ΚΙΝΔΥΝΕΥΟΥΜΕ ΑΠΟ ΑΚΗΔΙΑ

KRISHΑρχιμ. Κωνσταντίνος Παπανικολάου

“Ενύσταξεν η ψυχή μου από ακηδίας”, έλεγε, με έκδηλη θλίψη ο Δαυίδ, πριν χιλιάδες χρόνια. Παραπονιόταν δηλαδή γι’ αυτό που διαπιστώνουμε και στην δική μας ζωής. Καταλήγουμε σε κατάσταση ακηδίας. Σε τέλμα. Σε πλήρη αδιαφορία για ό,τι έπρεπε να είναι η φροντίδα μας.

Και να μην χτυπιόμαστε σε όλη μας τη ζωή; Να μην ματώνουμε καθημερινά, για να κερδίσουμε περισσότερα χρήματα, ανέσεις για μας και τις οικογένειες μας, καλύτερες συνθήκες εργασίας, καλύτερες σχέσεις με τους ανθρώπους που αγαπάμε; Και τι μένει σταθερό από αυτούς τους αγώνες;

Μεγαλώνοντας μεγαλώνουν και οι ασθένειες που μας καταβάλλουν. Ψυχοσωματικές, λένε πλέον οι γιατροί, χωρίς όμως να διαθέτουν την θεραπεία που θα με έκανε να μην στρατεύομαι, να συγκεντρώνομαι στην επιλογή σωστής διατροφής και να περιορίζω έτσι τις πιθανότητες καρκίνου, καρδιακών, εγκεφαλικών, πτώσης του ανοσοποιητικού συστήματος, υπερκατανάλωσης τοξικών φαρμάκων κ.ο.κ.

Και οι άνθρωποι που αγαπάμε κουράζονται. Μια τα δικά τους αδιέξοδα, μια οι δικές μας καταπιέσεις, απαιτήσεις, κάποτε και υστερίες, τους απομακρύνουν από κοντά μας μέχρι που ξεθωριάζουν, για να τους διαδεχτεί μια ακόμη αδιέξοδη σχέση. Όσο πάλι μένουν κοντά μας από κοινωνική υποχρέωση, ή από προσωπική ιδιοτέλεια (σύζυγοι, παιδιά, υπάλληλοι…), είναι στην πραγματικότητα πολύ μακριά μας, εάν δεν παραμένουν κιόλας να τους αδειάσουμε, ή να μας αδειάσουν την γωνιά.

Μετά από όλα αυτά, είναι να μην πέφτει ο ταλαιπωρημένος άνθρωπος σε ακηδία; Που να βρει ενδιαφέρον για τη ζωή; Στις αρρώστιες, στις καταστραμμένες σχέσεις, στην ανυπόφορη μοναξιά, ή στο αδιέξοδο της νυχτερινής ζωής και των εφήμερων σχέσεων που τελειώνουν πριν αρχίσουν, ή ακόμα των ταξιδιών που διαισθάνεσαι ότι δεν θα αλλάξουν γιατί “τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες – που τόσο πολύ θέλεις να τους ξεφύγεις – τους κουβανείς εντός σου”…

Ακηδία λοιπόν. Η διάθεση για ζωή πέφτει, το βιολογικό σύστημα ξεκουρδίζεται και η ψυχή σου «νυστάζει». Δεν θέλεις να το παραδεχτείς ότι η νύστα αυτή σου καλλιεργεί νοσταλγία για τον θάνατο, που κατά τα άλλα τρομάζει, αν και το αναφέρεις ξεκάθαρα σε γνωστούς και φίλους· «κάνουμε – λες – τούτο ή το άλλο, για να περάσει η ώρα». Τι άλλο σημαίνει να περάσει η ώρα», από το να κυλήσει γρήγορα ο χρόνος της ζωής και να φτάσουμε στον θάνατο;

Και να ήταν μόνο αυτό; Τη στιγμή που κάνουμε κάτι, έτσι για να περάσει η ώρα, βιώνουμε θάνατο. Η ζωή προϋποθέτει ζωηρό ενδιαφέρον που φέρνει ευχαρίστηση και ανανέωση της δύναμης για επιβίωση. Το λάθρα βιούν ισοδυναμεί με θάνατο, αφού δεν είναι καθαρή ζωή. Που υπάρχει Ζωή; Δεν χρειάζεται να το γράψουμε εμείς. Διαβάστε Ιωάν. 8, 12-13 και 31-33. Μέσα σε έξι αράδες θα βρείτε ό,τι χρειάζεται.

Όσιος Ιωσήφ της Όπτινα

“Μπάτιουσκα, μ’ έχει καταλάβει η ακηδία. Το ξέρω πως δεν είναι καλό αλλά δεν μπορώ να το ξεπεράσω. Εκείνος μου αποκρίθηκε: -Στο Ευαγγέλιο αναφέρεται πως “Βιασταί αρπάζουσι την βασιλείαν του Θεού” (Ματθ. ια’ 12). Γι’ αυτό πρέπει να βιάζουμε τον εαυτό μας πάντα. Πρέπει να κόβουμε τα πάθη μας στην αρχή, όταν είναι ακόμα μικρά, γιατί μοιάζουν με τα μικρά σκυλάκια που γαυγίζουν. Μόλις τα φοβερίσεις, απομακρύνονται. Αν όμως τ’ αφήσεις να δυναμώσουν και να μπουν μέσα σου, τότε θα σταθούν μπροστά σου σαν λιοντάρια. Δε θα’ χεις την αντοχή να τα πολεμήσεις. – Πού πρέπει να βιάζει κανείς τον εαυτό του, τον ρώτησα, και ποιά πράγματα πρέπει ν’ αποφεύγει; – Στον ύπνο, στο φαγητό, στο ποτό, στη συζήτηση. Περισσότερο πρέπει να προσέχει να μη μιλάει κανείς στην εκκλησία. – Μπάτιουσκα, συνέχισα, μερικές φορές έχω πολύ μεγάλο ζήλο για κάθε καλό, έπειτα όμως με πιάνει αμέλεια και ακηδία και δεν έχω διάθεση να κάνω τίποτα. Κοιμάμαι και τρώω χωρίς όριο. Δε θέλω να προσευχηθώ, αμελώ τον ατομικό μου κανόνα. Τί πρέπει να κάνει κανείς σε τέτοιες περιπτώσεις; -Σ’ αυτές τις περιπτώσεις πρέπει ο άνθρωωπος να βιάζει τον εαυτό του σε κάθε καλό έργο κι ιδιαίτερα στην προσευχή. Εξαρτάται από σένα να πιέσεις τον εαυτό σου να προσεύχεσαι σε καιρούς ακηδίας και αμελείας. Κι όταν έχεις ζήλο για κάθε καλό έργο, να ξέρεις πως αυτό έρχεται από το Θεό. – Μπάτιουσκα, από πού ν’ αρχίσω για να προοδεύσω λίγο στην πνευματική ζωή; Ίσως δε θα πρέπει να βγαίνω έξω χωρίς απόλυτη ανάγκη; – Άκου από πού πρέπει ν’ αρχίσης. Κάθησε στο κελλί σου κι αυτό θα σε διδάξει. Κάνε υπομονή. Θα σ’ ενοχλήσουν λογισμοί φυγής, μη τους δίνεις σημασία. Βλέπεις, όλοι οι άγιοι τον ίδιο δρόμο βάδισαν. Ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης λέει πως όταν φεύγουμε από την εκκλησία, δεν πρέπει να συζητάμε. Αυτό αναφέρεται και στους κανόνες. Εμείς όμως έχουμε διαστρέψει την τάξη της μοναχικής ζωής, τα έχουμε αναποδογυρίσει όλα. (Ο Γέροντας ανάφερε επίσης τα λόγια του γέροντα Λεωνίδα προς μια πνευματική του θυγατέρα: “Πρόσεξε, τρία όπλα έχεις για τον πνευματικό πόλεμο: την ταπείνωση, την υπομονή και την αυτομεμψία. Μ’ αυτά θα πολεμήσεις και θα νικήσεις”) -Μπάτιουσκα, δεν τα πάω καλά με την προσευχή του Ιησού. Το να την λέω παντού και πάντα φαίνεται τόσο απλό πράγμα, αλλά δεν είναι, συνέχεια την ξεχνάω. -Ναι, είναι πολύ απλό πράγμα, αλλά δύσκολο να το εφαρμόσεις. Λες την ευχή μερικές φορές και μετά την ξεχνάς. Την ξαναθυμάσαι, την λες καμιά δεκαριά φορές και μετά ο νους σου πάλι διασκορπίζεται. Σε μια μέρα μπορεί να την έχεις πει μόνο εκατό φορές και να νομίζεις πως έμαθες να προσεύχεσαι. Γι’ αυτό στην αρχή, ώσπου να σου γίνει συνήθεια, είναι καλύτερα να μετράς με το κομποσχοίνι. -Μπάτιουσκα, πόσο θα’ θελα να ’μαι πάντα πρόθυμος στην κλήση μου, επιμελής στην τήρηση των μοναχικών μου όρκων και σ’ όλα τα έργα μου μπροστά στο Θεό. Μερικές φορές η καρδιά μου φαίνεται να φλέγεται από αγάπη για το Θεό και είναι έτοιμη να εκπληρώσει το θέλημα Του. Προτού αποφασίσω καλά όμως ν’ ακολουθήσω μια πνευματική πορεία, ο εχθρός επιτίθεται και λιποψυχώ. Η ψυχή μου θλίβεται για την αμέλεια μου. Ο καιρός περνά. Πότε θα βάλω αρχή, να ζήσω μ’ επιμέλεια; – Μάλιστα, είπε ο Γέροντας. Τί μπορούμε να κάνουμε; Είμαστε πάντα αμελείς στα έργα του Θεού. Κι αυτό όμως είναι θέμα προσευχής. Γνωρίζεις πως ο άγιος Μακάριος ο Μέγας έχει γράψει: “Πρέπει να προσευχόμαστε, να φωνάζουμε χωρίς ντροπή στο Θεό, ώστε να μας ελεήσει και να μας βοηθήσει. Από μόνοι μας, μονάχα με τη δυνάμη μας, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα καλό. Αν όμως προσευχόμαστε συχνά, άν επιμένουμε στην προσευχή κι άν φωνάζουμε στο Θεό, χωρίς ντροπή και με μεγάλη ταπείνωση, ο Θεός θα μας ακούσει.”- Μπάτιουσκα, δόξα τω Θεώ, με τις ευχές σου έχω αρχίσει κάπως να συνηθίζω την προσευχή, άν και εξωτερικά. – Ωραία, είπε ο Γέροντας. Δεν πειράζει που γίνεται μόνο εξωτερικά. Με τη συνεχή τήρηση του ατομικού σου κανόνα, η επιθυμία θα δυναμώσει και θ’ ασχολείσαι με την ευχή και τις υπόλοιπες ώρες. Ο Γέροντας μου’ λεγε επίσης πως την προσευχή του Ιησού πρέπει να την λέμε καθαρά, κι όταν τελειώνουμε μιαν ευχή να κάνουμε στιγμιαία παύση και έπειτα να την ξαναλέμε. Λογισμοί θα ’ρχονται, δε γίνεται αλλιώς. Είναι δουλειά του πονηρού να σπέρνει λογισμούς, για ν’ αποσπά το νους μας από την προσευχή. Τότε όμως είναι ανάγκη να προσευχόμαστε με περισσότερο ζήλο. Κι οι λογισμοι, δηλ. ο ίδιος ο πειρασμός, θα καεί από το όνομα του Ιησού και θ’ αναχωρήσει. Σ’ αυτό το σημείο ο Γέροντας με ξάφνιασε. Ήμουν έτοιμος να τον ρωτήσω κάτι, αλλ’ εκείνος διάβασε τη σκέψη μου και μου είπε:
“Μερικές φορές ο εχθρός μπαίνει στην καρδιά σου και σε πειράζει με μίσος και κατάκριση για τον αδελφό σου”. Αυτό ήταν ό,τι ακριβώς ήθελα να τον ρωτήσω, γιατί ήμουν στενοχωρημένος με κάποιον, αλλ’ ο Γέροντας με πρόλαβε. (Κύριε, με τις ευχές του αγίου πατέρα, φύλαξε με από την απάτη του πονηρού και τον χωρίς επίγνωση ζήλο). -Πολλοί θρηνούν, μου είπε κάποτε ο γέροντας, αλλά όχι γι’ αυτό που πρέπει. Πολλοί στενοχωρούνται, αλλά όχι για τις αμαρτίες τους. Πολλοί φαίνονται ταπεινοί, αλλά δεν είναι. Για να’ ναι αποτελεσματική η προσευχή του Ιησού, ο άνθρωπος πρέπει να συμπεριφέρεται με ταπείνωση σε όλα: στον τρόπο που κοιτάζει, που περπατάει, που ντύνεται.