Ἀνακαλύπτω τὶς ρίζες τῶν λέξεων – Ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ γλωσσικὴ παρακαταθήκη

 

Καταπέτασμα ἦταν τὸ παραπέτασμα τοῦ ναοῦ ποὺ διαχώριζε τὸ ἄδυτο, τὰ «Ἅγια τῶν Ἁγίων» ἀπὸ τὸν κυρίως ναό. Στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἐπιτρεπόταν νὰ μπῇ μόνο μιὰ φορὰ τὸν χρόνο ὁ Ἀρχιερεύς (Ἔξοδος 30,10). Τὸ καταπέτασμα ἦταν μιὰ βαρειὰ κουρτίνα… Τὸ καταπέτασμα ἔγινε εὐρύτερα γνωστὸ ἀπὸ τὴν Ἀκολουθία τῶν Παθῶν ποὺ ψάλλεται τὴν Μεγάλη Πέμπτη. Γράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος (27,51):   «Καὶ ἰδοὺ τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπὸ ἄνωθεν ἕως κάτω, καὶ ἡ γῆ ἐσείσθη καὶ αἱ πέτραι ἐσχίσθησαν». Μόλις ὁ Κύριος παρέδωσε τὸ πνεῦμα Του τὸ παραπέτασμα τοῦ ναοῦ, ἐσχίσθη εἰς δύο ἀπὸ ἐπάνω ἕως κάτω καὶ ἡ γῆ συνεκλονίσθη ἀπὸ τὸν σεισμὸν καὶ οἱ πέτρες ἐσχίσθησαν. Τὸ καταπέτασμα εἶναι λέξη τῆς ἑλληνικῆς ἀλεξανδρινῆς γλώσσας, ἀντὶ γιὰ τὸ παραπέτασμα. Μὲ τὴν λέξη αὐτὴν στὸν ἱερὸ κώδικα καὶ στὰ συγγράμματα τοῦ Φίλωνα καὶ τοῦ Ἰωσήπου ὀνομάζονται τὰ δύο ἐκεῖνα μεγαλοπρεπῆ παραπετάσματα (=κουρτίνες) στὸν ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων, ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὸ ἕνα χώριζε τὴν εἴσοδο τοῦ ναοῦ ἀπὸ τὸν περίβολο (Ἔξοδ. κστ΄ 37, Ἔξοδ. κζ΄ 16). Τὸ ἄλλο διαχώριζε τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἀπὸ τὸν κυρίως ναὸ καὶ αὐτὸ κατεξοχὴν ὀνομάζεται καταπέτασμα καὶ ἀπὸ τοὺς Ο΄ καὶ ἀπὸ τὸν Φίλωνα. Οἱ συγγραφεῖς τῆς Καινῆς Διαθήκης μὲ τὸν ὅρο καταπέτασμα ἐννοοῦν τὴν μεγάλη βαρειὰ κουρτίνα ποὺ χώριζε τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἀπὸ τὸν κυρίως ναό. Τὸ καταπέτασμα ἦταν τόσο χαλαρὰ δεμένο ἀπὸ πάνω, ὥστε σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν πυκνότητα τοῦ ὑφάσματος καὶ τῶν κλωστῶν ποὺ τὸ συγκρατοῦσαν ἦταν ἀδύνατον φυσικῷ τῷ τρόπῳ νὰ σχιστῇ. Λόγῳ τοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου ἐσχίσθη τὸ καταπέτασμα. Ἀπὸ τὸ χωρίο αὐτὸ τοῦ Ματθαίου προέκυψε ἡ φράση «ἔφαγα τὸ καταπέτασμα». Τὸ καταπέτασμα φάνταζε στὴν σκέψη τοῦ λαοῦ ὡς κάτι τεράστιο. Λέγεται καὶ γιὰ ἐκείνους ποὺ ἔχουν κλέψει πολλὰ χρήματα: Ὅταν ἦταν ὑπουργός, ἔφαγε τὸ καταπέτασμα. Καταπέτασμα εἶναι καὶ τὸ ὕφασμα ποὺ μαζὶ μὲ τὰ βημόθηρα καλύπτει τὴν  Ὡραία Πύλη.

 

Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα άρθρα

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα