Ἡ Ὀρθόδοξη Ποιμαντική στηρίζεται στήν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία πού θεμελιώνεται στόν καινό ἐν Χριστῷ ἄνθρωπο καί διέπεται ἀπό τήν ἀρχή τοῦ προσώπου. Τά δεδομένα αὐτά φέρνουν ἐξαρχῆς ἀντιμέτωπη τήν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία μέ τά ψηφιακά μέσα πού παραμερίζουν τό ἀνθρώπινο πρόσωπο καί τίς προσωπικές σχέσεις. Πῶς μπορεῖ τό ἔργο τῆς Ποιμαντικῆς νά πραγματοποιηθεῖ σέ ἐπίπεδο ἀπρόσωπων σχέσεων; Καί πῶς μπορεῖ μέ ἀπρόσωπο τρόπο νά συντελεστεῖ ποιμαντικό ἔργο;
… στήν τεχνολογία τοῦ διαδικτύου βρίσκονται ἀποτυπωμένες οἱ ἀνάγκες καί οἱ προσδοκίες τῆς νεωτερικῆς καί μετανεωτερικῆς κοινωνίας. Καί ἡ ἀστραπιαία διάδοσή του, ἰδιαίτερα μάλιστα στήν νέα γενεά, δηλώνει τήν ὑπάρχουσα μεγάλη κοινωνική προδιάθεση … ἡ προδιάθεση αὐτή ἑρμηνεύει καί τόν πλήρη συντονισμό τῆς σύγχρονης γενεᾶς μέ τό νεωτερικό καί τό μετανεωτερικό πνεῦμα τῆς παγκοσμιοποιήσεως καί τοῦ ἄκρου ἀτομοκεντρισμοῦ.
Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐποχῆς τοῦ διαδικτύου βρίσκεται σέ ἀνυπόφορη πενία προσωπικῶν σχέσεων καί πραγματικῶν κοινωνικῶν ἐπαφῶν. … ζεῖ «μέ μία ψευδαίσθηση κοινωνικότητας (δηλαδή μέ μία αὐταπάτη).
Ὁ γλωσσικά διαρθρωμένος λόγος ἐκφράζει τόν ἐνδιάθετο λόγο. Καί ἡ ἀκριβέστερη δυνατή χρήση τοῦ γλωσσικοῦ ὀργάνου δέν πρέπει νά θεωρεῖται ἀσήμαντη στόν ποιμαντικό λόγο. Ἐξάλλου ὁ τελειότερος ἀνθρώπινος λόγος εἶναι αὐτός, πού πηγάζει ἀπό τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ὅπου συγκεντρώνεται οὐσιαστικά ὅλη ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ. Ἡ προφορική διατύπωση τοῦ ἐνδιάθετου λόγου μειώνει τήν πληρότητά του. Καί ἡ μείωση αὐτή γίνεται μεγαλύτερη μέ τήν γραπτή καί ἀκόμα μεγαλύτερη μέ τήν ψηφιακή διατύπωσή του, ὅπου λείπει ἐκ τῶν πραγμάτων ὄχι μόνο ὁ ζωντανός λόγος ἀλλά καί ἡ ζωντανή σωματική διατύπωσή του.
Μέ τήν ψηφιακή διατύπωσή του ὁ ποιμαντικός λόγος … χάνει σέ βάθος … Μπορεῖ κάποιος νά λέει πολλά χωρίς νά ἐκφράζει τίποτε οὐσιαστικό.
Ἄν ἡ ὀρθόδοξη Ποιμαντική ἔχει ὡς ἀποστολή νά κατευθύνει τούς ἀνθρώπους πρός τήν ἀνέκφραστη θεία ἀλήθεια καί ζωή –καί δέν μπορεῖ νά εἶναι ἄλλη ἡ ἀποστολή της- γίνεται φανερό, πόσο συγκρατημένη ὀφείλει νά εἶναι κατά τήν ψηφιακή μετάδοση τοῦ μηνύματός της.
Τό ψηφιακό οἰκοσύστημα δημιουργεῖ ἐπάνω ἀπό τήν φυσική κοινωνία ἕναν ἰδεατό χῶρο κάποιας ἰδεατῆς κοινωνίας, ὅπου πραγματοποιοῦνται δευτερογενῶς κοινωνικές ἀλληλοπροσεγγίσεις καί ἀλληλεπιδράσεις. Τά φαινόμενα αὐτά παρουσιάζονται σήμερα μέ ἐκρηκτική ἀλλά καί ἐπικίνδυνη μορφή, ἰδιαίτερα μεταξύ τῶν νέων. Μέσα στόν καταιγισμό μάλιστα τῶν ποικιλόμορφων πληροφοριῶν συμπνίγεται μέχρις ἀφανισμοῦ ἡ κριτική ἱκανότητά τους καί κινδυνεύουν νά καταστοῦν πλήρως ἐξωκατευθυνόμενα ἄτομα.
Ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία ἔχει καί συμβολικό χαρακτῆρα, ὅπως καί ἡ θεία Λειτουργία εἶναι σύμβολο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἐνῷ οἱ ἐκκλησιαζόμενοι πιστοί συμβολίζουν τίς Χερουβικές δυνάμεις. Εἶναι πλέον προφανής ἡ σπουδαιότητα τῆς εἰκόνας καί τοῦ συμβόλου στό ποιμαντικό ἔργο.
Οἱ θρησκευτικές καί ἰδιαίτερα οἱ βυζαντινές εἰκόνες εἶναι ἔργα ἀφαιρέσεως, ἐνῷ οἱ ψηφιακές εἰκόνες ἀποτελοῦν προϊόντα πλήρους κονιορτοποιήσεως … ἡ
ψηφιακή εἰκόνα κονιορτοποιεῖ τήν ὑλικότητα, γιά νά οἰκοδομήσει μιά πλασματική πραγματικότητα. Συνέπεια τῆς ψηφιακῆς εἰκόνας εἶναι νά ἐγκλωβίζει τόν ἄνθρωπο στήν κοσμική ματαιότητα.
Ἡ ψηφιακή εἰκόνα εἶναι ἰδεατή, δέν διαθέτει καμιά ἱερότητα ἤ διαχρονικότητα οὔτε συνδέεται μέ προσωπική ὑπευθυνότητα καί κρίση, ἀλλά ἐμφανίζεται σέ πλασματικό χῶρο καί διαλύεται μέσα στόν χρόνο.
Εἶναι προφανές ὅτι σήμερα βρισκόμαστε πλέον ἐνώπιον μιᾶς νέας κοινωνικῆς πραγματικότητας μέ νέα ἀνθρωπολογικά καί οἰκολογικά δεδομένα. Καί ἡ πρόσληψη τῆς νέας αὐτῆς πραγματικότητας στήν ἐν Χριστῷ «καινή κτίση» εἶναι (ποιμαντικῶς ἀπολύτως ἀπαραίτητη ζωή) θεολογικῶς κρίσιμη καί ἐπικίνδυνη. Ἡ πρόσληψη τοῦ νέου δέν γίνεται μέ προσχώρηση σ’ αὐτό. Ἡ προσχώρηση ἀλλοτριώνει. Ἡ πρόσληψη ἀφομοιώνει. Ἡ Ὀρθόδοξη Ποιμαντική δέν μπορεῖ νά θεμελιωθεῖ στό ψηφιακό οἰκοσύστημα πού ὑλοποιεῖ τό πνεῦμα τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ. … δέν πρέπει νά παραθεωροῦνται οἱ ἐπικίνδυνες γιά τήν διατήρηση τῆς ταυτότητας τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπιδράσεις τοῦ νεωτερικοῦ καί μετανεωτερικοῦ κόσμου τῆς παγκοσμιοποιήσεως. Ὁ κόσμος αὐτός εἶναι ξένος ἤ ἀκόμα καί ἐχθρικός πρός κάθε ὑπερβατική νοηματοδότησή του.
… ἡ ἐξασθένηση τοῦ ἐσχατολογικοῦ φρονήματος δέν εἶναι ἄσχετη μέ τήν διάδοση τοῦ πνεύματος τῆς παγκοσμιοποιήσεως. Τά τεχνολογικά μέσα πού χρησιμοποιοῦνται ὡς ἐργαλεῖα τῆς παγκοσμιοποιήσεως καί ἐκκοσμικεύσεως λειτουργοῦν καί ὡς παράγοντες ἀποεσχατολογοποιήσεως.
… Νά μήν λησμονεῖται τό ἐσχατολογικό πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας, τῶν θεσμῶν καί τῶν συμβόλων της καί νά μήν ἀνάγεται τό Ποιμαντικό ἔργο σέ Διαδικτυακό.
Ἀπόσπασμα ἀπό τό βιβλίο «Ὁρίζοντες ἐλευθερίας»
τοῦ καθηγητῆ Γεωργίου Μαντζαρίδη