωματούχους καὶ ἐμπόρους σὲ ὅλη τὴν ἔκταση τῆς περιοχῆς τῆς βορειοανατολικῆς Ἀφρικῆς καὶ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας τὸ ἑλληνικὸ στοιχεῖο παίζει πρωτεύοντα ρόλο στὴ μείζονα περιοχὴ μὲ μεγάλη καὶ σημαντικὴ παρουσία στὶς μεγάλες πόλεις, ὅπως ἡ Κωνσταντινούπολη, ἡ Σμύρνη, ἡ Τεργέστη, ἡ Βενετία. Ἀπὸ τὴν ἐπανάσταση τοῦ ᾿21 δὲ καὶ ἀπὸ τὴν κοινωνικὴ ἀναταραχή, τὶς διώξεις, τὴ βαθειὰ οἰκονομικὴ ὕφεση τοῦ νεοσύστατου ἑλληνικοῦ κράτους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ ἀντίποινα στὶς περιοχὲς ποὺ δὲν ἀπελευθερώθηκαν, ἔγινε μία μεγάλη ροὴ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ πρὸς τὶς πόλεις τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, τὴν Ἀλεξάνδρεια, τὸ Κάϊρο, τὴ Βεγγάλη, τὴν Τρίπολη, τὴν Ἀντὶς-Ἀμπέμπα, τὰ Ἱεροσόλυμα, τὴν Τρίπολη, ἐνῷ αὐτὴ ἡ ροὴ αὐξήθηκε σὲ μεγάλη κλίμακα μὲ τὴν καταστροφὴ τῆς Σμύρνης καὶ τὸν διωγμὸ τῶν Ἑλλήνων τῆς Μικρασίας καὶ τῶν Δωδεκανήσων. Κατ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο δημιουργήθηκε τὸ σπουδαῖο φαινόμενο τῶν ἑλληνικῶν κοινοτήτων τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, τῆς Δαμασκοῦ, τοῦ Ἀμμάν, τῶν Ἱεροσολύμων, τῆς Τρίπολης καὶ τῆς Βεγγάζης, ὡς καὶ τῶν πόλεων τῆς αἰγυπτιακῆς γῆς, μὲ σημαντικότερες τὶς ἑλληνικὲς κοινότητες τοῦ Καΐρου καὶ τῆς Ἀλεξάνδρειας. Οἱ ἑλληνικὲς παροικίες ὀργανώθηκαν γύρω ἀπὸ τὴν ἵδρυση μίας Ἐκκλησίας, μὲ τὸ κτίσιμο σχολείου, ὀρφανοτροφείου καὶ ἐνίοτε καὶ νοσοκομείου γιὰ τὴν περίθαλψη τῶν ἀσθενῶν Παροίκων, ἀπέκτησαν νομικὴ ἰσχὺ μὲ τὴν ἀνάδειξή τους ὡς νομικῶν προσώπων, ἐνισχύθηκαν ἀπὸ τοὺς πλούσιους Ἕλληνες ἐμπόρους, ποὺ στάθηκαν σὲ αὐτὲς ὡς Μεγάλοι Εὐεργέτες καὶ κατάφεραν ἔτσι νὰ διατηρήσουν τὴν ἑλληνικότητα τοῦ παροικιακοῦ στοιχείου, τὴ συνέχεια καὶ ὁμοιογένεια τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ, ὡς καὶ τὴν αὐτοσυνειδησία καὶ ἐθνικὴ ταυτότητα τῶν μελῶν τους.
Εἶναι ἐν προκειμένου ἄκρως συγκινητικὸ ὅτι Ἕλληνες, ἤτοι οἱ Αἰγυπτιῶτες τῆς Αἰγύπτου καὶ οἱ λοιποὶ ὁμογενεῖς τῆς Μέσης Ἀνατολῆς διασώζουν μέχρι σήμερα τὴν ἐθνική τους ταυτότητα, συγκινοῦνται μὲ τὰ ἑλληνικὰ ἰδεώδη, μὲ τὰ ὁποῖα εἶναι γεμάτη ἡ καρδιά τους καὶ μεταδίδουν στὶς νεώτερες γενιὲς αὐτὸ τὸ πάθος γιὰ τὴν Ἑλλάδα, ἐνῷ – κι αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ παράδοξο οἱ περισσότεροι ἀπὸ αὐτοὺς δὲν τὴν ἔχουν οὔτε κἄν μία φορὰ ἐπισκεφθεῖ. Εἶναι ἐξόχως ἀποκαλυπτικὸ ὅτι κατὰ τὴ διάρκεια τῶν πολεμικῶν συγκρούσεων, στὶς ὁποῖες ἐνεπλάκη ἡ Ἑλλάδα γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση ἑλληνικῶν περιοχῶν ἢ καὶ γιὰ τὴ διαφύλαξη τῶν συνόρων της, μὲ ἀποκορύφωμα τὸν πόλεμο στὴν Ἀλβανία, μέγας ἀριθμὸς ἐθελοντῶν ἀπὸ τὴ Μέση Ἀνατολὴ κατετάγη καὶ ὑπηρέτησε δίνοντας καὶ τὴ ζωή του γιὰ τὰ ἰδανικὰ τῆς πατρίδας μας. Εἶναι κάτι πολὺ συγκινητικὸ ὅτι οἱ Ἕλληνες τῆς Αἰγύπτου λατρεύουν τὴν Ἑλλάδα, παρόλο ποὺ πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς δὲν τὴν ἔχουν ἐπισκεφθεῖ ποτέ, γιατί μιλᾶμε γιὰ 3η καί 4η γενιὰ παροίκων. Ἀγωνίζονται καὶ ἀγαποῦν τὴν Ἑλλάδα, ἀγωνιοῦν γιὰ τὶς ἐξελίξεις καὶ θέλουν πάντοτε νὰ μαθαίνουν νέα. Ὅλες οἱ ἐκδηλώσεις εἶναι γεμάτες ἀπὸ ἑλληνικὰ τραγούδια, ἑλληνικὲς σημαῖες καὶ ὅλα τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα τῆς πατρίδας μας. Στὶς νέες πατρίδες οἱ Ἕλληνες ἔφεραν μαζί τους καὶ μετέδωσαν στοὺς αὐτόχθονες λαοὺς πολιτιστικὰ στοιχεῖα, βοήθησαν στὴν οἰκονομικὴ καὶ κοινωνικὴ ἀνάκαμψη καὶ πρόοδο τῶν τοπικῶν κοινωνιῶν καὶ μὲ τὴν μεγάλη τους οἰκονομικὴ δύναμη πρόσφεραν στὶς Παροικίες καὶ στὴν Ἑλλάδα πολλὲς εὐεργεσίες, ἔκτισαν σχολεῖα, ἐπάνδρωσαν ἢ ναυπήγησαν πολεμικὰ πλοῖα γιὰ νὰ ὑπερασπισθοῦν τὶς ἑλληνικὲς θάλασσες, ἵδρυσαν Νοσοκομεῖα, ἀνήγειραν Ἐκκλησίες καὶ ἔκτισαν γηροκομεῖα, ὀρφανοτροφεῖα, δραστηριοποιήθηκαν δὲ ἐπαγγελματικά, ἱδρύοντας βιομηχανίες, ἑταιρεῖες, Τράπεζες, βιοτεχνίες, ὀργανισμοὺς κοινῆς ὠφελείας, εὐαγῆ ἱδρύματα, παροικιακοὺς συλλόγους καὶ φιλανθρωπικὰ σωματεῖα. Ἐπίσης, ἐμφανίστηκε τότε τὸ φαινόμενο τοῦ Εὐεργετισμοῦ, δηλαδὴ μίας κίνησης τῶν πλουσίων καὶ εὐημερούντων Ἑλλήνων τῆς Διασπορᾶς, ποὺ εἶχε ὡς σκοπὸ καὶ στόχο τὴν ἐνίσχυση τῆς πατρίδας, τὴ βοήθεια πρὸς τὸν πονεμένο ἑλληνισμὸ ἐκτὸς καὶ ἐντὸς Ἑλλάδας, μὲ τὰ εὐαγῆ ἱδρύματα καὶ μὲ χρηματοδότηση τῆς φτωχῆς τότε καὶ ταλαιπωρημένης χώρας μας, ποὺ εἶχε βγεῖ ἀπὸ πολεμικὰ μέτωπα, ἀπὸ οἰκονομικὲς καταστροφὲς καὶ πτωχεύσεις, δανείζοντας χρήματα, χαρίζοντας περιουσίες, προσφέροντας χορηγίες καὶ ἀνοικοδομώντας κτήρια, γιὰ τὴν ἀνόρθωση τῆς οἰκονομίας καὶ τὴν ἀναγέννηση τοῦ Ἔθνους.
Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι οἱ τρεῖς μεγαλύτεροι Εὐεργέτες τοῦ Ἑλληνισμοῦ προέρχονται ἀπὸ τὴν Μέση Ἀνατολή, ὁ Γεώργιος Ἀβέρωφ ἀπὸ τὴ Μακεδονία, ποὺ διετέλεσε Πρόεδρος τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητας Ἀλεξανδρείας καὶ μὲ τὰ χρήματα τοῦ ὁποίου, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ἀποκτήθηκε γιὰ λογαριασμὸ τῆς χώρας τὸ θρυλικὸ θωρηκτὸ «Γεώργιος Ἀβέρωφ», ποὺ ἔπαιξε σημαντικὸ ρόλο κατὰ τὴ διάρκεια τῶν Βαλκανικῶν πολέμων, ὁ Τοσίτσας ποὺ συνεργάστηκε μαζὶ μὲ τὸν Ἀβέρωφ καὶ ὁ Εὐάγγελος Ἀχιλλόπουλος ἀπὸ τὴν Τσαγκαράδα τοῦ Πηλίου, ποὺ ἔδρασε στὸ Κάϊρο καὶ ἵδρυσε τὸ μοναδικὸ Δημόσιο Ἑλληνικὸ Νοσοκομεῖο τοῦ ἐξωτερικοῦ, τὸ Ἑλληνικὸ Νοσοκομεῖο Καΐρου, τὴν περίφημη Ἀχιλλοπούλειο Σχολή, τὸ Ἀχιλλοπούλειο Νοσοκομεῖο στὸ Βόλο. Ἀλλὰ καὶ ἄλλοι, ὅπως οἱ ἀδελφοὶ Σπετσερόπουλοι, ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Τρίπολη τῆς Πελοπονήσου καὶ ἵδρυσαν τὸ Σπετσεροπούλειο Ἵδρυμα στὴν Ἡλιούπολη τοῦ Καΐρου, ὅπου στεγάστηκε τὸ πρότυπο ὀρφανοτροφεῖο καὶ ὅπου σήμερα φιλοξενοῦνται οἱ σχολὲς καὶ οἱ σύλλογοι τῶν Ἑλλήνων Παροίκων, ὁ Ξενάκης ποὺ ἔκανε τὴν Ξενάκειο Σχολή, οἱ ἀδελφοὶ Μελαχροινοὶ ποὺ ἔκτισαν τὶς ἐπαγγελματικὲς Σχολὲς καὶ οἱ ἀδελφοὶ Ἀμπέτ, ποὺ ἄφησαν τὴν περιουσία τους μὲ σκοπὸ τὴν ἵδρυση τῆς περίφημης Ἀμπετείου Σχολῆς στὸ Κάϊρο.
Ὁ παροικιακὸς ἑλληνισμὸς τῆς Μέσης Ἀνατολῆς εἶναι πολυπληθής, ἀφοῦ μόνο στὴν Αἴγυπτο κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ μεσοπολέμου οἱ Αἰγυπτιῶτες ἦταν περίπου μισὸ ἑκατομμύριο, ἐνῷ κυκλοφοροῦσαν καθημερινὰ 12 ἑλληνικὲς παροικιακὲς ἐφημερίδες. Βέβαια, τώρα ἔχει συρρικνωθεῖ ὁ Ἑλληνισμὸς καὶ αὐτὸ γιατί ὑπῆρξε διαρροὴ τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ κυρίως μετὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ Νάσσερ τὸ 1952. Ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ ᾿50 καὶ κυρίως ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ ᾿60 καὶ μετὰ ἔγινε ἡ διαρροὴ πρὸς τὴν Αὐστραλία, τὴν Ἀμερικὴ καὶ τὴν Νότιο Ἀφρική. Τώρα εἶναι περίπου 1.000 ἄτομα στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ στὸ Κάϊρο, ἂν μιλᾶμε γιὰ τὶς πολυπληθέστερες ἑλληνικὲς κοινότητες τῆς Μέσης Ἀνατολῆς.
Ἐν τῷ μεταξύ, ἡ προσφορὰ τῶν Ἑλλήνων στὶς νέες πατρίδες τους ἦταν πολὺ σημαντική, ἀφοῦ βοήθησαν στὴν οἰκονομικὴ καὶ κοινωνικὴ ἀνάπτυξη τῶν χωρῶν ποὺ τοὺς φιλοξενοῦσαν. Στὴν Αἴγυπτο π.χ. ὁ Γεώργιος Ἀβέρωφ, ποὺ ἦρθε προσκαλεσμένος ἀπὸ τὸν φίλο του Μωχάμεντ Ἄλη, ἔκτισε μαζὶ μὲ δύο ἄλλους τὴν πρώτη Τράπεζα τῆς Αἰγύπτου, Ἕλληνες ἦταν οἱ πρῶτοι, ποὺ ἔκαναν ἐκκοκκιστήρια βάμβακος, ἄνοιξαν βυρσοδεψεῖα, ἐργοστάσια καὶ ἔκαναν τὴν καλλιέργεια τοῦ καπνοῦ καὶ τῆς ἀμπέλου καὶ πρόσφεραν ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα, ποὺ δὲν μποροῦμε λόγῳ χώρου ἐδῶ νὰ ἀναφέρουμε, γιατί οἱ Ἕλληνες δὲν πῆγαν σὰν κατακτητὲς ἐκεῖ, ἀλλὰ ἀγάπησαν τὴν περιοχὴ τῆς νέας τους ἐπαγγελματικῆς καὶ κοινωνικῆς δραστηριότητας σὰν δεύτερη πατρίδα τους.
Ὡς πρὸς τὴν καλλιέργεια τῆς ἀμπέλου ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι αὐτὸς ποὺ τὴν εἰσήγαγε, τὴν καθιέρωσε καὶ τὴ ἐπέβαλε στὴν Νειλοχώρα μὲ ἀπόλυτη ἐπιτυχία ἦταν ἕνας Ἕλληνας, ὁ Νέστωρ Τσανακλής, Πρόεδρος τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητας Καΐρου, ὁ ὁποῖος, ὅπως μᾶς ἀφηγεῖται ὁ Μ. Γιαλουράκης «καταγόταν ἀπὸ τὴν Κομοτηνὴ τῆς Θράκης κι ἦρθε στὴν Αἴγυπτο τὸ 1854, δεκαοχτὼ χρονῶν, γιὰ ν᾿ ἀνοίξει στὸ Σουδάν ἕνα μαγαζάκι ὅπου πουλοῦσε καπνὸ καὶ τσιγαρόχαρτο. Τὸ 1869 ἀνοίγει μαγαζὶ στὸ Κάϊρο. Πνεῦμα δημιουργικὸ κατόρθωσε νὰ βρεῖ τὸν τρόπο νὰ κατασκευάζει ἕτοιμα τσιγάρα. Ἵδρυσε τὸν πρῶτο μεγάλο βιομηχανικὸ Οἶκο «Σιγαρέττων» στὴν Αἴγυπτο, ποὺ πῆρε παγκόσμια φήμη χάρις στὴν ἄριστη ποιότητα τῶν προϊόντων τῆς βιομηχανίας του». Τὸ 1889 ἀγόρασε ἀμμώδεις γαῖες στὴ Μαρεώτιδα, τὴν περιοχὴ τῆς μεγάλης λίμνης νότια τῆς Ἀλεξάνδρειας, γιατί πίστεψε, διαβάζοντας τὸν Ἡρόδοτο, ὅτι τὰ κλήματα μποροῦν νὰ εὐδοκιμήσουν στὴν ἄμμο, (ριψοκινδυνεύοντας βέβαια τὴν τεράστια περιουσία, ποὺ εἶχε ἐν τῷ μεταξὺ δημιουργήσει) καὶ τὶς μετέτρεψε σὲ «πράσινο παράδεισο». Ἡ φήμη καὶ ἡ αἴγλη του ἦταν καύχημα καὶ ὑπερηφάνεια γιὰ τοὺς Ἕλληνες τῆς Αἰγύπτου.
Ὅλη ἡ περιοχὴ ὀνομάστηκε καὶ ὀνομάζεται ἕως σήμερα «Τσανακλής». Ἐπὶ Τσανακλῆ χάρη στὶς δωρεὲς του ἀγοράστηκε τὸ οἰκόπεδο κοντὰ στὴν πλατεῖα Ραμσῆς τῆς αἰγυπτιακῆς πρωτεύουσας καὶ σ᾿ αὐτὸ οἰκοδομήθηκε ὁ μεγαλοπρεπὴς ναὸς τῶν ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης, ὁ μεγαλύτερος ἱστορικὰ ὀρθόδοξος ναὸς τῆς Ἀφρικῆς καὶ ὁ ὡραιότερος καὶ ὁ ἐπιβλητικότερος ναὸς τοῦ Ἀπόδημου Ἑλληνισμοῦ. Ἡ ἑλληνικὴ παροικία τοῦ Καΐρου μὲ τὴν Ἑλληνικὴ Κοινότητα μὲ τὴν μεγάλη ἱστορία, τὴν Ἀχιλλοπούλειο Σχολὴ (ὡς Νηπιαγωγεῖο καὶ Δημοτικὸ) καὶ τὴ φημισμένη Ἀμπέτειο Σχολὴ (ὡς Γυμνάσιο καὶ Λύκειο), τὸ Ἑλληνικὸ Κέντρο, τὸ Σῶμα Ἑλλήνων Προσκόπων, τὴν Ἑλληνικὴ Στέγη, ποὺ γίνονται οἱ γάμοι καὶ οἱ γιορτὲς τῶν Παροίκων, τὸν Ναυτικὸ Ὅμιλο, αὐτὸ τὸ στολίδι στὶς ὄχθες τοῦ Νείλου, ὅπου κάθε χρόνο ὁ Πατριαρχικὸς Ἐπίτροπος Καΐρου ρίχνει τὸ σταυρὸ στὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ, τὸ κοινοτικὸ Νοσοκομεῖο, ποὺ μέχρι τὸν Α’ παγκόσμιο πόλεμο ἦταν τὸ ὑπ᾿ ἀριθ. 1 νοσοκομεῖο τῆς αἰγυπτιακῆς ἐπικράτειας, τὸν μεγαλοπρεπῆ ναὸ τῶν ἁγίων Κων/νου καὶ Ἑλένης, μὲ τὴν ἀνανέωση τῶν κτηριακῶν ἐγκαταστάσεων, τὸν ἐκσυγχρονισμὸ τῶν ὑπηρεσιῶν της καὶ τὴν ψηφιοποίηση τῶν ἀρχείων της ἀντέδρασε μὲ ἐπιτυχία στὶς προκλήσεις τῶν καιρῶν, στὴ νέα παγκοσμιοποιημένη κοινωνία καὶ τὴ συνεχῆ διαρροὴ τῆς παροικίας λόγῳ τοῦ ἐπαναπατρισμοῦ τῶν Αἰγυπτιωτῶν. Παράλληλα ἀνέλαβε τὴν εὐθύνη καὶ τὴν τακτοποίηση ὅλων τῶν ἤδη συγχωνευθεισῶν Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων τοῦ ἐσωτερικοῦ καὶ ὑπὸ τὰ ἡνία τοῦ σημερινοῦ ἀξιόλογου Προέδρου Χρήστου Καβαλῆ βαδίζει τὴν ὁδὸ τῆς ἀναγέννησης ὄντας ἡ πλουσιότερη, δυναμικότερη καὶ πολυαριθμότερη Ἑλληνικὴ Κοινότητα στὴ Μέση Ἀνατολή.
Οἱ ἱστορικὲς καὶ περίλαμπρες Κοινότητες τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ τοῦ Καΐρου εἶναι οἱ σημαντικότερες Κοινότητες τοῦ Μείζονος Ἑλληνισμοῦ καὶ ἀποτελοῦν τὸν δίδυμο φάρο ποὺ φωτίζει καὶ καθοδηγεῖ τοὺς ἐναπομείναντας Ἑλληνοαιγύπτιους (μὶσρ-γιουνάνι) ἀποτελῶντας, μαζὶ μὲ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν Ἀθῆνα, τὸ «τρίγωνο» τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ. Πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ Παροικία τῆς Αἰγύπτου εἶναι ἡ πιὸ σημαντικὴ ἀπὸ ὅλες τῆς Ἑλληνικὲς Παροικίες τοῦ ἐξωτερικοῦ! Εἶναι ἡ παροικία ποὺ ἔβγαλε τὶς πιὸ σημαντικὲς προσωπικότητες. Ἡ πλούσια κοινωνική, καλλιτεχνικὴ καὶ πνευματικὴ ζωὴ τῶν Αἰγυπτιωτῶν ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς λαμπρότερες σελίδες τοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς Διασπορᾶς. Συγγραφεῖς, ποιητές, γνωστοὶ ἠθοποιοὶ καὶ ζωγράφοι, μουσικοὶ καὶ τραγουδιστὲς γεννήθηκαν στὴ Μέση Ἀνατολὴ καὶ κατάγονται ἀπὸ ἐκεῖ, ἐνῷ ἔλαμψαν καὶ λάμπουν ἀκόμη στὸν παγκόσμιο καλλιτεχνικὸ στερέωμα. Χαρακτηριστικὰ πρέπει νὰ τονίσουμε ὅτι ἀπὸ ἐκεῖ προέρχεται ὁ τελευταῖος Ἅγιος τῆς Ἑλλάδας, ὁ ἅγιος Νεκτάριος, ἀλλὰ καὶ ὁ μεγαλύτερος Ἕλληνας ποιητής, ὁ Κωνσταντῖνος Καβάφης.
Ἐπίσης, ἡ ἑλληνικὴ παροικία τῆς Αἰγύπτου ἔχει ἀναδείξει μεγάλες προσωπικότητες, συγγραφεῖς ὅπως σὰν τὴν Πηνελόπη Δέλτα καὶ τὸν Στρατῆ Τσίρκα, μουσικοὺς σὰν τὸν Ἀττὶκ καὶ τὸν Μάνο Λοΐζο, τραγουδιστὲς σὰν τὸν Ζὼρζ Μουστακί, τὸν Ντέμη Ροῦσο καὶ τὸν Δάκη καὶ ἠθοποιοὺς σὰν τὸν Ντίνο Ἡλιόπουλο, τὸν Γιῶργο Πάντζα, τὴν Νόρα Βαλσάμη, τὴν Δήμητρα Παπαδοπούλου, ἀλλὰ καὶ ἄλλους πολλούς. Οἱ περισσότεροι ἀπὸ αὐτοὺς ἦρθαν στὴν Ἑλλάδα κυρίως μὲ τὴ διαρροὴ τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου τὸ ᾿65. Ἡ μείωση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν μαθητῶν τῶν ὁμογενειακῶν σχολείων τῆς Μέσης Ἀνατολῆς δείχνει μὲ τὸν πιὸ εὔγλωττο τρόπο τὴν διαρροὴ τοῦ Παροικιακοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀποφασιστικὴ στάση τῶν Παροίκων καὶ τῶν ἑλληνικῶν κοινοτήτων νὰ κρατήσουν αὐτὰ τὰ προκεχωρημένα φυλάκια τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τὶς ἱστορικὲς Ἑλληνικὲς Κοινότητες τῆς Μέσης Ἀνατολῆς.
Παρὰ τὰ μύρια ὅσα προβλήματα ποὺ τελευταῖα ἐνέσκηψαν στὴ Μέση Ἀνατολή, ὅπως ἡ ἔκρυθμος καὶ χαώδης κατάσταση ἀπὸ τὴν ἐξέγερση τῆς 26 Ἰανουαρίου τοῦ 2011, παρὰ τὴν πολεμικὴ σύρραξη στὴν Λιβύη, ὅπου ἡ Ἑλληνικὴ Κοινότητα τῆς Τρίπολης δοκιμάστηκε δυνατά, παρὰ τὸ χάος ποὺ ἐπικρατεῖ στὴ Συρία καὶ τὴ Δαμασκό, ὅπου ὑπάρχει ἑλληνικὴ κοινότητα, στὴν Τυνησία, τὸ Ἰρὰκ καὶ τὸ Λίβανο, οἱ Ἕλληνες τῆς Μέσης Ἀνατολῆς ὑπέμειναν μὲ καρτερία, ἄντεξαν στὶς πιέσεις κατάφεραν νὰ ἐπιβιώσουν καὶ ἀγωνίζονται σήμερα γιὰ τὸ καλύτερο, μὴ ἐγκαταλείποντας τὶς θέσεις τους, τὶς Κοινότητές τους καὶ τὶς Ἐκκλησίες τους, ἀλλὰ παραμένουν ἀποφασισμένοι στὸ τόπο ποὺ γεννήθηκαν, ξέροντας νὰ φυλάσσουν καὶ νὰ ὑπερασπίζονται τὶς δικές τους Θερμοπύλες.