ΑΝΑΤΟΛΗ ΑΝΑΤΟΛΩΝ

Βασιλείου Χ. Στεργιούλη

 θεολόγου

 

 Υψηλοί σε έμπνευση, άφθαστοι σε λυρισμό και τέχνη, γεμάτοι ομορφιά και χάρη οι εκκλησιαστικοί ύμνοι των Χριστουγέννων. Εξυμνούν με δύναμη το μεγάλο θαύμα και μυστήριο «που η γη τον ουρανό χωρεί».

Ακολουθώντας τον ύμνο των Αγγέλων «Δόξα εν υψίστοις Θεώ…», εγκωμιάζουν περίτεχνα τον Λυτρωτή και Σωτήρα Χριστό.

Ανάμεσα στις προσωνυμίες που Του αποδίδουν είναι και η έκφραση «Ήλιος της διακαιοσύνης». Σχετίζεται με την κατάργηση της ηλιολατρίας και ηλιακής θεολογίας. Της ειδωλομανίας, που κυριαρχούσε τότε και που έσβησε και χάθηκε καθώς ανέτειλε το πάμφωτο και υπέρφωτο αστέρι, ο Ήλιος της δικαιοσύνης «Χριστός ο Θεός ημών». Αυτός διέλυσε την πλάνη των ειδώλων. Και φώτισε και φωτίζει με την άφθαστη θεανθρώπινη ζωή, την ανυπέρβλητη διδασκαλία και τα θαύματά Του «πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον».

Όλα τα προ Χριστού μεγάλα πνεύματα της ανθρωπότητας φιλόσοφοι, σοφοί, ποιητές, είχαν κάποιο φως. Ήταν μεγάλες διάνοιες, ισχυρές θελήσεις, μεγάλες καρδιές. Είπαν κάποιες αλήθειες. Έλαμψαν ως αστραπές στα ζοφερά σκοτάδια του προχριστιανικού κόσμου. Μα το φως τους ήταν μικρό, αδύναμο, ισχνό. Εύστοχα εκφράζεται ο ποιητής λέγοντας πως όλοι αυτοί «ήταν φώτα, χίλια φώτα, μα δεν ήτανε το φως». Δεν ικανοποίησαν τον μεταφυσικό πόθο και τη λαχτάρα του κόσμου για σωτηρία και λύτρωση.

Αναστέναζε, λοιπόν, η ανθρωπότητα κάτω από το βάρος της αμαρτίας και της ενοχής, ωσότου ήλθε στη γη ο Χριστός. Γι’ αυτό και Τον δέχτηκε. Περιχαρής ο υμνωδός της εκκλησίας αποδίδει το γεγονός ψάλλοντας: «Επεσκέψατο ημάς εξ ύψους ο Σωτήρ ημών, ανατολή ανατολών και οι εν σκότει και σκιά εύρομεν την αλήθειαν και γαρ εκ της Παρθένου ετέχθη ο Κύριος».

Η Γέννηση του Ιησού Χριστού είναι το πιο μεγάλο γεγονός στην παγκόσμιο ιστορία. Είναι αυτό που χώρισε την ιστορία στα δύο. Είναι το πλέον παράδοξο και ανερμήνευτο μυστήριο. Είναι «επιδημία Θεού προς ανθρώπους» όπως χαρακτηριστικά λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος:

Μεγάλο και ασύλληπτο το γεγονός της ενανθρώπισης του Θεού. Το ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος. Πήρε την ανθρώπινη σάρκα και περπάτησε ανάμεσά μας. Είναι πρωτόγνωρο και ανεπανάληπτο. Δεν προηγήθηκε άλλο πριν από αυτό. Ούτε θα επακολουθήσει. Υπήρξε βέβαια στην αρχαία ελληνική μυθολογία η πίστη στη θεοποίηση ανθρώπων. Και στις ανατολικές θρησκείες υπάρχει η πίστη ότι ο Θεός φανερώνεται στα πρόσωπα κάποιων ανθρώπων, των αβατάρ. Ποτέ όμως δεν επινοήθηκε σάρκωση και ενανθρώπηση Θεού.

Απείρως μεγάλο και λογικά ασύλληπτο, λοιπόν, το Γεγονός της ενανθρώπισης του Θεού. Δεν το χωράει ο νους. Δεν μπορεί να κατανοήσει πώς ο Θεός έγινε άνθρωπος. Πώς καταδέχτηκε να έλθει τόσο ταπεινά και αθόρυβα. Και πως στένεψε τόσο πολύ η γη, ώστε δεν υπήρχε τόπος να γεννηθεί Εκείνος. Εύστοχα παρατηρεί απολογητής του Χριστιανισμού: «Αν επρόκειτο να εφεύρωμεν ημείς τη Θρησκείαν και την Αποκάλυψιν, δεν ηθέλομεν καταντήσει εις τόσον ταπεινωτικήν Αποκάλυψιν, ήτις άρχεται μετά της γεννήσεως ενός παιδιού εν τη φάτνη και καταλήγει εις τον θάνατον αυτού επί του Σταυρού…».

Ο λόγος περί Γεννήσεως του Θεανθρώπου στη φάτνη είναι ο «Περί του μεγίστου εν τω ελαχίστω». Ο Παντοδύναμος Κύριος ουρανού και γης στη φάτνη! Όντως «τι άλλο μείζον καινόν είδεν η κτίσις;». Εύστοχα ο Πασκάλ διακηρύσσει: «Αναγνωρίσατε, λοιπόν, την αλήθειαν της θρησκείας εν αυτή τη σκοτεινότητι της θρησκείας, εν τη αδιαφορία ημών διά την γνώσιν αυτής».

Καταπληκτική η ταπείνωση του Χριστού. Να έλθει δηλαδή έτσι αθόρυβα στη γη μόνος, χωρίς πομπή και ουράνιες στρατιές, χωρίς άρμα χερουβικό. Και να γεννηθεί, το πριγκιπόπουλο τ’ ουρανού, σε ένα ταπεινό σπήλαιο!

Άφθαστη και ανεπανάληπτη η υμνολογία της Εκκλησίας. Στέκεται με δέος στο Γεγονός και θεολογεί περίτεχνα. Το εξυμνεί μ’ αφάνταστη δύναμη και λυρισμό. Θα κουράζαμε πολύ τον αναγνώστη, αν επρόκειτο ν’ αναφερθούμε λεπτομερώς σ’ αυτή. Περιοριζόμαστε μόνον να παραθέσουμε σε μετάφραση το Κοντάκιο των Χριστουγέννων, ποίημα του «Πίνδαρου της εκκλησιαστικής ποιήσεως» Ρωμανού του Μελωδού:

«Ρήγα που μένεις στα ψηλά

Τι θες μ’ αυτούς που ξέπεσαν;

Συ τα ουράνια που έπλασες

Πώς ήρθες στα παιδιά της γης;

Το σπήλαιο Σε σαγήνεψε

ή πόθησες τη φάτνη;

Βλέπεις δεν έχει τόπο

για να αποστάσει η δούλη Σου,

αλλά, τι λέω τόπο,

δεν έχει ούτε καν σπήλαιο,

γιατί κι αυτό είναι ξένο.

Η Σάρα γέννησε παιδί

Κι έλαβε κλήρο γη πολλή.

Εγώ δεν έχω ούτε φωλιά

Κι έκανα στέγη τη σπηλιά

Που δέχτηκες να κατοικείς

Νιογέννητο παιδί, Εσύ,

Ο προαιώνιος Θεός».

 

Η Εκκλησιαστική υμνωδία έχει περίσσεια χάρη. Εκπλήσσει, θέλγει και συγκινεί κάθε καρδιά. Μαλάσσει κι ευφραίνει και την πιο σκληρή. Γιατί αποτελεί έκφραση και εξωτερίκευση των υψηλών βιωμάτων των καθαρμένων καρδιών των ιερών υμνωδών που συγκλονίστηκαν απ’ το μεγάλο μυστήριο της ενανθρώπησης του Θεού.

Διάπυρη είναι η ευχή μας να συγκινήσει και τις δικές μας καρδιές.

 

http://www.eleftheria.gr/index.asp?cat=30&aid=62867#.UrfMudJdWXt

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα