τῆς Μαρίας Κορνάρου
Πέρασε ὁ καιρός, πέρασαν μέτρα καὶ μέτρα,καὶ τὸ μόνο βέβαιο εἶναι ὅτι πάψαμε νὰ ἐλπίζουμε σὲ μία κανονικότητα. Τὸ κυριότερο, δὲν πρόκειται νὰ ὑπάρξει ξανὰ «κανονικότητα» ὅπως τὴν ἐννοοῦμε, νὰ γυρίσουμε δηλαδὴ σὲ κάποιο φανταστικὸ τόπο ὅπου ποτὲ δὲ χρειάστηκε νὰ ἔρθουμε σὲ ἀντιπαράθεση, ὡς Χριστιανοί, μὲ τὴν κυβέρνησή μας καὶ τὸ κοινωνικὸ σύνολο. Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ὁρίσει νὰ ἀνεμίζει ἔξω ἀπὸ τοὺς ναοὺς ἡ σημαία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, γιὰ νὰ θυμίζει τὶς ρίζες μας. Ἂς μὴν ὀνειρευόμαστε ὅμως ὅτι μποροῦμε νὰ ἀποκληθοῦμε ὡς λαὸς συνεχιστὲς τοῦ Βυζαντίου, γιατὶ φαίνεται πῶς εἴμαστε οἱ λίγοι ποὺ μένουμε πίσω, καθῶς τὸ κράτος καὶ ὁ πολὺς λαὸς προχωροῦν σὲ ἕνα ἄγνωστο, μὰθελτικὸ γιὰ ἐκείνους, μέλλον. Ἴσως τὸ μόνο ποὺ ἔμεινε ἀπὸ τὸ Βυζάντιο εἶναι χωμένο σὲ γωνιὲς καὶ τρῦπες τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ δὲν τὶς εἶδε ὁ ἥλιος τῆς ἀσεβούς μας ἐποχῆς καὶ γλίτωσαν ἀπὸ τὴν παρακμή της. Νὰ παραδειγματιστοῦμε ἀπ’το σθένος τῶν ἁγίων, νὰ μὴν παρασυρθοῦμε καὶ ἑμεῖς.
Ὅταν θὰ ἐπιστρέψουμε στὶς λατρευτικὲς μὰς συνήθειες ὅπως τὶς γνωρίζαμε, νὰ μὴν ξεχάσουμε αὐτὲς τὶς μέρες,ἀλλὰ νὰ τὶς κρατήσουμε σὰ φυλαχτό. Ἀλήθεια, εἶναι μεγάλο δῶρο ἀπ’τὸ Θεό, καὶ μεγάλο ταρακούνημα. Πρέπει νὰ γνωρίζουμε ποὺ βρισκόμαστε. Πρέπει νὰ θυμόμαστε, ὅτι δὲν ἔχουμε φτάσει στὸν προορισμό μας. Δὲ βρισκόμαστε στὸν τόπο τῆς ἀναπαύσεως καὶ τῆς τρυφῆς ἀκόμη. Τώρα εἴμαστεστὸ πεδίο τῆς μάχης.Ὁ σημερινὸς παπὰς τῆς κάθε ἐνορίας, ποὺ ἀγωνίζεται πῶς θὰ ἐξυπηρετήσει τὸ ποίμνιο, πῶς θὰ λειτουργήσει καὶ θὰ κοινωνήσει ὅσο περισσότερους ἀνθρώπους χωρὶς νὰ ὑπάρξει πρόβλημα μὲ τὴν ἀστυνομία, μετέχει κι αὐτὸς στοὺς ἀγῶνες τόσων Χριστιανῶν, ποὺ χθὲς καὶ σήμερα ζοῦν σὲ τόπο ἀφιλόξενο, τόπο ποὺ δὲν ἀγαπᾶ τὸ Θεό. Καὶ πρέπει ἐκείνοι νὰ στηριχθοῦν στὸ ἔλεός Του καὶ νὰ τὰ βγάλουν πέρα κάπως Βλέπουμε τὴν λεγόμενη «Φαναριώτικη διπλωματία» νὰ ἐπιστρέφει ἐνίοτε στοὺς ἐλιγμοὺς τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι σὲ μία ἀρνητικὴ πρὸς τὸ ἔργο τῆς κυβέρνηση, βλέπουμε καὶ τὸ θάρρος τῶν πιστῶν ποὺ ἐξακολουθοῦν καὶ ἐπιμένουν νὰ πιστεύουν, παρὰ τὶς συνθῆκες καὶ τὶς ἀπειλές τοῦ νόμου. Θυμόμαστε, τότε, ὅτι τὰ διακόσια χρόνια κράτους ποὺ γιορτάζουμε φέτος δὲν ἔφεραν τὴ λευτεριὰ στοὺς Χριστιανούς. Εἴμαστε ἀκόμη σὲ ἕνα ἀφιλόξενο μέρος.
Κόσμος λέγεται τὸ ἀφιλόξενο μέρος ὅπου ἑμεῖς ἀγωνιζόμαστε καὶ στενάζουμε καὶ περιμένουμε. Καὶ πάντοτε θὰ εἶναι ἀφιλόξενο. Δὲ θὰ ἔρθει ἐδῶ ἡ λευτεριὰ γιὰ τοὺς Χριστιανούς, μόνο ἐὰν πάψουν νὰ εἶναι Χριστιανοί. Παύουμε νὰ εἴμαστε ἀληθινὰ Χριστιανοὶ ὅταν ζητοῦμε ἀνάπαυση στὸ τώρα, σὲ μία ἐπιφανειακὰ Χριστιανικὴ ἢ ὑποκριτικὰ «ἀνεκτικὴ» κοινωνία. Ἀντίθετα, ὅταν θυμόμαστε τοὺς λόγους τῆς Γραφῆς, ὅτι «οὐγὰρ ἔχομενὧδεμένουσανπόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν», τότε ἀντὶνὰ φοβόμαστε ἑμεῖς τὸν κόσμο, μὰς φοβᾶται ἐκεῖνος! Ὁ Ρουσσὦ, ὁ ἰδεολογικὸς πατέρας τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, δὲν ἦταν ἄθεος, ὅμως θεωροῦσε ὅτι οἱ Χριστιανοὶ εἶναι ἐπικίνδυνοι γιὰ τὸ κράτος, ἐξαιτίας τῆς «διπλῆς ἐθνικότητας» ποὺ ἔχουν, ἀφενὸς πολίτες τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἀφετέρου πολίτες τοῦ κράτους. Αὐτὸ εἶναι ποὺ φοβούνταν καὶ στὴν ἐποχὴ τῆς πρώτης διαδόσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ, ποὺ ἄλλαζε τὰ δεδομένα τῆς εἰδωλολατρικῆς κοινωνίας μὲ τρόπο ἐπαναστατικό. Ἀλλὰ ἀκόμη καὶ στὶς Χριστιανικὲς αὐτοκρατορίες, ἡ ἐξουσία φοβόταν τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ εἶναι «πολὺ» Χριστιανοί, ποὺ ζητοῦν νὰ ἐφαρμόσουν τὸ Εὐαγγέλιο στὴ ζωή τους, ἰδίως ὅταν ἐκείνοι βρίσκονταν σὲ ὑψηλὲς ἐκκλησιαστικὲς θέσεις. Βέβαια, καὶ στὴν Τουρκοκρατία, ὁ Χριστιανισμὸς ἔπρεπε νὰ περιοριστεῖ γιὰ τὴν διασφάλιση τῆς ἐξουσίας, γιατὶ ἦταν τόσο δυνατὸ τὸ μήνυμά του, ποὺ ἀκόμη καὶ σήμερα ἡ Τουρκικὴ ἐξουσία τὸν φοβᾶται καὶ ζητᾶ νὰ τὸν ἀφανίσει ἀπὸ τὰ ἐδάφη της. Σὲ ὅλους τοὺς τόπους καὶ σὲ ὅλες τὶς ἐποχές, ὁ κόσμος ζητᾶ νὰ δέσει τὴν Ἐκκλησία μὲ λουρὶ γιὰ νὰ μὴν τοῦ φύγει, ἐκείνη ὅμως πορεύεται σὲ οὐράνιες ὀδοὺς, ἐκεῖ ὅπου κανεὶς δὲν φτάνει γιὰ νὰ τὴν περιορίσει.
Ὁ ἀληθὴς Χριστιανισμὸς ὁμολογεῖ τὴ γελοιότητα τῶν κοσμικῶν πραγμάτων καὶ φιλοδοξιῶν, ἀποδεικνύει τὴν ὑπεροχὴ τοῦ Εὐαγγελικοῦ μηνύματος ἀνὰ τοὺςαἰῶνες. Ἡ Ἐκκλησία πολεμουμένη νικᾶ. Νικᾶ μέσα ἀπὸ τοὺς πιστούς της, μέσα ἀπὸ τὸν εὐσεβὴ λαὸ ποὺ δίνει τὴν ὑψηλότερη μαρτυρία γιὰ τῆν οὐράνια Πατρίδα του, ἀκόμη κι ἂν εἶναι ἐξόριστος στὴν προσωρινή.