ΟΛΟΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΤΕΛΙΚΑ ΜΙΑ ΚΑΘΑΡΗ ΔΕΥΤΕΡΑ

 Κεσελόπουλου Γιώργου

Υπάρχουν κάποιες μέρες στο χρόνο που τις βιώνουμε με τον ίδιο σχεδόν πάντοτε τρόπο. Την 1η του Μάη θα πάμε στην εξοχή να φτιάξουμε το στεφανάκι, να φάμε κανένα παϊδάκι που δεν προλάβαμε να φάμε το Πάσχα και έτσι να ρίξουμε μια γροθιά στο κατεστημένο και στο κεφάλαιο. Την Τσικνοπέμπτη θα πρέπει να βρούμε τραπέζι σε μια ταβέρνα να φάμε και να πιούμε μέχρι αηδίας, ώστε κορεσμένοι από το πολύ φαΐ να το σιχαθούμε και να αρχίσουμε λίγο μετά τη νηστεία. Στις 27 Οκτωβρίου, τουλάχιστον οι Θεσσαλονικείς, θα πρέπει να πάνε να δούνε τη μαθητική παρέλαση και αφού σχολιάσουν στον καθιερωμένο καφέ-μπουγάτσα, που έπεται, πόσα εκατοστά κόντυνε η φούστα των μαθητριών αυτή τη χρονιά, θα περάσουν και από τον Αϊ Δημήτρη για ένα κεράκι. Σε κάποιους φίλους όλες αυτές οι γιορτές στο τέλος, αντί να σπάνε την καθημερινότητα, καταντάνε ρουτίνα. Εγώ όμως θα σταθώ σε μια γιορτή που πραγματικά δεν μπορείς να ξέρεις ποτέ πώς θα καταλήξει.

Ο λόγος για την Καθαρά Δευτέρα, όπου η αργία η σχολική πάντα μας δίνει το περιθώριο να βρεθούμε σε κάποια εξοχή μακρινή ή κοντινή σε σχέση με την πόλη, να φάμε τη λαγάνα και τέλος να υποστούμε την οδυνηρή επιστροφή με το ατελείωτο μποτιλιάρισμα. Όμως το κύριο γεγονός που χαρακτηρίζει το τελετουργικό της ημέρας είναι το πέταγμα του χαρταετού, για τον οποίο ποτέ δεν είμαστε σίγουροι αν θα πετάξει ή όχι. Παρά την πρόοδο της επιστήμης και παρόλο που διαρκώς ξεπροβάλλουν νέα όλο και πιο αεροδυναμικά μοντέλα το ποθούμενο αποτέλεσμα, δηλαδή το πέταγμα του αετού, ποτέ δεν είναι δεδομένο, γιατί αυτό εξαρτάται από την ύπαρξη ή μη ανέμου που θα το ευνοεί.

Υπάρχουν πολλών ειδών χαρταετοί σε πολλά σχήματα και χρώματα. Όπως και υπάρχουν πολλών ειδών καλούμπες. Επίσης ο καθένας μπορεί να μετριάσει το μέγεθος της ουράς τους και των σκουλαρικιών τους, να φτιάξει τη ζύγια ίσια ή λίγο στραβά. Εγώ προσωπικά γοητεύομαι με αυτούς που τους φτιάχνουν μόνοι τους μερακλίδικα και δεν καταφεύγουν στη λύση του πολυκαταστήματος, του γύφτου (χωρίς ρατσιστικά υπονοούμενα για τη συμπαθή σε εμένα φυλή) ή του τσάμπα (μοιρασμένου ανά τετραετία, όταν πρόκειται να έχουμε δημοτικές εκλογές και ο δήμαρχος θέλει να δείξει ότι φροντίζει τους πολίτες του). Το γεγονός είναι ότι ο καθένας, άσχετα πώς, μπορεί να γίνει κάτοχος ενός χαρταετού, φανερώνει πως όλοι μπορούν να συμμετάσχουν στο πανηγύρι …..

Όμως ο χαρταετός είναι το μέσον· αυτό που αρχικά έχει σημασία είναι η διάθεσή μας, αφού ο καθένας μας είναι μια ξεχωριστή ύπαρξη. Για να μπορέσω να αναλύσω το φαινόμενο, θα αναγκαστώ να ομαδοποιήσω σε διάφορα σύνολα τους ανθρώπους, παρουσιάζοντας την τυπολογία των «πεταετούρων».

Πρώτα θα ξεκινήσω από αυτή την κατηγορία ανθρώπων, οι οποίοι θεωρούν δυστυχία και ρουτίνα τη συμμετοχή τους στο γεγονός. Έτσι το απαξιώνουν προσπαθώντας να πείσουν τον εαυτό τους και τους άλλους ότι και αυτό είναι μια ρουτίνα. [Στο περίφημο ρητό «ή στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε» είναι αυτοί που αρμενίζουν στραβά αλλά σου λένε πως είναι στραβός ο γιαλός]. Οι δυστυχείς αρνούνται την πραγματικότητα συνήθως λόγω ενός τεράστιου εγωισμού που τους βάζει στο «τρυπάκι» να θέλουν να ξεχωρίζουν από τους άλλους και δεν μπορούν να χαρούν την αλήθεια της ζωής.

Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτή των τεμπέληδών υποχόνδριων, που ενώ θέλουν να σπάσουν την καθημερινότητα, η ακηδία δεν τους αφήνει να φύγουν από το σπίτι. Γνωστοί και ως καναπεδάκηδες επαναπαύονται στην «ασφάλεια» του σπιτιού τους βρίσκοντας ένα σωρό δικαιολογίες για την πράξη ή καλύτερα την απραξία τους κατηγορώντας παράλληλα όλους τους άλλους που αποφάσισαν να ζήσουν τη γιορτή. Θεωρούν μιζέρια την προσπάθεια των άλλων ανθρώπων να πετάξουν τον χαρταετό τους, αφού για αυτό τον σκοπό θα πρέπει να ταλαιπωρηθούν. Τελικά το μόνο πράγμα που είναι πραγματικά μίζερο είναι ο ίδιος τους ο εαυτός που τα βλέπει όλα μίζερα.

Αυτούς μπορούμε να τους χωρίσουμε σε δύο μεγάλες κατηγορίες που τελικά βρίσκονται κάτω από τον ίδιο παρονομαστή. Η πρώτη είναι η «λαϊκή» παράταξη, δηλαδή αυτή που από το πρωί θα βάλει τα άθλιας αισθητικής πρωινάδικα, τα οποία συνήθως θα επιλέξουν να κάνουν ένα εξωτερικό γύρισμα εκείνη την ημέρα, θα δει επίσης από την τηλεόραση να λένε πού πετάχτηκε πιο ψηλά ο αετός, και τέλος θα καταλήξει στις βραδινές ειδήσεις που αναφέρουν πόσοι νεκροί υπάρχουν από τα τροχαία για να λένε ανακουφισμένοι με ύφος σοφού και γνωστικού στον εαυτό τους: «Μπράβο την γλίτωσες».

Από την άλλη υπάρχει η παράταξη των «κουλτουριάρηδων». Είναι αυτή η κατηγορία ανθρώπων που μπορεί να έχει στολίσει το σπίτι με λουλούδια, να έχει κρεμάσει ένα χαρταετό στον τοίχο, ενώ τέλος δεν θα φάει στο τραπέζι κανονικά αλλά θα κάνει πικ-νίκ στο χαλί του σαλονιού. Και στις δύο περιπτώσεις θα έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα· κανένας δεν θα έχει ζήσει πραγματικά το γεγονός. Έτσι θα ζουν πεθαμένοι στον ψεύτικο κόσμο που είτε αυτοί κατασκευάζουν είτε αφήνουν να τους τον κατασκευάσουν άλλοι.

Στη μικρή αυτή δειγματοληπτική τυπολογική παρουσίαση που επιχειρώ, τελευταία κατηγορία ανθρώπων οι οποίοι εντάσσονται στο ευρύτερο σύνολο των «δε συμμετέχω στη γιορτή», άφησα αυτούς που αυτό-ονομάζονται «πνευματικοί». Αυτή η ομάδα ανθρώπων δεν αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο κομμάτι του σύγχρονου νεοελληνικού γίγνεσθαι, αλλά αποτελεί τη μεγαλύτερη μερίδα ανθρώπων με τους οποίους συναναστρέφομαι καθημερινά και κατά καιρούς ίσως ταυτίζομαι ή με ταυτίζουν. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που από τους πολλούς ονομάζονται θεούσοι – θρήσκοι και από τους νεορθόδοξους οργανωσιακοί ή ευσεβιστές. Με δικαιολογία την αρχή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής κλίνονται στον κόσμο τους και ζουν σαν βαμπίρ. Κακιωμένοι που οι άλλοι χαίρονται ενώ αυτοί «αγωνίζονται», δηλαδή καταπιέζονται, κατακρίνουν (θεολογικός όρος για να πεις κατηγορούν) τους άλλους λέγοντας ότι δεν κατανοούν την πνευματική διάσταση της εορτής και ζουν κοσμικά. Σκυθρωποί λόγω της εξάντλησης που τους προκαλούν οι λίγες ώρες νηστείας, που έχει μόλις ξεκινήσει, είναι έξω πραγματικά από κάθε αληθινή επαφή και με τον κόσμο και με τον Θεό, ο οποίος και σαφώς δεν διδάσκει μια τέτοια στάση.

Αυτοί όμως είναι μεγάλοι άνθρωποι και έχουν κάνει τις επιλογές τους. Αυτά που λυπάμαι πραγματικά είναι τα παιδάκια τους, που χωρίς να είναι επιλογή τους τα αναγκάζουν τελικά να μείνουν κλεισμένα και αποκομμένα από τη ζωή. Όταν τελικά τους δοθεί η δυνατότητα να ξεφύγουν από την γυάλα που είναι κλεισμένα και κληθούν να κολυμπήσουν στον ωκεανό της κοινωνίας πέφτουν με ευκολία σε κάθε παγίδα θεωρώντας την ως κάτι το μαγευτικό.

Τέλος υπάρχουν αυτοί που με τον χαρταετό τους ξεκινάνε το ταξίδι. Φτάνοντας στον προορισμό τους ξεκινάει όλο το τελετουργικό του υψώματός του. Να ζυγίσουν σωστά την ζύγια να ορίσουν το μέγεθος της ουράς και τέλος να βρουν την κατάλληλη γωνία, ώστε ο άνεμος να τους βοηθήσει για να σηκωθεί ο αετός. Για τους τελευταίους δεν θα ξεκινήσω να αναλύω κατηγορίες, αλλά η σημειολογία μου θα στραφεί σε κάποιες λεπτομέρειες που δίνουν ιδιαίτερο χρώμα σε κάθε περίπτωση.

Η πρώτη είναι αυτοί που πετάνε τον αετό τους μόνοι τους, έργο που είναι σίγουρα δυσκολότερο, αφού η βοήθεια κάποιου δεύτερου συνταξιδιώτη πάντα είναι χρήσιμη. Η δεύτερη είναι αυτή των πατεράδων ειδημόνων, που ξέρουν τα πάντα και κάνουν τα πάντα για τα παιδιά τους, όμως πολλές φορές επειδή αυτοί ξέρουν και τα παιδιά τους όχι στο τέλος δεν τα αφήνουν να χαρούν ποτέ και χαίρονται μόνοι τους. Τέλος θα σταθώ στα αθώα παιδιά, τα οποία αν και κορεσμένα από την πληθώρα των παιχνιδιών που τους παρέχεται, παρόλα αυτά ο χαρταετός ακόμα τα γοητεύει, γιατί πάντα υπάρχει το στοιχείο της έκπληξης, αφού ποτέ δεν υπάρχει βεβαιότητα για το αν θα σηκωθεί ή όχι. Οι δικές μας δυνάμεις δεν αρκούν. Η χαρά του πετάγματος για τα παιδιά δεν έχει τον κομπασμό του μπαμπά, αλλά είναι γνήσια, αυθόρμητη, άδολη είναι μια δοξολογική χαρά είναι ευχαριστία προς το γεγονός.

Το κείμενο που σας παρουσίασα είναι σαφώς συμβολικό. Ο χαρταετός συμβολίζει την ύπαρξη του καθενός μας και τις δυνατότητές του. Όλοι μπορούν να γίνουν κάτοχοι ενός, αφού μπορούν να τον φτιάξουν με πολύ φτηνά υλικά· αυτό σημαίνει πως όλοι έχουμε δικαίωμα στη ζωή. Εάν ο χαρταετός είναι πολύχρωμος ή μονόχρωμος μεγάλος ή μικρός εάν έχει μεγάλη ή μικρή ουρά ή μεγάλη η μικρή καλούμπα, αεροδυναμικό σχήμα ή μη, φανερώνει την διαφορετικότητα της κάθε ύπαρξης, δηλαδή τις αισθητικές, τις τεχνικές, τις διανοητικές και εν γένει τις ψυχοσωματικές αρετές μας, Όλα αυτά είναι δείκτες αλλά και προϋποθέσεις που έχουμε για να φτάσουμε ψηλά, τις οποίες εμείς καλούμαστε να ρυθμίζουμε. Έτσι αν θέλουμε να πάμε πολύ ψηλά χωρίς να έχουμε μεγάλη καλούμπα είναι αδύνατον ή αν βάλουμε μια τεράστια ουρά, ώστε ο αετός μας να μπορεί να σταθεί σε μεγάλο ύψος, υπάρχει ο κίνδυνος λόγω του βάρους του να μην μπορεί να σηκωθεί. Αυτό σημαίνει ότι πολλές φορές υπερεκτιμάμε τις δυνατότητές μας ή δεν υπολογίζουμε καλά τις συνθήκες της ζωής.

Αυτό όμως που έχει σημασία είναι η διάθεση του καθενός για να σηκωθεί προς τον ουρανό και να πετάξει, γεγονός που φανερώνεται από την ετυμολογική ανάλυση του ονόματος πού φέρουμε ως είδος στον πλανήτη Γη. Κατά μία εξήγηση η λέξη άνθρωπος είναι σύνθετη και παράγεται από το μόριο άνω και το ρήμα «θρώσκω» και σημαίνει αυτός που μπορεί να κοιτάει ψηλά. Ο άνθρωπος έχει πνεύμα ζων, όπως όλα τα ζώα άλλωστε· επιπλέον έχει νου και λόγο, στοιχεία που τον διακρίνουν από αυτά. Έτσι καλείται ελεύθερα να εκμεταλλευτεί τα δώρα του και να ξεκινήσει το ταξίδι του. Το ότι κοιτάει ψηλά δεν σημαίνει ότι από μόνος του μπορεί και να πετάξει. Όμως καλείται να αγωνιστεί με τις δυνάμεις που έχει για αυτό.

Το γαλάζιο του ουρανού καθώς και το φώς θέλγει και χαροποιεί τον άνθρωπο, ο οποίος θέλει όσο μπορεί να το οικειοποιηθεί, σχεδόν να ταυτιστεί μαζί του. Αυτό που πρέπει ο άνθρωπος να προσέξει είναι να μην μείνει επαναπαυμένος στα ψεύτικα φώτα. Εάν δεν βγούμε από την ψεύτικη ασφάλεια του εαυτού μας και του σπιτιού μας, αν δεν ξεκινήσουμε το ταξίδι δεν πρόκειται ποτέ να βιώσουμε το μεγαλείο αυτής της πτήσης. Αυτό το πράγμα βέβαια εκτός από θάρρος θέλει και κόπο που στις μέρες μας ο κόσμος τον φοβάται.

Οι συνθήκες του ταξιδιού επίσης παραμένουν ο αστάθμητος παράγοντας. Ο αέρας πολλές φορές μπορεί να δυσκολεύει το πέταγμα. Το χειρότερο από όλα είναι η υγρασία και οι κεραυνοί που μπορεί να καταστρέψουν τα πάντα. Να τα καταφέρει κάποιος μόνος του είναι πολύ δύσκολο, γι’ αυτό μια καλή παρέα πάντα βοηθάει, ενώ η χαρά του αποτελέσματος μοιρασμένη με τους άλλους πολλαπλασιάζεται. Δυσκολίες πάντα θα υπάρχουν. Πολλές φορές μπορεί κανείς να νομίζει ότι δεν υπάρχει καν ουρανός. Όμως όταν υπάρχει θέληση και καλή διάθεση όλα ξεπερνιούνται.

Αυτό που θέλω να τονίσω είναι πως το ταξίδι δεν είναι και ο σκοπός, το τέλος. Αλλά και χωρίς το ταξίδι είναι αδύνατον να φτάσεις κάπου. Όταν ο μεγάλος Αλεξανδρινός έγραφε την «Ιθάκη» του, προσπαθούσε να μιλήσει για την ομορφιά του ταξιδιού, ώστε να παρακινήσει τους αναγνώστες του να ταξιδέψουν άφοβα. Όμως ο προορισμός, είτε κάποιος τον φτάσει είτε όχι είναι κάτι το υπαρκτό. Η Ιθάκη δεν είναι η Ατλαντίδα, είναι ένα νησί του Ιονίου, το οποίο έχει μετά το ομηρικό ταξίδι του Οδυσσέα προσλάβει και ένα συμβολικό χαρακτήρα. Όμως είτε έτσι είτε αλλιώς η Ιθάκη είναι αληθινή, η Ιθάκη είναι αλήθεια δεν είναι φαντασία.

Οι πτήσεις του καθενός μπορεί να είναι μακράς διάρκειας ψηλές ή χαμηλές. Κάποιοι σαν τον Οδυσσέα μπορεί να είχαν την Ιθάκη εξ αρχής δοσμένη, όμως πάντα πρέπει να αγωνιστείς για να μην την χάσεις ή να την ξανακατακτήσεις, γιατί μόνο τότε την έχεις πραγματικά. Το τέλος ποτέ δεν είναι δεδομένο. Το θέμα είναι να είμαστε έτοιμοι, όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για να πετάξουμε. Όποιος το προσπάθησε αυτό φιλότιμα, ακόμα και αν έχει κάποιο κατασκευαστικό ελάττωμα, είναι σίγουρο, πως έστω και με την βοήθεια κάποιου πελαργού θα ταξιδέψει.

Καλή Σαρακοστή και μην φοβάστε, αλλά αγωνιστείτε με χαρά. Αυτός νίκησε και για εμάς όλες τις δυσκολίες. Κατέβηκε στον άδη και από εκεί μπόρεσε να πετάξει για όλους μας μέχρι το ταβάνι του Ουρανού.

Αν και Καθαρά Δευτέρα, πάλι Χριστός Ανέστη!

Με δύο άλφα

Και ένα μεγάλο Ο

Μπορώ να αγαπώ

 

Με δύο άλφα

κ’ ένα όμικρον διπλό

πάλι αγαπώ

 

Άλφα Ωμέγα

Αρχή και Τέλος Χριστός

Πάντα αγαπώ

 

Α! Ω! έκπληξη

Αγάπη του Χριστού

Ατελείωτη!