Αραγμένο ανάμεσα στα γυαλιστερά υπέρ-πολυτελή κότερα της Αττικής, βρίσκεται το τελευταίο εναπομείναν θωρακισμένο καταδρομικό και ζωντανό μνημείο της ελληνικής ναυτοσύνης, το Θ/Κ «Γ. Αβέρωφ». Αν δεν υπήρχαν οι περιορισμοί στον προϋπολογισμό των Ιταλικών ναυπηγείων και το κληροδότημα ενός αποθανόντος γενναιόδωρου ευεργέτη, το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό θα έμοιαζε πολύ διαφορετικό από αυτό που κυριάρχησε στη θάλασσα κατά τον 1ο Βαλκανικό Πόλεμο και απέτρεψε αποβάσεις ξένων δυνάμεων στους 2 Παγκόσμιους Πολέμους.
Με το προσωνύμιο «O Τυχερός μπάρμπα-Γιώργος» που του δόθηκε από τα πληρώματά του, αυτό το ατσάλινο θηρίο φέρει τη γαλανόλευκη για πάνω από 109 χρόνια, από τότε που τέθηκε στην υπηρεσία του Ελληνικού Στόλου το 1911. Αρχικά προοριζόταν να υπηρετήσει στις τάξεις του Ιταλικού Στόλου Regia Marina, αλλά η κατασκευή του αποδείχθηκε πολύ ακριβή, για αυτό και στη συνέχεια πωλήθηκε στην Ελληνική κυβέρνηση με το 1/3 του κόστους να είναι δωρεά του εθνικού ευεργέτη Γεωργίου Μ. Αβέρωφ.
Το πλοίο πηρέ το όνομα του από τον επιχειρηματία και ευεργέτη του, τον Γιώργο Αβέρωφ.
Την εποχή της αγορά του, το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό είχε άμεση ανάγκη από εκσυγχρονισμό του στόλου του, καθώς υπήρχε συνεχής εξέλιξη της ναυτικής πολεμικής τεχνολογίας. Τα 3 θωρηκτά κλάσης-Ύδρα (ironclad) παρείχαν αρκετή δύναμη πυρός στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό κατά τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, αλλά αμέσως μετά τον πόλεμο, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ξεκίνησε το δικό της πρόγραμμα ναυτικού εκσυγχρονισμού.
Παρόλο που δεν ήταν το τελευταίο θωρακισμένο καταδρομικό που ναυπηγήθηκε, το συγκεκριμένο πολεμικό πλοίο των 10.200-τόνων διέθετε τεχνολογία αιχμής για την εποχή του, με αποτέλεσμα να υπερτερεί έναντι οποιοδήποτε πλοίου των Οθωμανών. Τα κύρια χαρακτηριστικά του Αβέρωφ ήταν οι Ιταλικές μηχανές που του έδιναν την εξωφρενική για εκείνη την εποχή ταχύτητα των 23,5 κόμβων, με 22 Γαλλικούς λέβητες, προηγμένες Γερμανικές γεννήτριες και διπλά Βρετανικά πυροβόλα Armstrong των 234mm (9,2 ιντσών) και 190mm (7,5 ιντσών).
Το Αβέρωφ με ένα πρωτότυπο καμουφλάζ ενώ υπηρετούσε στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι Έλληνες υπολόγιζαν το Αβέρωφ να είναι η λύση για τα προβλήματα στο Αιγαίο, αλλά το πλοίο δεν είχε δοκιμαστεί στη μάχη, κάτι το οποίο δεν θα κρατούσε για πολύ.
Το βάπτισμα του πυρός
Στο Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό δόθηκε σύντομα η δυνατότητα να δει την υπεροχή σε δύναμη πυρός και ταχύτητα του πλοίου, όταν ξέσπασε ο 1ος Βαλκανικός Πόλεμος του 1912. Ενώ ήταν η ναυαρχίδα του στόλου, το Αβέρωφ έλαβε μέρος στη Ναυμαχία της Έλλης, η οποία ήταν η μεγαλύτερη ναυμαχία του πολέμου αυτού, με τους Οθωμανούς να εξαπολύουν επίθεση από τα Δαρδανέλια προς τη νήσο Ίμβρο.
Η τελική ταχύτητα του Αβέρωφ ήταν πολύ μεγαλύτερη από αυτήν των υπολοίπων Ελληνικών πλοίων, γεγονός που ανάγκασε τον Υποναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη να υψώσει τη σημαία “Z” η οποία δήλωνε “Ανεξάρτητη Δράση” και να εφορμήσει εναντίον του Οθωμανικού Στόλου μόνος του, επικεντρώνοντας τα πυρά του στην εχθρική ναυαρχίδα Barbaros Hayreddin και δημιουργώντας χάος στις τάξεις του αντίπαλου στόλου, αναγκάζοντάς τον σε υποχώρηση. Παραδόξως, το πλήρωμα του Αβέρωφ παρέμεινε σώο και αβλαβή, αλλά αυτό της Οθωμανικής ναυαρχίδας δεν ήταν τόσο τυχερό, καθώς το πλοίο τους δέχθηκε 2 καίρια πλήγματα, το 1ο από τα οποία προκάλεσε πυρκαγιά και το 2ο μπλόκαρε τον οπίσθιο πυργίσκο.
Το Αβέρωφ εισέρχεται στο λιμάνι της Λήμνου μετά από περιπολία, 10 Απριλίου 1913.
Ύστερα από 1 μήνα, στη Ναυμαχία της Λήμνου, ήταν τόσος μεγάλος ο φόβος για το Αβέρωφ ώστε οι Οθωμανοί σκόπευαν να το παρασύρουν μακριά από τον υπόλοιπο Ελληνικό Στόλο για να μπορέσουν να του προκαλέσουν μέγιστη φθορά, χωρίς να έχει βοήθεια. Οι πλευρά των Ελλήνων δεν παρασύρθηκε και ξεκίνησε ανταλλαγή πυρών από μεγάλη απόσταση, με ρίψη άνω των 800 βλημάτων από τον Ελληνικό Στόλο, με το Αβέρωφ να αποτελεί πάντα τον κύριο στόχο του εχθρού. Αλλά και πάλι το Αβέρωφ αξιοποίησε τη μεγάλη του ταχύτητα για να επιφέρει σημαντικά πλήγματα χωρίς να δεχθεί κανένα.
Από τους Παγκόσμιους Πολέμους σε πλωτό μουσείο
Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ύστερα από τη Γερμανική εισβολή τον Απρίλιο 1941, το πλήρωμα του Αβέρωφ παράκουσε την άμεση διαταγή για βύθιση του πλοίου και χρησιμοποιώντας πριόνια και τσεκούρια έλυσε τους κάβους και έπλευσε με προορισμό την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, με την ελπίδα ότι οι Βρετανοί θα το εντάξουν στις δυνάμεις των Συμμάχων. Παρά το ότι είχε εκσυγχρονιστεί πρόσφατα, αποδείχθηκε ότι πλέον ήταν πολύ αργό για πολεμικές επιχειρήσεις μαζί με το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό, γι αυτό και στάλθηκε σε περιπολίες στον Ινδικό Ωκεανό. Τον Οκτώβριο 1944, μετέφερε την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση από το Κάιρο στην απελευθερωμένη Αθήνα. Αυτή επρόκειτο να ήταν και η τελευταία αξιομνημόνευτη πράξη με βάση τα ιστορικά βιβλία, πριν τεθεί εκτός υπηρεσίας το 1952.
Οι Έλληνες πολίτες στον Πειραιά παρακολουθώντας το Αβέρωφ που επέστρεψε στην Ελλάδα μετά από τρία και μισή χρόνια στην εξορία, 20 Οκτωβρίου 1944.
Το Αβέρωφ ήταν το μοναδικό θωρακισμένο καταδρομικό από την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου που έλαβε μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και επέζησε αυτού. Το 1984 μετατράπηκε σε μουσείο. Πλέον βρίσκεται αραγμένο στην προκυμαία στο Τροκαντερό, ως μέρος του Πάρκου Ναυτικής Παράδοσης.
Τώρα ένα μουσειακό πλοίο, το Αβέρωφ αγκυροβολημένο στο Ναυτικό Πάρκο της Αθήνας.
Τύπος: Θωρακισμένο Καταδρομικό
Καθέλκυση: 12 Μαρτίου 1910
Τοποθεσία: Ναυπηγεία Cantieri Orlando, Λιβόρνο, Ιταλία
Σε υπηρεσία: 16 Μαΐου 1911
Μήκος: 459,3 πόδια (140 μέτρα)
Πλάτος: 68,9 πόδια (21 μέτρα)
Βύθισμα: 24,6 πόδια
Εκτόπισμα: 10.000 τόνοι (βασικό) / 10.200 τόνοι (πλήρους φορτίου)
Οπλισμός: 2 διπλοί πυργίσκοι των 234 mm, 4 διπλοί πυργίσκοι των 190 mm, 8 πολυβόλα των 76 mm, 4 αντιαεροπορικά πολυβόλα των 76 mm, 6 πολυβόλα των 37 mm και 3 τορπιλοσωλήνες.
Ένα εξαιρετικό βίντεο για το Γεώργιος Αβέρωφ: