Ἀπὸ τὸν Βασίλειο Χ. Στεργιούλη
Ὅλοι οἱ μεγάλοι διανοητές, φιλόσοφοι, ἱδρυτὲς θρησκειῶν καὶ γενικὰ ὅλοι οἱ μεγάλοι ἄνδρες τῆς ἀνθρωπότητος, ἔκαναν θόρυβο γύρω ἀπὸ τὸ ὄνομά τους μόνον ἐφ’ ὅσον ζοῦσαν. Σὰν πέθαναν, τοὺς κάλυψε ἡ κρύα πλάκα τοῦ τάφου καὶ δὲν ξαναφάνηκαν. Ὁ μόνος ποὺ νίκησε τὸν θάνατο καὶ τὸν Ἄδη εἶναι, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστὸς ἀπὸ τὴν Ναζαρέτ. Αὐτός, κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ Τζιοβάννι Παπίνι «εἶναι περισσότερο ζωντανὸς ἀπὸ τοὺς ζωντανούς». Καὶ κινεῖ τὰ νήματα τῆς ἱστορίας.
Εὔστοχα εἰπώθηκε ὅτι σὲ ὅλους τοὺς τάφους δεσπόζει ἡ ἐπιγραφὴ «ἐνθάδε κεῖται», ἐνῶ στὸν Πανάγιο Τάφο τοῦ Χριστοῦ ἀντηχεῖ τὸ «οὐκ ἔστιν ὧδε, ἀλλ’ ἐγήγερται».
Ὁ Χριστὸς παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Σταυρὸ μὲ τὸ «τετέλεσται», «καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκεν τὸ πνεῦμα». Τὸν θάνατό του πιστοποιεῖ αὐθεντικὸς μάρτυρας, ὁ δήμιός του. Ὁ Ῥωμαῖος ἀξιωματικὸς κεντυρίων ἤ ἑκατόνταρχος, ποὺ εἶχε ὑπὸ τὴν ἐξουσία του ἑκατὸ στρατιῶτες. Ἦταν,ὅτι ὁ σημερινὸς λοχαγός. Ἡ ὀνομασία του <<κεντυρίων>> προέρχεται ἀπὸ τὸ λατινικὸ centuria (ἑκατονταρχία). Αὐτὸς παρευρέθη στὴν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ καὶ διεπίστωσε τὸν θάνατό του. Μάλιστα, ἐκτέλεσε καὶ τὴν κλασσικὴ μορφὴ τῆς χαριστικῆς βολῆς, ποὺ συνήθιζαν τότε οἱ Ῥωμαῖοι. Δηλαδή, ἕνα θανάσιμο χτύπημα. Ἕνας ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες του «λόγχῃ τὴν πλευράν αὐτοῦ (τοῦ Χριστοῦ) ἔνυξε καὶ εὐθέως ἐξῆλθεν αἷμα καὶ ὕδωρ». Ὅπως παρατηρήθηκε ἰατρικῶς, ἄν ὁ Χριστός ζοῦσε ἀκόμη, « ἀπὸ ὅπου καὶ ἄν προήρχετο αὐτὸ τὸ αἷμα, θὰ ἤτανε μία συνεχὴς ροή, ροὴ μὲ σφύξεις, ἡ ὁποία θὰ μαρτυροῦσε τὴν παρουσία τῆς ζωῆς».
Ἄλλωστε αὐτὴ ἡ νύξη τῆς πλευρᾶς μὲ τὴν λόγχη τοῦ στρατιώτου, ἦταν ἰκανὴ νὰ ἐπισύρει τὸν θάνατο στὸν Ἐσταυρωμένο καὶ ἄν ἀκόμη ὡς τότε, ζοῦσε. Γιατὶ ἦταν ἕνας ἀνοικτὸς πνευμοθώρακας. Ἕνας ἀνοικτὸς πνευμοθώρακας εἶναι γνωστὸ, ὅτι δὲν ἐπιτρέπει τὴν ἀναπνοή, ἀκόμη καὶ ἄν ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στὸ κρεββάτι του. Δηλαδή, μετὰ τὸ κτύπημα τοῦ στρατιώτη, θὰ εἶχε ἐπέλθει ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ, μέσα σὲ λίγα λεπτά.
Στηριζόμενος ὁ Πιλάτος στὴν διαβεβαίωση τοῦ Ῥωμαίου ἀξιωματικοῦ γιὰ τὸν θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ἔδωσε τὴν ἄδεια ταφῆς τοῦ σώματός του. Ἔτσι ὁ Ἰωσὴφ μὲ τὸν Νικόδημο (δύο ἀπὸ τὰ ἑβδομήκονταδύο μέλη τοῦ Μεγάλου Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου, τῆς Βουλῆς τῶν Ἰουδαίων) ἀποκαθήλωσαν καὶ ενταφίασαν τὸ νεκρὸ Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Κρυφοὶ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ,ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Νικόδημος, ἐφήρμοσαν τὰ Ἰουδαϊκὰ ἔθιμα καὶ τὸν Μωσαϊκὸ νόμο ποὺ ὅριζε, νὰ μὴ μένουν ἄταφοι οἱ νεκροί (Δευτ. 21,23). Ἐνῶ οἱ Ῥωμαῖοι, συνήθιζαν νὰ ἀφήνουν τὰ σώματα τῶν ἐσταυρωμένων πάνω στοὺς σταυρούς, πρὸς παραδειγματισμό. Καὶ γινόταν αὐτά, βορὰ τῶν γυπαετῶν καὶ τῶν σαρκοβόρων ζώων.
Συγκινητικὴ καὶ ἰδιαιτέρως τολμηρὴ ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἰωσὴφ καὶ τοῦ Νικοδήμου. Ἀπέδειξαν μεγάλη εὐγένεια ψυχῆς, πόθο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστό. Ἀλλὰ καὶ ξεχωριστὴ τόλμη νὰ ζητήσουν πρὸς ταφὴν τὸ Σῶμα του. Τὸ Σῶμα ἑνὸς πολιτικοῦ καταδίκου, ποὺ εἶχε ὑποστεῖ τὸν ἀτιμωτικὸ σταυρικὸ θάνατο. Ἀψήφησαν τὸ εἰς βάρος τοῦ Χριστοῦ πολιτικὸ καὶ κοινωνικὸ κλίμα, τὴν γενικὴ κατακραυγὴ ἐναντίον του. Καὶ μέσα στὴν ἄρνηση καὶ ἐγκατάλειψή του ἀπὸ ὅλους, ἀκόμη καὶ τοὺς πλέον στενούς του Μαθητές, αὐτοὶ ἐξέφρασαν θαυμαστὴ ἀγάπη καὶ τόλμη, ἀφήνοντας αἰώνιο παράδειγμα πίστης καὶ ἀφοσίωσης στὸν Χριστό. Δημοσιοποίησαν ἔτσι, μὲ τόσο ἐπίσημο τρόπο, τὴν διαφωνία τους πρὸς τὸ Μεγάλο Ἰουδαϊκὸ Συνέδριο.
Ἐξ’ ἴσου θαυμαστὴ εἶναι καὶ ἡ ἐνέργεια τῶν Μυροφόρων γυναικῶν. Ἀπέδειξαν τὴν γυναικεία τους εὐαισθησία. Τὴν γεμάτη ἀγάπη καρδιά τους γιὰ τὸν Χριστό. Τὸ ἀντρειωμένο φρόνημά τους. Πῆγαν «λίαν πρωί» στὸν Τάφο τοῦ Χριστοῦ μὲ μύρα, γιὰ νὰ ἐξουδετερώσουν τὴν δυσοσμία ποὺ πιστευόταν ὅτι θὰ ἀνέδιδε ὁ νεκρὸς μετὰ ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες ἐνταφιασμοῦ.
Τὶς ἔκανε δυνατὲς ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστό. Αὐτὴ τὶς ἐνέπνευσε θαυμαστὸ σθένος. Ἡ ἀγάπη εἶναι τὸ πλέον ἰσχυρὸ καὶ ἀκατανίκητο ὅπλο τῆς γυναικείας καρδιᾶς. Μὲ αὐτὴν ἐνθουσιάζει τὸν ἄνδρα καὶ γαληνεύει τὰ παιδιά. Αὐτὴ ὑψώνει τὴν γυναῖκα ὡς τὴν θυσία ὑπὲρ τῶν ἄλλων. Καὶ τὴν καταξιώνει στὴν οἰκογένεια καὶ στὴν κοινωνία. Αὐτὴ ἀναδεικνύει τὴν γυναῖκα-μητέρα, τὸ πιὸ ἱερὸ πρόσωπο, μετὰ τὸν Θεὸ, στὸν κόσμο. Στὴν μάννα προσφεύγει ὁ καθένας. Μάλιστα στὸν τάφο της, γονατίζουν ὅλοι. Ὁ ζήτουλας, ὁ βασιλιᾶς, ὁ ὑπουργός, ὁ καθένας.
Οἱ Μυροφόρες ἀκολούθησαν πιστὰ τὸν Χριστό παντοῦ. Στὴν ζωή καὶ στὴν δράση, στὴν διδασκαλία καὶ στὴν θαυματουργία, στὴν δόξα καὶ στὸν πόνο. Αὐτὲς καὶ στὸν Τάφο Του, γιὰ νὰ τὸν ῥάνουν μὲ τὰ ἀρώματα καὶ τῶν καρδιῶν τους τὰ μύρα, ὅταν ὅλοι τὸν εἶχαν ἐγκαταλείψει. Γι’ αὐτὸ καὶ αὐτὲς ἀξιώθηκαν πρῶτες τὴν χαρμόσυνη εἴδηση τῆς Ἀναστάσεως. Τὰ «χαρᾶς εὐαγγέλια» κατὰ τὸν ὑμνωδό.
Ἡ τόλμη καὶ ὁ ἡρωισμός τους, ἄς εἶναι ὁδοδεῖκτες στὴν ζωή μας.