1)Κάμε, Θεέ, μη φοβηθώ
την ώρα του θανάτου
και τη ζωή μου την καινή
αυτήν, πέρα του τάφου.
2)Γενναίο, τότε, φρόνημα
και θάρρος, μόνο, δωσ’ μου
ν’ αφήσω πίσω κάθε τι
του μάταιου τούτου κόσμου.
3)Ειρηνικά να τελειωθώ
εν προσευχή και πίστει
και μετανοία αληθινή
στην πρόσκαιρή μου ζήση.
4)Στην έσχατη του σπαραγμού
την ώρα, την αγία
και στης ψυχής τη μοναξιά
γλυκιά παρηγορία,
5)στείλε αγγέλους Σου, φαιδρούς
ψηλά στο προσκεφάλι
κι ένα παπά, στην κλίνη μου
για να με μεταλάβει.
6)Ο άρχων Μιχαήλ να’ ρθει
εις την κατάπαυσή μου,
να γαληνέψει κάμποσο
η άθλια ψυχή μου.
7)Στου χάρου να ‘μαι δεκτική
το πρώτο κάλεσμά του
κι ευθύς να κάνω ό,τι μου πει
το κάθε πρόσταγμά του.
8)Μην παιδευτώ ανώφελα
στο μαύρο της σκιάς του
και στ’ αδειανό κι αμείλικτο
της παγερής ματιάς του!
9)Στην τελευταία μου πνοή
με άδειο, πια, το σώμα
σαν έρθει και η λύτρωση
σφραγίζοντας το στόμα,
10)μην κλάψουνε, ως είθισται
οι συγγενείς κι οι φίλοι
μονάχα, όλοι να εύχονται
νά ‘χω καλό ταξίδι.
11)Κι αφού η αθάνατη ψυχή
ζωή θα ζήσει πάλι
και μάλιστα αιώνια
σε μια πατρίδα άλλη,
12)μη μαυροφορεθεί κανείς
κι εις μάτην, μην πενθήσουν
“συχωρεμένη”, μόνο, ας πουν
κι ας μην αδιαφορήσουν,
13)τα δέοντα να γίνονται
της χριστιανοσύνης
να τύχω του ελέους Σου
και της μεγαλοσύνης.
14)Από σιτάρι, κόλλυβο
ας κάνουν, ταπεινό
που συμβολίζει της ζωής
τον κύκλο τον απλό.
15)Στον τάφο, όπου θα κοίτομαι
‘λαφρύ νά ‘ναι το χώμα
κι ένα μαζί του να γενώ
στο ανήλιαγό του δώμα.
16)Ο άγγελός μου, από κοντά
κατοπινά κι εν τάχει
απ’ τα φρικτά τελώνια
στο φως Σου να με βγάλει.
17)Το θρόνο Σου, τον ένδοξο
Χριστέ μου, ν’ αντικρίσω
Τριάδα Ομοούσιον
Θεόν, να προσκυνήσω.
18)Της, δε, καλής μου Παναγιάς
που αγρύπνια είναι γιομάτα
να μ’ αξιώσει να ιδώ
τα ολόγλυκά Της μάτια.
19)Κι όταν η ώρα, θε’ να ‘ρθεί
της μέλλουσας της κρίσης
στης χάριτός Σου τη χαρά
Χριστέ, να μ’ αναστήσεις,
20)τον Κύριό μου και Θεό
μ’ αγάπη να κοιτάξω
να μεγαλύνω, να υμνώ
κι αιώνια να δοξάζω.
ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΜΠΟΥΚΑ-ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗ