της Μαρίας Κορνάρου
Η γιορτή της Παναγίας μας, της μεγάλης μάνας των Χριστιανών, γεμίζει συγκίνηση ειλικρινή τους Έλληνες. Συγκίνηση ιδίως στα δεινά που βρίσκουν την Πατρίδα μας και την Εκκλησία μας, γιατί μας υπενθυμίζει ότι έχουμε κάποια που πάντοτε μας αγαπά, πάντοτε μας θυμάται, πάντα μας τιμά με την πρεσβεία της, και ας μην την αξίζουμε εμείς. Αυτή είναι η Παναγία μας, η προσωποποίηση της άνευ όρων αγάπης, που όμως φαίνεται πιο προσιτή από την άνευ όρων αγάπη του Εσταυρωμένου Υιού της, πιο προσιτή και από την άνευ όρων αγάπη του Τριαδικού Θεού. Γιατί η άνευ όρων αγάπη της Παναγίας είναι ανακατεμμένη με την μητρική αγάπη τόσο, που δεν ξεχωρίζουν πια. Είναι αγάπη που έχει για πηγή έναν άνθρωπο που ήταν σαν εμάς, μόνο ξένος προς την αμαρτία σχεδόν ολοκληρωτικά. Έτσι, η Παναγία στέκεται πιο κοντά μας απ’ τον υπόλοιπο Ουρανό. Είναι η πιο οικεία μορφή στο τέμπλο για να αφήσουμε τη ματιά μας, όταν οι ανθρώπινες έγνοιες και σκοτούρες μας τυραννούν την ψυχή τόσο, που ντρεπόμαστε να ζητήσουμε παρηγοριά από τον Θεό. Την άπειρη κατανόηση της Παναγίας, σπανίως την ντρεπόμαστε. Σε Εκείνη, πιο εύκολα εναποθέτουμε την πτώση και την απόγνωσή μας. Η Παναγία δεν κρίνει, μόνο παρηγορεί. Έτσι πήραν κάποιες απ’ τις εικόνες της την προσωνυμία, Παναγία η Παραμυθία.
Ολόκληρη άνθρωπος, όμως και ολόκληρη στον Ουρανό. Η Παναγία είναι η γέφυρα που ένωσε την ανθρώπινη φύση με τον Παντοδύναμο Θεό, προσφέροντας το σώμα της για να γίνει κατοικητήριο του ενανθρωπήσαντος Λόγου. Τη χαιρετίζουμε, ως «γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν». Γιατί μέσα από την κυοφορία και γέννηση του Θεανθρώπου, γίναμε και εμείς μέτοχοι των επουρανίων δωρεών. Μέσα από την πρεσβεία της, μπορεί και η δική μας ταπεινή αίτηση να φθάσει μπροστά στο θρόνο του Θεού. Η Παναγία, σύμφωνα με τους Πατέρες, είναι και εκείνη που προεικονίζεται στο όραμα της Κλίμακος που είχε ο Ιακώβ, όταν είδε μία σκάλα να ενώνει τη γη με τον ουρανό και αγγέλους να ανεβοκατεβαίνουν. Την χαιρετίζουμε, ως «κλίμακα επουράνιο δι’ ης κατέβη ο Θεός». Αυτή η παρουσία της Παναγίας στο μεταίχμιο ανάμεσα στη γη μας και τον κόσμο των ουρανών, μπορεί να γίνεται αιτία της μεγάλης αγάπης των πιστών στο πρόσωπό της.
Η ένωση με τον κόσμο που υπάρχει πέρα από τη φθορά και το θάνατο του «κόσμου τούτου» είναι στ’ αλήθεια η λύτρωση, η σωτηρία που επιδιώκουμε μέσα από τον αγώνα μας. Η ένωση όμως, δεν περιορίζεται στο πνεύμα του καθενός από εμάς, αλλά υπάρχει και ανάμεσά μας. Ο Χριστός ενώνει τους πιστούς, γεφυρώνει και εκείνος τα χάσματα ανάμεσά μας και μας καθιστά ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο. Σκοπός της πνευματικής ζωής, επίτευξη της αγάπης στον πλησίον, είναι να νιώθουμε τους άλλους σαν κομμάτια του εαυτού μας. Στην Εκκλησία θα βρούμε αυτή την ενότητα, την μοναδική αληθινή ενότητα ανάμεσα σε ανθρώπους, που πηγαίνει πέρα από την απλή ανοχή ή την κοσμική αλληλεγγύη. Υπάρχουμε όχι σα σύνολο ανθρώπων που συνυπάρχει ειρηνικά, αλλά σαν ένα σώμα που το ενώνει ο Χριστός. Έτσι η Εκκλησία καλείται «σώμα Χριστού».
Μέσα στην Εκκλησία, καλούμαστε και οι ίδιοι να γίνουμε «γέφυρα». Πρόκειται για την «ιερατική» ιδιότητα του ανθρώπου, και του κάθε πιστού: ο Θεός δημιουργώντας τον κόσμο, έθεσε τον άνθρωπο ως βασιλέα ο οποίος θα άρχει των υπόλοιπων όντων. Του έδωσε επίσης την αρμοδιότητα να προσφέρει την κτίση πίσω στον Κτίστη, μέσα από τη δοξολογία και ευχαριστία στον Θεό για τις δωρεές του και τη σοφία του. Ο Άγιος Νεκτάριος, εξηγεί ότι ο άνθρωπος «πλάσθηκε ώστε η δημιουργηθείσα κτίση να υμνεί δια του ανθρώπου συνειδητά τον θείο Δημιουργό της». Ο άνθρωπος, επιλέγοντας την παρακοή και την πτώση, έχασε τη δυνατότητα να λατρεύει τον Θεό και να του προσφέρει την κτίση. Ο άνθρωπος εν Χριστώ, ξαναβρίσκει αυτή την πρώτη δυνατότητα, και η ζωή του αποκτά την επικοινωνία με τον Θεό και την δοξολογία του ονόματός του. Μέσα από την προσευχή και τη λατρεία του Θεού «εν πνεύματι και αληθεία», εξασκούμε την «ιερατική» μας ιδιότητα. Λειτουργούμε έτσι σαν γέφυρα ανάμεσα στον κόσμο της φθοράς, το κτίσμα, και τον Κτίστη, τον άφθαρτο και αιώνιο Θεό.
Για όλες αυτές τις όμορφες και ασύλληπτες πλευρές της εν Χριστώ ζωής, χρωστούμε άπειρη ευγνωμοσύνη στη Μητέρα του Θεού, Εκείνη που έγινε πρώτη γέφυρα ανάμεσα στη γη και τον ουρανό, ώστε δι’ αυτής να περάσουμε κατόπιν κι εμείς σε έναν ουράνιο τρόπο ύπαρξης.