ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ ΠΡΟΑΙΩΝΕΙΟ ΚΑΙ ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ

ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ

ΠΡΟΑΙΩΝΕΙΟ ΚΑΙ  ΖΩΝΤΑΝΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ 

 

 

Μοναστήρι Παναγίας Σουμελά, σήμερα «Σουμελά μαναστίρ». Τόπος ιερός, τόπος μαγευτικός, τόπος μυστηρίου, ελληνισμού και ορθοδοξίας, τόπος πόνου και μαρτυρίου και αυτόπτης μάρτυρας της μεγάλης ποντιακής γενοκτονίας. Τόπος προαιώνιου προσκυνήματος. Ακόμα και σήμερα χιλιάδες επισκέπτες, (σύμφωνα με τα στοιχεία του τουρκικού υπουργείου Τουρισμού, η Παναγία Σουμελά, Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης και οι λαξευτές εκκλησίες της Καππαδοκίας είναι τα πρώτα σε αριθμό επισκεπτών τουριστικά μέρη της Τουρκίας) έρχονται να δούνε το θαυμαστό αυτό μνημείο. Χιλιάδες προσκυνητές, κυρίως Έλληνες, αλλά και Τούρκοι, έρχονται να προσκυνήσουν. Γυναίκες με την κλασική ισλαμική μαντίλα ανεβαίνουν υπομονετικά τα σκαλοπάτια που οδηγούν στο μοναστήρι και με ευλάβεια προσκυνούν την Μεριέμ Αννά, την Παναγία Σουμελά. Ελληνόφωνοι πόντιοι της Τουρκίας ακόμα και σήμερα τραγουδάνε την Παναγία Σουμελά, άλλο ένα στοιχείο της για πολλούς μπερδεμένης ταυτότητάς τους, ένα κολοσσιαίο πρόβλημα για όλη την σημερνή Τουρκία.

 

Η ΟΜΟΛΟΓΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΥ

Η Παναγία Σουμελά είναι ένας σπάνιος τόπος που σε γοητεύει με την επιβλητικότητά του καθώς πλησιάζεις από κάτω αγναντεύοντας  την βουνοπλαγιά όπου είναι σκαρφαλωμένη, γράφει στις 9 Ιουνίου του 2001, ο γνωστός αρθογράφος της τουρκικής εφημερίδας Μιλιέτ, (πρώτη σε κυκλοφορία εφημερίδα στην Τουρκία),  Γκιουνγκιόρ Αράς, σε μια επίσκεψη που έκανε στο ιστορικό μοναστήρι. Ο Τούρκος αρθογράφος που αφήνει την πένα του να περιγράψει τη γοητεία του μοναστηριού, μια γοητεία που ασκεί ακόμα και στους Τούρκους επισκέπτες, αναφέρει πως το  1461ο  ίδιος ο σουλτάνος, Μωάμεθ ο Πορθητής, επισκέφτηκε το μοναστήρι και αφού συνομίλησε με τους μοναχούς γοητεύτηκε από τις γνώσεις τους και την ευφράδειά τους. Για το λόγο αυτό εξέδωσε ένα φιρμάνι με το οποίο τους παραχωρούσε όλα τα προνόμια που τους εξασφάλιζαν την επιβίωσή τους μέσα στο εχθρικό περιβάλλον, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί μετά την πτώση της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας στους Οθωμανούς. Σύμφωνα με τον Αράς, η Παναγία Σουμελά τον επόμενο αιώνα έκανε ένα μεγάλο θαύμα που έμεινε στην οθωμανική ιστορία. Το 1512, ο τότε σουλτάνος Σελίμ ο «Γιαβούζ», δηλαδή Σελίμ ο «Σκληρός», όταν βρίσκονταν στην Τραπεζούντα προσβλήθηκε από μια άγνωστη ασθένεια και υπέφερε πολύ. Κάποιοι σύμβουλοί του τότε του ανέφεραν για το μοναστήρι της Παναγιάς Σουμελά και τα πολλά και μεγάλα θαύματα που γίνονταν εκεί. Επηρεασμένος ο σουλτάνος από αυτές τις αναφορές έστειλε εκπρόσωπό του στο μοναστήρι και ζήτησε από τους μοναχούς να προσευχηθούν για  να γίνει καλά. Πραγματικά και έτσι έγινε, με αποτέλεσμα την επόμενη μέρα κατά θαυμαστό τρόπο η υγεία του σουλτάνου να αρχίζει να βελτιώνεται εντυπωσιακά. Ο σουλτάνος ευχαριστημένος αλλά και εντυπωσιασμένος από την Παναγία, μόλις έγινε τελείως καλά γέμισε πολλά γαϊδούρια με διάφορα δώρα και τα έστειλε στο μοναστήρι με τις θερμές του ευχαριστίες για την ίαση που του πρόσφερε η Παναγία Σουμελά.

Από το 1923 και μετά την αναχώρηση των μοναχών από την Παναγία Σουμελά, όπως αναφέρει ο Γκιουνγκιόρ Ουράς στη Μιλιέτ, έπεσε νεκρική σιγή στο ιστορικό μοναστήρι. Μονάχα τα πουλιά και κάποιοι Άγγλοι περιηγητές έδιναν σημεία ζωής στο απότομο και μαρτυρικό τοπίο που κάποτε οι χιλιάδες πιστοί συνέρρεαν για να πανηγυρίσουν τη δόξα της Παναγιάς. Το 1931 η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας που είχε κρυφτεί σε κάποιο μυστικό μέρος, μεταφέρθηκε στην Ελλάδα. Από τότε, μέχρι τη δεκαετία του πενήντα, το ιστορικό μοναστήρι είχε αφεθεί στην τύχη του. Πού και πού όμως, όπως λένε και οι  μαρτυρίες, κάποια μοναχική φιγούρα συνήθως με  τη χαρακτηριστική μαντίλα, ανέβαινε το εγκαταλειμμένο πια μονοπάτι προς τη Μονή και κάποια φλόγα από κάποιο κερί μέσα στα ερείπια του μοναστηριού, πρόδιδε ότι η ελληνορθόδοξη πίστη δεν είχε χαθεί εντελώς από τον ιστορικό Πόντο. Το 1953 μετά την είσοδο της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ κάποιοι Αμερικανοί αξιωματικοί έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρων και θέλησαν να επισκεφτούν το μοναστήρι. Τελικά, παρά του ότι η περιοχή ήταν σχεδόν απαγορευμένη τους δόθηκε η άδεια και οι Αμερικανοί έφτασαν στο μοναστήρι μέσα από το γνωστό μονοπάτι που τώρα το σκέπαζαν χόρτα και σκόρπιοι θάμνοι. Το κλειδί όμως της εισόδου στο μοναστήρι το έχει ο σταθμός της τοπικής δασοφυλακής και για να το πάρουν οι Αμερικανοί χρειάστηκε επέμβαση από την Άγκυρα. Οι ξένοι αυτοί επισκέπτες μόλις εισήλθαν στο μοναστήρι έμειναν άφωνοι από την μεγαλοπρέπεια των τοιχογραφιών και την ιερότητα που ανέδυε ο χώρος, αρκετές δεκαετίες μετά την πλήρη εγκατάλειψή του. Αφού κάθισαν επί ώρες να κοιτάζουν εκστασιασμένοι τις εικόνες, τα κτίσματα και το μαγευτικό τοπίο της πανέμορφης χαράδρας, συνέταξαν μια αναφορά προς το τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού τονίζοντας τον μεγάλο αυτό θησαυρό που βρίσκεται στα τουρκικά χέρια και ότι θα πρέπει να γίνουν τα απαραίτητα έργα για την διάσωσή του. Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε και μόνο το 1972 το τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού αποφάσισε να ενδιαφερθεί για πρώτη φορά επίσημα για την Παναγία Σουμελά, η οποία ήδη είχε αρχίσει να γίνεται πόλος έλξης  πολλών επισκεπτών και προσκυνητών κυρίως από την Ευρώπη και την Αμερική. Το 1986 για πρώτη φορά καθιερώθηκε εισιτήριο για την είσοδο στην ιστορική μονή. Από τότε κάθε χρόνο το τουριστικό συνάλλαγμα ρέει όλο και περισσότερο στα τουρκικά ταμεία. Η Παναγία Σουμελά άρχισε να τραβάει επισκέπτες από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και η φήμη της άρχισε να φτάνει στα πέρατα της γης. Ο Τούρκος αρθογράφος, τελειώνοντας  την πολύ ενδιαφέρουσα αναφορά-ομολογία του για την Παναγία Σουμελά, αποκάλυψε ότι πολλά ιερά βιβλία αλλά και άλλα ιερά αντικείμενα που βρεθήκαν στο μοναστήρι, φυλάγονται σήμερα  στην  Άγκυρα. Η προσωπική του μαρτυρία δείχνει πως το «Σουμελά Μαναστιρί», είναι ιερός τόπος και για τους σημερινούς μουσουλμάνους κατοίκους της Μικράς Ασίας. Άλλωστε, η Μεριέμ Αννά είναι ιερό πρόσωπο και για το Κοράνι

 

ΤΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΩΝ

Στις 16 Ιουνίου του 2000, έκπληκτοι οι κάτοικοι της περιοχής της Μάτσκας του Πόντου, (Ματσούκα στα ελληνικά ), όπου βρίσκεται και η Παναγία Σουμελά, αντίκριζαν το πρωί όταν σηκώθηκαν από τα κρεβάτια τους μια ασυνήθιστη και έντονη στρατιωτική κινητοποίηση. Στρατιωτικά οχήματα ανέβαιναν προς την περιοχή του μοναστηριού, ενώ ακόμα και πολεμικά ελικόπτερα πετούσαν στη γύρω ορεινή ζώνη. Τι συνέβη  που είχε έτσι ξαφνικά αναστατώσει την ηρεμία στην γύρω περιοχή και την καθημερινότητα των κατοίκων ; Δεν άργησε να γίνει γνωστή η αιτία όλης αυτής της αναστάτωσης. Προς μεγάλη έκπληξη όλων των κατοίκων της περιοχής έγινε γνωστό πως οι αρχηγοί των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων  με τον αρχηγό του τουρκικού Γενικού Επιτελείου και με τις συζύγους τους,… επισκέπτονταν την ιστορική, ελληνορθόδοξη, σταυροπηγιακή, Μονή της Παναγιάς Σουμελά. Συγκεκριμένα με  τρία στρατιωτικά  ελικόπτερα ο τότε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, Χουσεΐν Κιβρίκογλου, ο τότε αρχηγός του Επιτελείου Στρατού, Αττίλα Ατές, ο τότε αρχηγός του Επιτελείου Αεροπορίας, Εργκίν Τζελασίν, ο τότε αρχηγός του Επιτελείου Ναυτικού, Ιλχαμί Ερντιλ και τότε ο αρχηγός της Στρατοχωροφυλακης,  Ρασίμ Μπετίρ, έφτασαν στην Μάτσκα όπου τους υποδέχθηκε ο νομάρχης Τραπεζούντας, Αντί Γιαζάρ.  Υπήρξε γενική κινητοποίηση στην περιοχή και με την συνοδεία του ταξίαρχου της Στρατοχωροφυλακής, Αιντεμίρ Τζουλτζούολγου και με  τα στρατιωτικά ελικόπτερα οι Τούρκοι στρατηγοί  συνέχεια πέταξαν προς την  ιστορική Μονή.  Μόλις έφτασαν εκεί κοντά αποβιβάστηκαν σε μια ειδικά διαμορφωμένη εξέδρα και στη συνέχεια όλοι μαζί, δηλαδή οι στρατηγοί και οι γυναίκες τους ανέβηκαν με τα πόδια στο ιστορικό μοναστήρι. Το τι έγινε εκεί δεν υπάρχει καμιά μαρτυρία να μας το αναφέρει, αλλά ήδη η αναταραχή και το νέο είχε κάνει το γύρο της Τουρκίας δημιουργώντας πολύ μεγάλη αίσθηση. Όλα τα σχόλια του τουρκικού τύπου για την επίσκεψη αυτή, ήταν ότι ήταν μια καθαρά τουριστική επίσκεψη, πολλοί όμως  δεν παρέλειπαν να επισημάνουν το γεγονός πως η ίδια στρατιωτική ιεραρχία διάλεξε την χριστιανική αυτή Μονή για να κάνει  μια προσκυνηματική εκδρομή . Η Παναγία Σουμελά για άλλη μια φορά έδειχνε την δύναμή της καθώς οι ίδιοι οι πανίσχυροι Τούρκοι στρατηγοί, ήρθαν εκεί και ανέβαιναν με τα πόδια για να την τιμήσουν και να προσκυνήσουν έστω και με τον τρόπο τους  το ιστορικό μοναστήρι.

Σχεδόν τρία χρόνια μετά, όσο και αν αυτό ακούγεται απίστευτο, το εκπληκτικό αυτό γεγονός επαναλήφθηκε για άλλη μια φορά. Στις 28 Ιουλίου του 2003, ακριβώς λίγες μέρες πριν από τις σημαντικές ετήσιες κρίσεις της τουρκικής στρατιωτικής ιεραρχίας και ενώ τότε στην Τουρκία  το πολιτικό κλίμα ήταν βαρύ εξ αιτίας της  αντιπαράθεσης των κεμαλικών και των «ευρωπαϊστών», για τις μεταρρυθμίσεις που προωθούνταν στα πλαίσια εναρμόνισης με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, σύσσωμο το τουρκικό Γενικό Επιτελείο  έρχονταν για ένα ταξίδι με «πολλαπλή σημασία», στην Παναγία Σουμελά του Πόντου. Συγκεκριμένα  ο τότε αρχηγός του τουρκικού Γενικού Επιτελείου, στρατηγός Χιλμί Οζκιόκ,  ο τότε γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου, στρατηγός Τουντζέρ Κιλίτς, ο τότε αρχηγός του Στρατού, στρατηγός Αϊτάτς Γιαλμάν, ο τότε αρχηγός της Αεροπορίας, πτέραρχος Τζουμχούρ Ασπαρούχ, ο τότε αρχηγός του Ναυτικού, ναύαρχος  Μπουλέντ Άλπκαγιά και ο τότε  αρχηγός της Στρατοχωροφυλακής, στρατηγός Σενέρ Ερουγιούρτ,  από τις 14 έως στις 19 Ιουλίου βρέθηκαν στον τουρκικό Πόντο και στις 18  ανεβήκαν πεζή από το στενό δρόμο που οδηγεί στο απόκρημνο μοναστήρι για να  επισκεφτούν όλοι μαζί το ιστορικό κτίσμα που δεσπόζει στην ορεινή αυτή περιοχή της Μάτσκας, (Ματσούκας).

Φαίνεται πως οι Τούρκοι στρατηγοί, όσο και αν αυτό ακούγεται παράδοξο,  ήθελαν για άλλη μια φορά να προσκυνήσουν  την πασίγνωστη διεθνώς πια Παναγία Σουμελά του Πόντου και να νιώσουν τις ευεργετικές της επιδράσεις, αφού κάθε φορά που πρόκειται να γίνουν μεγάλες αλλαγές στην τουρκική στρατιωτική ιεραρχία, δεν παραλείπουν να την επισκεφτούν και να μείνουν για λίγο μέσα στο κτίσμα,  της πάλαι ποτέ ένδοξης ιστορικής ελληνορθόδοξη μονής. Έτσι για δεύτερη φορά μέσα σε τρία χρόνια, οι Τούρκοι στρατηγοί βρίσκονταν ξανά στην ιστορική μονή της Παναγιάς Σουμελά και περιηγήθηκαν στο ιστορικό μοναστήρι, που επί τόσα χρόνια ήταν η ψυχή της Ορθοδοξίας στην περιοχή του Πόντου. Η επίσκεψη αυτή αποκτούσε  και ιδιαίτερη σημασία, καθώς οι τρεις από τους στρατηγούς που  βρέθηκαν  στο «περίεργο» για τα τουρκικά ΜΜΕ αυτό προσκύνημα στην Παναγιά Σουμελά, θα αποστρατεύονταν στις ερχόμενες κρίσεις. Συγκεκριμένα ο αρχηγός της Αεροπορίας, πτέραρχος Τζουμχούρ Ασπαρούχ , ο αρχηγός του Ναυτικού Ναύαρχος Μπουλέντ Άλπκαγιά και ο γενικός γραμματέας του Εθνικού Συμβουλίου, στρατηγός Τουντζέρ Κιλίτς, επρόκειτο να αποχωρήσουν συνταξιοδοτούμενοι στις κρίσεις του Αυγούστου του 2003

Όπως ήταν επόμενο για άλλη μια φορά οι τουρκικές εφημερίδες προσπάθησαν να δικαιολογήσουν την επίσκεψη αυτή αποδίδοντάς της καθαρά τουριστικό χαρακτήρα, αν και αρκετοί σχολίασαν με έμφαση αυτή την «περίεργη» προτίμηση των στρατηγών να επισκέπτονται το ιστορικό αυτό μνημείο, μάρτυρα της προαιώνιας παρουσίας της ελληνικής ορθοδοξίας στην περιοχή. Ίσως η Παναγία να άσκουσε την γοητεία της ακόμα και στην πανίσχυρη στρατιωτική τουρκική ηγεσία, που θεωρούσε ευλογία να βρεθεί κάτω από το αόρατο σκήπτρο της στην ιστορική μονή της Παναγίας Σουμελά.

Αλλά η θρησκευτική σημασία της Παναγία Σουμελά ξανάρθε στη επιφάνεια  με ένα τελείως απροσδόκητο τρόπο, στις 1 Ιουνίου του 2005, όταν και τελείως ξαφνικά, η τουρκική εφημερίδα Σαμπάχ, επικαλούμενη υποτιθέμενες πηγές του τουρκικού υπουργείου Πολιτισμού, ανέφερε ότι το μοναστήρι θα ξαναλειτουργήσει σαν ορθόδοξο μοναστήρι και θα επιτραπεί να γίνουν θείες λειτουργίες στο εσωτερικό του.  Η είδηση αυτή προκάλεσε θύελλα συζητήσεων και αντιδράσεων και την επόμενη, 2 Ιουνίου,  ο Τούρκος νομάρχης της περιοχής, Χουσεΐν Γιαβουζντεμίρ, σύμφωνα πάλι με δημοσίευα της τουρκικής εφημερίδας Σαμπάχ,  ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει κανένα τέτοιο ενδεχόμενο και ότι η Παναγία Σουμελά είναι ένα ιστορικό μνημείο και ότι η λειτουργία του έχει μουσειακό και μόνο χαρακτήρα. Άραγε ποια ήταν η πηγή που είχε τροφοδοτήσει αυτή την είδηση και  σε τι σκόπευε ίσως δεν θα το  μάθουμε ποτέ.

ΤΟ ΠΟΝΤΙΑΚΟ «ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ»

Στις 26 Οκτωβρίου του 1998 η τουρκική εφημερίδα Χουριέτ ανήγγειλε για πρώτη φορά πως θα άρχιζαν έργα συντήρησης και αναπαλαίωσης του ιστορικού μνημείου της Παναγίας Σουμελά. Έργα που θα κρατούσαν 10 ολόκληρα χρόνια για να καταλήξουν στο τέλος, και εδώ είναι το εντυπωσιακό, στο ίδιο σημείο της αρχής, δηλαδή στην ανάγκη επανέναρξης των έργων από την αρχή. Το μυστήριο αυτό «σήριαλ» που εκτυλίσσονταν σαν να ήθελε η θεία οικονομία να αποδείξει πως δεν μπορούν άνθρωποι που δεν πιστεύουν πραγματικά στην Παναγία, σαν τη μόνη Θεοτόκο, να εκτελέσουν αυτό το σημαντικό έργο, πέρασε από πολλές και ενδιαφέρουσες φάσεις, θυμίζοντας τη γνωστή ιστορία του γεφυριού της Άρτας.

Πράγματι, μετά από λίγα χρόνια τα έργα αυτά το μόνο που είχαν  πετύχει ήταν να δημιουργήσουν ένα χάος που δυστυχώς πρόσβαλε με βάναυσο τρόπο την εικόνα του μνημείου. Στις 15 Μαΐου 2000, η ίδια τουρκική εφημερίδα Χουριέτ, κατήγγειλε στις τουρκικές αρχές ότι έχουν σταματήσει τα έργα αναπαλαίωσης του ιστορικού μνημείου της Παναγίας Σουμελά,  ενώ έχουν μετατρέψει το ιστορικό μοναστήρι σε ένα απέραντο γιαπί με σκαλωσιές που κάθε άλλο παρά τιμούν τον ιερό χώρο. Το δημοσίευμα έρχονταν να υπενθυμίσει ότι το έτος εκείνο, δηλαδή το 2000,   η Τουρκία το είχε κηρύξει  σαν έτος θρησκευτικού τουρισμού. Για τον λόγω αυτό είχαν  γίνει μεγάλες προσπάθειες να προσελκυστούν τουρίστες για τα διάφορα θρησκευτικά μνημεία της Τουρκίας, όπως ανέφερε η Χουριέτ, που τόνιζε πως  το μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά παρουσίαζε ένα χαρακτηριστικό χάλι. Είναι αξιοσημείωτο ότι και ο ίδιος ο διευθυντής του υπουργείου Τουρισμού της Τουρκίας, Βολκάν Τζαναλίογλου, έσπευσε να δηλώσει ότι φέτος αναμένονται πολλοί τουρίστες από την Ελλάδα που θα έρθουν στην περιοχή της Παναγίας Σουμελά, γι’ αυτό και πρέπει να  γίνει μια μεγάλη προσπαθεί να τελειώσουν τα έργα αναπαλαίωσης της Μονής μέσα στον Μάρτιο.  Το πρόβλημα όμως  ήταν, όπως το ομολογούσε η τουρκική εφημερίδα, ότι ενώ το κόστος ανακατασκευής του μνημείου είχε υπολογιστεί σε 1 τρισεκατομμύριο τουρκικές λίρες, είχαν διατεθεί μόνο 125 δισεκατομμύρια, κάτι που δυσκόλευε την προσπάθεια περατώσεως του έργου, για το οποίο οι Τούρκοι υπολόγιζαν να βγάλουν από τους τουρίστες, κυρίως Έλληνες, άφθονο και πολύτιμο συνάλλαγμα. Η ίδια τουρκική εφημερίδα, η Χουριέτ,  στις 30 Ιουνίου του 2000  αποκάλυπτε πως   το ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά  άλλαζε ιδιοκτήτη και από το τουρκικό υπουργείο Τουρισμού που ανήκε μέχρι τότε, και το  οποίο επιδίωκε την ανοικοδόμηση και τουριστική προβολή της μονής,  η περιουσία του μεταβιβάζονταν στη Διεύθυνση Θρησκευτικών Κτημάτων της Τουρκίας, ενώ όλα τα ιστορικά μνημεία της περιοχής θα αποτελούσαν εφ’ εξής περιουσία της Ισλαμικής Διεύθυνση Θρησκευτικών Κτημάτων, (Βακουφιών). Ο σκοπός αυτής της κίνησης, όπως διαφαίνονταν,  ήταν η αποτροπή αξιοποίησης  και μετατροπής του μοναστηριού κατά κάποιο τρόπο σε ένα σημείο συγκέντρωσης όλων των «ανατρεπτικών» (;;;) στοιχείων του Πόντου, αλλά  το κυριότερο,  να μην μετατραπεί σε ένα  σύμβολο που είναι δυνατόν να ανακινήσει ξεχασμένες συνειδήσεις στους Ποντίους της Τουρκίας,  οι δεσμοί του των οποίων με τους Ποντίους της Ελλάδας, θα μπορούσαν να δυναμιτίσουν την σταθερότητα δημιουργώντας ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα με τη συνειδητοποίηση ακόμα μιας μειονότητας στην ίδια την Τουρκία, της ποντιακής μουσουλμανικής μειονότητας.

 

ΟΙ «ΠΛΗΓΕΣ» ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

Στις 30 Σεπτεμβρίου του 2001 έχουμε νέο επεισόδιο στο «σήριαλ ανακαίνισης» της ιστορικής μονής που έδειχνε και την ασυνειδησία κάποιων παραγόντων της περιοχής. Σύμφωνα με δημοσίευμα-καταγγελία της εφημερίδας Χουριέτ, το  ιστορικό μοναστήρι της Παναγιάς Σουμελά, διέτρεχε άμεσο κίνδυνο να πληγεί ανεπανόρθωτα από δυναμίτες που τοποθετούνταν  σε ορυχεία τα οποία  βρίσκονταν ακριβώς  πάνω από το ιστορικό μνημείο και ανήκουν σε τοπικούς πολιτικούς παράγοντες. Όπως ανέφερε η τουρκική εφημερίδα, πολιτικές σκοπιμότητες και κυρίως  ο τότε τοπικός πρόεδρος του κόμματος της Μητέρας Πατρίδας, Μουράτ Αλτνιντάς, βρίσκονταν πίσω από αυτά τα ορυχεία που λειτουργούσαν πάνω από το μοναστήρι και απειλούσαν με πλήρη κατάρρευση την Παναγία Σουμελά.  Σημειωτέον ότι αυτά τα ορυχεία είχαν κλείσει πριν από τρία χρόνια με τότε εντολή της τοπικής διοίκησης για να διαφυλαχθεί η μνημειακή ακεραιότητα της Μονής. Παρ’ όλα αυτά όμως και λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων είχαν ξαναρχίσει να λειτουργούν και μάλιστα αυτή τη φορά χρησιμοποιούνταν εκρηκτικά μεγάλης ισχύος, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει άμεσα η ιστορική Μονή.

Αυτό το πρόβλημα των ορυχείων είχε απασχολήσει και στο  παρελθόν τον τουρκικό τύπο. Συγκεκριμένα στις 15 Μαρτίου 2001 είχαν σημειωθεί μεγάλες κατολισθήσεις βράχων που βρίσκονται υπεράνω της Μονής με αποτέλεσμα να πληγούν σοβαρά  οι ερειπωμένοι τοίχοι της ιστορικής της, ενώ το όλο κτιριακό συγκρότημα που βρίσκεται σε πολύ άσχημη κατάσταση, να απειλούνταν με ολική καταστροφή.

Σύμφωνα με τις τότε δημοσιογραφικές πληροφορίες, οι κατολισθήσεις παρέσυραν στο πέρασμά τους και κάποια γιγάντια δέντρα τα οποία στη συνέχεια  χτύπησαν κάποια τμήματα της Μονής.  Η κατάσταση χαρακτηρίστηκε τότε  σαν άκρως επικίνδυνη από πιθανή νέα κατολίσθηση που ήταν δυνατόν να προκαλέσει μοιραία χτυπήματα στο ήδη καταταλαιπωρημένο ιστορικό μοναστήρι. Η Παναγία Σουμελά «τραυματίζονταν» και «πονούσε» από την αδιαφορία των παραγόντων που είχαν ταχτεί να την προστατεύσουν.  Ο τότε νομάρχης Τραπεζούντας, Αντίλ Γιαζάρ, αναφερόμενος στο γεγονός έστειλε επείγουσα αναφορά στα τουρκικά Υπουργεία Δασών και Πολιτισμού, καθώς και στη Γενική Διεύθυνση Εθνικών Πάρκων της Τουρκίας, στην οποία αφού εξέπεμπε SOS για την ιστορική Μονή, ζητούσε να ληφθούν το δυνατόν συντομότερο όλα τα αναγκαία και απαραίτητα μέτρα για να διαφυλαχθεί η υπάρχουσα κτιριακή ακεραιότητα της Μονής.  Για τον ίδιο λόγο είχε ζητήσει να διακοπεί για ένα χρονικό  διάστημα κάποιων ημερών η πρόσβαση στο μοναστήρι, για να μπορέσουν να γίνουν τα κατάλληλα έργα προστασίας από πιθανές νέες κατολισθήσεις. Στην αναφορά του είχε τονίσει χαρακτηριστικά ότι, «Κινδυνεύουν άμεσα τα ιστορικά κτίρια της Μονής με ολική καταστροφή».

Δεν σταμάτησαν όμως  να «πληγώνουν» την Παναγία Σουμελά.   Στις 1 Σεπτεμβρίου του 2003 γίνονταν γνωστό από τον ίδιο τον τουρκικό τύπο πως παρά τις τελευταίες εργασίες συντήρηση και αναπαλαίωσης των περίφημων ψηφιδωτών χριστιανικών εικόνων που βρίσκονται  στο ιστορικό μοναστήρι, διάφοροι βέβηλοι που επισκέπτονται το μοναστήρι εξακολουθούσαν να γράφουν  ονόματα και επιγραφές πάνω στις άγιες εικόνες  της Μονής. Σύμφωνα με αποκαλυπτικό δημοσίευα της τουρκικής εφημερίδας Χουριέτ, το ιστορικό μοναστήρι που κτίστηκε το 375-395 μ. Χ. γίνονταν για άλλη μια φορά θύμα των διαφόρων βέβηλων, καθώς τα μέτρα προστασίας και φύλαξης του είναι σκανδαλωδώς ανεπαρκή. Η εφημερίδα τόνιζε ότι  παρά του ότι η Τουρκία προσδοκάει τα μέγιστα  συναλλαγματικά οφέλη από την προσέλευση των τουριστών για να επισκεφτούν την ιστορική Μονή, τα μέτρα φύλαξης,  δεν επαρκούν για να προστατεύσουν τους εγκαταλειμμένα ιστορικά και θρησκευτικά μνημεία της Μονής. Έτσι διάφοροι επιτήδειοι  πηγαίνουν το μοναστήρι για να μουντζουρώσουν τα ιερά ψηφιδωτά, τα οποία πρόσφατα μάλιστα το τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού είχε αναθέσει σε ορισμένες «ειδικές» ομάδες την αναπαλαίωση και ανακαίνιση τους. Αποτέλεσμα  ήταν η θλιβερή κατάσταση πάνω στις ιερές και ανεκτίμητης αξίας άγιες εικόνες, να βλέπει κανείς χαραγμένα διάφορα τουρκικά ονόματα, χρονολογίες που μαρτυρούν κάποια επιδρομή βέβηλων επισκεπτών, καθώς και χτυπήματα που δείχνουν το μένος κάποιων αντιχριστιανικών ανθελληνικών στοιχείων.

Και σαν να μην έφταναν όλες αυτές οι βεβηλώσεις των διαφόρων επιτήδειων, στις 27 Ιουλίου του 2004 σύμφωνα με το τουρκικό κανάλι CNNTürk η Παναγία Σουμελά έμενε εδώ και δυόμισι μήνες …χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα.. Το αποτέλεσμα αυτού του νέου σκανδάλου ήταν ότι οι χιλιάδες τουρίστες που επισκέπτονταν από όλο τον κόσμο τη Μονή, να μην μπορούν να θαυμάσουν τα ιστορικά μνημεία και τις εικόνες που βρίσκονται σε χώρους που φωτίζονται από ηλεκτρικό φως. Το ρεύμα   προς την ιστορική Μονή είχε κοπεί εδώ και καιρό γιατί… δεν είχαν πληρωθεί οι λογαριασμοί.  Παράλληλα είχαν σταματήσει από την τοπική Διεύθυνση Τουρισμού και Τέχνης, οι εργασίες αναπαλαίωσης και αναστύλωσής της. Για τον λόγο αυτό, όπως καταγγέλλονταν φανερά, είχαν σταματήσει και όλες οι εργασίες πάνω στα ιστορικά  ψηφιδωτά της Μονής, τα οποία είχαν εγκαταλειφθεί από τις τοπικές πολιτιστικές αρχές. Μάλιστα σύμφωνα με ομολογία του τοπικού διευθυντή του τουρκικού υπουργείου Τουρισμού, Μεχμέτ Οντζέλ Κοτς, όλες οι εργασίες του τουρκικού υπουργείου Πολιτισμού που γίνονταν εδώ και χρόνια στην ιστορική Μονή είχαν σταματήσει και υπήρχε άμεση ανάγκη να δοθεί λύση στο πρόβλημα για να ξαναρχίσουν οι εργασίες αναστύλωσής της.

Στην απαράδεκτη κατάσταση που επικρατούσε με αυτό το πρωτοφανές σκάνδαλο, είχαν αναφερθεί και ορισμένοι  επισκέπτες της ιστορικής Μονής. Μιλώντας στο τουρκικό κανάλι τόνισαν πως είναι ντροπή για την Τουρκία να μην δίνεται ρεύμα σε ένα ιστορικό τόπο μεγάλης πολιτιστικής αξίας, που είναι πόλος έλξης χιλιάδων τουριστών.

Χαρακτηριστικό είναι, όπως ανάφερε τότε το ίδιο το CNNTürk,  ένα εκατομμύριο τουρίστες επισκέπτονται την ιστορική Μονή Παναγίας Σουμελά ετησίως, δίνοντας τεράστια οικονομική ώθηση στην επαρχία της Μάτσκας, (Ματσούκας), όπου βρίσκεται η ιστορική Μονή.

 

ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ

Τα σκάνδαλα όμως με την ιστορική Μονή φαίνεται πως δεν είχαν τέλος. Στις 31 Οκτωβρίου του 2007, σύμφωνα με δημοσιεύματα των ίδιων τουρκικών εφημερίδων, Μιλιέτ, 31/10/07 με τίτλο, «Sümela yok ediliyor», δηλαδή, « Η Σουμελά καταστρέφεται», Ραντικάλ στις 31/10/07 με τίτλο, «Sümela’ da 40 yılın sonu Facia», δηλαδή «Σουμελά αποτέλεσμα σαράντα ετών : Καταστροφή», και Ζαμάν «Sümela Manastırı, yeniden restore edilecek», δηλαδή «Το μοναστήρι της Σουμελά θα αναστυλωθεί από την αρχή», το τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού κατέστρεφε την ιστορική Μονή της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο. Οι τοπικοί παράγοντες και η Ένωση Τουριστικών Πρακτόρων της Τουρκίας, κατήγγελλαν τις εργασίες αναστύλωσης που γίνονταν από το τουρκικό υπουργείο Πολιτισμού.  Σοβαρές καταγγελίες για κακότεχνη αλλοίωση ιστορικών ψηφιδωτών και για αυθαίρετες αλλοιώσεις των κτισμάτων της Μονής αποκαλύπτονταν από τον ίδιο τον τουρκικό τύπο. Η εφημερίδα Ζαμάν έκανε αναφορά και για παρόμοιες καταστροφές που έχουν γίνει στο μοναστήρι της Βαζελώνας, ενώ σε όλες τις εφημερίδες περιγράφονταν η έντονη οργή της «Ένωσης Τούρκων Ταξιδιωτικών Πρακτόρων» οι οποίοι επισήμαιναν ότι τα μοναστήρια αυτά είναι από τις κυριότερες πηγές τουριστικού συναλλάγματος και επέκριναν έντονα τις τουρκικές πολιτιστικές αρχές για τις καταστροφές που έχουν επιφέρει ιδιαιτέρα στην Παναγία Σουμελά.

Αλλά το σκάνδαλο αυτό είχε και απροσδόκητη  συνέχεια. Σύμφωνα με δημόσια καταγγελία στις 7 Ιανουαρίου του 2008 του Τούρκου καθηγητή ιστορίας και πολιτισμού, Μουράτ Μπελγκέ. που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις, με το πρόσχημα της αναστύλωσης καταστρέφονταν και κακοποιούνταν βάναυσα ο βυζαντινός χαρακτήρας της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο, ενώ αγιογραφίες ανυπολόγιστης αξίας, έχουν παραδοθεί στον καταστροφικό ερασιτεχνισμό αυτών που κάνουν τις εργασίες αναπαλαίωσής τους.  Για το ίδιο θέμα στις 5 Μαρτίου του 2008 η τουρκική εφημερίδα Μιλιέτ έκανε  την πρωτοφανή ομολογία ότι τα τελευταία είκοσι χρόνια έχουν γίνει σοβαρά λάθη στις εργασίες αναστύλωσης του ιστορικού και θρησκευτικού μνημείου της Παναγίας Σουμελά, με αποτέλεσμα να υπάρχει ανάγκη οι εργασίες να αρχίσουν ξανά από την αρχή.  Σύμφωνα με την τουρκική εφημερίδα, επικαλουμένη αναφορά του τουρκικού υπουργείου Πολιτισμού, έχουν γίνει βασικά και σοβαρά λάθη στις εργασίες αναστύλωσης του μνημείου με αποτέλεσμα να παρατηρούνται σοβαρές ρωγμές στο εξωτερικό τείχος. Παράλληλα και στο εσωτερικό υπάρχουν επίσης σοβαρές ρωγμές ενώ στις τοιχογραφίες έχουν γίνει παράτυπες και λανθασμένες χρωματικές παρεμβάσεις, με αποτέλεσμα να δίνεται μια παραποιημένη εικόνα του θρησκευτικού μνημείου. Ο διευθυντής του μουσείου της Τραπεζούντας, Γιλμαζέρ Σαχίλογλου, ανέφερε στην τουρκική εφημερίδα ότι το 2007   σταμάτησαν οι εργασίες αναστύλωσης της Παναγίας Σουμελά που είχαν αρχίσει από το 1987 και έχουν κοστίσει ένα εκατομμύριο 700 χιλιάδες τουρκικές λίρες. Το αποτέλεσμα όμως, σύμφωνα με τον Σαχίλογλου, είναι τόσο άσχημο, ώστε όπως ανέφερε χαρακτηριστικά στην Μιλιέτ, θα πρέπει όλη η διαδικασία και οι εργασίες αναστύλωσης να αρχίσουν ξανά από την αρχή.

Φτάσαμε δηλαδή μετά από δέκα περίπου χρόνια ξανά στο ίδιο σημείο της αρχής. Η  Παναγία Σουμελά φαίνεται πως δεν είχε δεχτεί χέρια βέβηλων να αναστυλώσουν τα ιερά της κτισίματα και να ξαναπλάσουν τις ιστορικές αγιογραφίες της. Είχε τιμωρήσει την βεβήλωση αυτή με τις ρωγμές στα τοιχία και την πλαστή εικόνα που  παρουσίαζαν στους χιλιάδες επισκέπτες οι τοιχογραφίες της.

 

ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ