τοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη
Μετά ἀπό συνταρακτικά γεγονότα, ὅπως αὐτό στό Παρίσι πρίν μερικές μέρες, ἐκφράζονται εἰκασίες γιά τήν ἐκπλήρωση προφητειῶν πού ἔχουν κάνει κάποιοι γέροντες. Ἐνῶ ὅμως ὅλοι πιστεύουμε στήν ἔννοια τῆς προφητείας καί τῶν ἄλλων χαρισμάτων, μέ τά ὁποία ὁμολογουμένως εἶναι κεκοσμημένοι οἱ ἅγιοι αὐτοί ἄνθρωποι, φθάνουμε συχνά σέ σημεῖα ὑπερβολῆς. Αὐτή ἡ ὑπερβολή δέν κάνει καλό οὔτε σέ αὐτούς πού πιστεύουν οὔτε καί σέ αὐτούς πού δηλώνουν ἄθεοι. Στούς πρώτους γιατί καλλιεργεῖται ἕνα αἴσθημα τρομολαγνείας καί κινδυνολογίας ἐνῶ στούς δεύτερους γιατί βρίσκουν εὐκαιρία χλευασμοῦ τῆς Πίστης – ὄχι τῶν προσώπων- καί ἀφορμές γιά νά παραμένουν στήν ἀθεΐα τους.
Οἱ παραπάνω προσεγγίσεις μᾶς δίνουν ὅμως τήν ἀφορμή γιά νά δοῦμε τά λεγόμενα ἔσχατα καί πιό ἁπλά τό θέμα τῆς καταστροφῆς τοῦ κόσμου. Γιά τό θέμα αὐτό ἔχει συγγράψει ἕνα σπουδαῖο κείμενο ὁ καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χρῆστος Καρακόλης. Στό κείμενο αὐτό διασαφηνίζεται τό θέμα τῶν ἐσχάτων καί τῆς καταστροφῆς τοῦ κόσμου. Ἀναλύοντας τήν Β´Καθολική Ἐπιστολή Πέτρου, κάνει ἀρχικά στά πλαίσια τῆς ἑρμηνευτικῆς προσέγγισης, μιά ἀναφορά στό τί πίστευαν περί τῶν ἐσχάτων οἱ ἀναγνῶστες- ἀκροατές τήν ἐποχή πού γράφτηκε ἡ ἐπιστολή.
Στήν συνέχεια προχωρεῖ στήν ἑρμηνεία τῆς λέξης «στοιχεῖα» τά ὁποία προσδιορίζει μέσω τῶν ἑρμηνευτῶν καί τῶν Πατέρων ὡς στοιχεία ἀπό τά ὁποία ἀποτελεῖται ὁ κόσμος ( ἀέρας, γῆ, νερό, φωτιά) ἤ ἀφοροῦν σέ οὐράνια σώματα πού πιθανολογεῖται ὅτι θά ἀναφλεχθοῦν, θά διαλυθοῦν κ.ἄ.(1) Τό σημαντικότερο ὅμως γιά ἐμᾶς στό παρόν κείμενο δέν εἶναι ἡ ἀνάλυση τῶν ὅρων αὐτῶν, πού μπορεῖ κάποιος νά βρεῖ στό βιβλίο τοῦ καθηγητοῦ, ἀλλά τό χαρμόσυνο ἐσχατολογικό μήνυμα. Ἡ διάσταση τῶν ἐσχάτων ὄχι ὡς ἀπειλή ἀλλά ὡς ποθητή ἀναμονή. Ἔσχατα εἶναι ὅτι ὁ Νυμφίος Χριστός θά ἔρθει νά παραλάβει τήν Νύμφη Ἐκκλησία. Αὐτό μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Πρόκειται γιά μιά σημαντική στιγμή, γιά μιά «ἀναδημιουργία» πέρα ἀπό «στείρα καταστροφολογία». Δέν γνωρίζουμε χρόνους καί καιρούς πού θά γίνει τό ἕνα ἤ τό ἄλλο. Ἄλλωστε κανείς δέν τά γνωρίζει αὐτά. Ἡ Πατερική γραμματεία ὅμως μιλᾶ γιά ἐγρήγορση κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας. Ἄς παραθέσουμε τήν ζωή μας στό Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἔχει σχέδιο σωτηρίας γιά τόν κάθε ἄνθρωπο χωρίς νά προκαθορίζει τήν ζωή κανενός. Ὁ Θεός δίνει παράταση ζωῆς στόν καθένα μας προκειμένου νά τόν ἀναζητήσει καί νά τόν γνωρίσει. Μέσα ἀπό τίς θλίψεις καί τίς δυσκολίες πραγματώνεται ἕνα μοναδικό ἔργο γνωριμίας καί σωτηρίας. Χωρίς νά ἐφησυχάζουμε, ἀλλά παρακολουθώντας μέ ἀνύστακτους ὀφθαλμούς τά γενόμενα, πρέπει νά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιατί γνωρίζουμε ὅτι ἡ ἱστορία δέν εἶναι τυχαία πλοκή γεγονότων.
Ὡς κατακλεῖδα ἀναφέρουμε τήν κατάληξη τοῦ κειμένου ὅπως τήν διατυπώνει ὁ καθηγητής:
«Πρέπει, λοιπόν, ὄχι μέ φόβο καί ταραχή, ἀλλά μέ χαρά καί ἐμπιστοσύνη νά ἀναμένουμε τά ἔσχατα γεγονότα, καί ἄν ἀκόμη αὐτά βρίσκονται πρό τῶν πυλῶν (πράγμα πού ποτέ δέν γνωρίζουμε), διότι μέσω αὐτῶν θά ὁδηγηθοῦμε στήν τελική σωτηρία μας».(2)
1 Καρακόλη Χρ., Ἑρμηνευτικές Προσεγγίσεις, Ἀθήνα 2002, σσ.143-145.
2 Καρακόλη Χρ., Ἑρμηνευτικές Προσεγγίσεις, Ἀθήνα 2002, σ.149.