Η κοινωνικά στιγματισμένη Σαμαρείτιδα όπου μια μέρα στο πηγάδι μέθυσε από το αθάνατο νερό που της προσέφερε ο ίδιος ο Χριστός, αφήνοντας όλα τα μάταια πίσω της, κήρυξε το Ευαγγέλιο ως τη Μικρά Ασία και τελικώς μαρτύρησε στη Σμύρνη, στη γη της Ιωνίας.
Ο ελληνισμός μέσα από τα βάθη των αιώνων που συναντήθηκε και αυτός με τον Τριαδικό Θεό, που κράτησε την ουσία του και την Ορθοδοξία, στη Σμύρνη ήταν που έσμιξε με την Αγία πλέον Φωτεινή, με τον ομώνυμο Ναό – Μητρόπολη ένα σημείο αναφοράς όλων των ευλαβών Σμυρνιών Ελλήνων.
Με το όνομα Φωτεινή, να είναι το δημοφιλέστερο ανάμεσα στις Μικρασιάτισσες κι έναν Ναό όπου υπέστη ανακαινίσεις και μετατροπές από τον 17ο αιώνα και έπειτα, που πάντοτε συγκρατιόταν σε ένα ύψος χαμηλό όπως και όλοι οι υπόλοιποι ώστε να μην προκαλεί τους Τούρκους.
Μέχρι το 1856, όπου τότε αποφασίζεται να ανεγερθεί ένα καμπαναριό το οποίο έμελλε να γίνει ένα ιστορικό κειμήλιο όλου του Ορθοδόξου κόσμου, παρά την σύντομη του εμφάνιση μέσα στην Ιστορία. Ο Σμυρνιός αρχιτέκτονας Ξενοφώντας Λάτρης (ο οποίος μετέπειτα έχτισε την Παναγία της Τήνου) δημιουργεί ένα περίτεχνο καμπαναριό ύψους 30 μέτρων, πραγματικά ορόσημο και σύμβολο της πόλης.
Χτισμένο σε πολλαπλά επίπεδα, στο χαμηλότερο από αυτά ανάμεσα απ’ την καμάρα του πέρναγε ο κεντρικός ο δρόμος.
Η κύρια καμπάνα του ζύγιζε πάνω από τέσσερις τόνους και ήταν δώρο του πρίγκιπα Νικολάου και της Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας. Ένα ηλιακό ρολόι στο επάνω μέρος του, από τη Βαυαρία έφερε την επιγραφή «Ηλίου άτερ σιγώ» δηλαδή «Απουσίας ήλιου, σιωπώ» και ολόκληρο στην κορυφή κατέληγε σε έναν ολόχρυσο σταυρό.
Το καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής δέσποζε επάνω από την πόλη, από οποιοδήποτε σημείο της ήτανε άμεσα ορατό, ενώ τα πλοία που ερχότανε να πιάσουνε λιμάνι, το ‘βαζαν για σημάδι.
Στα 1922 η Σμύρνη καίγεται. Το στολίδι της Αγίας Φωτεινής, του Κάτω Μαχαλά, ακολουθεί την μοίρα των Ελλήνων και ανατινάζεται από τον βάρβαρο τον όχλο.
Οι Σμυρνιοί πρόσφυγες, που έφεραν κάτι από την αύρα και το λεπτό εκείνο άρωμα της αλησμόνητης πατρίδας, όπου και αν εγκαταστάθηκαν ευθύς έχτισαν εκκλησίες της Αγίας Φωτεινής. Θα σταθούμε όμως σε μια κατεξοχήν κοιτίδα των Μικρασιατών που αποτελεί κι επίσημα κάτι σαν την ιστορική συνέχεια της. Δήμος Νέας Σμύρνης, ο ομώνυμος Ναός πάλι να είναι εκεί στον λόφο, χτισμένος με εράνους και από το υστέρημα πολλών, με τα επίσημα εγκαίνια του Ναού και τον πρώτο εσπερινό να λαμβάνουν χώρα στις 27 Οκτωβρίου του 1940, μόλις μια μέρα πριν από την κήρυξη του πολέμου…
Στο εσωτερικό του, κοσμούνται αυθεντικά κειμήλια. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο, ο επισκοπικός θρόνος και ο άμβωνας προέρχονται από τον Ναό του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σμύρνη, ο οποίος χτισμένος σε ένα κάπως δύσβατο ύψωμα, σχεδόν θαυματουργικά παρ’ όλα αυτά κατάφερε να γλυτώσει από τον εμπρησμό και από τη σύληση εκείνων των μαύρων ημερών.
Ωστόσο, μόλις το 1996 το αυθεντικό πιστό αντίγραφο του θρυλικού καμπαναριού, ύψους 33 μέτρων, γίνεται πάλι πράξη και χτίζεται ξανά στη Νέα Σμύρνη πια, σηκώνει τα βλέμματα ψηλά (βλέπε εικόνα) ενώ στην Σμύρνη και στο σημείο όπου βρισκότανε ο αυθεντικός Ναός, το Προξενείο της Ελλάδας κατάφερε να χτίσει εκ νέου έναν μικρό, τον οποίον ο τότε Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας ονόμασε και πάλι Αγία Φωτεινή, σε ανάμνηση της μαρτυρικής Εκκλησίας και σύσσωμου βεβαίως του μικρασιατικού ελληνισμού.
«Ηλίου άτερ σιγώ» και ψάχνοντας κανείς να βρει μία πνευματικότερη ερμηνεία από την προφανή και ενθυμούμενος τον Όμηρο και με την Σμύρνη να είναι μία από τις πιθανές πατρίδες, γενέτειρές του, θα διαπιστώσει ότι αυτός ο ήλιος που ήταν απών μες στα τυφλά του μάτια, σαν γεγονός δεν στάθηκε αφορμή για αυτόν να σιωπήσει.
Είναι η μνήμη τελικά μέσα σε μία ψυχή που όταν την βρει η συσκότιση ακόμη και η Αναστάσιμη η καμπανοκρουσία απ’ το παλιό, ξεθωριασμένο το καμπαναριό δεν πρόκειται, μην πολεμάς, διόλου να συγκινήσει.