Περιγραφή Προϊόντος
Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η
Ὁ πατέρας τοῦ Συμεών Ἰωάννης κατήγετο ἀπό τήν Ἔδεσσα τῆς Συρίας καί, νέος ἀκόμη, ἐγκατεστάθη μέ τούς γονεῖς του εἰς τήν Ἀντιόχεια, τήν μεγάλη καί φημισμένη Πόλη τῆς Συρίας. Ἐκέρδιζαν τήν ζωήν τους ἀσχολούμενοι ἐπαγγελματικά μέ τά ἀρώματα.
Ὅταν ὁ Ἰωάννης ἔφθασε εἰς ἡλικία γάμου, οἱ γονεῖς του ἐπέλεξαν μία καλή καί εὐλαβῆ κόρη, τήν Μάρθα, ἀπό μιά ἐξαιρετική οἰκογένεια. Ἡ κόρη αὐτή εἶχε κρυφό πόθο νά ἀφιερωθῆ εἰς τόν Θεόν. Οἱ γονεῖς ἐπέμεναν, ἡ Μάρθα ὅμως ἔκρινε ὅτι ὤφειλε νά ἀναθέση εἰς τόν Θεόν τήν τελική της ἀπόφαση. Ἔτσι καταφεύγει εἰς τόν Ναόν τοῦ Τιμίου Προδρόμου, εἰς ἕνα προάστειο τῆς Πόλης. Ἐκεῖ μέ γονυκλισίες καί δάκρυα εἰς τά μάτια παρακαλοῦσε καί ἱκέτευε ἐπίμονα τόν Θεόν νά λάβη πληροφορία διά τό τί πρέπει νά κάνη. Τελικῶς ἔλαβε τήν πληροφορία νά κάνη ὑπακοή εἰς τούς γονεῖς της καί ἔτσι συνάπτεται εἰς γάμου κοινωνίαν μέ τόν Ἰωάννη.
Ἀκολουθεῖ νέος κύκλος ἀγωνίας. Σπεύδει καί πάλι εἰς τόν Ναόν τοῦ Τιμίου Προδρόμου καί παρακαλεῖ νά τῆς χαρίση ὁ Θεός ἕνα παιδί⋅ ὑπέσχετο δέ νά τό ἀφιερώση εἰς τόν Θεόν, ὅπως συνέβη εἰς τήν περίπτωση τοῦ Σαμουήλ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὕστερα ἀπό μεγάλη ἀναμονή παρουσιάζεται σέ ὅραμα εἰς τήν Μάρθα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καί τῆς ἀνακοινώνει ὅτι ἔγινε δεκτό τό αἴτημά της. Ὡς ἀπόδειξη τῆς ἐχάρισε ἕνα μπαλλάκι ἀπό θυμίαμα διά νά θυμιάση τό σπίτι της. Ἡ Μάρθα ἐθύμιαζε τό σπίτι της, κατά τήν ἐντολήν, ἀλλά κανείς δέν ἦταν σέ θέση νά πῆ ἤ νά κατανοήση τό εἶδος τοῦ θυμιάματος. Τό ἐξαιρετικῶς ἐνδιαφέρον ἦταν ὅτι, ἐνῶ ἐκαίετο τό θυμίαμα, αὐτό δέν ἐμειώνετο.
Ἡ Μάρθα ἐπεσκέπτετο τακτικά τόν Ναόν τοῦ Τιμίου Προδρόμου διά νά θυμιάζη καί ἐκεῖ. Ὅμως ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τήν προέτρεψε νά πάη εἰς τήν οἰκίαν της, καί τήν διεβεβαίωνε ὅτι θά συλλάβει τέκνον. Ἐπί πλέον τῆς ἀπεκάλυψε σχετικές πληροφορίες καί ὅτι θά ὀνομάσει τό τέκνον της Συμεών, ὅτι θά θηλάζει μόνον ἀπό τόν δεξιόν μαστόν της, δέν θά τρώγει κρέατα, οὔτε θά πίνει οἶνον καί δέν θά μεταλαμβάνει μαγειρευμένη τροφή. Ἡ τροφή του θά εἶναι ἄρτος, ὕδωρ, μέλι καί ἁλάτι. Τῆς ὑπέδειξε ἀκόμη νά ἐφαρμόζη ὅλα αὐτά μέ προσοχή, διότι ὁ υἱός της θά γίνει σκεῦος ἅγιον διά νά ὑπηρετῆ τόν Θεόν. Τῆς ἀπεκάλυψε ἐπίσης ὅτι θά βαπτισθῆ ὅταν γίνη δύο ἐτῶν μέσα εἰς τόν ἴδιον ἐκεῖνον Ναόν, καί εὐθύς ἀμέσως θά ὁμιλήσει τό ἴδιο.
Εἰς τόν κατάλληλο χρόνο ἡ Μάρθα ἔτεκεν ἀγοράκι, ἄνευ πόνων, βέβαια, καί μετά ἀπό σαράντα ἡμέρες τό ὡδήγησε εἰς τόν Ναόν τοῦ Τιμίου Προδρόμου διά νά προσφέρη εἰς τόν Θεόν τό τέκνον τό ὁποῖον ἔλαβε ἀπό Αὐτόν.
Ὅταν τό παιδάκι ἔγινε δύο ἐτῶν, τό ὡδήγησε πάλιν εἰς τόν ἴδιον Ναόν ὅπου ἐβαπτίσθη, καί ὠνο-μάσθη Συμεών. Μόλις ὁ Συμεών ἐξῆλθε ἀπό τό ὕδωρ, ἄρχισε νά ὁμιλῆ μέ καθαρή γλῶσσα⋅ «Ἔχω πατέρα καί δέν ἔχω, ἔλεγε, ἔχω μητέρα καί δέν ἔχω». Τά λόγια αὐτά τά ἐπανελάμβανε συνεχῶς ἐπί ἑπτά ἡμέρες, γεγονός πού ἐδήλωνε τήν ἄρνηση ὅλων τῶν ἰδικῶν του γηΐνων, τήν ἐξοικείωσήν του πρός τά οὐράνια ἀλλά καί τήν διάθεσή του νά πραγματοποιήση “ἀνάβαση” ἐγγύτερα πρός τόν Κύριον. Ὅταν ἡ μητέρα του ἔτρωγε κρέας, ὁ μικρός δέν ἐθήλαζε. Τελικῶς ἡ μητέρα του ἔπαυσε τήν κρεοφαγία. Ὅταν ἐμεγάλωσε κάπως, ἔτρωγε μόνον ἄρτον καί μέλι. Δέν ἐδέχετο νά τόν πλένη ἡ μητέρα του καί ἔτσι ἡ Μάρθα παρητήθη ἀπό τήν διακονία αὐτή. Ὅταν ὁ Συμεών ἔγινε πέντε ἐτῶν, τό 526, συνέβη ἕνας τρομακτικός καταστροφικός σεισμός εἰς τήν Ἀντιόχεια. Τότε κατέρρευσε τό πατρικό σπίτι τοῦ Συμεών καί ὁ πατέρας του κατεκλύσθη ἀπό τά χαλάσματα μέ ἀποτέλεσμα νά ἀποβιώση. Ἡ μητέρα του εἶχε φύγει ἐνωρίτερα διά νά ἐπισκεφθῆ ἕναν Ναό (προφανῶς τοῦ Τιμίου Προδρόμου) διά νά προσευχηθῆ, καί ἐσώθη, ἐνῶ ὁ Συμεών εὑρίσκετο τήν ὥρα ἐκείνη εἰς τόν Ναόν τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου ἐντός Πόλεως καί δέν ἔπαθε τίποτε. Μετά ὁ Συμεών περιεφέρετο μόνος μέσα εἰς τά χαλάσματα, ἕως ὅτου τόν συνάντησε κάποια γυναῖκα εὐσεβής καί γνωστή τῶν γονέων του. Τόν εἶχε κοντά της ἑπτά ἡμέρες, ἀλλά ἀναζητοῦσε καί τήν οἰκογένειά του. Ἡ δέ μητέρα του γεμάτη ἀγωνία καί ἀνησυχία ἔτρεχε παντοῦ μήπως καί τόν βρῆ, ἀλλά χωρίς κανένα ἀποτέλεσμα. Κάποια στιγμή τῆς παρουσιάζεται σέ ὅραμα ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καί τήν καθοδηγῆ ποῦ θά εὕρη τό παιδάκι της. Ἔσπευσε ἀμέσως καί ὄντως ἔλαβε τόν Συμεών. Ἔτσι, ἔσπευσε εἰς τόν Ναόν τοῦ Τιμίου Προδρόμου, εὐχαρίστησε τόν Θεόν καί ἐπέστρεψε εἰς τήν Πόλη.
Βλέπει ὁ Συμεών τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν σέ ὅραμα νά κάθεται ἐπάνω σέ θρόνο ὑψηλά, ἐνῶ ἐφαίνετο ἕνα φοβερό βῆμα ἔμπροσθέν Του. Ἐκεῖ συνεκεντρώνετο πλῆθος δικαίων καί ἀνοίγετο τό Βιβλίον τῆς Ζωῆς. Ἀκόμη ἀπό τήν Ἀνατολή παρουσιάζετο ὁ παράδεισος, ἐνῶ ἀπό τήν Δύση μία λίμνη πυρός ἡ ὁποία ἔβραζε, συγχρόνως δέ τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου ἀπό ὑψηλά νά τοῦ λέγη: «Ἄκουγε καί νιῶσε λόγους ζωῆς. Ὅσα βλέπεις εἶναι μία συμβουλή διά ἐσένα, διά νά ἐπιλέξης τό καλό, διότι ἡ λαμπρότητα τῶν δικαίων καί ὁ παράδεισος τῆς τρυφῆς ὑπόσχονται τήν αἰώνια ἀγαλλίαση, ἐνῶ ἡ γέενα τοῦ πυρός ἀπειλεῖ μέ αἰώνια τιμωρία. Ἐμπρός, λοιπόν, διάλεξε τό ἀγαθόν, ὥστε, ὄχι μόνον νά ἀπαλλαγῆς ἀπό τά αἰώνια δεινά, ἀλλά καί νά ἐπιτύχης τά ἀπερίγραπτα ἀγαθά πού ὑπόσχεται ὁ Θεός εἰς αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν».
Ὕστερα ἀπό μερικές ἡμέρες βλέπει ὁ Συμεών σέ ὅραμα ἄνδρα λευκοφοροῦντα, ὁ ὁποῖος καί τόν ἐκάλεσε νά τόν ἀκολουθήση. Πορευόμενοι ἔφθασαν εἰς μίαν γειτονική περιοχή τῆς Σελευκείας, εἰς τόπον πού ὠνομάζετο Πίλα. Ἐδῶ, λοιπόν, ἐγκατεστάθη ὁ Συμεών, μέσα εἰς τήν ἐρημιά τοῦ Ὄρους ἀνάμεσα εἰς τά θηρία, ἀπελάμβανε, ὅμως, νύκτα καί ἡμέρα φῶς ἀπό τόν Οὐρανό, καθοδηγούμενος ἀπό τόν λευκοφορεμένον ἄνδρα ὁ ὁποῖος καί τοῦ ἐπρομήθευε τήν τροφήν του. Ἐπλησίασε ὁ Συμεών εἰς τό ὄρος καί ἀνεκάλυψε ἕνα μικρό Μοναστηράκι, ὅπου ἵστατο ἀκίνητος καί ὄρθιος ἐπάνω εἰς μία βάση ἕνας ἐνάρετος ἄνθρωπος, ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος εἶχε ἰδεῖ πολλά ὁράματα διά τόν Συμεών προτοῦ ἀκόμη φθάση αὐτός ἐκεῖ. Τώρα διεπίστωνε ὅτι ἔχει κοντά του αὐτόν πού ἔβλεπε εἰς τά ὁράματά του, καί ἐδόξαζε τόν Θεόν.
Ἐπί ἑπτά ἡμέρες ἔμενε ὁ Συμεών μόνος χωρίς νά ὁμιλῆ σέ κανέναν, χωρίς νά δέχεται τροφή. Ἀργότερα ἐλάμβανε τροφή κάθε τρίτη ἡμέρα ἤ κάθε ἑβδομάδα ἤ καί κάθε δέκατη, μόνο ὀλίγα βρεγμένα ὄσπρια, καί ὕδωρ. Ἡ συμπεριφορά του αὐτή ἐπροξένησε μεγάλη ἐντύπωση εἰς τόν Ἰωάννη, πῶς δηλαδή, ἕνα τόσον μικρό παιδί, 5–6 ἐτῶν, παρουσίαζε τέτοια ἀσκητική ζωή ἐντελῶς δυσανάλογη μέ τήν ἡλικίαν του. Ἤδη ὁ Συμεών ἐγκατέλειψε τόν κόσμο, μέ ὅσα τερπνά ἔχει αὐτός, καί ἔκανε πολύ μεγάλα βήματα “ἀναβάσεως” πρός τόν Θεόν μέ ὅ,τι θά ἠμποροῦσαν νά σημαίνουν αὐτά διά τόν ἴδιο, μεγάλες, δηλαδή, εὐλογίες καί πάρα πολύ μεγάλες δυσκολίες.
Προκύπτει, λοιπόν, ὅτι ἀπό τό Μοναστηράκι αὐτό τελειώνει ἕνας κόσμος, μικρός, βέβαια διά τόν Συμεών εἰσέτι, ἀλλά ταυτόχρονα ἀρχίζει μία νέα συναρπαστική περιπέτεια ἀναζητήσεων καί προσεγγίσεων πρός τόν Θεόν.
Ἦταν ὁ μικρός Συμεών ὄμορφος εἰς τό πρόσωπον καί πολύ εὐχάριστος. Εἶχε χρυσᾶ μαλλιά καί πολύ ὡραῖα μάτια. Ἦταν δέ ἑτοιμόλογος ἀλλά καί πολύ συνετός εἰς τίς ἀποκρίσεις του, ἐνῶ πλούσια θεία Χάρις τόν ἐστεφάνωνε, γενικῶς ἦταν ἕνα πολύ γενναῖο παιδί. Ὅλα αὐτά ἦταν προτερήματα πού δέν ἦταν δυνατόν νά τά ἀνεχθῆ αὐτός πού ἀπό τήν ἀρχή ἦταν ἐχθρός τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ὁ διάβολος. Σχεδιάζει, λοιπόν, νά τόν βγάλη ἀπό τήν μέση, μιά καί καλή, ἔτσι νέος πού ἦταν, διά νά μήν τόν ἔχη ἀργότερα ἰσχυρό ἀντίπαλο. Πόσο ὅμως ἐπλανήθη θά φανεῖ πολύ γρήγορα.
Ὁ διάβολος εἰσέρχεται ὕπουλα εἰς κάποιον βοσκό ἔξω ἀπό τήν Μονή καί τοῦ ἀνάπτει τόσον μεγάλο φθόνο εἰς τήν ψυχήν του ἐναντίον τοῦ Συμεών, ὥστε, ἄρχισε ἀμέσως νά σχεδιάζη κάποιο ἀθῶο φαινομενικά τρόπο μέ σκοπό νά τόν ἑλκύση ἔξω ἀπό τήν Μονή καί νά τόν φονεύση. Ὅταν, ὅμως, ὁ ποιμένας ἐπεχείρησε νά πραγματοποιήση τό ἀπαίσιο καί ἐγκληματικό του σχέδιο, ὁ Θεός προστατεύοντας τόν πιστό Του δοῦλο παρέλυσε ξαφνικά τό δεξί χέρι τοῦ ποιμένα. Οἱ πόνοι του ἦταν ἀβάστακτοι. Ὁ ποιμένας ἀναγκάζεται ἀπό τούς πόνους νά καταφύγη εἰς τόν Ἰωάννη καί νά τοῦ ζητήση βοήθεια. Ὁ ποιμένας, ὅμως, ἐδίσταζε νά τοῦ ἀποκαλύψη τήν ἀλήθεια. Ὕστερα ἀπό ὀλίγες ἡμέρες οἱ πόνοι ἐπεδεινώθηκαν καί ὁ παρ᾽ ὀλίγον δολοφόνος μετά πολλῶν δακρύων τοῦ ἀποκαλύπτει τήν ἀλήθεια καί τοῦ ζητᾶ θεραπεία.
Ὁ Ἰωάννης ἐνημέρωσε τόν Συμεών, τοῦ ζητᾶ νά τόν συγχωρήση καί νά τόν θεραπεύση. Ὁ Συμεών ἐγονάτισε καί παρεκάλεσε τόν Θεόν νά δείξη ἔλεος πρός τόν ποιμένα. Σηκώνεται καί μέ τόν τύπο τοῦ σταυροῦ σφραγίζει τό παράλυτο χέρι. Ἀμέσως ὁ ποιμένας θεραπεύεται. Ἐπί πλέον τόν ἐνδυνάμωσε εἰς ὅλο του τό σῶμα καί τόν ἐπανέφερε εἰς τήν προηγούμενη καλή του κατάσταση. Οἱ μαθητές ἐξέστησαν, ἐνῶ ὁ Ἰωάννης διελέγετο μαζί του μέ δέος.
Ὁ Συμεών ἐζήτησε νά κατασκευασθῆ δεύτερη Βάση εἰς τά πλάγια τῆς Βάσεως τοῦ Ἰωάννη καί ὅταν αὐτή τακτοποιήθηκε, ἀνέβη εἰς αὐτήν καί ἔμεινε ἐκεῖ ἐπί ἕξι ἔτη συνεχῶς. Ἤδη πλέον ὁ Συμεών ἀνῆλθε εἰς τελειοτέραν ἀσκητικήν ζωήν μέ μεγάλη προθυμία. Ὁ Κύριος τόν φροντίζει καί τόν ἐνισχύει μέ συχνά ὁράματα ὡς σκεῦος ἐκλογῆς Του, διά νά μαρτυρήση καί νά καταγγείλη Χριστόν ἐσταυρωμένον σώζοντα τό γένος τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ προκοπή τοῦ Συμεών δέν εἶναι, βέβαια, χωρίς ἐμπόδια καί δυσκολίες. Ὁ διάβολος βλέποντας τώρα τήν “στάσην” τοῦ Συμεών ὡς προκαταρκτική τοῦ ἐπί Κίονος παλαίσματός του, ἀπεφάσισε νά τόν καταπλήξη, νά τόν συντρίψη καί νά τόν ἀποκαρδιώση, δι᾽ αὐτό ἐπιστρατεύει ὅλον τόν διαβολικό του μηχανισμό καί τοῦ ἐπιτίθεται κατά μέτωπο γεμᾶτος λυσσαλέον μῖσος. Ἵσταται ὑπεράνω τοῦ Συμεών προκαλώντας μεγάλη ταραχή, τρομακτικούς κρότους μέ ἀπειλές θανάτου, ἐνῶ ἀπό κάτω παρουσίαζε πολλούς δαίμονες μέ τήν μορφή φιδιῶν πού σύριζαν τόσον ἀπειλητικά, πού οἱ μοναχοί δέν ἄντεχαν νά τά ἀκοῦν, δι᾽ αὐτό ἀπεχώρησαν προστατευμένοι ἀπό τήν μηλωτήν τοῦ Συμεών, κάνοντας τόν σταυρόν τους.
Ὁ πονηρός, ὅμως, ἐπιμένει. Συγκεντρώνει πλῆθος ἑρπετῶν ἐναντίον τοῦ Συμεών προκαλώντας ἔτσι ἀνυπόφορες καταστάσεις⋅ διά ἕνα διάστημα δημιούργησε πολύ μεγάλη ταραχή ἐλπίζοντας ὅτι κάτω ἀπό αὐτήν τήν κατάσταση ὁ Συμεών ἀγανακτισμένος θά εἶχε ἀποσυρθῆ. Ὅμως, αὐτή ἡ γενναία διά τόν Χριστόν ψυχή, δέν ἐλύγισε καθόλου, τό ἀντίθετο μάλιστα, ἔγινε πιό ἀποφασιστική καί πιό ἀγωνιστική ὡς πρός τήν ἀρετή.
Ὁ πονηρός δέν τά κατάφερε καί ἡσύχασε διά ὀλίγον. Ἀνασυνέταξε τίς δυνάμεις του καί ἀργά τό βράδυ ἐξαπολύει νέα φοβερή ἐπίθεση ἐναντίον του, ἀφοῦ ἐσήκωσε τόν ξύλινο περίβολο μαζί μέ τήν μηλωτή του, τά πέταξε εἰς τόν κρημνόν. Ὁ Συμεών παρέμενε ἀτάραχος καί προσηύχετο. Βεβαίως, ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τόν ἐπροστάτευε πάντα. Ὁ διάβολος ὠργισμένος ξεσήκωσε βροχές καί καταιγίδες ἀπό τήν θάλασσα, τυφῶνες καί τρομερές θύελλες, ἐνῶ ἐπάνω ἀπό τόν Συμεών ξεσποῦσαν ἀστραπές γεμᾶτες καυτή φωτιά, συγχρόνως δέ καί βαρειές βροντές καί ἀπειλητικές πού προκαλοῦσαν φόβο καί τρόμο εἰς τίς ψυχές τῶν μοναχῶν. Ὅμως, ὁ Συμεών ἀκλόνητος καί σταθερός ὄχι μόνον εἰς τό σῶμα ἀλλά καί εἰς τόν νοῦν του, παρέμενε ἀτάραχος ἀπό τήν τόσον μεγάλη βία. Μετά ἀπό τήν δοκιμασία αὐτή ὁ Συμεών ἔνιωθε ἕτοιμος διά περαιτέρω “ἀνάβαση”.
Ἀργότερα ὁ Συμεών ἐπροχώρησε ἀκόμη περισσότερο. Ἀπεφάσισε νά καθήση ἐπάνω εἰς τά πόδια του. Ἔτσι ἔμεινε ἀσάλευτος ἐπί ἕνα χρόνο, ἑδρασμένος ἐπάνω εἰς τήν στέρεη ἀγάπη του πρός τόν Χριστόν. Ὅμως, ἀπό τήν μακρόχρονη αὐτή ἄσκηση καί ἀπό τήν ἁπαλότητα τῆς σάρκας τῶν ποδιῶν του οἱ μηροί του συνεφύησαν μέ τίς κνῆμες του καί ἔγιναν ἕνα. Ἀκολούθησε σήψη καί μετά δυσωδία. Ὁ Ἰωάννης ἔσπευσε νά καλέση ἰατρό, ὅμως, ὁ Συμεών ἀρνήθηκε τήν βοήθειά του λέγοντας⋅ «Ζῆ Κύριος ὁ Θεός μου, εἰς Ἐκεῖνον ἐμπιστεύθηκα τόν ἑαυτόν μου καί Αὐτός θά φροντίσει». Πράγματι σέ σύντομο διάστημα ἀποθεραπεύθηκε.
Ὁ Συμεών προσηύχετο νά τοῦ στείλη ὁ Θεός τό Πνεῦμα τό Ἅγιον, ὅπως συνέβη μέ τούς Ἀποστόλους κατά τήν Πεντηκοστή λέγοντας⋅ «Δοῦλος Σου εἶμαι ἐγώ, συνέτισόν με καί μαθήσομαι τάς ἐντολάς Σου, ὁ καί ἀπό νηπίου στόματος αἶνον εἰδώς καταρτίζεσθαι». Ἐνῶ, λοιπόν προσευχόταν, ἔξαφνα κάτι πού ἔμοιαζε μέ λαμπάδα, κατεβαίνοντας ἀπό ὑψηλά τόν ἐπλήρωσε μέ τόσον μεγάλη Χάρι, ὥστε, ὡμιλοῦσε ὄχι μόνον μέ τόν λόγο τῆς γλώσσας ἀλλά καί μέ λόγο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κατέπληττε τούς πάντες. Διετύπωνε σκέψεις διά τήν μοναχική ζωή, τήν μετάνοια καί τήν μέλλουσα κρίση. Ἐπί πλέον δέ διερμήνευε πολλά ἀπό ὅσα ἔχουν λεχθῆ βαθειά καί μή ἀποκαλυμμένα (δυσνόητα) μέσα εἰς τίς θεῖες Γραφές, καί τά καθιστοῦσε κατανοητά εἰς ὅλους, ὡσάν νά τά ἔβλεπαν μέ τά ἴδια τους τά μάτια. Αὐτό ἦταν μία πολύ σημαντική “ἀνάβαση” διά τόν Συμεών.
Μετά ἀπό ἕξι ἔτη παραμονῆς εἰς τήν “Βάση” δίπλα ἀπό τόν Ἰωάννη, ἀκολουθεῖ περαιτέρω ἀνάβαση διά τόν Συμεών. Δίδει ἐντολή νά κτισθῆ Κίονας ὕψους ὄχι μικρότερος ἀπό 40 πόδια. Ὅταν τελείωσε ὁ Κίονας καί ἦταν ἕτοιμος νά ἀνέλθη εἰς αὐτόν, κατέφθασαν ἐπειγόντως ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀντιοχείας καί ὁ Ἐπίσκοπος Σελευκείας, οἱ ὁποῖοι τόν ἐχειροτόνησαν Διάκονον καί τόν ἀνέβασαν μέ θρησκευτική λαμπρότητα εἰς τόν Κίονα, ὅπου παρέμεινε ἐπί ὀκτώ ἔτη. Ἐκεῖ ἐπεδόθη σέ μεγάλους πνευματικούς ἀγῶνες.
Εἰς τήν συνέχεια ὁ Συμεών ἔβλεπε νά τόν βοηθοῦν τρεῖς Ἄγγελοι. Ὅταν αὐτοί διεπίστωσαν ὅτι αὐξήθηκαν σέ ἀριθμό καί ἰσχύ οἱ πνευματικές του δυνάμεις, τόν ἐνημέρωσαν ὅτι φεύγουν πιά καί ὅτι θά ἐπιτελεῖ πλέον θαύματα μέ τήν ἐπίθεση τῶν χειρῶν του, μέ τό ἄγγιγμα τῆς μηλωτῆς του, μέ τίς ἄκρες τοῦ σάκκου του, μέ τήν βαΐνη ράβδο του, μέ τήν ψιλή κόνι πού θά δώσει εἰς τούς ἀσθενεῖς, καί μέ τήν ἐπίκληση ἐκ μέρους τῶν πασχόντων τοῦ ὀνόματός του. Αὐτά καί ἄλλα τοῦ εἶπαν καί ἔφυγαν.
Ὁ Συμεών παρακαλεῖ τόν Θεόν, ὡς μέγα δεῖγμα τῆς ἀποξένωσής του ἀπό τόν κόσμο, νά μή δέχεται τήν γνωστή εἰς ὅλους καθημερινή τροφή, καί γίνεται δεκτό τό αἴτημά του. Ἐζοῦσε χωρίς τροφές, ἀλλά δέν ἔχασε τίς δυνάμεις του, τό ἀντίθετο μάλιστα συνέβη, ἐπειδή αὐξήθηκαν οἱ ὑποχρεώσεις του.
Ἕνεκα τῆς πολυκοσμίας καί τῶν μεγάλων ὑποχρεώσεων πού ἐδημιουργήθησαν, ἀπεφάσισε νά ἐγκαταλείψη τόν Κίονα, μετά ἀπό ὀκτώ ἔτη παραμονῆς εἰς αὐτόν, καί νά ἀνέβη εἰς τήν κορυφή τοῦ παρακειμένου ὄρους. Ὁ τόπος ἐκεῖνος ἦταν ἐντελῶς ἀφιλόξενος καί ἀπαρηγόρητος, διότι ἦταν τελείως ἄνυδρος, μόνον διά ἑρπετά καί ἄγρια θηρία ἦταν κατάλληλος.
Ὁ Θεός ἐμφανισθείς εἰς ὅραμα τόν προέτρεψε νά ἀνέβη ἀμέσως εἰς τό Θαυμαστό ὄρος, διότι ἔτσι θά ὀνομάζεται πλέον, καθώς τό ἔχει ἁγιάσει, καί μέ τό ὁποῖον ὄρος θά κάνει πολύ πιό θαυμαστό τό ὄνομά του, ἐπειδή ὁ Θεός εἶναι μαζί του.
Μετά τίς συνήθεις διαδικασίες ἐπέλεξε νέον Ἡγούμενο, ἀνέθεσε τούς μαθητές του εἰς τόν Θεόν καί κατέβηκε ἀπό τόν Κίονα. Τόν μετέφερε πῶλος ὄνου ἐπάνω εἰς τόν ὁποῖον δέν εἶχε καθήσει ποτέ κανείς, δηλαδή, ἕνας συμβολισμός τῆς ἐγκρίσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τόν ὁποῖον εἶδε, καί τῶν θαυμάτων πού ἐπρόκειτο νά κάνη μέ τήν δύναμη Ἐκείνου.
Ἐπάνω εἰς τό Ὄρος συνέρρεε πολύς κόσμος ὁ ὁποῖος ἐταλαιπωρεῖτο ἀπό τίς περιβαλλοντικές δυσκολίες καί τήν ἔλλειψη ὕδατος. Ὁ Κύριος, ὅμως, ἐγνώριζε τήν κατάσταση καί τοῦ εἶπε νά μείνη μακρυά ἀπό τά προβλήματα, διότι ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι θά εὕρουν ὅ,τι τούς εἶναι ἀναγκαῖον, ἀπό Αὐτόν.
Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ χαράζουν τά θεμέλια καί μέ τήν βοήθεια τῶν μαθητῶν ἀλλά καί πάρα πολλῶν ἀσθενῶν πού ἐθεραπεύοντο, τά κτήρια ἄρχιζαν νά κτίζωνται μέ γοργούς ρυθμούς, ἐνῶ τό ἀναγκαῖο νερό διά τό κτίσιμο καί τήν ὕδρευση τῶν τόσων πολλῶν ἀνθρώπων ἀνέλαβαν τά σύννεφα πού μέ θεία ἐντολή κατά διαστήματα ἔρριπταν τίς ἀπαραίτητες ποσότητες ὕδατος.
Τά κτήρια ὁλοκληρώνονται γρήγορα καί μαζί καί ὁ Κίονας, ἐνῶ ὁ Συμεών εὑρίσκετο ἐπί τῆς πέτρας ἐπί τῆς ὁποίας εἶδε τόν Κύριον νά ἵσταται, ὅταν τόν ἐκάλεσε νά ἀνέβη εἰς τό ὄρος.
Ὅταν ἐτελείωσαν ὅλα τά ἔργα καί ὁ Κίονας, ἐκάλεσε τούς μαθητές καί προσευχήθηκαν μέ κατάνυξη ἀρκετή ὥρα. Τούς συγχώρησε ὅλους καί τούς ἔδωσε συμβουλές ὡς πνευματικός πατέρας τους. Ἀκολούθως οἱ μαθητές τόν τοποθετοῦν ἐπάνω σέ καινούργιο θρόνο καί ἐπεσκέπτοντο ὅλα τά νέα κτήρια, ἐνῶ ὁ Συμεών ἐκρατοῦσε ἐπί τοῦ στήθους του τό Ἱερόν Εὐαγγέλιον, διά νά τά εὐλογήση. Ἡ δέ μητέρα του ἡ Μάρθα προηγεῖτο τῆς πομπῆς κρατώντας σταυρόν, γεμάτη χαρά καί καμάρι διά τόν υἱόν της. Τελικά εἰσέρχονται εἰς τόν Ἱερόν Ναόν πού ἦταν ἀφιερωμένος εἰς τήν Ἁγία Τριάδα, καί ἀπό ἐκεῖ ὁ Συμεών ἀνέρχεται εἰς τόν Κίονα, ἀφοῦ παρέμεινε ἐπί τῆς στάσεως τοῦ λίθου ἐπί δέκα ἔτη, εἰς ἡλικίαν τριάντα ἐτῶν.
Ὁ Συμεών ἐπιέζετο νά δεχθῆ τήν χειροτονίαν του εἰς πρεσβύτερον, ἀλλά ἠρνεῖτο ἐπίμονα ἕνεκα ὑπερβολικῆς ταπεινοφροσύνης, καί ἔδιδε συνεχῶς ἀναβολή. Κάποια στιγμή ἄκουσε ἐξ οὐρανοῦ φωνή πού τοῦ ἔλεγε «ποίησον εὐχήν». Συγχρόνως εἶ-δε σέ ὅραμα τόν Ἐπίσκοπον Σελευκείας Διονύσιον νά ἀνεβαίνη εἰς τόν Κίονα καί νά τόν χειροτονῆ. Τήν ἄλλη ἡμέρα καταφθάνει ὁ Ἐπίσκοπος Διονύσιος μέ δύο ἄλλους κληρικούς, τόν πείθει ἀπολύτως καί τελικά τόν χειροτονεῖ Ἱερέα εἰς τά τριάντα τρία ἔτη τῆς ἡλικίας του.
Ἡ ἄνοδος εἰς τό ὄρος, ἡ ἐγκατάστασή του εἰς τόν Κίονα καί ἡ χειροτονία του εἰς Ἱερέα συνιστοῦν μιά ὑψηλοτάτη «ἀνάβασή» του εἰς αὐτό πού ἐποθοῦσε πραγματικά.
Ἐζήτησε ἀπό τόν Θεόν τήν εὐλογία νά μή κοιμᾶται καθόλου, ἀλλά ἐδέχθη τήν ἀπάντηση πώς τοῦ εἶναι ἀναγκαῖος ὀλίγος ὕπνος. Ἀργότερα ἐζήτησε νά μήν τρώη καθόλου τίς συνήθεις τροφές καί ἔλαβε θετική ἀπάντηση. Ἐπεβίωνε χωρίς τροφές(!), παρά μόνον μέ κάποιο πνευματικό ἀντίδωρο.
Τόν ἐπλημμύριζε ἡ θεία Χάρις τόσον πολύ, ὥστε τό κάθε τι ἐπάνω του εἶχε ἐνεργῆ θεραπευτική δύναμη, ὁ λόγος, τό χέρι του μέ τήν σφραγῖδα τοῦ Χριστοῦ (τόν Σταυρό), τό ροῦχο του, κάθε ἴνα ἀπό τήν μηλωτή του, τό χῶμα πού ἦταν κάτω ἀπό τά πόδια του (ἡ κόνις), ἐθεράπευε ἀσθενεῖς, ἀναπήρους, δαιμονισμένους, ἀνάσταινε νεκρούς, ἐγαλήνευε τρικυμίες θαλασσῶν καί μή διαχειρίσιμα καιρικά φαινόμενα. Ἐνεργοῦντο θαύματα μέ μόνη τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός του, ἐπεσκέπτετο καθ᾽ ὕπνον ἀσθενεῖς διά νά τούς θεραπεύση, ἐπειδή τόν παρεκάλεσαν μέ πίστη, ἀκόμη ἐπιτελοῦσε ἐκεῖ καθ᾽ ὕπνον καί ἰατρικές πράξεις. Ποιός τοῦ ἔκραζε ἀπό μακρυά καί δέν ἔσπευδε ἀκαριαίως; Εἶχε τήν πνευματική διάκριση νά εἰσδύη εἰς τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, νά ἀναδεικνύη τήν κρυπτόμενη ὑποκρισία, καί μέ μοναδικό στόχο νά ὁδηγῆ τόν ἄνθρωπο εἰς ταπείνωση, μετάνοια καί σωτηρία.
Ἡ τελευταία «ἀνάβαση» διά τόν Συμεών ἔχει φθάσει πλέον. Ὁ Συμεών ἔγινε ἑβδομῆντα πέντε ἐτῶν. Ὁ ἴδιος εἰσῆλθε πολύ ἐνωρίς εἰς τό στάδιο τῶν πνευματικῶν ἀγώνων καί τῆς ἀσκήσεως, ὅταν ἐγκατέλειψε κατά θαυμαστόν τρόπο τήν οἰκογένειάν του εἰς ἡλικίαν πέντε ἐτῶν. Ἐπάνω εἰς τόν τελευταῖο Κίονα τοῦ θαυμαστοῦ ὄρους ἔμεινε ἐπί σαράντα πέντε χρόνια. Ἐπί ἑβδομῆντα συνεχῆ ἔτη ἐπάλαισε φοβερά μέ τόν διάβολο τόν ὁποῖον ἐταπείνωσε καί συνέτριψε κυριολεκτικά. Ἐπραγματοποίησε πολλά θαύματα θεραπειῶν ἀνθρώπων μέ ποικίλες ἀσθένειες. Ἀναφέρονται περίπου 150 ὀνομαστικά περιστατικά, ἐνῶ ἀναφέρονται ἄλλες χιλιάδες, πολλές χιλιάδες ἀνθρώπων τῶν ὁποίων δέν ἀναφέρονται τά ὀνόματα. Εἶναι ἴσως ὁ πιό θαυματουργός Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας χωρίς νά λάβη τήν ἐπωνυμία τοῦ θαυματουργοῦ ἤ σημειοφόρου. Θαυματουργοῦσε ἀπό πέντε ἐτῶν παιδί καί γιά ἑβδομῆντα χρόνια πλήθη ἀνθρώπων καθημερινά εὕρισκαν ἀπό τόν ὅσιο Συμεών τήν θεραπεία τους.
Ταυτόχρονα ἔχουμε πολλά θαυμαστά, ὁράματα παρουσίας καί παρεμβάσεως τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ διά νά ἐνισχύση καί νά ἐπιβεβαιώση ὅτι εἶναι πιστός καί ἀφοσιωμένος δοῦλος Του, ἀλλά καί ὡς ἐκλεκτό καί ἐνεργόν δῶρον ἀπό τόν Θεόν πρός διακονίαν τῶν ἀνθρώπων, προκειμένου νά πραγματοποιῆ συνεχῶς τήν συμφιλίωσήν του μέ τόν Θεόν. Ἀκόμη τόν εἶχε προορίσει, πρίν ἀπό τήν σύλληψη του, καί μάλιστα τόν εἶχε ἁγιάσει, διά νά ἔχη τήν δύναμη νά θεραπεύη τά σώματα καί τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, νά τόν ἔχουν τύπον πιστόν καί ἀκριβῆ τοῦ μοναχικοῦ, ἰδιαίτερα δέ τοῦ ἐρημικοῦ καί ἀκραίου ἀσκητικοῦ βίου, συγχρόνως δέ νά ἀποτελῆ θαυμαστό ὑπόδειγμα τοῦ πρακτικοῦ πνευματικοῦ βίου.
Ἤδη ὁ Συμεών, μεγάλος πιά καί κατοικητήριον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶχε ἐνημερωθῆ ὅτι ἐγγίζει ἡ ἐκδημία του. Συνεκάλεσε τούς μαθητές του καί τούς ἀνήγγειλε τήν πικρή δι᾽ αὐτούς εἴδηση. Τούς συνέστησε νά τηροῦν τίς θεῖες ἐντολές, νά ἔχουν ὁμόνοια μεταξύ τους καί ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Τούς εἶπε πολλά διά τήν ὑπομονή ἀπέναντι εἰς τούς πειρασμούς καί εἰς τό τέλος τούς ἀπεκάλυψε τό μεγάλο μυστικό πού πάντοτε ἤθελαν νά μάθουν, ἀλλά ἐδίσταζαν νά τόν ἐρωτήσουν, πῶς δηλαδή ἐπεβίωνε, χωρίς νά δέχεται τίς γνωστές τροφές, ἐνῶ ἦταν ἄνθρωπος καί αὐτός. Ὁ Συμεών τούς ἀπεκάλυψε τήν ἀλήθεια μέ μεγάλη στοργή, διά νά τούς οἰκοδομήση καί νά ἐνδυναμώση τήν ἐλπίδα τους πρός τόν Θεόν. Τούς διηγήθηκε, λοιπόν: «Ἐπέρασε ἤδη πολύς καιρός ἀπό τότε πού ἐζήτησα ἀπό τήν ἀγαθότητα Αὐτοῦ νά μέ ἀπαλλάξη ἀπό τήν ἀνάγκη νά δέχωμαι τροφές αὐτῆς τῆς ζωῆς. Εἶχα, ὅμως, τήν αἴσθηση ὅτι ἔβλεπα κάποιον πού ἀπό τό σχῆμα του καί τήν περιβολήν του θά ἔπρεπε νά εἶναι ἱερεύς. Ἔβλεπα πώς ἦταν ἐνδεδυμένος τό φῶς ὡς ἱμάτιον καί νά ἔχη εἰς τά χέρια του κάποιο ἱερό σκεῦος. Ἦταν, βέβαια ἀδύνατον νά περιγραφῆ, ἀλλά ἦταν πάρα πολύ εὐχάριστο καί νά τό βλέπης καί νά τό γευθῆς. Αὐτός, λοιπόν, μοῦ ἔβαλε μέ τήν λαβίδα εἰς τό στόμα ἀπό τό περιεχόμενο. Ἀπό τότε μέχρι τώρα τόν ἔβλεπα κάθε Κυριακή μετά τήν θεία λειτουργία καί μέ ἀξίωνε νά δεχθῶ αὐτήν τήν μετάληψη ἡ ὁποία μοῦ ἐγίνετο στήριγμα ἕως τήν ἑπόμενη Κυριακή».
Εἰς τίς εἴκοσι τέσσερεις τοῦ μηνός Μαΐου (596 μ.Χ.), ὕστερα ἀπό τίς ἑσπερινές ὠδές καί τίς συνήθεις δοξολογίες ἀλλά καί τίς καθιερωμένες εὐχές διά εἰρήνη εἰς αὐτούς, παρέδωσε τό πνεῦμα του εἰς χεῖρας τοῦ τόσον πολύ ἠγαπημένου του Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἐν εἰρήνῃ.
Καί τώρα αὐτός εὑρίσκεται ἐκεῖ παρουσιάζοντας τίς ἰδικές μας πρεσβεῖες εἰς τόν Κύριον, καθώς ἔχει μεγαλύτερη παρρησία καί μεγαλύτερη ἐγγύτητα πρός Αὐτόν. Ὡστόσο, αὐτό τό θεῖον σῶμα του παρέμεινε κοντά μας ὡς ταμεῖον θαυμάτων, πού οὐδέποτε κενοῦται, τό ἀντίθετο μάλιστα, ὅσον περισσότερον λαμβάνουμε, τόσον περισσότερον πληροῦται, καθώς ἀναβλύζει τήν θεραπείαν ὄχι μόνον τοῦ σώματος ἀλλά καί τῆς ψυχῆς μέ τήν δύναμη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τοῦ Πατρός καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνες. Ἀμήν.