Άνθιμος Γ΄ Οικουμενικός Πατριάρχης Κωσταντινουπόλεως (1822 – 1824)

Κωνσταντίνου Σουλιώτη  ἐπ. λυκειάρχου

    Διαβάζοντας τήν ἐξαίρετη ἐπιστημονική ἐργασία τοῦ ἀειμνήστου Γεωργίου Λαμπάκη – διακεκριμένου συγγραφέα, καθηγητῆ τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογίας τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καπποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καί Γραμματέα τῆς Α.Μ. τῆς Βασιλίσσης τῶν Ἑλλήνων ΟΛΓΑΣ – μέ θέμα “ΟΙ EΠΤΑ ΑΣΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΩΣ” πού ἀναφέρεται στήν ἱστορία, τά ἐρείπια καί τά μνημεῖα τῶν “ΕΠΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ” (Ἐφέσου, Σμύρνης, Περγάμου, Θυατείρων, Σάρδεων, Φιλαδελφείας καί Λαοδικείας), μοῦ ἔφερε στήν μνήμη μου τήν ἐποχή πού ὑπηρέτησα ὡς θεολόγος καθηγητής (1961 – 1963) στά ὀνομαστά σχολεῖα τῆς Κωνσταντινουπόλεως “Ζωγράφειο Λύκειο” καί “Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή”.

Κατά τήν ἐκπαιδευτική μου ὑπηρεσία στήν Κωνσταντινούπολη, ἑπτά δάσκαλοι καί καθηγητές ἀπό τήν Ἑλλάδα συνετρώγαμε στήν Πατριαρχική Τράπεζα κάθε Τετάρτη τό μεσημέρι μέ τόν μακαριστό Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἀθηναγόρα Α΄. Σέ κάθε συνάντησή μας ὁ μακαριστός Ἀθηναγόρας ἀναφερόταν στήν προσωπικότητα καί τήν μεγάλη προσφορά τοῦ μακαριστοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως κυροῦ Ἀνθίμου Γ΄ τοῦ Ναξίου καί μᾶς ἔλεγε ὅτι εἶχε στό πρόγραμμά του νά εἰσηγηθῆ στήν Πατριαρχική Σύνοδο τήν ἀναγραφή τοῦ «ἐν ταῖς ἁγιολογικαῖς δέλτοις τῆς Ἐκκλησίας». Παρακολουθώντας στό διαδίκτυο στίς 14 Αὐγούστου 2016 μία ἐντυπωσιακή ἐκδήλωση, ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε στόν Ἱ. Ναό τῆς Παναγίας Θεοσκεπάστης τοῦ χωριοῦ Κωμιακή τῆς Νάξου, ἀφιερωμένη στόν μακαριστό Οἰκουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ΑΝΘΙΜΟ τόν Γ΄ (1822 – 1824), ὁ ὁποῖος, ὅπως ἀναφέρθηκε καί περιέγραψε μέ καθαρό λόγο ἡ θεολόγος κυρία Εἰρήνη Πολυκρέτη τόν βίο, τίς δοκιμασίες καί τό ἀξιόλογο ἔργο καί προσφορά τοῦ Ἀνθίμου καί τόνισε ὅτι «φέρνει στήν ζωή του στίγματα τοῦ ὁμολογητοῦ καί τοῦ ὁσίου…».

Ἕνα ὡραῖο ποίημα τῆς κυρίας Πολυκρέτη ἀπήγγειλε κατά τήν ἐκδήλωση ἡ κυρία Μαρία Ζαφείρη–Λιανή. Ἀπό τήν ἐξαιρετική αὐτή ἐκδήλωση συγκινήθηκα ἰδιαιτέρως καί διά μέσου τοῦ διαδικτύου συνεχάρην τόν ἱερέα τῆς Κωμιακῆς καί τό Ἐκκλησιαστικό Συμβούλιο γιά τήν ὡραία ὀργάνωση αὐτῆς τῆς ἐκδηλώσεως, ἐπίσης τήν κυρία Πολυκρέτη γιά τήν ὡραία παρουσίαση τῆς ζωῆς, τοῦ ἔργου καί τῆς προσφορᾶς τοῦ μακαριστοῦ Ἀνθίμου, τήν κυρία Ζαφείρη–Λιανή καί τούς ἐξαιρέτους ἱεροψάλτες, οἱ ὁποῖοι μέ τήν καλλιφωνία τους καί τήν ὡραία ἀπαγγελία τους μέ συνεκίνησαν ψάλλοντας ἀποσπάσματα ἀπό τήν ἱερή ἀκολουθία τήν ἀναφερομένη στόν μακαριστό Οἰκουμενικό Πατριάρχη Ἄνθιμο Γ΄, ἡ ὁποία εἶναι δημιούργημα τῆς ἐκλεκτῆς ὑμνογράφου κυρίας Εἰρήνης Πολυκρέτη. Ἐξ αἰτίας ὅλων αὐτῶν πού ἄκουσα καί διάβασα γιά τόν μακαριστό Οἰκουμενικό Πατριάρχη ΑΝΘΙΜΟ Γ΄, ἔγραψα στίς 9 Ἰανουαρίου 2017 παρακλητική ἐπιστολή πρός τόν Παναγιώτατο Οἰκουμενικό Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως κ.κ. Βαρθολομαῖο γιά τήν ἁγιοκατάταξη τοῦ μακαριστοῦ Ἀνθίμου. Μέ λίγα λόγια θά ἀναφερθῶ στήν ζωή, τό ἔργο καί τήν προσφορά τοῦ μεγάλου Πατριάρχου Ἀνθίμου. Καταγόταν ἀπό τό χωριό Κορωνίδα (Κωμιακή) τῆς Νάξου. Ὁ πατέρας του, ἱερέας στήν Κωμιακή, καταγόταν ἀπό τήν Πελοπόννησο. Τό ἐπίθετό του ἦταν Χωριανόπουλος. Ὁ Ἄνθιμος ὕστερα ἀπό τίς βασικές του σπουδές, χειροτονήθηκε διάκονος τοῦ Πατριαρχείου ἐπί πατριαρχίας Νεοφύτου Ζ΄ καί διετέλεσε καί Μέγας Ἀρχιδιάκονος ἀπό τό 1791.

Στήν συνέχεια ἔλαβε τό ἀξίωμα τοῦ Πορτάρη καί τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1797 ἔγινε Πρωτοσύγκελος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Τό ἴδιο ἔτος ὁ Ἄνθιμος ἐξελέγη Μητροπολίτης Σμύρνης, ὡς διάδοχος τοῦ Μητροπολίτου Γρηγορίου, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐκλεγῆ Οἰκουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ὁ γνωστός Γρηγόριος Ε΄, καί τό 1821 Μητροπολίτης Χαλκηδόνος. Ὡς Μητροπολίτης προσέφερε ὑψηλό ποιμαντικό ἔργο. Διαβάζοντας κανείς τήν ἐξαίρετη ἐρευνητική ἐργασία τοῦ Γεωργίου Λαμπάκη στίς σελίδες 133 – 250, θά ἀντιληφθῆ πόσο μεγάλη καί οὐσιαστική ὑπῆρξε ἡ προσφορά τοῦ Ἀνθίμου. Οἱ Τοῦρκοι σέ ἀντίποινα γιά τήν ἐξάπλωση τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως τόν συνέλαβαν μαζί μέ ἄλλους ἱεράρχες καί τόν φυλάκισαν γιά ἑπτά μῆνες στά μπουντρούμια τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Μετά τόν ἀπαγχονισμό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου Ε΄ καί τήν ὀλιγόμηνη πατριαρχία τοῦ Εὐγενίου τοῦ Β΄, ὁ ὁποῖος πέθανε ἀπό τά βασανιστήρια τῶν Τούρκων, ὁ Ἄνθιμος ἐξελέγη Οἰκουμενικός Πατριάρχης, φυλακισμένος τότε ὡς Μητροπολίτης. Παρά τήν δύσκολη τότε ἐποχή, λόγῳ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ὁ Ἄνθιμος πέτυχε νά διατηρηθῆ ἡ Ἀνεξαρτησία τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς τῆς Κύπρου καί τά προνόμιά της, ἄν καί Ἀρχιερεῖς τῆς Πατριαρχικῆς Συνόδου συμφωνοῦσαν καί προέτρεπαν νά καταργηθῆ ἡ Ἀρχιεπισκοπή τῆς Κύπρου. Μία ἄλλη ἐπίσης ἐπιτυχία τοῦ Ἀνθίμου, ὑπῆρξε ἡ ἐπίμονη ἄρνησή του στήν ἐπιδίωξη καί προσπάθεια τοῦ Ἄγγλου πρωτεστάντη Λίβς νά ἐκδοθῆ ἀπό τό πατριαρχικό τυπογραφεῖο ἡ μετάφραση τῆς Ἁγίας Γραφῆς στήν δημοτική γλῶσσα. Τό 1824 ὁ Ἄνθιμος καθαιρέθηκε ἀπό τόν Σουλτάνο, διότι ἀρνήθηκε νά συνεργαστῆ μαζί του κατά τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ἀλλά καί ἐξ αἰτίας τῆς κατηγορίας ὅτι ἐπιθυμεῖ καί ὑποστηρίζει τήν ἀνεξαρτησία τῶν Σέρβων ἀπό τήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία. Τότε ὁ Ἄνθιμος ἀπομακρύνθηκε ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, στήν Χρυσούπολη (Σκούταρι) καί στήν συνέχεια ἐξορίστηκε στήν Ἱερά Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Ὕστερα ἀπό ἐξορία πολλῶν μηνῶν καί πολλές κακουχίες, ἐπηρεάστηκε πολύ ἀρνητικά ἡ ὑγεία του. Μέ ἀπόφαση τοῦ Σουλτάνου, τόν Δεκέμβριο τοῦ 1825, ὁ Ἄνθιμος ἐπέστρεψε στήν Σμύρνη. Ἡ συμμετοχή του ἐδῶ στά ἐκκλησιαστικά δρώμενα ὑπῆρξε συχνή καί ἀποδοτική. Διετέλεσε μάλιστα καί τοποτηρητής τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σμύρνης τήν διετία 1831 – 1833. Τό 1842 νοσηλευόμενος στό Γραικικό Νοσοκομεῖο Σμύρνης ἐξεδήμησε πρός Κύριον. Τήν κηδεία του τέλεσε ὁ Μητροπολίτης Ἐφέσου Ἄνθιμος. Ἡ ταφή του ἔγινε στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, στόν ὁποῖο Ναό μέχρι τό 1922, χρονιά τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς, σωζόταν μεγάλη καί ὡραία εἰκόνα του. Μέ διαθήκη του ὁ Ἄνθιμος ἄφησε ὅλη τήν περιουσία του σέ ἱερούς ναούς καί εὐαγῆ ἱδρύματα τῆς ἀγαπημένης του Σμύρνης. Κλείνοντας, θά ἤθελα νά ἐκφράσω τήν ἄποψή μου καί τήν ἐπιθυμία μου, ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ.κ. Βαρθολομαῖος καί ἡ Πατριαρχική Ἱερά Σύνοδος νά ἀποφασίσουν γιά τήν ἁγιοκατάταξη τοῦ μακαριστοῦ ἀειμνήστου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ἀνθίμου τοῦ Γ΄, διότι πιστεύω ὅτι θά ἀποτελῆ τό πρότυπο πρός μίμηση τῶν ἱεραρχῶν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας πού τόσο ἀναγκαῖο εἶναι στήν τόσο αὐχμηρή ἐποχή μας.

 

Περιοδικό Ε.ΡΩ Τεύχος 31