Θά “πεισθεῖ” ἡ Ἐκκλησία;

Τοῦ Βασιλείου Χ. Στεργιούλη, Θεολόγου

Μπορεῖ ὁ κ. Ν. Φίλης νά ἀποπέμφθηκε ἀπό τό Ὑπουργεῖο Παιδείας ἐξαιτίας τῶν προγραμμάτων τοῦ Θρησκευτικοῦ μαθήματος, ὅμως τά προγράμματα ἐπιβάλλονται. Καί “ὁ χορός καλά κρατεῖ”.

Ἔτσι ἐννοοῦν, φαίνεται, τό διάλογο αὐτοί πού μᾶς διαφεντεύουν. Γιατί πῶς ἀλλιῶς νά ἐξηγηθεῖ τό ὅτι, ἐνῶ διαλέγονται -ὑποτίθεται- μέ τήν Ἐκκλησία, καλοῦν συγχρόνως σέ ἡμερίδα τούς θεολόγους, γιά νά τούς ἐπιμορφώσουν; Καί ἀπειλοῦνται ὅσοι καθηγητές δέν τά ἐφαρμόζουν. Ὅπως χαρακτηριστικά ἀνέφερε ὁμιλητής, σέ σχετική ἡμερίδα “ὅποιος καθηγητής δέν ἐφαρμόζει τό νέο πρόγραμμα ἁπλᾶ φεύγει”!

Τά προγράμματα αὐτά κατά τήν κρίση ἁρμόδιου καθηγητοῦ τῆς Χριστιανικῆς Παιδαγωγικῆς εἶναι “μή ὀρθόδοξα, ἄκρως ἐπικίνδυνα καί ἀκατάλληλα ἀπό παιδαγωγικῆς καί θεολογικῆς πλευρᾶς”. Καί ὅμως ἐπιμένουν στήν ἐπιβολή τους. Προσπαθοῦν νά σταματήσουν  τήν ἀντίδραση τῆς Ἐκκλησίας. Νά τήν  “πείσουν” νά τά ἀποδεχθεῖ. Καί τό ἐρώτημα εἶναι: Θά ἐνδώσει ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας;

Τά νέα προγράμματα ἐκφράζουν τίς ἰδεολογικές ἀγκυλώσεις τῶν ἐμπνευστῶν τους. Κατά τήν ὁμολογία τῶν ἴδιων τῶν συντακτῶν τους «Ἀναπτύχθηκαν μέ βάση τόν κριτικό ρεαλισμό καί στίς μεγαλύτερες τάξεις μέ βάση τόν πραγματισμό τοῦ Dewey καί τῆς κονστρουβιστικῆς προσέγγισης τῆς θρησκευτικῆς ἐκπαίδευσης …» Βασίζονται δηλαδή στίς ἀρχές τοῦ σχετικισμοῦ. Τῆς ἄποψης ὅτι δέν ὑπάρχει ἀλήθεια ἀπόλυτη καί ἀνεξάρτητη ἀπό πρόσωπα, τόπο καί χρόνο καί ὅτι ἡ γνώση τῆς ἀλήθειας εἶναι σχετική καί ὄχι ἀπόλυτη.

Ἡ ὑποκειμενικότητα καί σχετικότητα τῆς γνώσης ἔχει ὡς συνέπεια τήν ἄρνηση τῆς ἐπιστήμης ὡς ἀπόλυτης καί ἀντικειμενικῆς ἑρμηνείας τῆς πραγματικότητας. Καί ὁδηγεῖ στήν ἀποδόμηση τῆς θρησκείας κάθε μορφῆς. Ὁ θρησκευτικός σχετικισμός εἶναι ἐπικίνδυνος. Εἶναι ζήτημα ἄν θά ὁδηγήσει ἁπλῶς στήν γενική ἀρχή ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἡ δημιουργική αἰτία καί ἡ ἑνωπιός δύναμη τοῦ κόσμου. Θά ὁδηγήσει μᾶλλον στή θολοκουλτούρα, στόν θρησκευτικό ἀχταρμά καί τελικά στήν ἀθεΐα.           

Ἀντιλαμβάνεται καθένας πόσο σύγχρονα εἶναι τά προγράμματα, ἀφοῦ στηρίζονται στίς θεωρίες τοῦ DEWEY (1934). Καί ποιά σύγχυση θά δημιουργήσουν στούς μικρούς μαθητές τοῦ Δημοτικοῦ καί τοῦ Γυμνασίου μέ τή διδασκαλία ὅλων τῶν θρησκειῶν, χωρίς νά ἔχουν γνωρίσει προηγουμένως πλήρως καί ἐπαρκῶς τή δική τους. Θά τούς ὁδηγήσουν, ὅπως εἴπαμε, στήν πνευματική θολούρα, καί στήν ἀθεΐα.

Ἔτσι ἐννοοῦν, φαίνεται, τήν καλλιέργεια τῆς θρησκευτικῆς συνείδησης τῶν ὀρθοδόξων νέων οἱ συντάκτες τῶν προγραμμάτων, τά ὁποῖα διαφημίζουν ὡς μή κατηχητικά, «μέ ὅλες τίς θρησκεῖες καί ὁ καθένας βρίσκει κάτι ἀπό τή θρησκεία του». Καί προσθέτουν «καί σέ κάποια μεγαλύτερη ἔκταση (βρίσκεται) ἡ ἐπικρατοῦσα θρησκεία». Παρέχουν δηλαδή κάτι παραπάνω ὀρθόδοξη διδασκαλία.

Αὐτό ὅμως γίνεται, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ νομικός σύμβουλος τῶν συντακτῶν τῶν προγραμμάτων, γιατί ἔτσι «δέν μπορεῖ εὔκολα κάποιος νά θεωρήσει οὔτε ὅτι παραβιάζεται τό ἄρθρο 2, οὔτε ὅτι προσβάλλεται ἡ θρησκευτική του ἐλευθερία».

Εὔλογα διερωτᾶται κανείς: Ἄν τά νέα προγράμματα τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν γιά τούς ὀρθοδόξους μαθητές εἶναι τόσο σύγχρονα καί ὠφέλιμα, γιατί δέν τά ἐφαρμόζουν καί στούς ἀλλόδοξους καί ἀλλόθρησκους μαθητές; Γιατί, πρίν ἕνα χρόνο τό Ὑπουργεῖο κατοχύρωσε νομοθετικά τό δικαίωμα τῶν μουσουλμάνων, τῶν ρωμαιοκαθολικῶν καί τῶν ἑβραίων μαθητῶν νά διδάσκονται τό περιεχόμενο τῆς πίστεως τους; Καί μάλιστα ἀναγνώρισαν τό δικαίωμα στίς κοινότητές τους νά ἔχουν λόγο στά θέματα τῶν βιβλίων καί νά διορίζονται οἱ δάσκαλοι τῶν θρησκευτικῶν τους μαθημάτων ἀπό πίνακες τῶν κοινοτήτων τους; Γιατί δύο μέτρα καί δύο σταθμά; Ποῦ πάει ἡ ἀρχή τῆς ἰσονομίας καί ἰσοπολιτείας;

Ἡ στοχοθεσία εἶναι ἐμφανής. Ὅλα ὅσα συμβαίνουν στό χῶρο τῆς ἐκπαίδευσης συντείνουν, συγκλίνουν καί συντελοῦν στήν ἐθνικοθρησκευτική μας ἀλλοίωση. Στήν παράδοσή μας στόν μινώταυρο τῆς νεοεποχίτικης παγκοσμιοποίησης καί τῆς πανθρησκείας.

Ἀς σκεφτοῦμε ὅλοι τίς εὐθῦνες μας.

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα