ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ ΕΡΩΦΙΛΗΣ ΚΑΙ ΆΜΛΕΤ (Α ΜΕΡΟΣ)

Η «Ερωφίλη» του Γ. Χορτάτση είναι ένα από τα σημαντικότερα έργα της κρητικής λογοτεχνίας. Η «Ερωφίλη» πέρασε στη λαϊκή παράδοση και παραμένει δημοφιλές κλασσικό έργο, αφ’ ενός χάρη στη μουσική με την οποία έχει μελοποιηθεί και αφ’ ετέρου, διότι θίγονται επίκαιρα θέματα, όπως η τιμή, η φιλία, ο έρωτας, η γενναιότητα και το κουράγιο.

            Το ίδιο και ο «Άμλετ» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ είναι ένα σοβαρό, διαχρονικό, πολιτικό κείμενο όπου διαδραματίζονται διαπλοκές, σκάνδαλα αναζητώντας την εξουσία με κάθε τρόπο. Τα πάντα εκτυλίσσονται με ταχύτητα, αλλά αθόρυβα, μέσα σε ένα σκοτεινό παρασκήνιο.

            Η σύγκριση των δύο έργων «Ερωφίλη» και «Άμλετ», στα οποία επίκεντρο είναι ο άνθρωπος, μας δίνεται η δυνατότητα να δούμε τον συναισθηματικό ψυχισμό των ανθρώπων, τον ηρωισμό, καθώς και τις   συναισθηματικές διακυμάνσεις, όπως θλίψη, κορύφωση αγωνίας, συναισθηματική αστάθεια, απώλεια, λύτρωση κτλ. Τα δύο παραπάνω έργα παραμένουν πάντα επίκαιρα, διότι προσφέρονται για αλλεπάλληλες ερμηνείες, με αποτέλεσμα κάθε προσέγγιση του έργου να συνιστά και μια ερμηνεία του σ’ ένα διαφορετικό επίπεδο και με διαφορετικούς όρους.

 

 

  1. Γενικά στοιχεία των έργων «Ερωφίλη» και «Άμλετ»

α. «Ερωφίλη»

Η σημαντικότερη τραγωδία της κρητικής λογοτεχνίας «Ερωφίλη» ανήκει στον Γεώργιο Χορτάτση. Ο Γεώργιος Χορτάτσης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο στα μέσα του 16ου αιώνα και πέθανε μετά το 1605. Είναι σύγχρονος του Σαίξπηρ και του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου. Τα στοιχεία που έχουμε για τη ζωή του είναι πολύ λίγα. Καταγόταν από αρχοντική γενιά του Βυζαντίου και οι πρόγονοί του έφτασαν στην Κρήτη από τη Μικρά Ασία. Η οικογένειά του ανήκε στην τάξη των ευγενών ή των μεγαλοαστών[1].

Ο Χορτάτσης έγραψε τρία θεατρικά έργα: την τραγωδία Ερωφίλη, την κωμωδία Κατσούρμπος και ποιμενικό δράμα Πανώρια. Είναι πιθανό επίσης να είναι ο συγγραφέας και της κωμωδίας Στάθης.

Η χρονολόγηση του έργου «Ερωφίλη», με την οποία θα ασχοληθούμε εκτενέστερα, τοποθετείται γύρω στο 1600∙ όμως είδε το φως της δημοσιότητας μόνο μετά το θάνατο του ποιητή, το 1637, όταν τυπώθηκε στη Βενετία ενώ στην Κρήτη συνεχιζόταν ακόμη η περίοδος της Ενετοκρατίας. Όταν ο Χορτάτσης είχε ήδη πεθάνει, ο Κύπριος ιερέας Ματθαίος Κιγάλας με τις επεμβάσεις του αλλοίωσε αρκετά τον χαρακτήρα του κειμένου. Την αυθεντική μορφή της Ερωφίλης αποκατέστησε το 1676 με την έκδοση του έργου ο Κρητικός Αμβρόσιος Γραδενίγος, βιβλιοφύλακας της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης. Αυτή η έκδοση υπήρξε το πρότυπο για όλες τις επόμενες εκδόσεις.

Το ποιητικό ύφος του Χορτάτση διακρίνεται για την πολύ φροντισμένη στιχουργική και την περίπλοκη γλωσσική μορφή, με μεγάλου μήκους προτάσεις, συχνούς διασκελισμούς και υπερβατά σχήματα[2].

Κατά τη συγγραφή του έργου, ο Χορτάτσης επηρεάστηκε από το ιταλικό έργο Orbecche του Τζιανμπατίστα Τζιράλντι. Όμως ο Χορτάτσης δούλεψε δημιουργικά και έβαλε στην υπόθεση τη δική του σφραγίδα. Έτσι λιγόστεψε τις αιματηρές σκηνές και εξευγένισε τους ήρωές του δίνοντάς τους περισσότερο ήθος.

Ως προς την τεχνική, τα διαλογικά μέρη της Ερωφίλης είναι γραμμένα σε στίχους δεκαπεντασύλλαβους με ομοιοκαταληξία ζευγαρωτή. Αντίθετα τα χορικά τα διατηρεί σε ενδεκασύλλαβο και διαιρεί το έργο σε πέντε πράξεις με χορικά στο τέλος της κάθε πράξης και ιντερμέδια ανάμεσα στις πράξεις προς αποφόρτιση των θεατών από την εξέλιξη της πλοκής (τα ιντερμέδια είναι αυτόνομα μουσικοχορευτικά επεισόδια). Τα Ιντερμέδια – σκηνές που παρεμβάλλονται ανάμεσα στις πράξεις του έργου, άσχετα με την υπόθεσή του – είναι παρμένα και διασκευασμένα από το έργο του Τουρκουάτο Τάσο «Ελευθερωμένη Ιερουσαλήμ».

β . «Άμλετ»

«Άμλετ» είναι ο τίτλος ενός από τα πιο γνωστά, δημοφιλή, θεατρικά έργα αλλά και κορυφαία δράματα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Ο πλήρης τίτλος του έργου είναι «The Tragicall Historie of Hamlet, Prince of Denmarke» (Η Τραγική Ιστορία του Άμλετ, Πρίγκιπα της Δανιμαρκίας). Η παλαιότερη καταγεγραμμένη παρουσίαση του έργου χρονολογείται τον Ιούλιο του 1202.   Το 1603, το έργο παρουσιάστηκε στα Πανεπιστήμια του Κέμπριτζ  και της Οξφόρδης. Αυτό που δεν είναι τόσο γνωστό είναι πως το εν λόγω έργο είναι το κατεξοχήν δράμα του Σαίξπηρ που προσφέρεται για αλλεπάλληλες ερμηνείες, με αποτέλεσμα κάθε προσέγγιση του έργου να συνιστά και μια ερμηνεία του σ’ ένα διαφορετικό επίπεδο και με διαφορετικούς όρους. Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ  ( αγγλικά: William Shakespeare) είναι Άγγλος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας[3]. Θεωρείται ευρέως ως ο σημαντικότερος συγγραφέας που έγραψε στην αγγλική γλώσσα και ένας από τους σημαντικότερους δραματουργούς παγκοσμίως[4]. Συχνά αποκαλείται εθνικός ποιητής της Αγγλίας και «Βάρδος του Έιβον». Τα σωζόμενα έργα του, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων συνεργασιών, αποτελούνται από περίπου 38 θεατρικά έργα, 154 σονέτα, δύο μεγάλα αφηγηματικά ποιήματα και πολλά άλλα ποιήματα. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου και ερμηνεύονται περισσότερο συχνά από τα έργα οποιουδήποτε άλλου θεατρικού συγγραφέα[5].

Δεν έχουν σωθεί παρά λίγες καταγραφές για την ιδιωτική ζωή του Σαίξπηρ και έχουν σημειωθεί σημαντικές εικασίες για ζητήματα όπως η εξωτερική του εμφάνιση, η σεξουαλικότητά του, οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις και κατά πόσον τα έργα που του αποδίδονται είναι γραμμένα από άλλους[6]. Ο Σαίξπηρ έγραψε τα περισσότερα από τα γνωστά έργα του μεταξύ του 1589 και του 1613 και κατάφερε να χειριστεί με απόλυτη δεξιοτεχνία, τόσο την κωμωδία όσο και το δράμα και την τραγωδία. Τα έργα του διαπνέονται από μια βαθιά κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και παραμένουν επίκαιρα.

Η επίδρασή του, ειδικότερα στην αγγλική λογοτεχνία, θεωρείται τεράστια. Οι ρομαντικοί  αναγνώρισαν την ιδιοφυΐα του και οι Βικτωριανοί τον λάτρεψαν κατά τρόπο που ο Τζόρτζ Μπέρναρντ Σω αποκάλεσε «βαρδολατρεία».

  1. Υπόθεση του έργου «Ερωφίλη»

Η υπόθεση της Ερωφίλης είναι μυθική και διαδραματίζεται τυπικά στην Αίγυπτο, όμως τα πρόσωπα έχουν ονόματα ελληνικά και η θρησκεία τους είναι το αρχαίο ελληνικό δωδεκάθεο. Τα βασικά πρόσωπα είναι τρία: η Ερωφίλη, ο Πανάρετος και ο Βασιλιάς Φιλόγονος. Ο κάθε ήρωας έχει ένα έμπιστο πρόσωπο: η Ερωφίλη τη νένα Χρυσόνομη, ο Πανάρετος τον φίλο του Καρπόφορο και ο βασιλιάς έναν πιστό Σύμβουλο. Ο χορός αποτελείται από γυναίκες της ακολουθίας της Ερωφίλης και εμφανίζονται επίσης το φάντασμα (Ασκιά) του δολοφονημένου αδερφού του Φιλόγονου και ένας μαντατοφόρος. Τηρείται η κλασικίζουσα ενότητα της δράσης, του χώρου και του χρόνου (ενιαίο θέμα, που διαδραματίζεται σε έναν χώρο και η δράση διαρκεί μία ημέρα).

Το έργο προλογίζεται από τον Χάρο, που αναφέρεται στην παντοδυναμία του και στη ματαιότητα της δόξας και των υλικών αγαθών. Στην πρώτη πράξη εμφανίζεται αρχικά ο Πανάρετος που αποκαλύπτει στον Καρπόφορο το μυστικό του κρυφού γάμου (ενώ μέσα από τη συζήτηση οι θεατές πληροφορούνται για τη βασιλική καταγωγή του) και σε επόμενη σκηνή ο Βασιλιάς αποκαλύπτει στον Σύμβουλο το σχέδιο να παντρέψει την Ερωφίλη και τα προξενιά που του έχουν προτείνει. Στο πρώτο χορικό υμνείται η παντοδυναμία του Έρωτα.

Στη δεύτερη πράξη, μετά από ένα μονόλογο του Βασιλιά στον οποίο εκφράζει την αγάπη για την κόρη του, εμφανίζεται στη σκηνή η Ερωφίλη που αφηγείται ένα εφιαλτικό όνειρο και συζητά με την παραμάνα της για τη δυσκολία της κατάστασης, στην οποία έχει περιέλθει. Στο τέλος της σκηνής ο Βασιλιάς στέλνει τον Πανάρετο να πείσει την Ερωφίλη να αποδεχτεί ένα από τα δύο προξενιά. Στο χορικό καταδικάζεται η ηθική κατάπτωση και η υπερηφάνεια του ανθρώπου.

Στην τρίτη πράξη δεσπόζει αρχικά ο διάλογος μεταξύ της Ερωφίλης και του Πανάρετου, που ανταλλάζουν όρκους αιώνιας πίστης, και στη συνέχεια η εμφάνιση της σκιάς του δολοφονημένου βασιλιά που ορκίζεται να εκδικηθεί τον Φιλόγονο. Η πράξη κλείνει με έναν αλαζονικό μονόλογο του Φιλόγονου που μακαρίζει τον εαυτό του για την τύχη και τη δύναμή του και ανακοινώνει την επιθυμία του να συναντήσει την Ερωφίλη για να συζητήσουν για τα προξενιά. Στο χορικό οι γυναίκες καταδικάζουν την επιθυμία για πλούτο και δόξα.

Στην τέταρτη πράξη αποκαλύπτεται πως ο βασιλιάς ανακάλυψε την κρυφή σχέση της Ερωφίλης και του Πανάρετου. Ο σύμβουλος προσπαθεί να τον ηρεμήσει και η Ερωφίλη αντιστέκεται απέναντί του προσπαθώντας να τον στρέψει με το μέρος της. Παρά τις παροτρύνσεις του χορού και του συμβούλου ο βασιλιάς ανακοινώνει την απόφασή του να θανατώσει τον Πανάρετο, τον οποίο συναντά στην τελευταία σκηνή της πράξης. Ο Πανάρετος επιχειρεί να κερδίσει την εύνοια του βασιλιά και επιμένει για τη βασιλική καταγωγή του χωρίς να γίνεται πιστευτός. Στο χορικό οι γυναίκες παρακαλούν τον Ήλιο να βοηθήσει το ζευγάρι.

Στην πέμπτη πράξη ανακοινώνεται από τον μαντατοφόρο στον Χορό η σκληρή τιμωρία του Πανάρετου: ο βασιλιάς τον σκότωσε, του έκοψε το κεφάλι, τη γλώσσα και τα χέρια και του ξερίζωσε την καρδιά, με σκοπό να τα προσφέρει ως δήθεν γαμήλιο δώρο στην Ερωφίλη. Η συνάντηση πατέρα και κόρης γίνεται στην επόμενη σκηνή και ο βασιλιάς προσποιείται πως αποδέχεται το γάμο και προσφέρει μία λεκάνη με τα κομμένα μέλη του Πανάρετου στην Ερωφίλη. Εκείνη αυτοκτονεί και στο τέλος του έργου ο χορός σκοτώνει το Βασιλιά.

Εδώ η τραγωδία της «Ερωφίλης» ορίζεται ουσιαστικά από μια αντίθεση. Απ’ τη μια, συναντούμε  εδώ χαρακτηριστικά  μεσαιωνικού τύπου που  ορίζουν την ανθρώπινη ζωή  μ’ έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο (ενδεικτικός ο πρόλογος  του Χάρου για την ματαιότητα των ανθρώπινων μπροστά στο αμετάκλητο του  θανάτου). Απ’ την άλλη  έχουμε τον έρωτα των δυο νέων κόντρα σε κάθε εμπόδιο (ταξικό ή άλλο) που ουσιαστικά  φέρει έναν αέρα αναγέννησης κόντρα στη μεσαιωνική ηθική.

  1. Υπόθεση του έργου «Άμλετ»

            Συνοπτικά η υπόθεση του έργου έχει ως εξής: Κεντρικός χαρακτήρας της ιστορίας είναι ο νεαρός Πρίγκιπας Άμλετ, που έχει το ίδιο όνομα με τον πατέρα του, Βασιλιά της Δανίας, ο οποίος πέθανε απροσδόκητα. Ο θείος του νεαρού Άμλετ, Κλαύδιος, ανεβαίνει στο θρόνο και παντρεύεται τη χήρα του αδερφού του, Γερτρούδη. Ο Άμλετ είναι δυσαρεστημένος από την άνοδο του θείου του στο θρόνο, τον οποίο θεωρεί πολύ κατώτερο και ανάξιο σύγκρισης με τον πατέρα του, και τον εσπευσμένο γάμο της μητέρας του, Γερτρούδης, με τον αδερφό του νεκρού συζύγου της. Ένα βράδυ, στους νυχτοφύλακες του Κάστρου Έλσινορ εμφανίζεται ένα φάντασμα που μοιάζει στο νεκρό Βασιλιά Άμλετ, εξαφανίζεται όμως πριν ακούσουν το μήνυμα που ήθελε να τους μεταφέρει. Ειδοποιείται ο Πρίγκιπας Άμλετ και το φάντασμα επανεμφανίζεται και του αποκαλύπτει ότι ο πατέρας του δολοφονήθηκε από τον Κλαύδιο και τον διατάζει να πάρει εκδίκηση. Ο Άμλετ σχεδιάζει να αποκαλύψει την ενοχή του Κλαύδιου παριστάνοντας τον τρελό.

Από την τρέλα του Άμλετ έλκεται η προσοχή του Κλαύδιου και της Γερτρούδης, που βάζουν τους Ρόζεγκραντζ και Γκιλντεστέρν, παλιούς συμφοιτητές του Άμλετ, να τον παρατηρήσουν για να βρουν την αιτία της τρέλας του. Ο Πολώνιος, βασιλικός σύμβουλος, υποπτεύεται ότι αιτία της τρέλας του Άμλετ είναι η αγάπη του για την Οφηλία, την κόρη του. Ωστόσο, σε μια συνάντησή τους, όπου παρακολουθούνται, ο Άμλετ δε δείχνει να αγαπά την Οφηλία, καθώς της λέει να κλειστεί σε μοναστήρι.

Ο Άμλετ σχεδιάζει να ανεβάσει μια παράσταση που θα παρουσιάζει το φόνο του πατέρα του, σκοπεύοντας να ξεσκεπάσει τον Κλαύδιο. Κατά τη διάρκεια του έργου, ο Κλαύδιος αποχωρεί. Την κίνηση παρατηρεί ο Οράτιος, έμπιστος φίλος του Άμλετ κι ο Άμλετ αποφασίζει να εκδικηθεί για το θάνατο του πατέρα του. Ετοιμάζεται να σκοτώσει τον Κλαύδιο, αλλά τον βρίσκει να προσεύχεται και σκέφτεται ότι αν τον σκοτώσει εκείνη τη στιγμή, ο Κλαύδιος θα πάει στον Παράδεισο, κάτι που δεν του αξίζει. Ωστόσο, όταν ο Άμλετ φεύγει, ο Κλαύδιος αποκαλύπτει ότι δεν προσευχόταν με πολλή ευλάβεια για κάτι.

Ο Άμλετ πηγαίνει να αντιμετωπίσει τη μητέρα του. Ακούγοντας ένα θόρυβο πίσω από μια κουρτίνα, τείνει το σπαθί του και κατά λάθος σκοτώνει τον Πολώνιο, που κρυφάκουγε. Φοβούμενος για την ασφάλειά του, ο Κλαύδιος στέλνει στην Αγγλία τον Άμλετ και μαζί τους Ρόζεγκραντζ και Γκιλντεστέρν, με εντολή να τον σκοτώσουν. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ο Άμλετ ανακαλύπτει την δολοπλοκία και οδηγεί στο θάνατο τους δύο επίδοξους δολοφόνους του. Το πλοίο τους πέφτει στα χέρια πειρατών αλλά ο Άμλετ πληρώνοντας λύτρα, τελικά αφήνεται ελεύθερος.

Γεμάτη θλίψη, η Οφηλία τρελαίνεται και πνίγεται σε ένα ποτάμι. Από τη Γαλλία επιστρέφει γεμάτος οργή ο Λαέρτης, γιος του Πολώνιου κι αδερφός της Οφηλίας. Ο Κλαύδιος πείθει το Λαέρτη ότι ο Άμλετ είναι υπεύθυνος για το θάνατο του Πολώνιου και, με την επιστροφή του Άμλετ στη Δανία, στοιχηματίζει ότι ο Άμλετ μπορεί να νικήσει στη μάχη το Λαέρτη. Η μάχη όμως είναι στημένη: το σπαθί του Λαέρτη έχει δηλητήριο, όπως και το κρασί στο ποτήρι του Άμλετ.

Κατά τη διάρκεια της μάχης, η Γερτρούδη πίνει από το δηλητηριασμένο κρασί και πεθαίνει. Ο Λαέρτης καταφέρνει να τραυματίσει τον Άμλετ, αλλά λαβώνεται από τον ίδιο. Προτού ξεψυχήσει, αποκαλύπτει το σχέδιο δολοφονίας του Κλαύδιου εναντίον του Άμλετ. Ο Άμλετ, λίγο πριν αφήσει την τελευταία του πνοή από το δηλητήριο, καταφέρνει να σκοτώσει τον Κλαύδιο. Στη σκηνή καταφθάνει ο Φόρτινμπρας, ένας Νορβηγός φιλόδοξος πρίγκιπας που έρχεται εναντίον της Δανίας με το στρατό του. Ο Οράτιος αφηγείται όσα έχουν συμβεί κι ο Φόρτινμπρας διατάζει να αποδοθούν τιμές στο νεκρό Άμλετ.

 

[1]               Στέφανος Κακλαμάνης, «Γεώργιος Xορτάτσης (1550-1610 περ.). Η ζωή και το έργο του», ΔΙΑΒΑΖΩ, τεύχος 27 (Ιανουάριος 1980), σσ. 54-65.

[2]               Γεώργιος Χορτάτσης. Ο Πατέρας του Νεοελληνικού Θεάτρου, αφιέρωμα του ενθέτου «Επτά Ημέρες» της εφ. Καθημερινή, 3 Δεκεμβρίου 2000.

[3]                Οι ημερομηνίες είναι σύμφωνες με το Ιουλιανό ημερολόγιο το οποίο χρησιμοποιείτο στην Αγγλία καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του Σαίξπηρ. Σύμφωνα με το Γρηγοριανό ημερολόγιο το οποίο υιοθετήθηκε από τις Καθολικές χώρες το 1582, ο Σαίξπηρ πέθανε στις 3 Μαΐου.

[4]               Stephen Greenblatt, “Will in the World: How Shakespeare Became Shakespeare” σ. 11, Λονδίνο: Pimlico (2005).

[5]               David Bevington, “Σαίξπηρ” σσ.1-3, Οξφόρδη: Blackwell (2002).

[6]               Stanley Wells, “Shakespeare: A Life in Drama” σελ.399, Νέα Υόρκη: W. W. Norton (1997).

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα