«Κολοκύνθη»: μια φάρμα αφιερωμένη αποκλειστικά στον κολοκυθοανθό

Ο 26χρονος Γιώργος Φλώκαρης καλλιεργεί κολοκυθοανθούς στο κτήμα του στη Θεσσαλονίκη
 
Ο κολοκυθοανθός είναι το πιο νόστιμο βρώσιμο λουλούδι και έχει ζωηρό κίτρινο χρώμα που ξεχωρίζει πάνω στον καταπράσινο κορμό του κολοκυθιού. Σε αυτόν ο 26χρονος Γιώργος Φλώκαρης, αναγνώρισε μεγάλες προοπτικές κι έτσι αποφάσισε να ασχοληθεί εξειδικευμένα και αποκλειστικά με την παραγωγή του, στο κτήμα του στη Θεσσαλονίκη. Σε αυτό ίσως έπαιξε ρόλο και η καταγωγή του από την Λέσβο, το νησί στο οποίο περισσότερο ίσως από κάθε άλλο σημείο της Ελλάδας θα δεις νοικοκυρές να μαζεύουν κολοκυθοανθούς σε καλάθια για να τα κάνουν γεμιστά με ρύζι. Καθώς ο καιρός ανοίγει οι κολοκυθοανθοί ψήνονται γεμιστοί με φέτα ή τηγανίζονται σε κουρκούτι και μαζί με δροσερό γιαουρτάκι είναι ο τέλειος μεζές για παγωμένο ουζάκι.

Όπως μας εξηγεί ο Γιώργος, το μάζεμα του κολοκυθοανθού γίνεται το πρωί που τα πέταλά τους είναι ανοιχτά, γι΄ αυτό και η επίσκεψη στην λαϊκή αγορά για όποιον θέλει να τον μαγειρέψει πρέπει να γίνει εξίσου νωρίς, όσο είναι ακόμα φρεσκοκομμένοι.

«Τους ανοιξιάτικους προς καλοκαιρινούς μήνες μαζεύω τους ανθούς κατά τις 7.00 το πρωί διότι τα άνθη ανοίγουν με το πρώτο φως του ήλιου. Εκείνη τη στιγμή νιώθω το άρωμα που βγάζουν, όπως και οι μέλισσες που κάνουν το δικό τους πάρτι στο αγρόκτημα. Εκτός από εμάς που μαζεύουμε τους ανθούς έτσι και αυτές την ίδια ώρα μαζεύουν την γύρη και από ότι καταλαβαίνω έχουν μια εμμονή με την μητέρα μου γιατί κάθε φορά τσιμπάνε μόνο αυτή- ευτυχώς δεν είναι αλλεργική! Μαζεύω τους αρσενικούς και τους θηλυκούς- όλοι οι ανθοί μαγειρεύονται το ίδιο. Οι μεγάλοι είναι κατάλληλοι αν θέλουμε να τους κάνουμε γεμιστούς και οι πιο μικροί αν θέλουμε να τους τηγανίσουμε. Όποιος σκοπεύει να τους μαγειρέψει, θα πρέπει να το κάνει σχεδόν την ίδια στιγμή που θα τους πάρει στα χέρια του γιατί ο ανθός κλείνει και έτσι δεν θα μπορέσει να τους φτιάξει.

Οι τρόποι μαγειρέματος τους είναι πολλοί, γι’ αυτό και χρησιμοποιούνται αρκετά τόσο σε ταβερνάκια όσο και σε μεγάλες κουζίνες συνθέτοντας εντυπωσιακά γκουρμέ πιάτα. Η γιαγιά μου στην Μυτιλήνη τους κάνει τηγανιτούς με κουρκούτι και τυρί φέτα και είναι φανταστικοί, η μητέρα μου πάλι τους κάνει γεμιστούς με ρύζι και πιστεύω πως μπορώ να φάω όλο το ταψί! Στα μεζεδοπωλεία της Λέσβου οι κολοκυθοανθοί σερβίρονται πάντα με ένα ποτηράκι ούζο που για εμένα είναι ο πιο ταιριαστός συνδυασμός. Στο εξωτερικό τους έχω φάει γεμιστούς με ρύζι και σολομό».

Από το αγρόκτημά του «Κολοκύνθη» στην περιοχή της Νέας Μαγνησίας, προμηθεύει τους φρέσκους κολοκυθοανθούς όχι μόνο σε αγορές και εστιατόρια αλλά και κατευθείαν στο σπίτι του κάθε πελάτη με διανομή.

 «Μετά το μάζεμα κάνω την παράδοση των προϊόντων και επιστρέφω στο αγρόκτημα για να συνεχίσω με τις επόμενες ασχολίες, γιατί όπως λέει ο πατέρας μου «ακόμα και αν έχεις τελειώσει όλες τις δουλειές ο μπαξές πάντα θα έχει κι άλλες». Ανάλογα με την μέρα, θα έχει κι άλλη ακόμα συγκομιδή προϊόντων, «ζαρζαβάτι» όπως έλεγε και η γιαγιά μου, καθάρισμα και πλύσιμο. Αφού πιάσει το μεσημέρι τρώω, ξεκουράζομαι λίγο και συνεχίζω πάλι μια και τις απογευματινές ώρες συνήθως το πρόγραμμα έχει σπορά, ραντίσματα, οργώματα και περιποίηση των λαχανικών».

Στο αγρόκτημα καλλιεργούνται και ορισμένα λαχανικά εποχής πέρα από κολοκυθοανθούς και κολοκύθια, όπως το λάχανο ή τα φρέσκα κρεμμυδάκια-το μυρωδικό που ταιριάζει παντού- , αλλά και κότες που δίνουν αυγουλάκια. Από εδώ προμηθεύεται ανθούς και το εργαστήριο Deli Blossoms στην Θεσσαλονίκη που εξειδικεύεται στη δημιουργία πιάτων με βάση το τύλιγμα σε κολοκυθοναθούς, αμπελόφυλα και λαχανόφυλα.

Ο Γιώργος είναι ένα παράδειγμα νέου ανθρώπου που μετά τις σπουδές του στην διοίκηση επιχειρήσεων και αφού ψάχτηκε κάνοντας διάφορες δουλειές, αποφάσισε να στραφεί στον πρωτογενή παρέα με όλες τις δυσκολίες που μπορεί να έχει, σύμφωνα με τα λεγόμενά του. Eπέλεξε την δουλειά των γονιών και των παππούδων του που ήταν γεωργοί και συνεχίζει το έργο τους πατώντας στις νέες τεχνολογίες.

«Ο πρωτογενής τομέας έχει αρκετούς “εχθρούς” και κανένα “σύμμαχο”. Καθημερινά παλεύουμε με τις καιρικές συνθήκες, με τα ζωύφια, με αναποδιές σε μηχανήματα, με την ακρίβεια πλέον σε όλους τους τομείς και φυσικά με τους φόρους. Παρόλα αυτά όμως δεν το βάζουμε κάτω, με το κεφάλι ψηλά συνεχίζουμε με μεράκι και υπομονή. Με το αγρόκτημα ασχολούμαι εδώ και 5 χρόνια. Πριν δούλεψα  σε βενζινάδικα, σε αποθήκη ελαστικών, μέχρι και ταχυδρόμος έγινα …εκεί με έδιωξαν στο 5μηνο γιατί μου είπαν πως δεν έχει και τόσο δουλειά ενώ τα γράμματα είχαν φτάσει στο ταβάνι. Αποφάσισα λοιπόν να εξελίξω κάτι που ήδη υπήρχε, το αγρόκτημα. Και είναι η ώρα που ο κόσμος πλέον και κατ’επέκταση τα εστιατόρια ψάχνουν ποιότητα στα τρόφιμα, παραδοσιακά προϊόντα και όχι τυποποιημένα. Άλλωστε εγώ, σαν άνθρωπος μου αρέσει η φύση-δεν έχω αφήσει βουνό για βουνό. Η μεγαλύτερη ανταμοιβή της επιλογής μου είναι η ικανοποίηση της δημιουργίας, να βλέπω κάτι να μεγαλώνει και να αναπτύσσεται μέρα με την μέρα, ως που να έρθει η ώρα να το κόψω, να το δοκιμάσω και να μοιραστώ τη γεύση του.»