Η Ειδική Εισηγήτρια για την Ελευθερία της Θρησκείας ή της Πίστεως που διορίστηκε από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), κα Nazila Ghanea, θα επισκεφτεί την Σουηδία το τελευταίο τρίμηνο του 2023. Ως ΜΚΟ με ειδικό συμβουλευτικό καθεστώς με τα Ηνωμένα Έθνη (ECOSOC), το ECLJ έλαβε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που ανέφερε: «Θα ήμασταν ευγνώμονες να λάβουμε γραπτές παρατηρήσεις σχετικά με θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο της εντολής» της Ειδικής Εισηγήτριας. Απαντήσαμε θετικά ώστε να βοηθήσουμε την κα. Ghanea να προετοιμαστεί για την επίσκεψή της στη Σουηδία.
Αυτή η ειδικός του ΟΗΕ έχει εντολή να παρουσιάσει συστάσεις για την υπέρβαση των εμποδίων στην άσκηση της ελευθερίας συνείδησης και θρησκείας σε αυτή τη χώρα. Στη γραπτή του αναφορά, το ECLJ έχει επιλέξει να εστιάσει σε ένα από αυτά τα εμπόδια: την απουσία του δικαιώματος αντίρρησης συνείδησης για τους επαγγελματίες υγείας στην άμβλωση. Αντίθετα με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι Σουηδοί επαγγελματίες υγείας είναι υποχρεωμένοι να κάνουν αμβλώσεις μέχρι το νόμιμο όριο των 18 εβδομάδων κύησης. Αυτή η υποχρέωση είναι χωρίς εξαίρεση ή παραθυράκι για όσους αποδοκιμάζουν την άμβλωση και θα ήθελαν να ασκήσουν μόνοι τους το επάγγελμά τους: την παροχή φροντίδας.
Η γραπτή μας αναφορά καταδεικνύει ότι ο εξαναγκασμός των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης να εκτελούν αμβλώσεις συνιστά παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία συνείδησης και θρησκείας, καθώς και διάκριση λόγω πεποιθήσεων ή θρησκείας. Αυτή η επίδειξη βασίζεται στο διεθνές δίκαιο, ειδικά στο Διεθνές Σύμφωνο του 1996 για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Σύμφωνο ΙΙ).
Διεθνής προστασία της αντίρρησης συνείδησης
Στο διεθνές δίκαιο, η αντίρρηση συνείδησης αναγνωρίστηκε πρώτη φορά ως καθήκον, όπως κατοχυρώθηκε στην Αρχή IV των Συμφωνιών της Νυρεμβέργης (1950) : «Το γεγονός ότι ένας άνθρωπος ενέργησε σύμφωνα με την εντολή της Κυβέρνησής του ή ενός προϊσταμένου δεν τον απαλλάσει από την ευθύνη σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, υπό την προϋπόθεση ότι μία ηθική επιλογή ήταν όντως πιθανή για αυτόν».
«Αποτελεί επίσης δικαίωμα, ως αναπόσπαστο κομμάτι της ελευθερίας της συνείδησης και της θρησκείας, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 18 του Συμφώνου ΙΙ. Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθήκον της οποίας είναι να ερμηνεύει το Σύμφωνο ΙΙ, θεωρεί ότι: «ενώ το δικαίωμα έκφρασης της θρησκείας κάποιου ή της πίστεως δεν συνεπάγεται καθεαυτό το δικαίωμα να αρνείται κανείς όλες τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τον νόμο, παρέχει κάποια προστασία […] ενάντια στον εξαναγκασμό να ενεργήσεις ενάντια στις γνήσιες θρησκευτικές πεποιθήσεις. [1]».
Στην Ευρώπη, το πιο πρόσφατο γενικό μέσο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2000), αναγνωρίζει ρητά το δικαίωμα στην αντίρρηση συνείδησης (Άρθρο 10.2).
Αντίρρηση συνείδησης στον ιατρικό κλάδο
Το δικαίωμα της αντίρρησης συνείδησης εφαρμόζεται γενικά όταν η απορριπτέα πράξη συνίσταται στη θανάτωση ανθρώπου. Σύμφωνα με την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο Γενικό Σχόλιο Νο. 22 (1993) στο άρθρο 18 : «το δικαίωμα της αντίρρησης συνείδησης … μπορεί να απορρέει από το άρθρο 18, στο βαθμό που η υποχρέωση χρήσης θανατηφόρας δύναμης μπορεί να έρχεται σε σύγκρουση με την ελευθερία της συνείδησης και το δικαίωμα να εκδηλώνει κανείς τη θρησκεία ή την πίστη του».
Ο πρόεδρος της συντακτικής ομάδας για το Γενικό Σχόλιο Νο. 22 επεσήμανε ότι η υπό εξέταση αντίρρηση συνείδησης «δεν είναι αντίρρηση στη στρατιωτική θητεία καθαυτή, αλλά αντίρρηση στην ιδέα της θανάτωσης άλλων ανθρώπων [2]».
Κατ’αρχήν, δεν πρέπει να υπάρχει λόγος για αντίρρηση συνείδησης στον ιατρικό κλάδο: σκοπός της ιατρικής είναι να θεραπεύσει τον ασθενή, και κανένας γιατρός δεν μπορεί, με καλή συνείδηση, να αρνηθεί τη θεραπεία ενός ασθενούς. Παρόλα αυτά, το εύρος της ιατρικής δραστηριότητας έχει αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες, πρώτα με την αντισσύλληψη, έπειτα με τις μη θεραπευτικές δραστηριότητες, όπως η αισθητική χειρουργική ή η στείρωση.
Για τους αντιρρησίες συνείδησης, ο σκοπός της ιατρικής έχει ακόμη και αντιστραφεί με πρακτικές όπως η άμβλωση και η ευθανασία. Εξαιτίας αυτών των πρακτικών, ο ιατρικός κλάδος έχει γίνει ο χώρος όπου η τίθεται έντονα το ζήτημα της αντίρρησης συνείδησης. Η σημασία της αντίρρησης συνείδησης στον ιατρικό κλάδο έχει τονιστεί από δύο πρακτικά της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (PACE). [3]
Η θέση του Heiner Bielefeldt, πρώην Ειδικού Εισηγητή του ΟΗΕ
Στις 8 Μαρτίου 2016, ο συνάδελφος και προκάτοχος της κας Nazila Ghanea ως Ειδικός Εισηγητής του ΟΗΕ για την Ελευθερία της Θρησκείας ή της Πίστης, Heiner Bielefeldt, μίλησε έντονα υπέρ του δικαιώματος του ιατρικού προσωπικού να αρνείται να συμμετάσχει σε έκτρωση, σε συνέδριο που οργανώθηκε από το ECLJ στην έδρα του ΟΗΕ στην Γενεύη. [4] Συγκεκριμένα, ανέφερε την περίπτωση της Σουηδίας, όπου μία μαία καταδικασμένη σοβαρά επειδή αρνήθηκε να πάρει μέρος σε έκτρωση αναγκάστηκε σε «επαγγελματική εξορία».
Ο πρώην Ειδικός Εισηγητής θεώρησε ότι αυτό το δικαίωμα, που βασίζεται στην ελευθερία της συνείδησης, θα πρέπει να ωφελεί το ιατρικό προσωπικό που εμπλέκεται άμεσα στην εν λόγω πράξη, δεδομένου ότι η αντίρρησή τους βασίζεται σε ισχυρή και βαθιά πεποίθηση. Ο Heiner Bielefeldt επεσήμανε το δικαίωμα στην αντίρρηση συνείδησης βασίζεται όχι μόνο στο δικαίωμα στην ελευθερία συνείδησης αλλά και στο Άρθρο 1 της Οικουμενικής Διακύρηξης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο αναγνωρίζει ότι κάθε άνθρωπος είναι «προικισμένος με λογική και συνείδηση».
Υποχρεώσεις του Κράτους για τις αμβλώσεις
Η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (1989) αναγνωρίζει ότι «το παιδί, λόγω της σωματικής και της ψυχικής του ανωριμότητας, χρειάζεται …κατάλληλη νομική προστασία, πριν αλλά και μετά τη γέννηση». Το ανθρώπινο έμβρυο αναγωρίζεται από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ECHR) ως έμβιο ον το οποίο «ανήκει στην ανθρώπινη φυλή». [5] Η ανθρώπινη ζωή έχει συνέχεια από τη στιγμή της γονιμοποίησης, όπως υπενθύμισε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (CJEU) στην υπόθεση του Oliver Brüstle v. Greenpeace e.V. [6]
Ως συνέπεια της ίδιας της φύσης της άμβλωσης, η οποία σκοτώνει ένα παιδί πριν τη γέννηση, αυτή η πράξη δεν προστατεύεται από θεμελιώδη δικαιώματα. Πράγματι, είναι αδύνατο να έχουμε οποιαδήποτε ελευθερία ή δικαίωμα για την ύπαρξη ενός όντος που ανήκει στην ανθρώπινη φυλή. Αυτός είναι ο λόγος που το ECHR αρνείται να προστατέψει την άμβλωση ως ανθρώπινο δικαίωμα. [7]
Οι Επιτροπές των Ηνωμένων Εθνών και το ECHR έχουν αναπτύξει μία προσέγγιση για την άμβλωση που υποχρεώνει τα Κράτη να νομιοποιούν την άμβλωση να συμβιβάσουν την αποτελεσματική άσκηση αντιρρήσεων συνείδησης από επαγγελματίες υγείας με την πρόσβαση των γυναικών στην πρακτική, χωρίς να δίνουν προτεραιότητα σε καμία από αυτές τις σκέψεις. [8]
Όσον αφορά την ελευθερία της συνείδησης, το ECHR έκρινε ότι η δυνατότητα αλλαγής εργασίας δεν επαρκεί για την αποτελεσματική προστασία του δικαιώματος της ελευθερίας της συνείδησης. [9] Θα πρέπει να υπάρχει πολύ σοβαρός λόγος, όπως σοβαρή παράβαση των δικαιωμάτων των άλλων, για να δικαιολογηθεί η στέρηση από κάποιον της εργασίας του. Το λεγόμενο δικαίωμα στην άμβλωση, το οποίο δεν υπάρχει στο διεθνές δίκαιο, δεν μπορεί να υπερισχύει ενός από τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, δηλαδή της ελευθερίας της συνείδησης.
Απαγόρευση των διακρίσεων λόγω θρησκείας ή πίστεως
Το Σύμφωνο ΙΙ απαγορεύει διακρίσεις που βασίζονται στη «θρησκεία», «άποψη» ή «άλλο καθεστός» (άρθρο 26}. [10] Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, η διάκριση λέγεται «άμεση» όταν «ένα άτομο αντιμετωπίζεται με λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση από άλλο άτομο σε παρόμοια κατάσταση για έναν λόγο που σχετίζεται με απαγορευμένο λόγο», όπως η θρησκεία του/της. Η έμμεση διάκριση «αναφέρεται σε νόμους, πολιτικές ή πρακτικές που φαίνονται ουδέτερες εκ πρώτης όψεως αλλά έχουν δυσανάλογο αντίκτυπο στην άσκηση των δικαιωμάτων του Συμφώνου όπως ξεχωρίζουν από απαγορευμένους λόγους διάκρισης», όπως η θρησκεία. [12] Η διάκριση μπορεί να εντοπιστεί με βάση τον σκοπό της ή την επίδρασή της στο θύμα, ανεξάρτητα από τα κίνητρα του δράστη. [13]
Το Συμβούλιο της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν θέσει ως κοινό στόχο του δικαίου κατά των διακρίσεων «να επιτρέπει σε όλα τα άτομα μία ίση και δίκαιη προοπτική πρόσβασης σε ευκαιρίες διαθέσιμες στην κοινωνία».[14] Η Επιτροπή Οικονομικών, Κοινωνικών και Πολιτιστικών Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών δίνουν ως παράδειγμα διάκρισης «όταν άτομα που ανήκουν σε μία θρησκευτική μειονότητα στερούνται ίσης πρόσβασης σε πανεπιστήμια, εργασία ή υπηρεσίες υγείας με βάση τη θρησκεία τους». [15]
Στον ιατρικό κλάδο, μόνο μέσω της προστασίας του δικαιώματος στην αντίρρηση συνείδησης στην άμβλωση τα άτομα με ηθικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις σχετικά με το θέμα έχουν πρόσβαση στην εργασία σε ίση βάση με άτομα που δεν συμμερίζονται αυτή την πεποίθηση.
[1] Human Rights Committee, Yeo-Bum Yoon and Myung-Jin Choi v. Republic of Korea, communications nos 1321/2004 and 1322/2004, CCPR/C/88/D/1321-1322/2004, November 3, 2006, § 8.3.
[2] Human Rights Committee, Summary record of the 1237e meeting, held at the Palais des Nations, Geneva, on Tuesday 13 July 1993, CCPR/C/SR.1237, 1er December 1993, § 45 (traduction libre).
[3] See Resolution 1763 of October 7, 2010 (§ 1) and Resolution 1928 of April 24, 2013 (§ 9.10).
[4] Videos of the conference are available on ECLJ’s YouTube channel and can be found in this article: https://eclj.org/conscientious-objection/the-un-special-rapporteur-on-freedom-of-religion-or-belief-in-favor-of-a-right-to-conscientious-objection-in-the-context-of-abortion-and-euthanasia?lng=fr
[5] ECHR, Vo v. France, no. 53924/00, July 8, 2004, § 84.
[6] CJEU, Oliver Brüstle v. Greenpeace e.V, C-34/10, October 18, 2011, § 35.
[7] Commission EDH (Plénière), Brüggemann and Scheuten v. Federal Republic of Germany (dec.), no. 6959/75, May 19, 1976; ECHR, Boso v. Italy (dec.), no. 50490/99, September 5, 2002; A. B. C., v. Ireland [GC], no. 25579/05, December 16, 2010, § 214; P. and S. v. Poland, no. 57375/08, October 30, 2012, § 96.
[8] See: Heiner Bielefeldt, Nazila Ghanea, Michael Wiener, Freedom of Religion or Belief: An International Law Commentary, Oxford University Press, January 21, 2016, pp. 298-301. See also: ECHR, R. R. v. Poland, no. 27617/04, May 26, 2011, § 206; P. and S. v. Poland, no. 57375/08, October 30, 2012, § 106.
[9] ECHR, Eweida and others v. the United Kingdom, no. 48420/10, January 15, 2013, § 83.
[10] See Heiner Bielefeldt, Nazila Ghanea, Michael Wiener, Freedom of Religion or Belief, op. cit. pp. 311 and 323.
[11] Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment No. 20, Article 2-2 of the International Covenant on Economic, Social and Cultural Rights, adopted at its forty-second session, E/C.12/GC/20, July 2, 2009, § 10-a.
[12] Ibid, § 10-b.
[13] Heiner Bielefeldt, Nazila Ghanea, Michael Wiener, Freedom of Religion or Belief, op. cit. p. 314.
[14] European Union Agency for Fundamental Rights, Council of Europe, Handbook of European non-discrimination law, February 2018, p. 48.
[15] Committee on Economic, Social and Cultural Rights, General Comment no. 20, op. cit., § 22.