Η Δ΄ Κυριακὴ τῶν νηστειῶν εἶναι ἀφιερωμένη στὸν ἃγιο Ἰωάννη τὸν Σιναΐτη τὸν συγγραφέα τοῦ κατανυκτικότατου καὶ ψυχωφελοῦς συγγράμματός του ποὺ ὀνομάζεται «Κλῖμαξ», ποὺ λόγῳ τῆς μεγάλης του ἀξίας ἀναγιγνώσκεται συνήθως ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς στὰ περισσότερα Ὀρθόδοξα Μοναστήρια. Ἀποτελεῖται ἀπὸ 30 λόγους ποὺ ὁ καθένας τους περιγράφει μία ἀρετή. Ἀρχίζει τὴν παρουσίαση τῶν ἀρετῶν ἀπό τὶς πιὸ πρακτικές καὶ προχωράει στὶς πιὸ θεωρητικὲς ποὺ ἀνεβάζουν τὸν ἀνθρωπο σὰν ἀπὸ κάποια σκαλοπάτια σὲ οὐράνιο ὓψος. Στὴν κορυφὴ τῶν ἀρετῶν ὁ ἃγιος Ἰωάννης τοποθὲτησε τὴν «Ἀγάπη» ὡς τὴν ὑψηλοτέρα τῶν ἀρετῶν καὶ αὐτὴ ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο κατ’ ἐξοχὴν «ὅμοιο» μὲ τὸν Θεό.
Α. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ
Ὁ ἃγιος Ἰωάννης «τῆς Κλίμακος» ὅπως ἀποκαλεῖται εἶναι ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες ἀσκητικὲς φυσιογνωμίες ὅλων τῶν ἐποχῶν. Γεννήθηκε στὴν Παλαιστίνη περὶ τὸ ἔτος 528. Κοιμήθηκε τὸ 603 μ.Χ. σ’ ἕνα ἀσκητήριο τῆς μονῆς Σινᾶ.
Σὲ ἡλικία 16 ἐτῶν καὶ ἀφοῦ ἐσπούδασε καλὰ τὴν «ἐγκύκλιον καὶ ἐξωτερικὴν σοφίαν» φεύγει γιὰ τὸ ὂρος Σινᾶ, ὅπου ἔζησε μὲ μεγάλη ἄσκηση καὶ ὑποταγὴ κοντὰ σὲ ἐμπειρότατο γέροντα. Μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια σὲ ἡλικία 19 ἐτῶν, ὁ νέος ἀσκητὴς φεύγει ἀπὸ τὴ μονὴ Σινᾶ καὶ πηγαίνει στὴν ἔρημο σὲ τόπο ποὺ λεγόταν «Θωλὰς» γιὰ τὸ στάδιο τῆς «ἡσυχίας». Ὁ θεῖος ἔρωτας ποὺ φλογίζει τὴν καρδιά του, δὲν ἀφήνει τίποτα νὰ μπεῖ ἀνάμεσα σ’ αὐτὸν καὶ «ὃν ἠγάπησε ἡ ψυχὴ του» Θεό. Θέλει νὰ εἶναι μόνος του σὲ μία σχισμὴ ἑνὸς βράχου, ἀνάμεσα οὐρανοῦ καὶ γῆς. Νὰ σκέπτεται, νὰ συλλογίζεται, νὰ προσεύχεται, νὰ συνομιλεῖ, νὰ δίνεται μοναδικὰ καὶ ὁλοκληρωτικὰ στὸν Νυμφίο τῆς ψυχῆς του, τὸν Χριστό. Ἐκεῖ στὴν ἔρημο τοῦ Σινᾶ, μέσα στὴν ἀσκητικὴ μοναξιὰ καὶ τὸν θεῖο ἔρωτα «τοῦ ἀκροτάτου ἐφετοῦ» (δηλ. τοῦ πλέον ἐπιθυμητοῦ πράγματος στὸν κόσμο) πέρασε ὁ ἃγιος Ἰωάννης σαράντα ὁλόκληρα χρόνια.
Ἡ ἀπάντηση στὴν προφανῆ ἀπορία τοῦ κοινοῦ ἀνθρώπου , πῶς μπορεῖ νὰ ζήσει ἕνας ἄνθρωπος τόσα πολλὰ χρόνια ἐντελῶς μόνος καὶ χωρὶς ὑλικὲς ἀνέσεις εἶναι: «ὅταν ὁ ἄνθρωπος γευθεῖ λίγο τὰ «οὐράνια», εὔκολα καταφρονεῖ τὰ «ἐπίγεια». Ἐξ ἄλλου εἶναι γνωστὸ σ’ αὐτὲς τὶς ἐκλεκτὲς ψυχὲς , ὅπως ὁ ἃγιος Ἰωάννης τῆς «Κλίμακος», ὃτι καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ σκληροῦ μονήρους βίου «ὁ Θεὸς οὐκ ἀμάρτυρον ἑαυτὸν ποιεῖ», δηλ. ὁ Θεὸς φανερώνει ντὴν παρουσία του καὶ τὴν εὐαρέσκειά του μὲ διάφορους τρόπους..Οἱ ἄνθρωποι συνήθως αὐτοὶ ἔχουν θεοπτικὲς ἐμπειρίες καὶ ἀποκαλύψεις, ποὺ δύσκολα μπορεῖ νὰ καταλάβει καὶ νὰ γευθεῖ ὁ ἄνθρωπος τοῦ κόσμου.
Ἔτρωγε πολὺ λίγο καὶ ἐκοιμᾶτο ἐπίσης λίγο, τόσο ὅσο νὰ μὴ βλάψει τὸν νοῦ του ἀπὸ τὴν ὑπερβολικὴ ἀγρυπνία. Ἔφθασε σὲ μεγάλα ὕψη ἁγιότητος καὶ ἀρετῆς καὶ ἀξιώθηκε μεγάλων ‘’ἐμπειριῶν καὶ χαρισμάτων’’. Τὸ προορατικό του χάρισμα φάνηκε ὅταν ἔσωσε ἀπὸ βέβαιο θάνατο τὸν ὑποτακτικό του. Αὐτὸς κοιμόταν κάτω ἀπὸ ἕνα τεράστιο βράχο. Ὁ ἃγιος Ἰωάννης προεῖδε διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴν πτώση τοῦ βράχου εὑρισκὸμενος στὸ κελί του καὶ φάνηκε καθ’ ὕπνον στὸ μαθητή του, τὸν ξύπνησε καὶ τὸν προέτρεψε νὰ φύγει γιὰ νὰ γλυτώσει τὸν κίνδυνο. Ὁ βράχος ἔπεσε ἀλλὰ ὁ μαθητὴς μὲ τὴν ὑπερφυ-σικὴ ἐπέμβαση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου σώθηκε ἀπὸ βέβαιο θάνατο.
Οἱ μοναχοί τῆς ἱερᾶς μονῆς τοῦ Σινᾶ, ἐκτιμώντας τὴ σοφία καὶ τὴν ἁγιότητά του, τὸν ἐξέλεξαν ἡγούμενο. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις κατόρθωσαν νὰ τὸν πείσουν νὰ ἐπιστρέψει κοντά τους. Ἡ ἔρημος ὅμως εἶχε κερδίσει ὁριστικὰ τὴν καρδιά του καὶ τὸν εἵλκυε δυνατά. Γι’ αὐτὸ ὕστερα ἀπὸ μικρὴ παραμονὴ στὸ μοναστήρι, ὁ ἃγιος Ἰωάννης ἐγκατέλειψε ὁριστικὰ τὴ μονὴ καὶ ἀπεσύρθη σὲ ἀκατοίκητους τόπους. Ἐπέστρεψε στὴν ἀγαπημένη του ἔρημο καὶ συνέχισε νὰ γεωργεῖ τὸ «ἄγονόν της» μὲ τὴν ἀκατάπαυστη «πηγὴ τῶν δακρύων του» καὶ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἡ πνευματικὴ κληρονομιὰ ποὺ μᾶς ἄφησε, ἡ «Κλῖμαξ» του, ὑπῆρξε ἀνεκτίμητη.
Ὅλη ἡ ἁγία πείρα καὶ «μυστικὲς ἐμπειρίες» τοῦ Ἁγίου βρίσκονται ἀποθησαυρισμένες στὴν «Κλίμακά του», ποὺ μὲ πολλὴ ταπείνωση ἔγραψε, σχεδὸν κατ’ ἐπιταγή, ὅταν τοῦ ζητήθηκε ἀπὸ τὸν ἡγούμενο τῆς Μονῆς Σινᾶ Ἰωάννη. Ἐκεῖ στὴν «Κλίμακα» φαίνεται ὅτι ἀνέβη στὸ ὂρος Σινᾶ καὶ εἰσῆλθε, ὡς νέος «θεόπτης» Μωυσῆς , στὸν θεῖο γνόφο. Διάβηκε μὲ καθαρὸ νοῦ τὰ σκαλοπάτια τῆς οὐράνιας κλίμακας, ἔφθασε στὸν Θεό, δέχθηκε τὸν θεῖο φωτισμό, μᾶς ἔδωσε τὶς νέες «θεοχάρακτες πλάκες», μὲ τὶς ὁποῖες μποροῦμε καὶ ἐμεῖς νὰ ἀνεβοῦμε τὴν πνευματικὴ σκάλα ποὺ φέρνει στὸν Θεό.
Στὸ συναξάρι τοῦ Ἁγίου ἀναφέρονται οἱ χαρακτηριστικοὶ στίχοι:
«Ὁ σάρκα φορῶν καὶ νεκρὸς ὢν Ἰωάννης (δηλ. Ὁ Ἰωάννης ποὺ καὶ ὅταν ζοῦσε εἶχε νεκρώσει τὴ σάρκα του) αἰωνίως ζεῖ καὶ νεκρὸς φανεὶς ἂπνους». Σύγγραμμα λιπὼν , κλίμακα τῇ ἀνόδῳ (ἀφήνοντας σύγγραμμα τὴν κλίμακα γιὰ τὴν ἄνοδον). Δείκνυσιν αὐτοῦ πορείαν τῆς ἀνόδου (ἡ ὁποία δείχνει τὴν πορείαν τῆς ἀνόδου του).
Τὸ ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου ψάλλεται τὴν Δ΄ Κυριακὴ τῶν νηστειῶν σὲ ἦχο πλ. Δ΄ καὶ ἔχει ὡς ἑξῆς: «Ταῖς τῶν δακρύων σου ροαῖς, τῆς ἐρήμου τὀ ἂγονον ἐγεωργήσας, καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας, καί γέγονας φωστήρ τήν Οἰκούμενην λάμπων τοῖς θαύμασι, Ἱωάννη πατήρ ἡμῶν ὃσιε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν», τὸ ὁποῖο μεταφράζεται: «Τὰ πολλὰ καὶ θερμὰ σου δάκρυα καὶ βαθεῖς σου στεναγμοὶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὰ πάθη ποὺ κυριεύουν τὸν ἄνθρωπο, πάτερ Ἰωάννη ὅσιε ἐπότισαν καὶ ἐκαλλιέργησαν τὴν ἄγονη ἔρημο τῆς ψυχῆς μας καὶ ἔφεραν ἑκατονταπλάσιους πνευματικοὺς καρπούς. Καὶ σὺ ἅγιε πάτερ, ἔγινες μὲ τὴν ἁγιότητα καὶ τὰ θαύματα σου , φωστήρας ποὺ λάμπεις σὲ ὅλη τὴν οἰκούμενη· γι’ αὐτὸ πρέσβευε στὸν Χριστὸ τὸν Θεόν μας νὰ σώσει τὶς ψυχές μας».
Β. Η ΚΛΙΜΑΚΑ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΣΙΝΑΙΤΗ.
Μία μία οἱ ἀρετὲς ποὺ περιγράφει στὸ βιβλίο του «Κλῖμαξ» ὁ ἃγιος Ἰωάννης εἶναι οἱ ἑξῆς:
- 1. Ἀποταγὴ (ἀπάρνηση τῶν ἐγκοσμίων)
- 2. Ἀπροσπάθεια (ἔλλειψη προσπάθειας στὴν πνευματικὴ ζωὴ)
- 3. Ξενιτεία (φυγὴ ἀπὸ τὸν κόσμο)
- 4. Ὑπακοὴ
- 5. Μετάνοια
- 6. Μνήμη θανάτου
- 7. Χαροποιὸ πένθος
- 8. Ἀοργισία
- 9. Μνησικακία (νὰ θυμᾶσαι τὸ κακὸ ποὺ σοῦ ἔκαναν καὶ νὰ θέλεις νὰ τὸ ἀνταποδώσεις
- 10. Καταλαλιὰ (δηλ. κατάκριση).
- 11. Πολυλογία καὶ σιωπὴ
- 12. Ψεῦδος
- 13. Ἀκηδία (ὀκνηρία, ἀδιαφορία πρὸς τὴν ἄσκηση, παραμέληση τῶν μοναχικῶν ὑποσχέσεων)
- 14. Γαστριμαργία (Νὰ μὴν χορταίνεις)
- 15. Ἄγνοια
- 16. Φιλαργυρία
- 17. Ἀναισθησία (ἀπόκρουση τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ)
- 18. Ὕπνος καὶ Προσευχὴ
- 19. Ἀγρυπνία (καταπολέμηση τοῦ ὕπνου ὡς ἐγρήγορση στὴν ἀρετὴ)
- 20. Δειλία (ἔλλειψη τόλμης στὴν πρόοδο τῆς πνευματικῆς ζωῆς)
- 21. Κενοδοξία (ἐπιθυμία δόξας γιὰ ἀσήμαντα πράγματα)
- 22. Ὑπερηφάνεια (ἄρνηση Θεοῦ καὶ ἐξύψωση τοῦ ἑαυτοῦ μας)
- 23. Λογισμοὶ βλασφημίας
- 24. Πραότητα καὶ ἁπλότητα
- 25. Ταπεινοφροσύνη
- 26. Διάκριση
- 27. Ἡσυχία (ἱερὰ ἡσυχία, σωματικὴ καὶ ψυχικὴ)
- 28. Προσευχὴ
- 29. Ἀπάθεια (ἔλλειψη παθῶν)
- 30. Ἀγάπη, ἐλπὶς , πίστη
Γ. ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΟΥ ΑΓ.ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ
Θὰ ἦταν παράλειψή μας, νὰ μὴν ἀναφέρουμε μερικὰ χαρακτηριστικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὶς 30 ὁμιλίες περὶ ἀρετῶν τοῦ ἁγίου Ἰωάννου.
- 1. Ἔτσι στὸ λόγο του γιὰ τὴν ἀοργισία (καλωσύνη) γράφει:
Εἰς τὲς ἥμερες καρδίες ἀναπαύεται ὁ Θεός, μὰ εἰς τὲς ἄγριες κάθεται ὁ διάβολος. Οἱ ἥμεροι καὶ εὔσπλαχνοι θέλουσι κάθεσθαι ἄφοβα εἰς τὸν τόπον τους καὶ θέλουσι κληρονομήσει καὶ τὴν δόξαν τὴν οὐράνιον. Μὰ οἱ ἀνήμεροι καὶ ἄσπλαχνοι, θέλουσι κουρσευθῆ ἀπὸ τὴν γῆν τους καὶ ἀπὸ τὰ γονικά τους» (δηλ. τοὺς γονεῖς καὶ συγγενεῖς τους) καὶ ἀποκτήσουν ἀτιμίαν αἰώνιον.
Ἡ ἥμερη ψυχὴ εἶναι καθέδρα τῆς ἀοργισίας (καλωσύνης), μὰ ἡ σκληρὰ καὶ ἡ ἀπάνθρωπος εἶναι ἐργαστήριον τῆς πονηρίας. Ἡ ἥμερη ψυχὴ εἶναι βρύση τῆς σοφίας καὶ ποτίζει τοῦ λόγου της καὶ τοὺς ἄλλους θεϊκὴν γνῶσιν, ὡσὰν μᾶς τὸ λέγει ὁ ψαλμός: «ὁδηγήσει πραεῖς ἐν κρίσει.». Ὁ Κύριος ὁδηγᾶ καὶ διδάσκει πάντας τοὺς ἥμερους νὰ κρίνουσι καὶ νὰ διαλέγουσι τὸ καλὸν καὶ τὸ κακὸν (δηλ. νὰ διακρίνουν τὸ καλὸ ἀπὸ τὸ κακὸ) καὶ νὰ τὸ φανερώνουν καὶ εἰς τοὺς ἄλλους. Μὰ τοὺς κακοὺς καὶ σκληρόκαρδους, τοὺς σκοτίζει ὁ δαίμονας νὰ τρέχουν εἰς τὰ κακὰ καὶ εἰς τὰ ἄδικα καὶ νὰ σύρουν καὶ ἀμπωθοῦν (δηλ. σπρώχνουν) καὶ τοὺς ὁμοίους τους. Ἡ ἥμερη καὶ ἴσια ψυχὴ ἔχει σύντροφον τὴν ταπείνωσιν, μὰ ἡ πονηρὰ εἶναι σκλάβα τῆς ὑπερηφάνειας. Ἡ ἥμερη ψυχὴ γεμώνει ἁγία γνῶσιν, μὰ ἡ αὐστηρὴ καὶ σκληρὰ τυφλώνεται ἀπὸ σκότος καὶ ἀγνωσίαν. Ἀπὸ τὴν ἡμερότητα ἀκολουθεῖ ἡ ἁπλότης, ἡ ὁποία εἶναι μία ἄκακη καὶ παστρικὴ καρδιὰ καὶ ζωὴ ἀπονήρευτη καὶ συνήθεια ἀσκανδάλιστη καὶ ὀρθὴ καλωσύνη, ὅπου γίνεται εἰς τὴν ψυχὴν ἀπὸ τὴν θεϊκὴν βοήθειαν καὶ ἀνθρωπίνην σπουδὴν καὶ κόπον.
- 2. Ἀπὸ τὸν λόγον του γιὰ τὴν πολυφαγία, ποὺ γιὰ τὴν ἐποχὴ μας ἔχει καταπληκτικὴ ἐπικαιρότητα νὰ μεταφέρουμε ἕνα ἀπόσπασμα:
α. Ἡ κοιλία μοναχή της εἶναι ὅπου σηκώνει ταῖς ἀνεμοταραχαῖς καὶ ὅλα τὰ κύματα μᾶς καταποντίζουν. Καὶ ἀπὸ τούτην (δηλ. τὴν κοιλία) ἒχουσι ὅλα τὰ πάθη τὴν ἀρχὴν καὶ τὴν κίνησιν. Ἐκεῖνος ὅπου νηστεύει, εἶναι καθαρὸς ὁ νοῦς του καὶ ἔξυπνος εἰς τὴν προσευχήν του πρὸς τὸν Θεόν. Μὰ ἐκεῖνος ὅπου χορταίνει, γεμώνει ὁ νοῦς του ὅλο πονηροὺς λογισμοὺς καὶ πρόσωπα. Ἡ χόρτασις τῆς κοιλίας ξηραίνει τὰ δάκρυα, μὰ ἡ πείνα τῆς τὰ γεννᾶ καὶ ἂν θέλεις δάκρυα νήστευε.
β. Ὅποιος θέλει νὰ χορταίνει τὴν κοιλίαν του καὶ νὰ νικᾶ καὶ τὸν δαίμονα τῆς πορνείας, εἶναι ὅμοιος ἐκείνου, ὅπου θέλει νὰ σβήσει ἕνα μεγάλο καμίνι καὶ ἀφανὸν μὲ τὸ λάδι διότι καθὼς τὸ λάδι ἀνάπτει τὴν φλόγα, ἔτσι καὶ ἡ πολυφαγία τὴν σαρκικὴν πύρωσιν.
γ. Ὅταν πεινᾶ καὶ θλίβεται ἡ κοιλία, τότε ταπεινώνεται ἡ καρδιὰ μὰ ὅταν χορταίνει καὶ χαίρεται, ὑπερηφανεύεται ὁ λογισμὸς καὶ ὑπερυψώνεται.
δ. Ἡ νηστεία εἶναι ἕνα σπαθὶ ὅπου κόπτει τοὺς κακοὺς λογισμοὺς ἀπὸ τὴν ψυχὴν καὶ τὴν ἐλευθερώνει ἀπὸ τὰ σιχαμερὰ ὄνειρα καὶ φαντάσματα, καὶ τὴν κάνει νὰ στέκεται ἥσυχη καὶ ἀσύγχυστη εἰς τὴν προσευχὴν καὶ φωτίζεται ἀπὸ τὸν Θεὸν καὶ νὰ φυλάσση τὸν νοῦν της, καὶ νὰ ἔχη ἀνοιχτὰ τὰ μάτια της καὶ νὰ παύη τὴν πολυλογίαν, καὶ νὰ ἡσυχάζη μὲ σιωπὴν καὶ νὰ κρατῆ ξεγνοιαστὸν καὶ ὕγειον τὸ κορμί, διότι -καθὼς τὸ βεβαιώνουσιν οἱ ἰατροὶ- ἡ νηστεία εἶναι μητέρα τῆς ὑγείας καὶ προξενὰ τὴν καθαρὸτητα, καὶ διώχνει τὰς ἁμαρτίας καὶ ἀνοίγει τὴν πόρταν τοῦ Παραδείσου».
Δ . ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Ἂν μποροῦσε κάθε Χριστιανὸς νὰ διαβάζει λίγες σελίδες κάθε μέρα ἀπὸ τὴν οὐρανοδρόμο «Κλίμακα» τοῦ ἁγίου Ἰωάννου, θὰ καταλάβαινε πὼς, -πάνω ἀπὸ τὶς ἀνθρώπινες ἀδολεσχίες (φλυαρίες) καὶ τὰ παιχνιδίσματα τοῦ λόγου ποὺ κάνουν τὴ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας νὰ φαίνεται δύσκολη καὶ ἀποθαρρύνουν τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὸ ἁπλὸ καὶ ἴσιο δρόμο τοῦ Εὐαγγελίου-, ὑπάρχει ἡ ἁπλὴ ἀλήθεια καὶ ἡ πνευματικὴ ὀμορφιὰ , ὅπως τὴν ἔπλασε ὁ Θεὸς καὶ ὅπως τὴν εἶδαν ὅσοι ἀπόκτησαν, μὲ πνευματικὸ ἀγώνα καὶ ἄσκηση, καθαρὴ καρδιὰ καὶ θεώμενο λογισμὸ καὶ νοῦ. Ὅλες οἱ δυσκολίες καὶ τὰ δυσνόητα γίνονται ἁπλά, καταληπτά, εὔκολα, ὅπως στὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος γιὰ τὸν ὁποῖο μποροῦμε νὰ ποῦμε: «δογμάτων βυθὸς μέγας, νοῦς δὲ ἀσκητοῦ, ἐν αὐτοῖς ἀκινδύνως ἃλλεται», δηλ. ἡ γνώση τῶν δογμάτων ἔχει πολὺ μεγάλο βάθος, ἀλλὰ ὁ νοῦς τοῦ ἀσκητου μπορεῖ χωρὶς πνευματικὸ κίνδυνο νὰ κινεῖται σ’αὐτά.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Ε.ΡΩ.