Ἡ προσφορά τῶν ἀπόδημων Ἑλλήνων ἀπό τήν ἀρχαιότητα ἑώς τήν ἀναγέννηση

Ἐρατῶς Ζέλλιου – Μαστοροκώστα
φιλολόγου – ἱστορικοῦ
ἐπ. προϊσταμένης Δευτεροβάθμιας Ἐκπαιδεύσεως

Οἱ Ἕλληνες ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων ἀποδημοῦσαν (ἀπομακρύνονταν ἀπό τόν Δῆμο τους) γιά νά ἐγκατασταθοῦν σέ μία περιοχή, ὅπου οἱ συνθῆκες διαβιώσεως θά ἦταν καλύτερες, δηλαδή τό ἔδαφος θά ἦταν πιό εὔφορο ἤ οἱ ἀκτές καταλληλώτερες γιά ἁλιεία ἤ ἡ θέση τῆς ἀποικίας τους πέρασμα ἐμπορίου κ.λπ. Καί μία ἀπό τίς παλαιώτερες ἀποικίες τῶν Ἑλλήνων πρέπει νά ἦταν ἡ Τροία, διότι οἱ ἀνασκαφές τοῦ Ἑρρίκου Σλῆμαν ἀπέδειξαν ὅτι ἡ Τροία, τήν ὁποία πολιόρκησαν καί κατέλαβαν οἱ Ἕλληνες μέ ἀρχηγό τόν Ἀγαμέμνονα καί ἔγραψε τήν Ἰλιάδα ὁ ἐποποιός Κόρρινος (1) ὁ Ἰλιεύς, ὅταν γινόταν ὁ Τρωϊκός πόλεμος καί ἀπό αὐτόν τήν ἀντέγραψε ὁ Ὅμηρος, ἦταν ἡ ἑβδόμη πόλη πού εἶχε κτισθῆ σέ αὐτήν τήν θέση.

Ἑπομένως οἱ Ἕλληνες πρέπει νά εἶχαν κατοικήσει καί σέ παλαιώτερες πόλεις τῆς Τροίας, οἱ ὁποῖες θά καταστράφηκαν ἀπό ἐπιδρομεῖς ἤ σεισμούς ἤ κάτι ἄλλο, ἐπειδή ὁ Ἑλλήσποντος (ὁ πόντος τῆς Ἕλλης) ἦταν τό πέρασμα τοῦ ἐμπορίου σιτηρῶν, χρυσοῦ, ἀργύρου, σιδήρου ἀπό τίς χῶρες τοῦ Εὐξείνου Πόντου καί οἱ Τρῶες θά τούς ὑποχρέωναν νά πληρώνουν τοὐλάχιστον ὅταν περνοῦσαν ἐμπορεύματα, ἀλλά καί ἐπειδή οἱ πεδιάδες τῆς Μ. Ἀσίας ἦταν περισσότερο εὔφορες ἀπό τήν γεμάτη βουνά Ἑλλάδα, ἀλλά καί ἀπό τίς πεδιάδες αὐτῆς.

Ὅτι ἡ φύση τῆς Ἑλλάδος, ὡραιοτάτη, ἀλλά δύσκολη στήν καλλιέργεια μέ τά πενιχρά μέσα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀνάγκασε τούς πληθυνομένους Ἕλληνες νά μεταναστεύουν ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων ἀποδεικνύεται καί ἀπό τήν Ἀργοναυτική ἐκστρατεία καί ἀπό τίς προγενέστερες ἐκστρατεῖες, οἱ ὁποῖες ἦταν οἱ πρῶτες ἐπιτυχεῖς ἐξερευνήσεις γιά μετανάστευση. Ἤδη ἀπό τήν 3η χιλιετία π.Χ. τοποθετοῦν τίς πρῶτες συγκροτημένες ἀποικίες στήν Μ. Ἀσία καί τόν Εὔξεινο Πόντο. Τό 700 π.Χ. ἡ Μ. Ἀσία βρίθει ἀπό ἑλληνικές πόλεις: Κνίδος, Ἁλικαρνασσός, Μίλητος, Πριήνη, Μαγνησία, Ἔφεσος, Κολοφών, Τέως, Ἐρυθραί, Κλαζομεναί, Σμύρνη, Μαγνησία, Φώκαια, Κύμη, Αἰγαί, Ἐλαία, Πιτάνη, Ἀδραμύττιον, Γάργαρα, Ἀσσός, Χρύση, Λάρισα, Κύζικος καί πολλές ἄλλες. Τόν 7ο αἰῶνα π.Χ. οἱ Μεγαρεῖς ἔκτισαν στήν Προποντίδα τήν Σηλύβρια καί τόν Ἀστακό καί στόν Βόσπορο πού ὁδηγεῖ στόν Εὔξεινο Πόντο, τήν Καλχηδόνα καί τό Βυζάντιο, τό ὁποῖο μετονομασθέν τό 330 μ.Χ. σέ Κωνσταντινούπολη, ἦταν ἡ πρωτεύουσα τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας καί ἀργότερα τῆς μεσαιωνικῆς ἑλληνικῆς αὐτοκρατορίας (Βυζαντινῆς) ἕως τό 1453, δηλαδή 1123 ἔτη. Ἀλλά καί τά παράλια τοῦ Εὐξείνου Πόντου δέν ὑστεροῦσαν, ἀφοῦ τόν 5ο αἰῶνα π.Χ. ὑπῆρχαν τοὐλάχιστον σαράντα τρεῖς ἑλληνικές ἀποικίες.Καί οἱ δεσμοί τῆς Μητροπόλεως μέ τίς ἀποικίες ἦταν ἱεροί.

Ἡ Πατρίδα φρόντιζε ἰδιαιτέρως τά παιδιά της πού ἀναγκάζονταν νά ἀπομακρυνθοῦν ἀπό αὐτήν, γι᾿ αὐτό καί οἱ ἀπόδημοι Ἕλληνες φύλαγαν ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ κάθε τί ἑλληνικό, γι᾿ αὐτό συμμετεῖχαν στίς ἑορτές στήν Δῆλο, στούς ἀγῶνες στήν Ὀλυμπία καί σέ ὅ,τι συντελοῦσε στήν συνειδητοποίηση τῆς ἑλληνικῆς ἐθνικῆς ἑνότητος. Ἀπό δέ τόν 6ο αἰῶνα π.Χ. ἡ Μ. Ἀσία δέν εἶναι μόνον μία ἄλλη Ἑλλάδα, ἀλλά ἐδῶ γεννιοῦνται ἡ φιλοσοφία καί οἱ ἐπιστῆμες. Ὁ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος (625 ― 546 π.Χ.) τό 585 π.Χ. προεῖπε τήν ἔκλειψη τοῦ ἡλίου πού ἔγινε κατά τό ἔτος ἐκεῖνο, γι᾿ αὐτό ὁ Ἡράκλειτος τόν θεωροῦσε τόν πρῶτο ἀστρονόμο καί ὁ Θαλῆς πρῶτος ἔθεσε τό φιλοσοφικό πρόβλημα τῆς ἀρχῆς τῶν ὄντων, ὡς δέ πρώτη αἰτία τῶν ὄντων θεωροῦσε τό ὕδωρ. Ὁ μαθητής του Ἀναξίμανδρος ὁ Μιλήσιος (610 ― 546 π.Χ.) ἦταν φιλόσοφος, ἀστρονόμος, μετεωρολόγος καί γεωγράφος, θεωροῦσε δέ ὡς ἀρχή τῶν ὄντων τό ἄπειρο, ἐνῶ ὁ τρίτος φιλόσοφος τῆς Σχολῆς τῆς Μιλήτου, ὁ Ἀναξιμένης (585 ― 525 π.Χ.) θεωροῦσε τόν ἀέρα.

Ὁ σημαντικώτερος φιλόσοφος τῆς Σχολῆς τῆς Ἐφέσου ἦταν ὁ Ἡράκλειτος (540 ― 480 π.Χ). Ὁ ἐπίσης σημαντικός φιλόσοφος Ἀναξαγόρας γεννήθηκε στίς Κλαζομενές τό 500 π.Χ. καί ἔφερε τήν φιλοσοφία στήν πόλη τῶν Ἀθηνῶν, ὅπου ἔμεινε πολλά ἔτη. Ἀλλά στήν Μ. Ἀσία γεννήθηκε τόν 5ο αἰῶνα π.Χ. καί ὁ Λεύκιππος ὁ ἱδρυτής τῆς ἀτομικῆς φιλοσοφίας καί διδάσκαλος τοῦ Δημοκρίτου (2) (470 ἤ 460 ― ;), ὁ ὁποῖος συνεισέφερε ἀκόμη περισσότερο στήν ἀνάπτυξη τῆς ἀτομικῆς φυσικῆς. Ἀλλά καί στήν Χαναάν ἐγκαταστάθηκαν Κρῆτες τόν 12ο αἰῶνα π.Χ. ἤ καί πολύ ἐνωρίτερα οἱ γνωστοί Φιλισταῖοι, οἱ ὁποῖοι ἀνέπτυξαν σπουδαῖο πολιτισμό γιά τόν ὁποῖο ἔχουμε νύξεις καί ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη. Ἀπό αὐτούς ὀνομάσθηκε ἡ περιοχή Παλαιστίνη καί ἀπόγονοί τους εἶναι οἱ Παλαιστίνιοι. Ὅπως ἐγκαταστάθηκαν ἀπόδημοι Ἕλληνες καί στήν Β. Ἀφρική καί ὀνομαστές ἦταν οἱ πόλεις ― ἀποικίες Ναύκρατις στήν Αἴγυπτο καί Κυρήνη, Ἀπολλωνία, Βάρκη, Εὐεσπερίδες, Λιμήν Μενελάου, Ταύχειρα, στήν Κυρηναϊκή χερσόνησο τῆς Λιβύης. 

Πολύ μεγάλη ὅμως εἶναι ἡ προσφορά τῶν ἀποδήμων Ἑλλήνων καί στήν Δ. Εὐρώπη, τήν ὁποίαν πρέπει νά ἐπισκέφθηκαν ὁ Ἡρακλῆς (3), ὁ Ὀδυσσεύς (4) καί ἄλλοι ἀπό παλαιωτέρους χρόνους, ἀλλά ἀποικίες ἔκαναν ἀπό τόν 8ο αἰῶνα π.Χ. Τήν πρώτη ἀποικία τήν ἵδρυσαν στό νησί Πιθηκοῦσαι καί μετά ἵδρυσαν ἀπέναντι, στήν Κάτω Ἰταλία, τήν Κύμη. Ἔκτοτε ἔκαναν πολλές ἀποικίες στήν Κάτω Ἰταλία, Σικελία, ἀλλά καί στά παράλια τῆς Ν. Γαλλίας καί ἀρκετές διατηροῦν τά ἑλληνικά ὀνόματά τους, ὅπως Μασσαλία, Νίκαια, Μονοίκου Λιμήν (Μονακό), Κατάνη, Συρακοῦσαι κ.λπ. Ἦταν δέ τόσο μεγάλη ἡ ἀνάπτυξη τῆς Σικελίας καί τῆς Κάτω Ἰταλίας, ὥστε τήν ὀνόμασαν Μεγάλη Ἑλλάδα.

Καί οἱ ἀπόδημοι Ἕλληνες τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος ἄρχισαν νά ἐκπολιτίζουν τούς ἡμιβαρβάρους ντόπιους κατοίκους. Ἀπό τήν Κύμη οἱ Ρωμαῖοι πῆραν τό ἀλφάβητο, τό ὁποῖο δυστυχῶς ὀνομάζουν λατινικό καί ὄχι Χαλκιδικό (5). Καί ἀφοῦ μελέτησαν δίκαια πόλεων τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος ἔκαναν τό ρωμαϊκό δίκαιο, τό ὁποῖο βελτίωσαν ὅταν κατέλαβαν τήν κυρίως Ἑλλάδα καί τό βασίλειο τῶν Πτολεμαίων καί μελέτησαν καί τά δίκαια αὐτῶν. Οἱ Ἕλληνες τούς δίδαξαν τίς τέχνες καί πολλοί Ρωμαῖοι ὄχι μόνον παρακολουθοῦσαν Ἕλληνες διδασκάλους στήν Ρώμη γιά νά μορφωθοῦν, ἀλλά ἔρχονταν στήν Ἑλλάδα γιά ἀνώτερες σπουδές, ὅπως ὁ Κικέρων, ὁ ὁποῖος τό 77 π.Χ. πῆγε στήν Ρόδο, ὅπου δίδασκε ὁ κορυφαῖος ρητοδιδάσκαλος τῆς ἐποχῆς Ἀπολλώνιος ὁ Μάλλων. Γοητευμένοι δέ ἀπό τό ἰδανικό τῆς ἑλληνικῆς παιδείας καί ἐπειδή δέν εἶχαν νά ἀντιτάξουν ἀνάλογη παράδοση στήν πληρότητα τῶν παιδευτικῶν θεσμῶν τῆς Ἑλλάδος, φρόντιζαν νά ἐξελληνίσουν ὅλους τούς λαούς τῆς αὐτοκρατορίας τους. 

Μέ τίς ἐπιδρομές ὅμως τῶν βαρβάρων, οἱ ὁποῖοι τό 476 μ.Χ. κατέλαβαν καί τήν Ρώμη, ἡ Δ. Εὐρώπη ἔπεσε σέ σκοταδισμό, ἐκβαρβαρίσθηκε. Ἀλλά καί πάλι οἱ ἀπόδημοι Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι ἐγκατέλειψαν τά πάτρια ἐδάφη πρίν ἤ μετά τήν κατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Τούρκους τήν ἀποφράδα ἡμέρα τῆς 29ης Μαΐου 1453, τούς ἐκπολίτισαν. Ἀναφέρουμε μόνον ὅτι μόνο στήν Βενετία, ὅπου δώρισαν τήν βιβλιοθήκη του ὁ ἀπό τήν Τραπεζοῦντα τοῦ Πόντου Μητροπολίτης Νικαίας καί μετέπειτα καρδινάλιος Βησσαρίων (6) (1403 ― 1472) καί ἔτσι δημιουργήθηκε ἡ περίφημη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη, τόν 16ο αἰῶνα κατοικοῦσαν 15.000 Ἕλληνες.

Ἀναφέρουμε καί ὀλίγους ὀνομαστούς διδασκάλους, οἱ ὁποῖοι δίδαξαν στήν Πλατωνική Ἀκαδημία τῆς Φλωρεντίας καί σέ ἄλλες πόλεις τῆς Ἰταλίας καί ἄλλων χωρῶν τῆς Δ. Εὐρώπης: Θεόδωρος Γαζῆς (πρίν 1400 ― 1475), Ἰωάννης Ἀργυρόπουλος (; ― 1490), Δημήτριος Χαλκοκονδύλης (1423 ― 1511), Ἰωάννης Ἀνδρόνικος Κάλλιστος (; ― 1486), Μᾶρκος Μουσοῦρος (1470 ― 1517), Φραγκίσκος Πόρτος (1511 ― 1581). Αὐτοί οἱ διδάσκαλοι ― καθηγητές καί πολλοί ἄλλοι πού δέν ἀναφέραμε καί τά ἀθάνατα ἑλληνικά ἔργα πού μεταφέρθηκαν στήν Δύση καί ἀπό τούς Ἄραβες διά τῆς Ἱσπανίας καί εἶναι ὅ,τι πολυτιμώτερο διαθέτουν καί σήμερα οἱ βιβλιοθῆκες αὐτές, συνετέλεσαν στόν ἐκπολιτισμό πάλι τῆς Δ. Εὐρώπης, στήν Ἀναγέννηση.

Γι᾿ αὐτό ὁ Γουσταυρός Εὐχτάλος ἔγραφε: «Οἱ μετά τήν ἅλωσιν τῆς Κωνσταντινουπόλεως μετανάσται τῶν Ἑλλήνων προσήνεγκον εἰς τήν Δύσιν λαμπρόν εὐεργέτημα, μεταδώσαντες αὐτήν τήν γλῶσσαν, τά γράμματα, τάς ἐπιστήμας τῆς Ἑλλάδος, αἵτινες ἕως τότε ἀτελῶς παρ᾿ αὐτῆς κατείχοντο». Καί ὁ πρωτονοτάριος τοῦ οἰκουμενικοῦ πατριαρχείου Θεοδόσιος Ζυγομαλᾶς (1544 ― 1614), ἔγραφε στόν Γερμανό φιλέλληνα Μαρτῖνο Κρούσιο: «Ὁρῶ δέ νῦν μετοικήσαντα πάντα τἀγαθά ἀπό τῶν ἑλληνικῶν τόπων καί οἰκήσαντα ἐν ὑμῖν (τοῖς Εὐρωπαίοις), ἥ τε σοφία καί αἱ τῶν μαθημάτων ἐπιστῆμαι, αἱ τέχναι αἱ ἄρισται, ἡ εὐγένεια, ὁ πλοῦτος, ἡ παίδευσις καί ὁ λοιπός τῶν χαρίτων χορός».

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

1. Λεξικό Σούδα.

2. Ὁ Δημόκριτος γεννήθηκε στά Ἄβδηρα τῆς Θράκης καί δίδασκε ὅτι τά ἄτομα (α ― τέμνω) τῆς ὕλης δέν δέχονται περαιτέρω τμήση, εἶναι ἀγέννητα, ἀναλλοίωτα, ἄφθαρτα, ἀνώλεθρα, ναστά (πυκνά).

3. Ἡράκλειαι Στῆλαι κ.λπ.

4. Σπηλιά τοῦ Ὀδυσσέως στήν Λιβύη, νησί Αἰαίη, ὅπου τόν κράτησε ἡ Κίρκη, Ὠγυγία, ὅπου τόν κράτησε 7 ἔτη ἡ Νύμφη Καλυψώ κ.λπ., δηλαδή νησιά ἤ περιοχές Ἰταλίας.

5. Τό πρωτοχρησιμοποίησαν οἱ Χαλκιδεῖς τῆς Εὐβοίας.

6. Ὁ Βησσαρίων δημιούργησε στήν ἔπαυλή του ἕνα εἶδος Ἀκαδημίας Ἑλληνικῶν σπουδῶν.