Διολίσθηση στον αυταρχισμό ή απλώς ακρότητες; Προβληματισμοί Συνταγματικότητας.

Toυ Παναγιώτη Μολυβδά, Εφέτη

MSc στο Διεθνές και Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο.

    Η αναφορά του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, ότι υπάρχει σκέψη για ¨βραχιολάκι¨ στους μη εμβολιασμένους, αν και ο ίδιος αμέσως μετά έσπευσε να διαψεύσει ή να ανασκευάσει τη σχετική δήλωσή του, επικαλούμενος ότι αυτό που διατυπώθηκε ήταν απάντηση εν τη ρύμη του λόγου του σε στιγμή εκνευρισμού (πηγή ΚΥΠΕ), μας μεταφέρει εύλογα σε ένα νέο περιβάλλον πολιτικοκοινωνικής σκέψης και συμπεριφοράς στην Ευρώπη με αιτία αυτή τη φορά την υγειονομική κρίση. Το γεγονός ότι τέτοιου περιεχομένου αναφορές παραδόξως δεν διεγείρουν αυτόματες αντιδράσεις και τον αντίλογο πρωτίστως σε νομικό αλλά και πολιτικό επίπεδο μόνο ανησυχία μπορεί να προκαλεί. Στο πρόσφατο παρελθόν, δηλώσεις με τις οποίες επιχειρούνταν η περιθωριοποίηση κατηγοριών συνανθρώπων μας με βάση τις θρησκευτικές πεποιθήσεις τους ή τον γενετήσιο προσανατολισμό τους είχαν προκαλέσει την έντονη αντίδραση της συντριπτικής πλειοψηφίας του επιστημονικού και πολιτικού κόσμου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης.

    Αν αναλογιστούμε την ιστορική βαρύτητα μίας τέτοιας αναφοράς, με την οποία επιχειρήθηκε η κοινωνική επισήμανση – διάκριση των ανθρώπων σε δύο κατηγορίες, με βάση την απόφαση τους να προβούν ή όχι στον εμβολιασμό για τον κορωνοϊό και η οποία συνειρμικά τη συνοδεύει, οι αντιδράσεις θα έπρεπε να ήταν καθολικές και άμεσες. Κατά τη διάρκεια της  ναζιστικής γενοκτονίας, κατά την οποία τα θύματα των κέντρων εξόντωσης ήταν στη συντριπτική πλειοψηφία τους Εβραίοι, στα εκατοντάδες στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας υπήρχαν και άλλοι κρατούμενοι από πολλές και διάφορες πληθυσμιακές ομάδες. Οι κρατούμενοι ήταν αναγκασμένοι να φορούν σήματα με ειδικά χρώματα πάνω στα ρούχα τους, έτσι ώστε οι υπεύθυνοι των στρατοπέδων να μπορούν να αναγνωρίζουν εύκολα το λόγο εγκλεισμού του κάθε κρατουμένου αλλά και να υποκινούν αντιπαλότητες μεταξύ των διαφορετικών ομάδων. Οι πολιτικοί κρατούμενοι, όπως οι κομμουνιστές, οι σοσιαλιστές και οι συνδικαλιστές, έφεραν κόκκινα τρίγωνα. Οι κοινοί εγκληματίες φορούσαν πράσινα. Οι Ρομά (Τσιγγάνοι) και όλοι όσοι κατά τους Γερμανούς ήταν «αντικοινωνικοί» ή «αδιόρθωτοι» φορούσαν μαύρα τρίγωνα. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά φορούσαν μοβ και οι ομοφυλόφιλοι ροζ τρίγωνα. Τα γράμματα δήλωναν την εθνικότητα: για παράδειγμα το «P» σήμαινε Πολωνός, το «SU» από τη Σοβιετική Ένωση, το «F» Γάλλος.

      Οι κοινωνικοί και νομικοί αμυντικοί μηχανισμοί επιβάλλουν ότι τέτοιες αναφορές δεν θα πρέπει να θεωρηθούν ως απλώς ατυχείς εκφράσεις, αποδιδόμενες σε σχήματα λεκτικής υπερβολής, καθώς η πολιτική ιστορία διδάσκει, ότι η εκφορά τους αποτελεί συνήθως το αποτέλεσμα προηγούμενων σκέψεων και εκδήλωση συγκεκριμένων προθέσεων των κύκλων απ’ όπου εκπορεύονται. Ότι διατυπώνεται με γενικό τρόπο ή έστω με μισόλογα αποτελεί ήδη διαμορφωμένη κοινωνική αντίληψη αυτού που το εκφράζει. Μένει μόνο να βρεθεί η κατάλληλη κοινωνικοπολιτική συγκυρία, που θα επιτρέψει την χωρίς αντίδραση επιβολή της και θα τη μεταμορφώσει σε μέτρο νομικού καταναγκασμού.

      Ευτυχώς όμως, στο νομικό επίπεδο τα πράγματα είναι ξεκάθαρα και δεν επιδέχονται παρερμηνείες. Το Διεθνές Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (Ν. 2462/1997), ορίζει ότι «κανείς δεν υποβάλλεται σε βασανιστήρια ούτε σε ποινές ή μεταχειρίσεις σκληρές, απάνθρωπες ή εξευτελιστικές» (άρθρο 7). Το δικαίωμα του ατόμου στην ελευθερία και στην ασφάλεια του προσώπου του κατοχυρώνεται στο άρθρο 9 του ιδίου ως άνω Συμφώνου, ενώ το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ αλλά και το άρθρο 4 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ ορίζουν, ότι κανείς δεν μπορεί να υποβληθεί σε βασανιστήρια, ούτε σε απάνθρωπες ή εξευτελιστικές ποινές ή μεταχείριση. Ειδικό μηχανισμό πρόληψης της κακομεταχείρισης έχει συστήσει η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας του Συμβουλίου της Ευρώπης (Ν. 1949/1991). Στο ίδιο πνεύμα κινούνται και οι νομικά μη δεσμευτικές, αλλά περικλείουσες την ουσία του νομικού πολιτισμού μας Βασικές Αρχές των Ηνωμένων Εθνών καθώς και ο Κώδικας Αρχών για την Προστασία όλων των Προσώπων, που στερούνται την προσωπική τους ελευθερία, ο οποίος υιοθετήθηκε με την υπ’ αριθμ. 43/173 από 9-12-1988 Απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Η απαγόρευση των διακρίσεων κατοχυρώνεται με το άρθρο 14 της ΕΣΔΑ, το οποίο διασφαλίζει την ίση μεταχείριση όσον αφορά την απόλαυση των λοιπών δικαιωμάτων, που αναγνωρίζει η σύμβαση. Το πρωτόκολλο 12 (2000) της ΕΣΔΑ επεκτείνει ακόμη περισσότερο το πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης των διακρίσεων, διασφαλίζοντας την ίση μεταχείριση όσον αφορά την απόλαυση όλων ανεξαιρέτως των δικαιωμάτων (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων που αναγνωρίζουν οι εθνικές νομοθεσίες). Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το πρωτόκολλο, το τελευταίο ήταν καρπός της επιθυμίας ενίσχυσης της προστασίας από τις διακρίσεις, η οποία θεωρείτο βασική συνιστώσα της διασφάλισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το πρωτόκολλο προέκυψε ιδίως από συζητήσεις, που αφορούσαν τους τρόπους ενίσχυσης της ισότητας των φύλων και της φυλετικής ισότητας. Αξίζει να επισημανθεί δε ότι η αρχή της μη διάκρισης συνιστά κατευθυντήρια αρχή διαφόρων εγγράφων του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ειδικότερα, ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης (έκδοση 1996) προβλέπει το δικαίωμα στην ισότητα των ευκαιριών αλλά και στην ίση μεταχείριση σε θέματα απασχόλησης και εργασίας, παρέχοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο προστασία από τις διακρίσεις λόγω φύλου. Πρόσθετη προστασία από τις διακρίσεις παρέχουν η σύμβαση ‑ πλαίσιο για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων και οι συμβάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δράση κατά της διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων και για την πρόσβαση σε επίσημα έγγραφα. Προστασία κατά της προώθησης των διακρίσεων παρέχει επίσης το πρωτόκολλο της σύμβασης για την εγκληματικότητα στον κυβερνοχώρο. Είναι σαφές ότι το ζήτημα της απαγόρευσης των διακρίσεων γενικά έχει επηρεάσει καθοριστικά τη μορφή των νομοθετικών κειμένων που έχει θεσπίσει το Συμβούλιο της Ευρώπης, ενώ θεωρείται θεμελιώδης ελευθερία η οποία χρήζει προστασίας. Υπό το βάρος των ανωτέρω κειμένων, η επιλογή της αυτόματης κοινωνικής διάκρισης των συνανθρώπων μας σε εμβολιασμένους και μη προφανώς δεν θα γίνει με σκοπό μόνο την αναγνωρισιμότητα του ποιος έχει ή δεν έχει κάνει το εμβόλιο αλλά θα αποσκοπεί σε σειρά αρχικά κοινωνικών περιορισμών και στη συνέχεια απαγορεύσεων πάντα με τη ¨δακτυλοδεικτούμενη¨ εξήγηση του λόγου αποκλεισμού τους.     

      Ο κίνδυνος διολίσθησης σε πολιτικές αυταρχισμού δεν είναι άγνωστος από τα θεσμικά όργανα της Ευρώπης. Η Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης με την ετήσια έκθεση του 2018 ήδη εκφράζει βαθιά ανησυχία για τις επιθέσεις κατά της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου παγκοσμίως, οι οποίες αντανακλούν την άνοδο του αυταρχισμού ως πολιτικού σχεδίου, που περιλαμβάνει περιφρόνηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καταστολή σε βάρος των αντιφρονούντων, πολιτικοποιημένη δικαιοσύνη, συρρίκνωση του χώρου για την κοινωνία των πολιτών και περιορισμούς στην ελευθερία του συνέρχεσθαι και στην ελευθερία της έκφρασης, υπογραμμίζοντας τη σημασία της κοινωνίας των πολιτών για ευέλικτες, έγκαιρες και αποτελεσματικές αντιδράσεις σε καθεστώτα, που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις δημοκρατικές αρχές. Στα πλαίσια της πανδημίας, η ρητορική που εκδηλώνεται έχει ήδη καταστήσει τον κοινωνικό χώρο των μη εμβολιασμένων όχι μόνο σε μειονότητα αλλά σε μειονότητα επικίνδυνη για την ασφάλεια του κράτους (state enemy). Νομιμοποιητική βάση για το ανωτέρω αποτελεί για ακόμα μία φορά (μετά την οικονομική κρίση του 2010) η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού. Ο μη έχων τις ίδιες απόψεις συνάνθρωπος μας, ο ¨αντιφρονών¨ στη μέχρι την ώρα σύνταξης του εν λόγω άρθρου σύσταση (με τη σοβαρή προοπτική μετατροπής της τελευταίας σε υποχρέωση συνοδευόμενη από κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης) περί καθολικού εμβολιασμού των ενηλίκων αντιμετωπίζεται ως εχθρός της υγειονομικής ασφάλειας, ανεξαρτήτως του αν τα μέτρα ατομικής υγειονομικής προστασίας που λαμβάνει μπορεί να είναι περισσότερα από αυτά που λαμβάνει ο έχων ενεργήσει τον εμβολιασμό του. Ακόμα περισσότερο, αντιμετωπίζεται ως εχθρός της οικονομικής ζωής του τόπου και στο τέλος της ίδιας της υπόστασης της χώρας με τη σαφή (μνημονιακού τύπου) αναφορά ¨εμβόλιο ή οικονομική καταστροφή¨. Στα πλαίσια αυτά επικοινωνείται με έμφαση ότι το 65% των ερωτηθέντων σε πρόσφατη έρευνα (Δημοσκόπηση Pulse) είναι υπέρ της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, με τρόπο ώστε αυτή (έρευνα) να εμφανίζεται με τα χαρακτηριστικά ενός ¨οιονεί δημοψηφίσματος¨. Για τη διαύγεια της παραπάνω έρευνας θα είχε μεγάλη σημασία να διευκρινιστεί πόσοι από αυτούς, που περιλαμβάνονται στο 65% κατά το χρόνο διενέργειας της εν λόγω έρευνας, είχαν ενεργήσει τον ατομικό εμβολιασμό τους, καθόσον όταν δίνεται μία απάντηση για οποιοδήποτε θέμα υπό το βάρος της προσωπικής επιλογής που έχουμε ήδη κάνει, οι περισσότερες πιθανότητες είναι η απάντηση αυτή να διαμορφώνεται με βάση την επιλογή αυτή. Επιπλέον, στην καθημερινή ενημέρωση για την εξέλιξη της πανδημίας διατυπώνονται στοιχεία που είτε έρχονται σε αντίφαση με ότι προηγουμένως είχε διατυπωθεί από τις επίσημες αρχές παρακολούθησης της (η αρχικώς διατυπωθείσα άποψη ότι ο μαζικός εμβολιασμός αποτελεί παράγοντα που οδηγεί στη μετάλλαξη του ιού λόγω της ικανότητας που έχει αυτός να ¨προσπερνά¨ το επιχειρούμενο τείχος ανοσίας εξελίχθηκε στη θέση ότι για τις μεταλλάξεις υπαίτιοι είναι οι μη εμβολιασμένοι), είτε διαψεύδονται από την εξέλιξη των πραγμάτων σε διεθνές επίπεδο (η θέση ότι η πρόσφατη μετάλλαξη ¨Δέλτα¨ πλήττει μόνο τους μη εμβολιασμένους διαψεύδεται από την εξέλιξη αυτής σε Ισραήλ και Μεγάλη Βρετανία, χώρες με εξαιρετικά υψηλά ποσοστά εμβολιασμού, αφού στο Ισραήλ, όπου πάνω από το 80% των Ισραηλινών ηλικίας άνω των 16 ετών έχουν λάβει και τις δύο δόσεις του εμβολίου των Pfizer/ΒionTech, οι μισοί περίπου ενήλικες, που μολύνθηκαν από τη μετάλλαξη ¨Δέλτα¨ της νόσου Covid-19, είχαν εμβολιαστεί πλήρως με το ενέσιμο σκεύασμα των Pfizer/ΒionTech, ενώ στην Αγγλία από τους συνολικά 117  ανθρώπους  που υπέκυψαν μέσα στον Ιούνιο με covid, που σχετίζεται με την ινδική μετάλλαξη, οι 50 είχαν εμβολιαστεί πλήρως, δηλαδή είχαν κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου). Η εξέλιξη της επιχειρούμενης τοποθέτησης των μη εμβολιασμένων στο επίκεντρο του προβλήματος θα οδηγήσει σε σύντομο χρόνο στο να θεωρείται ο κοινωνικός χώρος αυτών a priory ως χώρος υπερμετάδοσης της νόσου χωρίς ανάγκη καμίας άλλης επιστημονικής τεκμηρίωσης. Η χρήση εντυπωσιακών όρων, όπως ¨καθαρά καταστήματα¨, ¨καθαρά γήπεδα¨, ¨καθαρές λύσεις¨ είναι εξαιρετικά επικίνδυνη, κουβαλώντας μέσα της ένα νοσηρό ιστορικό παρελθόν, ικανή και στις μέρες μας να τροφοδοτήσει τη μισαλλοδοξία, τις διακρίσεις ακόμα και τη βία (λεκτική και εργασιακή) σε βάρος εκείνων που δεν θέλησαν να προβούν στον ατομικό εμβολιασμό τους.

      Η προβληματική της συνταγματικότητας του υποχρεωτικού εμβολιασμού δεν μπορεί να ξεπεραστεί με επιχειρήματα ¨κινδυνολογίας¨ περί της ανάγκης διασφάλισης της δημόσιας υγείας. Καταρχήν, ακόμα και στην περίπτωση επιβολής υποχρεωτικού εμβολιασμού, δεν μπορεί να οδηγηθούμε στην επιβολή άμεσων και απόλυτων κυρώσεων για την περίπτωση του μη εμβολιασμού (απώλεια θέσης εργασίας, θέση σε αργία άνευ αποδοχών, θέση σε διαθεσιμότητα, στέρηση δυνατότητας μετακίνησης με μέσα δημόσιας μεταφοράς, αποκλεισμός από την παρακολούθηση θεαμάτων), αν προηγουμένως δεν έχει εξαντληθεί το ενδιάμεσο στάδιο των πρόσθετων υποχρεώσεων σε εκείνους, που θα επιλέξουν να μην επιχειρήσουν τον εμβολιασμό τους (π.χ. διενέργεια σε εβδομαδιαία βάση rapid tests, ή και διενέργεια επιπλέον μοριακού ελέγχου κάθε μήνα ή μετακίνησή τους σε χώρους εργασίας με μικρότερο συγχρωτισμό) ώστε να διασφαλίζεται το υγειονομικά ακέραιο τόσο αυτού, που θα συγχρωτίζεται σε χώρο με συνανθρώπους του, που έχουν επιλέξει τον εμβολιασμό τους, όσο και των τελευταίων. Η θέσπιση περισσότερων εναλλακτικών δυνατοτήτων ιδίως στην εργασία και στη μετακίνηση για εκείνους που δεν θα ενεργήσουν τον υποχρεωτικό εμβολιασμό τους θα πρέπει να αποτελεί την πλέον συνταγματικά πρόσφορη επιλογή για ένα κράτος δικαίου. Η πρόβλεψη απόλυτων κυρώσεων, ιδίως αυτών που αφορούν την απώλεια της εργασιακής θέσης ή ακόμα και της αναστολής αυτής κείται πέραν της αρχής της αναλογικότητας, που θέτει τα όρια σε κάθε μορφής κύρωση και συνεπώς και στις κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης εμβολιασμού. Η ανωτέρω αρχή (άρθρ. 25 παρ. 1 Συντ) σε συνδυασμό με τις αρχές της ανθρώπινης αξίας (άρθρο 2 παρ. 1 Συντ) και της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 Συντ) καθορίζουν και νοηματοδοτούν το κράτος δικαίου και την υποχρέωση σεβασμού του πυρήνα των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Πολύ δε περισσότερο, όταν  η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού με βάση τους παραδεδεγμένους κανόνες ιατρικής έρευνας προϋποθέτει τη δοκιμή του εμβολίου και την πιστοποίηση του κατά τρόπο αδιαμφισβήτητο από τις αρμόδιες επιστημονικές αρχές για την ασφάλεια αυτού, όπως άλλωστε έχει γίνει μέχρι σήμερα με όλα τα γνωστά και διαχρονικώς δοκιμασμένα εμβόλια, που χωρίς δεύτερη σκέψη οι πολίτες έχουν σπεύσει να κάνουν για τους ίδιους αλλά και για τα παιδιά τους. Επιπροσθέτως, ιδιαίτερη μέριμνα και συνακόλουθα εξαίρεση θα πρέπει να υπάρξει για συνανθρώπους μας, που όχι μόνο εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών παρενεργειών αλλά ακόμα και πιθανολόγηση για την εμφάνιση αυτών, σύμφωνα με γνωμάτευση ειδικού ιατρού. Σε κάθε περίπτωση, ακριβώς επειδή ο εμβολιασμός συνιστά ιατρική επεμβατική πράξη, η επιλογή της υποχρεωτικής επιβολής του θα πρέπει να συνοδεύεται από την παράθεση όχι μόνο των πορισμάτων των ειδικών επιτροπών των επιστημόνων, επί των οποίων στηρίχθηκε η απόφαση περί της υποχρεωτικής επιβολής του αλλά και των πορισμάτων εκείνων των ειδικών επιστημόνων, οι οποίοι επικαλούμενοι επιστημονικά επιχειρήματα και πορίσματα της ιατρικής μελέτης και έρευνας αμφισβητούν την αποτελεσματικότητα ή ακόμα και την ασφάλεια του εμβολίου για τη συγκεκριμένη νόσο. Ο πολίτης, ιδίως σε ειδικά θέματα για τα οποία δεν μπορεί έχει γνώση, έχει το δικαίωμα να ενημερωθεί για όλες τις σχετικές παραμέτρους αναφορικά µε τα μέτρα που αφορούν την υγεία του, να κάνει τις επιλογές του, να νιώθει ασφαλής σε ζητήματα που αφορούν την υγειονομική του φροντίδα και να λάβει διαβεβαιώσεις, ότι η θεραπεία που θα ακολουθήσει ή η ιατρική πράξη, που θα λάβει χώρα σε σχέση με αυτόν, στην προκειμένη περίπτωση ο εμβολιασμός, θα είναι η κατάλληλη και η αποτελεσματικότερη. Το δικαίωμα στην προηγούμενη ενημέρωση εμπεριέχεται στο δικαίωμα της υγείας, το οποίο ως κοινωνικό αγαθό προστατεύεται από το Σύνταγµα στα άρθρα 5 παρ. 5 και 7 παρ. 2. Η υγεία κατοχυρώνεται όμως όχι µόνο ως αγαθό, αλλά και ως δικαίωμα, ενώ το άρθρο 4, παρ 1 ορίζει, ότι «οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόµου» και στο άρθρο 9Α καθορίζεται, ότι «καθένας έχει δικαίωµα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως µε ηλεκτρονικά µέσα, των προσωπικών του δεδοµένων, όπως ο νόµος ορίζει» (2472/1997). Συνακόλουθα, η παράκαμψη διά της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού και με την ταυτόχρονη επίκληση της διασφάλισης της υγείας των άλλων πολιτών του ατομικού δικαιώματος της υγείας εκείνου του πολίτη, ο οποίος σε περίπτωση μη τήρησης όλων των ανωτέρω όρων και προϋποθέσεων αποφασίσει να προστατέψει την υγεία του από τον κίνδυνο σοβαρών παρενεργειών, επιλέγοντας να μην ενεργήσει τον εμβολιασμό του, καθίσταται συνταγματικά προβληματική. Σε όλα τα παραπάνω αξίζει να προσθέσουμε και το πρόσφατο με αριθμ. 2361/2021 Ψήφισμα της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε σχετικό άρθρο του οποίου (7.3.1) ορίζεται, ότι η Συνέλευση καλεί τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση σχετικά με την ανάπτυξη εμβολίων covid-19 να διασφαλίσει ότι οι πολίτες ενημερώνονται, ότι ο εμβολιασμός δεν είναι υποχρεωτικός και ότι κανείς δεν πιέζεται πολιτικά, κοινωνικά με άλλο τρόπο να εμβολιαστεί, εάν δεν το επιθυμεί καθώς και ότι δεν θα υφίσταται διακρίσεις για το ότι δεν έχει εμβολιαστεί, λόγω πιθανών κινδύνων για την υγεία (7.3.2).    

      Αντί επιλόγου παραθέτω τα ακόλουθα: ¨H προστασία και η προώθηση της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ατομικών ελευθεριών συγκροτούν τις βασικές αρχές του Ελληνικού Συντάγματος. Η Ελλάδα αποδίδει πρωταρχική σημασία στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών όλων των ατόμων που ευρίσκονται εντός της ελληνικής επικράτειας, καθώς και στη διαφύλαξη των δημοκρατικών θεσμών και στη λειτουργία του κράτους δικαίου. Ο ρατσισμός και άλλες ιδεολογίες ανισότητας έρχονται σε σύγκρουση με αυτές τις αρχές. Ο ρατσισμός, η μισαλλοδοξία και οι διακρίσεις αποτελούν παραβίαση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, προσβάλλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και θέτουν σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή και κοινωνική ειρήνη ενώ υποσκάπτουν τα θεμέλια του δημοκρατικού πολιτεύματος και του κράτους δικαίου»¨. Τα ανωτέρω συνιστούν το βασικό σκοπό του ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΔΡΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΙΣΑΛΛΟΔΟΞΙΑΣ 2020-2023. Η ¨βολική¨ άποψη του ότι το επικείμενο μέτρο του υποχρεωτικού εμβολιασμού και των αυστηρών κυρώσεων, που θα τον συνοδεύουν, δεν αφορούν ¨εμάς¨ αλλά αφορούν τους ¨άλλους¨ είναι η πιο ¨ασφαλής¨ οδός για τα επόμενα ενδεχομένως μέτρα και κυρώσεις, που δεν θα αφορούν του ¨άλλους¨ αλλά ¨εμάς¨…

Πηγή