Μπούρα Δημητρίου Γεωπόνου -᾿Εντομολόγου
Γιὰ τοὺς περισσότερους ἀνθρώπους ἡ λέξη Παράδοση συνδέεται στὸ μυαλό τους μὲ διάφορες μορφὲς προσέγγισης ἑνὸς τρόπου ζωῆς ποὺ εἶναι συνδεδεμένος μὲ τὸ παρελθόν. Ἀκολουθώντας μία ἡλικιακὴ κλιμάκωση ἀπὸ τοὺς πρεσβύτερους πρὸς τοὺς νεώτερους, ἡ Παράδοση μπορεῖ νὰ σημαίνει μεταξὺ ἄλλων κάποιες μνῆμες ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ γεννήθηκαν, τὴν παιδική τους ἡλικία, διηγήσεις γονιῶν ἢ παππούδων, συμμετοχὴ σὲ ἐκδηλώσεις παραδοσιακῆς μουσικῆς καὶ χορῶν. Ὅλα αὐτὰ μοιάζουν μὲ μία λεπτὴ κλωστὴ ποὺ μὲ δυσκολία μπορεῖ νὰ συνδέσει τὸ βίαια ἀστικοποιημένο παρὸν μὲ μία καθημερινότητα λησμονημένη.
Γιὰ τοὺς παλαιότερους, ἡ λήθη ἔχει ἤδη φιλτράρει μεγάλο κομμάτι τῆς ἐπίπονης πλευρᾶς τῆς ζωῆς. Γιὰ τοὺς δὲ νεώτερους, ἀκόμα καὶ ἡ φαντασία τους, στριμωγμένη σὲ μίζερα παγκόσμια πρότυπα γιὰ τὸ πῶς πρέπει νὰ ζοῦνε, δὲν ἐπαρκεῖ γιὰ νὰ τοὺς ἀφήσει νὰ γευτοῦν ἀξίες καὶ τρόπο ζωῆς ποὺ ζυμώθηκαν μὲ αὐτὸ τὸν τόπο στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων. Ἴσως τὸ κομμάτι τὸ πιὸ λησμονημένο τῆς Παράδοσης, εἶναι ὁ κόπος. Κάτι τέτοιο φαντάζει λογικό, ἂν σκεφτεῖ κανεὶς ὅτι ὅλος ὁ σύγχρονος πολιτισμὸς μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ ὁποίου γαλουχηθήκαμε εἶναι στραμμένος πρὸς τὴν κατεύθυνση ἀποφυγῆς τοῦ κόπου. Ἡ ἀπομάκρυνση τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὴ γῆ ἀπὸ τὴ μία πλευρὰ καὶ ἡ μὲ κάθε τρόπο ἐπιδίωξη ἀνέσεων ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁδήγησαν σὲ μία ψευδαίσθηση τρυφῆς καὶ ἐξαφάνισαν τὴ χαρὰ καὶ τὴν ἱκανοποίηση ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν ἄμεση σύνδεση τοῦ κόπου, μὲ «τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον». Ἡ λέξη «ἄμεση» εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικὴ στὴν παραπάνω φράση. Δυστυχῶς, ἀκόμα καὶ αὐτοὶ ποὺ μοχθοῦν σήμερα (καὶ δὲν εἶναι λίγοι), δὲν μποροῦν νὰ αἰσθανθοῦν τὴ χαρὰ τοῦ μόχθου τους, καθὼς ἀκολουθώντας τὸ ρεῦμα τοῦ καιροῦ, ἀναλώνουν τὴν πενιχρὴ ἀντιμισθία τους στὴν ἀτέρμονη παγίδα τῆς ἱκανοποίησης ἐπίπλαστων ἀναγκῶν.
Ἡ διαβίωση στοὺς πυκνοδομημένους ἀστικοὺς ἱστοὺς τῆς Ἑλλάδας δὲν ἀφήνει πολλὰ περιθώρια ἐπιλογῆς γιὰ κάποιον ποὺ θὰ θελήσει νὰ μπολιάσει τὴν καθημερινότητά του μὲ ἔστω λίγα ψήγματα ζωῆς πιὸ κοντὰ στὴ φύση. Ἀπαιτοῦνται ἀποφάσεις καὶ κινήσεις ποὺ ἀνατρέπουν ὁλοκληρωτικὰ τὴ μέχρι τώρα οἰκεία πραγματικότητα καὶ ὡς ἐκ τούτου σπάνια φτάνει κάποιος στὴν ὑλοποίησή τους. Αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι δὲν θὰ πρέπει νὰ γίνονται οἱ ἀντίστοιχες προσπάθειες καθὼς ἡ ζωὴ χωρὶς τὸ βίωμα καὶ τὴ συνειδητοποίηση τῆς γενναιοδωρίας τῆς φύσης θὰ παραμένει λειψή. Ὁ σύγχρονος τρόπος ζωῆς μᾶς ἐμποδίζει οὐσιαστικὰ νὰ συνειδητοποιήσουμε τὴ γενναιοδωρία τῆς φύσης. Γιὰ τοὺς περισσότερους ἀπὸ ἐμᾶς, σημαντικὸ κομμάτι τῆς διατροφῆς μας, τὰ φροῦτα καὶ τὰ λαχανικά, εἶναι κάτι ποὺ τὸ βρίσκουμε σὲ κάποιο κατάστημα καὶ μποροῦμε νὰ τὸ ἀποκτήσουμε ἔναντι κάποιου χρηματικοῦ ἀντιτίμου. Ἀγνοοῦμε, ἢ στὴν καλύτερη τῶν περιπτώσεων ξεχνᾶμε τὴ διαδικασία παραγωγῆς τους, μὲ ποιό τρόπο δηλαδὴ δημιουργοῦνται τὰ φροῦτα καὶ τὰ λαχανικὰ καὶ θεωροῦμε τὴν ὕπαρξή τους δεδομένη, σὰν νὰ ὀφείλουν νὰ εἶναι στοὺς πάγκους τῶν μανάβικων ἢ τῆς λαϊκῆς ἀγορᾶς, σὰν κάποιος νὰ μᾶς τὰ χρωστάει. Ἂς σκεφτοῦμε ὅμως πόσο γενναιόδωρο πρᾶγμα εἶναι γιὰ παράδειγμα ἕνα καρπούζι.
Ὅλα ξεκινᾶνε ἀπὸ ἕνα μικρὸ σποράκι ποὺ θὰ βρεθεῖ στὸ χῶμα, κάτω ἀπὸ τὶς κατάλληλες συνθῆκες θὰ βλαστήσει, θὰ δώσει ὅπως εἶναι «προγραμματισμένο» ἕνα φυτό, καὶ τὸ φυτὸ μὲ τὴ σειρά του, χρησιμοποιώντας τὴν ἀτμόσφαιρα, θρεπτικὰ στοιχεῖα ἀπὸ τὸ ἔδαφος, καὶ ἐνέργεια ἀπὸ τὸν ἥλιο, θὰ δημιουργήσει ἕνα εὐμεγέθες, γλυκὸ καὶ δροσερὸ φροῦτο, ποὺ ὄχι μόνο εἶναι ἀπολαυστικὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ περιέχοντας καὶ πολλὰ ἄλλα σποράκια, διατηρεῖ τὴν ἱκανότητα νὰ ἀναπαράγεται καὶ νὰ πολλαπλασιάζεται ἀενάως. Ἡ παραπάνω ὑπεραπλουστευμένη περιγραφὴ κρύβει μία ἐξαιρετικὰ πολύπλοκη διαδικασία, ποὺ μελετώντας την δὲν μπορεῖς παρὰ νὰ θαυμάσεις τὴ σοφία μὲ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς ἔχει βάλει σὲ τάξη τὴ φύση πρὸς ὄφελός μας. Ὅμως, ἀκόμα κι ἂν δὲν ἐμβαθύνουμε στὸ ἐπίπεδο τῶν κυττάρων, καὶ μόνο μὲ τὴν ἐπιφανειακὴ ἐμπλοκή μας στὴ φροντίδα καὶ τὴν καλλιέργεια τῶν φυτῶν, συνεπικουρούμενου καὶ τοῦ κόπου ποὺ καταβάλουμε, πλησιάζουμε ἀσυναίσθητα ἴσως στὴν κατανόηση τῆς ἄνωθεν μέριμνας γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας. Πλησιάζουμε στὸν Θεό.