ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Η εποχή των διωγμών των πρωτοχριστιανικών χρόνων είναι η πλέον ηρωική περίοδος της Εκκλησία μας, η οποία ανέδειξε μέγα νέφος καλλίνικων Μαρτύρων. Απέρριψαν την ειδωλολατρία, όρθωσαν το ανάστημά τους στους ισχυρούς διώκτες τους και ομολόγησαν την πίστη τους στο Χριστό, χύνοντας το άγιο αίμα τους και δίνοντας τη ζωή τους για Εκείνον. Ένας από αυτούς υπήρξε ο μεγαλομάρτυς Προκόπιος.
Καταγόταν από την Παλαιστίνη και έζησε στα χρόνια του σκληρού αυτοκράτορα Διοκλητιανού (285-305). Ο πατέρας του ονομαζόταν Χριστόφορος και ήταν ένθερμος Χριστιανός, σε αντίθεση με τη μητέρα του Θεοδοσία, η οποία ήταν φανατική ειδωλολάτρισσα. Το αρχικό του όνομα ήταν Νεανίας. Έχασε δυστυχώς ενωρίς τον πατέρα του και έτσι την ανατροφή του ανάλαβε η μητέρα του, μεγαλώνοντας τον ως ειδωλολάτρη.
Φαίνεται ότι είχε πρόσβαση στο παλάτι και έτσι παρέδωσε τον Νεανία ως αυλικό στον Διοκλητιανό, προσφέροντας και ένα σεβαστό ποσό. Εκείνος εκτίμησε τις ικανότητές του και τον αναγόρευσε Δούκα της Αλεξάνδρειας, δίνοντάς του μάλιστα ρητή εντολή να πάει και να εξολοθρεύσει τους εκεί πολυάριθμους Χριστιανούς. Σημειώνουμε πως ο θρησκόληπτος αυτός αυτοκράτορας είχε πεισθεί από τα ειδωλολατρικά ιερατεία της Μ. Ασίας ότι οι «θεοί» απαιτούσαν από αυτόν να εξολοθρεύσει τους Χριστιανούς και να σβήσει την χριστιανική πίστη, προκειμένου να γίνουν και πάλι ευμενείς για το κράτος και τον ίδιο. Γι’ αυτό είχε κηρύξει τον πιο σκληρό και απάνθρωπο διωγμό κατά της Εκκλησίας, ο οποίος ανάδειξε εκατομμύρια Μάρτυρες.
Αφού ανάλαβε την εξουσία στην Αλεξάνδρεια, πήρε εντολή να πάει στην πόλη Απάμεια (σημερινή Χαμάν) της Συρίας, μαζί με δύο αξιωματικούς του. Επειδή όμως έκανε πολύ ζέστη ταξίδευαν τη νύχτα. Περί τα 30 χιλιόμετρα έξω από την πόλη συνέβη κάτι το απροσδόκητο: έγινε μεγάλος σεισμός και ο ουρανός φωτίστηκε από εκτυφλωτικές αστραπές. Ταυτόχρονα ακούστηκε απόκοσμη φωνή, η οποία τον προειδοποιούσε πως αν εκτελούσε τις διαταγές του αυτοκράτορα και θανάτωνε Χριστιανούς, θα θανατώνονταν και ο ίδιος!
Ο Νεανίας, σάστισε από το παράξενο φαινόμενο και ρώτησε ποιος του μιλάει και να του φανερωθεί μπροστά του. Τότε ένας κρυστάλλινος Σταυρός εμφανίστηκε μπροστά του και μια φωνή ακούστηκε: «Εγώ είμαι ο Εσταυρωμένος Ιησούς, ο Υιός του Θεού»! Ο αγαθών προθέσεων Δούκας κατάλαβε ότι επρόκειτο για θεόσταλτο θαύμα και γι’ αυτό έτρεξε στην Απάμεια και φρόντισε να βρει Χριστιανούς, να κατηχηθεί. Αφού μεταστράφηκε, έλαβε το Άγιο Βάπτισμα και έλαβε το όνομα Προκόπιος. Όταν έφτασε στην Σκυθόπολη της Κοίλης Συρίας κατασκεύασε έναν χρυσό Σταυρό, σύμφωνα με εκείνον που του φανερώθηκε, τον οποίο έκανε πλέον έμβλημά του, μαζί με δύο εικόνες των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ. Μετά από μέρες κλήθηκε να αντιμετωπίσει τους Σαρακηνούς, τους οποίους κατατρόπωσε έχοντας μαζί του τον χρυσό Σταυρό, ως νικητήριο λάβαρό του.
Όταν επέστρεψε νικητής στην Αλεξάνδρεια, τον υποδέχτηκε με χαρά η μητέρα του, η οποία είχε πληροφορηθεί για την περιφανή νίκη του. Τον προέτρεψε να θυσιάσει στους «θεούς», ευχαριστώντας τους για την ευμένειά τους προς αυτόν. Τότε ο Προκόπιος είπε στη μητέρα του ότι τη νίκη του την χάρισε ο Χριστός ο αληθινός Θεός και όχι τα ψεύτικα είδωλα. Η φανατική ειδωλολάτρισσα μητέρα του πικράθηκε από τα λόγια του γιού της, σκοτίστηκε το μυαλό της και φανέρωσε με επιστολή της στον Διοκλητιανό την μεταστροφή του γιου της, στην μισητή για εκείνους
χριστιανική πίστη. Ο θρησκομανής αυτοκράτορας έγινε έξαλλος από το θυμό του και έδωσε εντολή στον ηγεμόνα της Καισάρειας Ούλκιο να εξετάσει τον Προκόπιο.
Οδηγήθηκε δέσμιος μπροστά του και ομολόγησε με ηρωισμό την πίστη του στο Χριστό. Όταν του ζητήθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, αρνήθηκε και στηλίτευσε την πίστη στους ψεύτικους ειδωλολατρικούς «θεούς». Ο ηγεμόνας έφριξε από τη στάση του Προκοπίου και διέταξε να τον δείρουν χωρίς οίκτο και να τον κλείσουν, μισοπεθαμένος όπως ήταν, στην πιο σκοτεινή φυλακή. Εκεί του παρουσιάστηκε τη νύχτα ο Χριστός και του έδειξε το στέφανο του μαρτυρίου του, τον οποίο θα κέρδιζε αν έμεινε σταθερός στην ομολογία της πίστης του. Αν μπορούσε να αντέξει τα βασανιστήρια και αντάλλασε την πρόσκαιρη ζωή με την αιώνια. Ο Προκόπιος χάρηκε αφάνταστα και έλαβε θάρρος.
Την επόμενη ημέρα τον οδήγησαν σε παρακείμενο ειδωλολατρικό ναό, όπου τον παρακίνησαν να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Προκόπιος αρνήθηκε να θυσιάσει και προσευχήθηκε. Τότε έγινε το απροσδόκητο: τα ειδώλια άρχισαν να λιώνουν σαν κερί! Οι παριστάμενοι στρατιώτες και οι αξιωματικοί τους Νικόστρατος και Αντίνοος, βλέποντας το θαύμα μεταστράφηκαν στο Χριστό, βαπτίστηκαν από τον Επίσκοπο Λεόντιο και αργότερα μαρτύρησαν δι’ αποκεφαλισμού. Η μητέρα του, η οποία ήταν παρούσα, πίστεψε και αυτή και μαζί της δώδεκα Συγκλητικές, οι οποίες συνθλίφτηκαν, βασανίστηκαν φρικτά και αποκεφαλίστηκαν.
Τον Προκόπιο ανάλαβε ο θηριώδης και άσπλαχνος Φλαβιανός, για να κάμψει το φρόνημά του. Αλλά και σε αυτόν ο Μάρτυρας έμεινε αμετάπειστος και σταθερός στην πίστη του. Ο Φλαβιανός τότε διέταξε τον υπηρέτη Αρχέλαο να μπήξει στην κοιλιά του Προκόπιου το σπαθί του. Όταν εκείνος ξάμωσε, έπεσε στο πάτωμα νεκρός! Κατόπιν τον έδεσαν και τον κτυπούσαν με βούνευρα. Τον έκαιγαν με αναμμένα κάρβουνα. Τον υποχρέωσαν να κρατήσει στα χέρια του αναμμένα κάρβουνα, μέχρι να θυσιάσει στα είδωλα. Εκείνος προτίμησε να καούν τα χέρια του! Μετά τον κρέμασαν ανάποδα και ετοίμασαν πυρακτωμένο φούρνο να τον ρίξουν μέσα, αλλά ο Προκόπιος τον σταύρωσε και ο φούρνος έσβησε πάραυτα και πάγωσε!
Αφού είδαν ότι δεν έφερναν αποτέλεσμα, αποφάσισαν να τον αποκεφαλίσουν. Εκείνος έσκυψε την τίμια κεφαλή του στο δήμιο, ο οποίος την απέκοψε, χαρίζοντάς του τον πολύτιμο και αμάραντο στέφανο της ουράνιας δόξας, που του είχε δείξει ο Χριστός στη φυλακή!
Η μνήμη του εορτάζεται στις 8 Ιουλίου.