τοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη
Ἄν θέλαμε νά περιγράψουμε τήν ἐποχή πρίν τήν σάρκωση τοῦ Χριστοῦ, θά λέγαμε μόνο μιά λέξη ΕΡΧΕΤΑΙ. Αὐτό κάνει ὅλη ἡ Παλαιά Διαθήκη, συνεχῶς μᾶς θυμίζει ὅτι ἔρχεται. Ἡ συνέχεια τοῦ ΕΡΧΕΤΑΙ δίνεται στήν Καινή Διαθήκη πού ἀκοῦμε τό ΗΡΘΕ, ἔγινε Ἐμμανουήλ, εἶναι ἀνάμεσά μας καί ἐπίσης ὅ,τι σήμερα βιώνουμε εἶναι τό Κύριε Ἔλα πάλι, γιά νά ἀκούσουμε στό τέλος μέσα ἀπό τίς σάλπιγγες τῆς ἈποκάλυψηςΑ: «Ναί ἔρχομαι ταχύ»! Αὐτό σέ μερικές σειρές εἶναι ὅλο τό σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.
Βιώνουμε τά προαναφερόμενα, ὅταν ἐσωτερικά λέμε Κύριε ἔλα, ἔλα νά γεννηθεῖς μέσα μου. Ὅταν τά ψαλλόμενα στίς κατανυκτικές ἀκολουθίες τῶν ἡμερῶν μᾶς προτρέπουν σέ ἐγρήγορση καί γλυκειά ἀναμονή γιά τά μέλλοντα συμβαίνειν.
Εἶναι ὁμολογουμένως μεγάλη ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων πού ἀναμένουμε, διότι καταργεῖται τό ἀπίθανο γιά τίς ἀρχαιότητες δηλαδή ἡ δυνατότητα σχέσεως Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Εἶναι μεγάλη ὁ ἑορτή γιατί φανερώνεται ἡ μεγάλη ἀλήθεια ὅτι ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος καί ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά γίνει Θεός. Κάτι πού ἡ φιλοσοφία θεωροῦσε ἀπίθανο νά συμβεῖ γίνεται πραγματικότητα. Τό μακρυνό γίνεται πολύ κοντινό, ἀφοῦ ἔρχεται ἀνάμεσά μας. Θεός ἐπί γῆς ὑψώθητε! Αὐτό εἶναι τό μεγαλειῶδες μήνυμα πού ἀναμένουμε. Ὁ Θεός ἀπό τήν ὑπερβολική Του ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο γίνεται ἄνθρωπος, σέ ὅλα ἴδιος μέ ἐμᾶς, ἐκτός τῆς ἁμαρτίας. Λαμβάνει ὅλη τήν ἀνθρώπινη φύση γι᾽αὐτό καί ἀργότερα θά τόν δοῦμε νά πονᾶ καί νά πάσχει ἐπί τοῦ Σταυροῦ.
Γιά τό γεγονός αὐτό τῆς Ἐνανθρώπησεως ὁ Θεός προετοίμαζε τόν κόσμο ἀπό παλιά. Καί χωρίς τήν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων, λένε οἱ Πατέρες μας, ὁ Θεός θά
σαρκωνόταν. Ὅμως, ὅτι θά ἐρχόταν ἀνάμεσά μας σαφές μετά τό ἁμάρτημα τῶν πρωτοπλάστων. « Θά στήσω ἔχθρα μεταξύ σοῦ καί τῆς γυναίκας, μεταξύ τοῦ σπέρματός σου καί τοῦ σπέρματος αὐτῆς. Αὐτός θά σοῦ συντρίψει τήν κεφαλή καί σύ θά τοῦ κεντήσεις τήν πτέρνα του» (Γεν.3,15). Εἶναι τό λεγόμενο πρωτοευαγγέλιο. Αὐτό εἶναι τό πρῶτο σημάδι× κάποιος δηλαδή θά βρεθεῖ καί θά συντρίψει τό κεφάλι του φιδιοῦ. Γιά αὐτόν πού θά συνέτριβε τήν κεφαλή τοῦ φιδιοῦ, ἀρκετά χρόνια ἀργότερα, θά ἔχουμε καί ἕνα ἀκόμα σημάδι, αὐτήν τήν φορά ἀπό τόν προφήτη Ἠσαΐα, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει ὅτι αὐτός θά ἐρχόταν στόν κόσμο ἀπό παρθένο γυναίκα (Ἠσ.7,14). Ὁ προφήτης Μιχαίας συμπληρώνει καί προσδιορίζει τήν Βηθλεέμ ὡς τόπο πού θά γινόταν ἡ θαυμαστή Του γέννηση (Μιχ.3,1). Καί ὁ Ἠσαΐας πάλι θά τόν δεῖ ἐπί τοῦ Σταυροῦ νά πεθάνει, νά θυσιάζεται ὡς «πρόβατον ἐπί σφαγήν», ὡς ἄκακος καί ἀναμάρτητος.
Εἶναι τόσες οἱ προφητεῖες περί τοῦ ἐρχομένου Χριστοῦ, πού οἱ εἰδικοί ἑρμηνευτές τῆς Βίβλου τίς ἔθεσαν σέ κατηγορίες. Προφητεῖες περί τοῦ χρόνου καί τόπου γεννήσεώς Του, περί τῆς γεννεαλογίας Του, περί τοῦ προσώπου καί ἀξιωμάτων Του καί ἄλλες πού ἀφοροῦν σέ περιστατικά τῆς ζωῆς Του. Ἐκτός ὅμως ὅλων αὐτῶν τῶν ἀναφορῶν ὁ ἄσαρκος Χριστός ἐμφανίζεται συχνά στά κείμενα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὡς ὁ Ἄγγελος Κυρίου ἤ Μεγάλης Βουλῆς Ἄγγελος ἤ θαυμαστός Σύμβουλος.1 Ὅταν διαβάζουμε τίς ἐκφράσεις αὐτές γνωρίζουμε ὅτι δέν πρόκειται γιά ἕναν κοινό κτιστό ἄγγελο ἀλλά γιά τό δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Παρουσιάζεται λοιπόν σάν νά βιάζεται, νά λαχταρᾶ πότε νά σαρκωθεῖ καί νά ἔρθει κοντά στούς ἀνθρώπους.2 Αὐτό λέγεται Πίστη καί Ἀποκάλυψη στήν Ὀρθοδοξία, ἡ ὁποία μᾶς διαφοροποιεῖ ἀπό
ὁποιαδήποτε ἄλλη θρησκεία, ἡ ὁποία μέ τήν σειρά της κατά τόν ψαλμωδό εἶναι «ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων»3καί κίνηση ἀπό ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου νά δημιουργήσει Θεό.
Τό γεγονός τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἔχει ἐγκωμιαστεῖ πολλάκις. Πολλοί πατέρες καί ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς, ἀλλά καί καλλιτέχνες, ποιητές, ζωγράφοι ἔχουν ἐμπνευστεῖ ἀπό αὐτήν. Ὅσα καί νά κάνουν ὅμως εἶναι λίγα μπροστά στό μεγάλο γεγονός πού ἔκανε ὁ Θεός γιά τόν ἄνθρωπο. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέει σχετικά: « Πόσο θά ἦταν μέγα καί παράδοξο ἄν κατέβαινε ὁ ἥλιος ἀπό τούς οὐρανούς καί τόν ἔβλεπες νά τρέχει πάνω στή γῆ! Αὐτό, θά προξενοῦσε κατάπληξη σ᾽ὅλους: συλλογίσου τώρα πόσο εἶναι ἐκπληκτικώτερο νά βλέπεις τόν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης νά ἐκτοξεύει τίς ἀκτίνες του μεσ᾽ἀπό τή δική μας σάρκα καταυγάζοντας τίς ψυχές μας».
Ὁ Ὅσιος Ἐφραίμ ὁ Σύρος πηγαίνει λίγο παρακάτω καί μιλᾶ γιά τά δῶρα πού προσφέρει ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ στήν ἐποχή πού πραγματοποιεῖτα,ι ἡ ὁποία ὅμως πόσο μοιάζει μέ τήν δική μας μπερδεμένη ἐποχή.
Λέει: « Ὁ κύριος καί Σωτήρας μας μέ τήν κάθοδο του στή γῆ μᾶς χάρισε τήν αἰώνια ζωή. Ἤμασταν ἐχθροί του κί ἔγινε φίλος μας, μᾶς μετέβαλε ἀπό γήινους σέ ἐπουράνιους, ἀπό θνητούς σέ ἀθάνατους, ἀπό πτωχούς σέ πλούσιους, ἀπό μισητούς σέ ἀγαπημένους, ἀπό ἄδικους σέ δικαιωμένους, ἀπό γῆ καί στάχτη σέ υἱούς καί κληρονόμους τοῦ μονογενοῦς του Υἱοῦ». Πράγματι, πόσο ἐπίκαιρος εἶναι ὁ λόγος του!
Κεντρικό πρόσωπο στό μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ὅπως φαίνεται καί στήν ὀρθόδοξη εἰκονοφράφηση τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ Παναγία καί δέν θά μπορούσαμε νά μήν ἀναφερθοῦμε στό μοναδικό πρόσωπό της.
Δέν θά εἴχαμε κοντά μας τόν Χριστό ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ Παναγία. Σέ αὐτήν ἀναφέρεται ἕνας ἄλλος ἅγιος, ὁ ἅγιος Βασίλειος Σελευκείας πού τήν παρουσιάζει νά μιλᾶ στό βρέφος της ὡς ἐξῆς: « Τί ὄνομα νά βρῶ, παιδί μου, πού νά σοῦ ταιριάζει; Ἀνθρώπου; Μά ἡ σύλληψή σου ἦταν θεϊκή. Θεοῦ; Μά ἔλαβες σάρκα ἀνθρώπινη. Τί νά κάνω λοιπόν σ᾽ἐσένα; Νά σέ γαλακτοτροφήσω ἤ νά σέ θεολογήσω; Σάν μάνα νά σέ ὑπηρετήσω ἤ σάν δούλη νά σέ προσκυνήσω; Σάν παιδί μου νά σέ ἀγκαλιάσω ἤ σάν θεό μου νά σοῦ προσευχηθῶ καί νά σέ δοξάσω; Νά σοῦ δώσω γάλα ἤ νά σοῦ προσφέρω θυμίαμα; Τί ἄρρητο καί μέγιστο πού εἶναι τοῦτο τό θαῦμα;».
Χριστός καί Παναγία λοιπόν εἶναι γιά ἐμᾶς Χριστούγεννα καί θά εἶναι φοβερό νά ζήσουμε Χριστούγεννα χωρίς τόν Χριστό καί τήν Παναγία. Ὑπάρχει στήν Ἐκκλησία ἕνα λειτουργικός κανόνας ὁ ὁποῖος ὁρίζει μετά ἀπό μιά μεγάλη ἑορτή, τήν ἐπόμενη ἀκριβῶς ἡμέρα, νά ἑορτάζεται τό πρόσωπο πού ὑπηρέτησε στήν ἑορτή. Ἄς θυμηθοῦμε ὅτι Θεοφάνεια ἑορτάζουμε στίς 6 Ἰανουαρίου καί στίς 7, τήν ἐπόμενη ἡμέρα, εἶναι ἡ ἑορτή τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου, γιατί αὐτός βάπτισε τόν Χριστό. Ἐπίσης ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου ἑορτάζεται στίς 25 Μαρτίου καί στίς 26 πανηγυρίζουμε τήν Σύναξη τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ. Στίς 25 Δεκεμβρίου εἶναι ἡ ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων καί στίς 26 ἔχουμε τήν Σύναξη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Καί ἐδῶ λοιπόν Χριστός καί Παναγία πάντοτε μαζί!
Κλείνοντας ἄς σημειώσουμε ὅτι θά εἶναι ἄστοχο ἐφέτος νά συνωμοτήσει καί πάλι τό σύμπαν γιά τήν μεγάλη αὐτή ἑορτή, δηλαδή ἡ γῆ καί τά ἐπουράνια νά συμμετέχουν καί νά χαίρονται καί νά μήν συμμετέχουμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, πού ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε νά εἴμαστε ἡ κορωνίδα τῆς δημιουργίας. Καί ἡ φάτνη θά ὑπάρξει, καί ὁ ἀστέρας, καί οἱ ἄγγελοι. Γιατί στήν συνάντηση αὐτή νά βρεθοῦμε ἀπόντες;
Οἱ ἑορτές εἶναι εὐκαιρίες πού μποροῦμε νά ἐκμεταλλευόμαστε γιά νά προοδεύουμε πνευματικά καί αὐτό φανερώνεται στήν Ἐκκλησία ἀφοῦ ὅλα γίνονται «σήμερον». Ὅλα βιώνονται συνεχῶς. Ὁ ἅγιος Σεραφείφ ἀπό τήν ἔρημο τοῦ Σάρωφ ἔλεγε Χριστός Ἀνέστη κάθε μέρα τοῦ χρόνου, γιατί κάθε μέρα ζοῦσε τήν χαρά τῆς Ἀναστάσεως. Ὅλα στήν ἐκκλησία γίνονται σήμερον. Σήμερον γεννᾶται, σήμερον κρεμᾶται,…ὅλα σήμερον! Ἡ θεολογία τῶν ἡμερῶν τοῦ Δωδεκαημέρου πού ἀναμένουμε δέν μᾶς θέλει θεατές ἀλλά μετέχοντες ἐνεργά καί καρδιακά.
1 Βλ. Θεοδωρήτου Κύρου, Ἑρμηνεία εἰς Ἠσ. 6,9. MPG 81, 296.
2 Βλ.Ἔξ. 3,2-6.