ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΚΛΕΦΤΙΚΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ*

(ἀπόσπασμα)

Γιάννη Ἀποστολάκη

 

 

     Στὰ περισσότερα κλέφτικα τραγούδια  ὁ χαρακτηρισμὸς τοῦ ἐξαιρετικοῦ ἀτόμου γίνεται μὲ τὸν μόνο σωστὸ τρόπο – μὲ τὸν χαρακτηρισμὸ τῆς ψυχῆς. Ἁπλοϊκὸ βέβαια καὶ λιτὸ εἶναι τὸ κλέφτικο τραγούδι, ὁ ποιητής του ὅμως ἔχει πάρει τὸν καλὸ τὸν δρόμο ποὺ φέρνει παντοῦ καὶ πάντοτε στὴν ποίηση: τὸν δρόμο τῆς ψυχῆς. Τὸ ἐξαιρετικὸ ἄτομο δὲν τὸ κάνει πιὰ τὸ ἐξαιρετικό, παρὰ τὸ διαφορετικὸ περιεχόμενο τῆς ψυχῆς, ἡ καινούργια συνείδηση. Ἡ συνείδηση τοῦ λεύτερου ἀτόμου, τοῦ λεύτερου ἀνθρώπου· αὐτὴ θεμελιώνει τὸν ἥρωα τοῦ κλέφτικου τραγουδιοῦ, αὐτὴ τὸν ξεχωρίζει. Μὲ ὅλο του τὸ δίκιο λοιπὸν θὰ ὀνόμαζε κανεὶς τὰ κλέφτικα τραγούδια «τὰ πρῶτα πνευματικὰ μνημεῖα τῆς λευτεριᾶς». Χωρὶς ἄλλο βέβαια ξαφνιάζει τὸ παράξενο παρουσιαστικὸ τοῦ κλέφτικου τραγουδιοῦ, ἡ ἀπροσποίητη αὐτὴ κραυγὴ χαρᾶς τοῦ ἀνθρώπου στὸ ἄναμμα καὶ στὸ φούντωμα τῆς ψυχῆς του μὲ τὸ πρῶτο ἄγγισμα τῆς λευτεριᾶς.

     Λόγος, αἴσθημα, πράξη, ὅλα βρίσκονται σ’ ἐνέργεια, γιὰ νὰ προφτάσουν καὶ νὰ κλείσουν μέσα τους τὴν πλημμύρα τῆς ζωῆς, ποὺ ὁλοένα καὶ ἀνεβαίνει ὁρμητικότερη ἀπὸ τὰ βάθη. Τὸ κλέφτικο τραγούδι δὲν εἶναι ἱστορία, οὔτε αἰσθηματικὴ ἐπίδειξη, οὔτε δραματικὴ σκηνή, παρὰ κάτι βαθύτερο καὶ πρωταρχικότερο: εἶναι τὸ ξύπνημα τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀμέτρητη δύναμη, ποὺ φωλιάζει μέσα του βαθύτερα ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ ἀπὸ τὸ νοῦ. Ὁ ἄνθρωπος νιώθει τὴν ψυχὴ τοῦ δύναμη.

Μακρινὲς καὶ πολλὲς εἶναι, ἀλήθεια, στὸν χρόνο οἱ ρίζες τοῦ δέντρου τῆς ζωῆς μας, ἡ κοντινότερη ὅμως σέ μᾶς, ἐκείνη πού μᾶς κρατάει στὰ κλώνια της καὶ ἀπ’ ὅπου θρέφεται παρὸν καὶ μέλλον, τὴ στέριωσαν καὶ τὰ λίγα ἐκεῖνα τραγούδια. Πόσο μακριὰ λ.χ. βρίσκεται ὁ ἀκριτικὸς ἥρωας καὶ πόσο κοντά μας ὁ Κλέφτης, στὸν δρόμο τὸν δικό του περπατοῦμε κι ἐμεῖς. Μυθικά, θαυμαστὰ πράγματα κάνει ὁ ἀκριτικὸς ἥρωας, ἡ δύναμή του εἶναι τιτανική, ὑπερφυσική. Ἀντίθετα, τὸ ἔργο τοῦ κλέφτη στὸν κόσμο δὲν εἶναι ἀπίστευτο, εἶναι φυσικὸ – ὅπως φυσικὴ καὶ ὄχι ἀπίστευτη εἶναι ἡ δύναμή του. Ὅ,τι χαρακτηρίζει τὸν Κλέφτη εἶναι ἡ ψυχὴ καὶ ὁ ἀγώνας γιὰ τὸ ἀμόλευτο ἀγέρι τῆς πνοῆς της, γιὰ τὴ λευτεριά. Ἂν χαρακτηριστικό του ἀκριτικοῦ ἥρωα εἶναι  ἡ ἐξαιρετικὴ σωματικὴ ρώμη, ἡ εὐψυχία ξεχωρίζει τὸν Κλέφτη. Σωματικὴ ἀντρεία δὲν ἔχουν οὔτε ὁ Μηλιόνης, οὔτε ὁ Σταθᾶς, οὔτε ἡ Δέσπω· ἔχουν ὅμως εὐψυχία: ὅλοι αὐτοὶ χρειαζόνταν θάρρος ψυχῆς ν’ ἀψηφίσουν τὴ  δύναμη τοῦ Τούρκου καὶ νὰ προτιμήσουν τὸν θανάσιμο ἀγώνα καὶ τὴ σκληρότατη θυσία. Ἀπέριττη, διόλου φανταχτερὴ εἶναι ἡ σύνθεση τοῦ κλέφτικου τραγουδιοῦ – λὲς καὶ ἡ φαντασία νὰ μὴ δούλεψε διόλου στὴ γέννησή του. Ποῦ νὰ παραβγῆ μὲ τὸ ἀκριτικὸ τραγούδι; Αὐτὸ ζῆ καὶ ἀνασαίνει στὴν πλούσια χώρα τῆς φαντασίας. Κι ὅμως τὸ κλέφτικο τραγούδι, δὲν πέφτει οὔτε τρίχα παρακάτω σὲ ἀξία ἀπό κεῖνο, θὰ ἔλεγα κιόλας πὼς αὐτὸ τὸ γνοιάζεται περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο ἡ ψυχή μας. Γιατί κερδίζει ἀπὸ μέσα ὅ,τι χάνει ἀπ’ ἔξω. Ἂν ὁ ἄνθρωπος στὸ ἀκριτικὸ τραγούδι μας ἀντικρύζη φτιαγμένος κι ἕτοιμος κ’ ἔχη πιὰ μονάχα νὰ μᾶς ἱστορήση τὰ θαυμαστὰ περιστατικά του, στὸ κλέφτικο τραγούδι εἴμαστε μάρτυρες οἱ ἴδιοι καὶ μὲ τὰ ἴδια τὰ μάτια μας βλέπουμε τὴ γέννηση τοῦ καινούργιου ἀνθρώπου.

     Θαυμαστὰ πράγματα κάνει βέβαια ὁ ἀκριτικὸς ἥρωας, τὸ θαυμαστὸ καὶ ἀπίστευτο ὅμως τοῦ κλέφτικου τραγουδιοῦ εἶναι ἡ παρουσία τοῦ καινούργιου ἀνθρώπου, ἡ δημιουργία τοῦ λεύτερου ἀτόμου. Διόλου παράξενο ἡ ἔκφραση τοῦ ἀκριτικοῦ ἥρωα νὰ γίνεται μὲ τὴ διήγηση – τὸ θαυμαστὸ περιστατικὸ βρίσκεται πέρα καὶ ἔξω ἀπὸ τὸν ἥρωα. Πῶς ὅμως νὰ ἐξουσιάζη ἡ διήγηση τὰ κλέφτικα τραγούδια ὅταν τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς γίνεται στὴν ἴδια τὴν ψυχὴ τοῦ ἥρωα; Ὁ λυρικὸς τόνος, ὁ δραματικὸς γίνεται τὸ φυσικότερο μέσο στὴν ἔκφραση. Καθημερινὴ ἀπελπισία ἡ ζωή σου ἐδῶ, διαβάζεις ὅμως ἐκεῖνα τὰ τραγούδια καὶ πάλι ἡ ἐλπίδα ξαναζεσταίνει τὴν παγωμένη καρδιά. Ἄλλη μία φορὰ βλέπεις, στὴν πνευματικὴ ἱστορία, πράξη, λόγο καὶ σκέψη, ἀπὸ χωρισμένα καὶ ἐξευτελισμένα ποὺ ἦταν, νὰ ξαναβγαίνουν ἁρμονικὰ ἀπὸ τὴν πηγή τους, ἀπὸ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ νὰ ἀστράφτουν πάλι στὸν κόσμο, στὴν τιμὴ καὶ στὴ λάμψη τῆς ὑψηλῆς καταγωγῆς τους. Ἄλλη μία φορὰ οἱ πατέρες μας ξαναβρίσκουν, μόνοι κι ἀβοήθητοι, στήν ψυχή τους τὴν πηγὴ τῆς λευτεριᾶς καὶ σηκώνουν καὶ ἐκεῖνοι στὸν κόσμο ὑπερήφανοι τὸ κεφάλι τους. Καμωμένα τὰ τραγούδια γι’ ἄτομα, δὲν ἔχουν ὅμως τίποτε τὸ ὑποκειμενικὸ ἀπάνω τους. Ὁ ἥρωάς τους δὲν σχεδιάζει, δὲν διδάσκει, δὲν ἀντιγράφει, δὲν μιμεῖται τὴν ζωή. Ὁ ἥρωάς τους εἶναι ὅ,τι εἶναι τὰ τραγούδια· ἔχουν τὸ ἀπόλυτο ποὺ ἔχει τὸ γεγονός. Τὴν κρίση μου γι’ αὐτὰ τὴ βεβαιώνει καὶ ἡ συνέχειά τους.

     Ἦρθε ἡ ὥρα, ἦρθε τὸ Εἰκοσιένα. Μέσα στὸν καθολικὸ ξεσηκωμὸ τοῦ Γένους χάθηκαν οἱ λιγοστοὶ ἀγωνιστὲς τῆς λευτεριᾶς, οἱ κλέφτες, καὶ μαζὶ χάνεται καὶ τὸ τραγούδι τους. Χάνεται ἀληθινά; Ὄχι, βαθαίνει καὶ πλαταίνει στὸν ἐξαίσιο «Ὕμνο τῆς λευτεριᾶς» τοῦ Σολωμοῦ, ἐπειδὴ πραγματικὰ ὁ Σολωμὸς συνεχίζει στὸ ἔργο του τὸ πνεῦμα τοῦ κλέφτικου τραγουδιοῦ.

     Ἡ λειτουργία καὶ ἡ διάρθρωση τοῦ κλέφτικου τραγουδιοῦ ἡ ἴδια, γιγαντωμένη ὅμως σ’ ἀφάνταστο βαθμό, δίνει τὴ ζωὴ καὶ στὸν Ὕμνο τοῦ Σολωμοῦ. Ἡ λευτεριὰ ἐδῶ δὲν βγαίνει λιανοτρέμουλη καὶ λιγόχρονη, ὅπως ἡ σπίθα, ἀπὸ τὴν ἄκρη τοῦ χρόνου, ἀπὸ τὴ στιγμή, παρὰ ὁρίζει ἐμπρὸς καὶ πίσω στὸν χρόνο τὰ βάθη τῶν αἰώνων. Κοσμικὲς πηγὲς ζωῆς τεράστιες – ἡ ἱστορία, ἡ θρησκεία – ρίχνουν τὴ δύναμή τους μέσα καὶ δυναμώνουν τὴν πυρκαγιά. Νὰ σκεφθῆς μονάχα πόσο θέριεψε τὴν ἐνέργεια τῆς λευτεριᾶς ἡ δεύτερη στροφὴ τοῦ Ὕμνου, πραγματικὸ ποιητικὸ κατόρθωμα τοῦ Σολωμοῦ. Μὲ τὴ στροφὴ αὐτή, φυλή, ἱστορία, ἀνθρώπινη ἐνέργεια μπαίνουνε σὲ κίνηση καὶ δουλεύουν τὴ λευτεριά. Ἂν στὸ κλέφτικο τραγούδι ἀδύναμες ἀχτίδες τῆς αὐγῆς χαϊδεύουν τὸ πρόσωπό μας, στὸν Ὕμνο λειώνουμε ἀπὸ φλόγα τοῦ μεσημεριοῦ. Ὁλοστρόγγυλο τὸ ἄστρο τῆς λευτεριᾶς «ἐρήμας δι’ αἰθέρος» καίει, φλογίζει τὸν κόσμο.

 

* ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ‘ΑΝΘΟΛΟΓΗΜΑΤΑ’, ΟΕΔΒ, 1979