της Μαρίας Κορνάρου
Η ανθρώπινη φύση έχει δύο όψεις. Αφενός είναι υλική, αφετέρου πνευματική. Ακόμη και ο κόσμος το καταλαβαίνει αυτό, μιλώντας συχνά για «ψυχοσωματικές» ασθένειες. Κάποιοι από τους πατέρες διδάσκουν ότι η ανθρώπινη φύση έχει τρεις πλευρές, το σώμα, την ψυχή και το πνεύμα. Η τριχοτόμηση της ανθρώπινης ψυχής εικονίζει την τριαδικότητα του Θεού. Βεβαίως, ο κάθε άνθρωπος είναι μία προσωπικότητα, και ας αποτελείται από σώμα, πνεύμα και ψυχή. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι το σώμα του παύει να είναι μέρος της ανθρώπινης προσωπικότητας, ούτε ότι η ψυχή του παύει να είναι μέρος της προσωπικότητας. Όπως και ο Θεός είναι «τριάς η εν μονάδι», είναι ένας παρά το τριττό της υποστάσεώς του. Κάθε πρόσωπο της Αγίας Τριάδος είναι ολόκληρο Θεός, και στο κάθε πρόσωπο βρίσκονται και τα υπόλοιπα πρόσωπα. Ο Χριστός είναι πάντοτε ενωμένος με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα. Κατανοώντας κάποια από τα μυστήρια της δικής μας υπάρξεως, μπορούμε να θαυμάσουμε τα μυστήρια του Θεού.
Η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου γίνεται και αυτή περισσότερο προσιτή εάν πάρουμε ως παράδειγμα τον εαυτό μας. Πώς να μας φαίνεται απίστευτη η ένωσις της θείας και της ανθρώπινης φύσεως στο πρόσωπο του Χριστού, όταν γνωρίζουμε ότι και στο δικό μας ταπεινό πρόσωπο ενώνονται δύο διαφορετικοί κόσμοι, ο υλικός και ο πνευματικός; Ο Θεός ξεχώρισε τον άνθρωπο και τον έπλασε στο τέλος της υλικής δημιουργίας, έχοντας μεγάλα σχέδια για εκείνον. Το πλάσμα αυτό δε θα έμοιαζε με όσα είχε ως τώρα φτιάξει, ούτε με τις ουράνιες δυνάμεις που παρίσταντο ενώπιον του θρόνου Του, ούτε με τα φυτά και τα ζώα και τα λοιπά θαυμαστά της υλικής κτήσεως. Στον άνθρωπο επιτελέστηκε η ένωσις υλικού και πνευματικού. Πλάσθηκε από το χουν της γης και ζωογονήθηκε, έγινε έμψυχος, με την πνοή του Θεού. Πόσο πιο θαυμαστή γίνεται η ανθρώπινη φύσις μας, όταν σκεφτούμε πως με τη μετοχή μας στη λυτρωτική θυσία του Χριστού, έρχεται και ζει ο ίδιος ο Θεός μέσα μας, αγιάζει το σώμα και την ψυχή μας.«Υμεῖς γάρ ναός Θεοῦἐστεζῶντος, καθώς εἶπεν ὁ Θεός», διδάσκει ο Απόστολος Παύλος στη Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του.
Ο Θεός δημιουργώντας τον άνθρωπο αιώνιο, ήθελε να είναι μία ψυχοσωματική ενότητα. Η διάσπαση του σώματος και της ψυχής είναι κατάσταση αφύσικη για τον άνθρωπο. Για αυτό χρειαζόταν η Ανάσταση του Χριστού, για αυτό περιμένουμε την δική μας Ανάσταση. Μία ανάσταση όχι μεταφορική, όχι ιδεατή, όχι ανάσταση των ψυχών. Ανάσταση κυριολεκτική, των σωμάτων. Έτσι επιστρέφει ο άνθρωπος στην προπτωτική κατάσταση, όπου η ύλη είναι άφθαρτη και το σώμα βρίσκεται σε αρμονία με την ψυχή. Στην πεπτωκυΐα φύση, συχνά η ενσάρκωσή μας προκαλεί ακόμη και δυσφορία. «Εξάγαγε εκ φυλακής την ψυχή μου», αιτείται ο ψαλμωδός. Αλλά και πολλοί άγιοι επιθυμούσαν το θάνατο, γιατί τότε το φθαρτό σώμα τους δε θα εμπόδιζε πια την ένωση με τον Θεό. Ο ιερός Αυγουστίνος διδάσκει ότι καταστάσεις όπως η αηδία, είναι συνέπειες της μεταπτωτικής ασυμφωνίας ψυχής και σώματος. Όλη δε η ασκητική ζωή της Εκκλησίας, αποσκοπεί να εναρμονίσει τις σωματικές διαθέσεις ώστε να μην είναι εμπαθείς, σαρκικές, αλλά ενάρετες, σύμφωνες με τα προστάγματα του νοός.«Νίκησε τη σάρκα, και θα κερδίσεις ένα σώμα».
Η ενότητα της ψυχής και του σώματος, η ιερότητα στην οποία μετέχει τόσο το σώμα όσο και η ψυχή, είναι βασικό στοιχείο της Ορθοδόξου πίστεώς μας. Αποκαλύπτεται χωρίς λέξεις αυτή η αλήθεια, στα άφθαρτα λείψανα των αγίων. Και εμείς,κάθε φορά που κοινωνούμε, αφθαρτοποιείται το σώμα μας, ήδη από αυτή τη ζωή! Δεν είναι διαδικασία μόνο για την ψυχή μας. Όπως και η Θεία Λειτουργία, δεν είναι μόνο νοητική μετοχή, αλλά ψυχοσωματική. Ο Σεβ. Λεμεσού σε μία ομιλία του, θαυμάζει την παράδοση των σλαβορθοδόξων να μην έχουν καρέκλες στους ναούς τους, αλλά να στέκονται όρθιοι στις ακολουθίες για πολλές ώρες. Όταν κουράζονται, γονατίζουν. Κάνουν μετάνοιες. Μετέχει και το σώμα στη δοξολογία του Θεού! Ακόμη και αν δεν συνηθίζουμε να είμαστε όρθιοι στις ακολουθίες, όμως το σώμα μας μετέχει με άλλους τρόπους. Κάνουμε επάνω μας το σημείο του σταυρού. Φροντίζουμε την εμφάνισή μας για να παρουσιαστούμε ενώπιον του Θεού. Προσκυνούμε τις άγιες εικόνες. Συχνά, εάν ιδίως θα κοινωνήσουμε, έχουμε νηστέψει, στερώντας από το σώμα ώστε να ωφεληθεί και η ψυχή.
Φαίνεται ότι συχνά ξεχνάμε τον σύνδεσμο της ψυχής με το σώμα, ή επιθυμούμε να τον υποτιμήσουμε. Η κανονική νηστεία μας φαίνεται «τυπική», θέλουμε να κάνουμε μόνο πνευματική νηστεία από τα πάθη. Είμαστε απρόθυμοι ακόμη και να ανέβουμε στον όροφο με τις σκάλες, νομίζουμε όμως ότι η ψυχή μας αθλείται στο «στάδιο των αρετών». Η σεμνή και Ορθόδοξη εμφάνιση μας φαίνεται «ανούσια», θέλουμε να ακολουθήσουμε μονάχα με την ψυχή μας τις εντολές του Θεού. Σε άλλα ακόμη σαρκικά πάθη μπορεί να πέφτουμε, στο κάπνισμα, στη μέθη, στην πορνεία, τα οποία μας φαίνονται επουσιώδη, αφού με την ψυχή μας προσευχόμαστε. Δεν γίνεται όμως να κάνει το σώμα ανυπακοή και η ψυχή υπακοή. Είτε όλος ο εαυτός μας είναι δοσμένος στο Θεό, είτε κανένα κομμάτι του. Εκτός εάν από αδυναμία πέσουμε στην αμαρτία και εκζητήσουμε το έλεος του Θεού ακόμη και την ώρα που τη διαπράττουμε, τότε υπάρχει μετάνοια. Εάν όμως πέφτουμε επίτηδες στην αμαρτία με σκοπό να μετανοήσουμε αργότερα ή με δικαιολογία για την επιλογή μας, εκεί δεν υπάρχει μετάνοια.
Ας αγκαλιάσουμε την ανθρώπινη φύση μας, δοξολογώντας τον άγιο Θεό όχι μόνο για τη σοφία Του, που χρησιμοποίησε για να την δημιουργήσει, αλλά και για την αγάπη Του, με την οποία έσωσε το κτίσμα Του ολοκληρωτικά, ψυχή τε και σώματι. Όλος ο εαυτός μας αγιάζεται με την ζωή κοντά στο Χριστό. Ανακαλύπτουμε σιγά σιγά, ότι μόνο στην Εκκλησία υπάρχει ο αληθινός σεβασμός στον άνθρωπο. Ακόμη και αν λέει «όχι» σε κάποιες επιθυμίες ή πείσματα, πίσω από την άρνηση βρίσκεται ο σεβασμός. Ο σεβασμός που πηγάζει από την πίστη στην ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου.