ΑΧ. Γ. ΛΑΖΑΡΟΥ
Ρωμανιστῆ – Βαλκανολόγου
Δρ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
τ. Chargé de cours á lasorbonne
(Paris IY)
Προέχει πρωτίστως ἡ ἀπότιση τιμῆς στούς ἀκραιφνεῖς Θρακιῶτες, οἱ ὁποῖοι μέ περισσή ἐπιστημοσύνη ἐπιδόθηκαν στή διαχρονική καί διεπιστημονική διερεύνηση τῆς γενέτειράς τους[1].
Ἤδη κατά τό διάστημα τοῦ μεσοπολέμου κυκλοφορεῖται τριμηνιαῖο ἐπιστημονικό σύγγραμμα, ἐπιγραφόμενο Θρακικά, στό δέ ἐξώφυλλο δέν ἀναγράφεται μόνο ὁ διευθυντής τῆς συντάξεως τοῦ περιοδικοῦ Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου, ἀλλά ὅλα τά μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῆς ἐκδόσεως: Χρῆστος Τσούντας, Ἀριστοτέλης Κουρτίδης, Στίλπων Κυριακίδης[2]. Στιβαρό ἐπίσης ἐπιστημονικά εἶναι καί τό Ἀρχεῖον τοῦ Θρακικοῦ Λαογραφικοῦ καί Γλωσσικοῦ Θησαυροῦ μέ τόν ἴδιο διευθυντή. Ἐπιπρόσθετα ὁ Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου ἐπιμελεῖται καί τό Λεξικόν Ἱστορικόν καί Γεωγραφικόν τῆς Θράκης ἀπό τῶν ἀρχαιοτάτων χρόνων μέχρι τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως 1453 (Ἔκδοσις Β΄, Ἀθῆναι 1963)[3]. Ἕπεται ἡ Θρακική Ἐπετηρίδα, ἐτήσια ἔκδοση (1959 κ.ἑ.) τοῦ Μορφωτικοῦ Ὁμίλου Κομοτηνῆς μέ διευθυντή τόν Δημήτριο Βασιλειάδη, πρόεδρο τοῦ Κέντρου Θρακικῶν Μελετῶν (1982). Σάν διάττων ἀστήρ διέσχισε τόν πλατύτερο ὁρίζοντα ἡ Θρακολογία (1981) τῆς Ἑταιρείας Θρακολογικῶν Μελετῶν (Θεσσαλονίκη) τοῦ Ἀντωνίου Β. Καψῆ. Τῆς Γενικῆς Γραμματείας Περιφέρειας Ἀνατ. Μακεδονίας-Θράκης, τόμος μεγάλου σχήματος, λιτότατα ἐπιγραφόμενος Θράκη, συνιστᾶ συναντίληψη καί ἔκφανση τῆς ἐργώδους περισκέψεως τῶν Θρακιωτῶν καί ἐξειδικευμένων ἐπιστημόνων τοῦ λοιποῦ Ἑλληνισμοῦ.
Ἡ Θράκη ὡς ἀντικείμενο ἐπιστημονικῆς ἐνασχολήσεως δέν ἀπουσιάζει ἀπό τήν περιοδική ἔκδοση τοῦ Ἱδρύματος Μελετῶν Χερσονήσου τοῦ Αἵμου (ΙΜΧΑ) Βαλκανικά Σύμμεικτα, πού ἐπιμελεῖται ὁ Κωνσταντῖνος Κ. Παπουλίδης. Τό ἴδιο δέ Ἵδρυμα σέ συνεργασία μέ τήν Πανελλήνια Ὁμοσπονδία Συλλόγων Ἀνατολικῆς Ρωμυλίας ἔθεσε στή διάθεση τῶν ἐνδιαφερομένων καλαίσθητο τόμο, ἐπιγραφόμενο Οἱ Ἕλληνες τῆς Βουλγαρίας. Ἕνα ἱστορικό τμῆμα τοῦ περιφερειακοῦ ἐλληνισμοῦ, μέ τήν ἐπιμέλεια τῆς Ξανθίππης Κοτζαγεώργη καί συνεργασίες Γ. Α. Καζαμία, Ἀ. Παναγιωτοπούλου, Ε. Θεοκλίβα-Στοΐτσεβα, Τ. Χατζηαναστασίου, Θεσσαλονίκη 1999. Προηγεῖται μισό αἰῶνα τό ὀγκωδέστερο τοῦ Ἐμμανουήλ Θ. Γρηγορίου, Ἕλληνες καί Βούλγαροι, Θεσσαλονίκη 1953. Προστίθεται καί ὁ πλέον πρόσφατος τόμος τοῦ Ἀποστόλου Π. Εὐθυμιάδη, Ἡ συμβολή τῆς Θράκης εἰς τούς ἀπελευθερωτικούς ἀγῶνας τοῦ Ἔθνους (ἀπό τοῦ 1361 μέχρι τοῦ 1920). Ἀλεξανδρούπολις 2002.
Ὁμολογουμένως μεγάλη ὤθηση στήν ἀκριβέστερη γνώση τῆς Θράκης ἔδωσαν τά διεθνῆ θρακολογικά συνέδρια[4], πού ἐγκαινιάσθηκαν τό 1972 στή Σόφια. Τό 1976 ἀκολούθησε τό 2ο Διεθνές Συνέδριο στό Βουκουρέστι. Συγχρόνως δραστηριοποιήθηκε στόν τομέα τῆς Θρακολογίας τό «Εὐρωπαϊκό Ἵδρυμα Dragan[5]». Τό 1980 ὀργανώθηκε στή Βιέννη τό 3ο. Τό 4ο στό Amsterdam…
Σημαντική εἶναι ἡ συμβολή τῶν Πρακτικῶν συνεδρίων τῆς Διεθνοῦς Ἐπιτροπῆς Σπουδῶν Νοτιοανατολικῆς Εὐρώπης ἤ ἐξ ἀφορμῆς αὐτῶν, ἔστω καί ἐκτυπωτικά πενιχρότατες, ἀλλά ἐπιστημονικά σπουδαιότατες δημοσιεύσεις, ὅπως τῆς Πράγας 1979, πού προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες, σάν τίς ἀναφερόμενες στόν K. Jireček[6]. Ἐπί πλέον διευκολύνουν δημοσιεύματα, πού ἀφοροῦν στή Βουλγαρία καί στή Ρουμανία, γιά τίς ὁποῖες λέγεται ὅτι ἄλλοτε κατοικήθηκαν ἀπό Θράκες. Εὔχρηστα κρίνονται τῶν Hristo Danov, Ἡ ἀρχαία Θράκη (1976)[7]. Ali Foll, Ivan Yenedikov, Ivan Marazov, Dimitre Popov, Θρύλοι θρακικοί (1977)[8], D. M. Pippidi, Οἱ Ἕλληνες στόν Κάτω Δούναβι ἀπό τήν ἀρχαϊκή ἐποχή ἕως τή ρωμαϊκή κατάκτηση (1971)[9], R. Vulpe, Θρακολογικά μελετήματα (1976)[10], Ion Horaţiu Crisan, Ὁ Βορεβίστας καί ἡ ἐποχή του (1977)[11], H. Daicoviciu, Δακικά μελετήματα (1981, συλλογικό)[12].
Γιά τή Θράκη ὅλων τῶν ἐποχῶν ἐπιφανεῖς ἐπιστήμονες ἀφιερώνουν ἐνδιαφέρουσες εἰδήσεις σέ συγγραφές, τῶν ὁποίων οἱ τίτλοι δέν ὑπαινίσσονται τίποτε σχετικό. Ὁ Georges Cerbelaud Salagnac[13] κατονομάζει ἀρκετά Θρακικά φύλα. Ἀπό δέ τούς Θράκες ὡς διασημότερο προβάλλει τόν Ὀρφέα, τοῦ ὁποίου τή ζωή ἀνάγει περί τό 1700 π.Χ. Σ᾿ αὐτόν ἀποδίδει τήν ἐφεύρεση τῆς λύρας, τοῦ μουσικοῦ ὀργάνου, πού ἔσωσε τούς Ἀργοναῦτες σαγηνεύοντας τίς Σειρῆνες. Ἐπίσης παρέχει δείγματα θρακικῆς ἀνθρωπωνυμίας καί τοπωνυμίας. Ἐξ ἴσου ἐπιτυχημένα ὁ Paul Garde ἐρανίζεται θέσεις εἰδικῶν ἐπιστημόνων γιά τή γλῶσσα τῶν Θρακῶν. Ὑπενθυμίζει ὅσα ἔγραψε ὁ Vittore Pisani: «Ἀπό τή θρακή γλῶσσα δέν γνωρίζομε τίποτε». Σπεύδει δέ καί σέ προσθήκη: «Ἀπό τή δακο-μοισική τίποτε περισσότερο»[14]. Τελικά ἀποφαίνεται ὅτι τό πρόβλημα παραμένει ἄλυτο, ἄν καί ἐκπονήθηκε διδακτορική διατριβή γιά τή θρακική γλῶσσα ἀπό τόν I. I. Russu[15], στόν ὁποῖο χρεωστοῦμε τό συνθετικό ἔργο του γιά τούς Ἰλλυριούς[16].
Ὡστόσο σύμφωνα μέ τά συμπεράσματα τοῦ Vl. Georgiev[17] οἱ Θράκες διακρίνονται γλωσσικά καί φυλετικά ἀπό τούς Δάκες, κατά δέ τόν B. Simeonov[18] καί ἀπό τούς Γέτες, ἐνῶ ὁ βασιλιάς Σεύθης ἀνακοινώνει στόν Ξενοφῶντα[19] συγγένεια μεταξύ Ἑλλήνων καί Θρακῶν! Ὁ δέ κατ᾿ ἐξοχήν ἁρμόδιος, Vasile Pârvan, ἀκαδημαϊκός καί διευθυντής τοῦ ἐπιστημονικοῦ περιοδικοῦ Ὀρφεύς, ὑπογραμμίζει τά ἑξῆς: «Οἱ ἀρχαῖες ἑλληνικές παραδόσεις, σωζόμενες κυρίως στούς ἐπικούς κύκλους, ἀπό τούς ὁποίους ἐμπνεύσθηκαν οἱ τραγικοί, ἐμπεριέχουν γνώσεις παμπάλαιες, ἀφ᾿ ὅτου οἱ Ἕλληνες, Θράκες, Φρύγες ἀνῆκαν ὁπωσδήποτε σέ κοινό τῶν τριῶν ἔθνος. Ὁ Ὀρφεύς ἦταν Θράξ, ὁ Πέλοψ ἦταν Φρύξ, ἀλλά καί οἱ δύο ταυτόχρονα ἦσαν καί Ἕλληνες. Τά ὁμηρικά ποιήματα ἐμφανίζουν αὐτήν τήν πνευματική κατάσταση. Τά δέ ἀρχαιολογικά εὑρήματα τοῦ τελευταίου μισοῦ τοῦ αἰῶνα ἐπιβεβαιώνουν ὁλοένα καί περισσότερο τήν ἀκρίβεια τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν παραδόσεων[20]».
Λοιπόν ἐπιβάλλεται ἐνδεχομένως νά γίνεται λόγος ὄχι γιά ἐξελληνισμό ἀλλά γιά ἀφελληνισμό Θρακῶν!
Ὁ Pârvan σέ συγγραφή ἐπίτομη μέ τίτλο Ἡ ἑλληνική καί ἑλληνιστική διείσδυση στήν κοιλάδα τοῦ Δουνάβεως θέλει ἑλληνικούς καί τούς πλωτούς ποταμούς Χνείστερο καί Δούναβι![21]. Στόν δεύτερο θρυλεῖται καί ἡ εἴσοδος τῶν Ἀργοναυτῶν μέ τήν πρωτοπόρο Ἀργώ![22]. Κατά δέ τόν ὁμόλογό του N. Bănescu[23] ὑπάρχει «χώρα ἀληθινά γετο-ἑλληνική», τῆς ὁποίας λαμπρό τέκνο εἶναι ὁ ἐπί Βυρεβίστα Ἕλληνας «ὑπουργός Ἐξωτερικῶν» Ἀκορνίων ἀπό τή Διονυσόπολη[24]. Ἡ κατά Pârvan ἑλληνικότητα τῶν Θρακῶν διαφαίνεται εὐκρινέστερα περί τά τέλη τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας. Συγκεκριμένα, ὅταν ἐμφανίζεται ἡ ρωμαιοκρατία, ἡ εὐρύτατη Θράκη προβάλλει ἑλληνική, ὅπως συνάγεται ἀπό τήν ἐνδελεχῆ μελέτη τοῦ ἐπιγραφικοῦ[25] καί νομισματικοῦ ὑλικοῦ[26], μετέπειτα δέ καί ἱστορικῶν πηγῶν, ὅπως ὁ Λόγος Α΄ τοῦ Ἰουλιανοῦ: «Οἱ περί τήν Θράκην καί τήν Ἰωνίαν κατοικοῦντες Ἑλλάδος ἐσμέν ἔκγονοι[27]».
Ὅμως ἐπί Ρωμαιοκρατίας οἱ μνημονευόμενοι ποικιλώνυμοι, μή ἑλληνικοί, πληθυσμοί χάνουν τίς στερούμενες γραφῆς γλῶσσες[28] καί ἐκλατινίζονται. Κατά δέ τόν ἀκαδημαϊκό Radu Vulpe, «οἱ Ἕλληνες τῶν πόλεων τοῦ Εὐξείνου Πόντου εἶχαν κατά τή ρωμαϊκή ἐποχή τόσες δραστηριότητες στό ἐσωτερικό τῆς Δοβρουτσᾶς καί πέρα τοῦ Δουνάβεως ὅσες καί κατά τό παρελθόν. Ἀκριβῶς αὐτοί εἶναι πού οἰκονομικά ἐπωφελοῦνται τά μέγιστα τῆς ἐγγυημένης ἀπό τό ρωμαϊκό κράτος τάξεως στίς περιοχές αὐτές. Τά ρωμαϊκά τεχνικά ἔργα τοῦ ἐσωτερικοῦ τῆς Δοβρουτσᾶς κατά τό μεγαλύτερο μέρος κατασκευάζονται ἀπό Ἕλληνες. Μόνο πού βγαίνοντας ἀπό τά τείχη τῶν πόλεών τους μέ ὁποιαδήποτε ἐπαγγελματική ἰδιότητα εἴτε ἐντόπιοι εἴτε ἐπήλυδες ἀπό μακρύτερα, οἱ Ἕλληνες ἦσαν ἀναγκασμένοι νά ὁμιλήσουν στή λατινική, τή μόνη ἀντιληπτή γλῶσσα ἀπό τήν πλειονότητα τῶν χωρικῶν[29]».
Γιά τή λατινοφωνία τῶν Ἑλλήνων τῆς κατά τόν Ἡρόδοτο[30] ἐκτεταμένης Θράκης, ἡ ὁποία ἐντεῦθεν τοῦ Δουνάβεως λαμβάνει εὔλογα τό ὄνομα Ρωμανία[31], ἐπί δέ Ἰουστινιανοῦ μετονομάζεται συνολικά ἡ Χερσόνησος τοῦ Αἵμου, τά σημερινά Βαλκάνια, Εὐρώπη[32], σύμφωνα μέ ἀπόλυτα ἀξιόπιστη μαρτυρία τοῦ Ἰωάννου Λυδοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι διοικητής της[33] καί καθηγητής[34] τοῦ τότε Πανεπιστημίου Κωνσταντινουπόλεως, οἱ Ἕλληνες, ἄν καί δημογραφικά ὑπερέχουν, γίνονται χρῆστες τῆς λατινικῆς: «Νόμος ἀρχαῖος ἦν πάντα μέν τά ὁπωσοῦν πραττόμενα παρά τοῖς ἐπάρχοις, τάχα δέ καί ταῖς ἄλλαις τῶν ἀρχῶν, τοῖς Ἰταλῶν ἐκφωνεῖσθαι ρήμασιν τά δέ περί τήν Εὐρώπην πραττόμενα πάντα τήν ἀρχαιότητα διεφύλαξεν ἐξ ἀνάγκης, διά τό τούς αὐτῆς οἰκήτορας, καίπερ Ἕλληνας ἐκ τοῦ πλείονος ὄντας, τῇ τῶν Ἰταλῶν φθέγγεσθαι φωνῇ, καί μάλιστα τούς δημοσιεύοντας![35]».
Ὕστερα, μετά πάροδο αἰώνων, Ἕλληνες διαδοχικά ἐξαλβανίζονται[36], ἐκσλαβίζονται[37], καθώς καί ἐξισλαμίζονται[38]. Οἰ τελευταῖοι, πού συνήθως ἀποκαλοῦνται Τοῦρκοι, ἁπλούστστα εἶναι γηγενεῖς ἐξισλαμισμένοι, ὅπως μέ παρρησία καί ἐπίγνωση καθήκοντος διακηρύσσουν οἱ εἰδικοί ἐπιστήμονες τουρκολόγοι, π.χ. E. Jittard[39], B. J. Slot[40]… ἤ ὀνομαστοί ἱστορικοί, ὅπως ὁ F. Braudel[41], οἱ δέ Ρουμάνοι Nicoara Beldiceanu καί Petre S. Năsturel βροντοφωνοῦν: «Κατά τά μέσα τοῦ 15ου αἰ. δέν μπορεῖ νά ἑρμηνεύεται μέ σημασία ἐθνική ἡ λέξη ‘’Τοῦρκος’’[42]». Ἄλλοι δέ Ρουμάνοι[43] ἔχουν διεκδικήσει σάν Ρουμάνους τούς Πομάκους, ἐνῶ ἤδη τό 1881 ὁ Τσέχος K. Jireček[44] βλέπει σχέσεις Πομάκων[45] μέ τούς Ἕλληνες ἐπηρεάζοντας προφανῶς καί τούς Βουλγάρους Zlatarsky καί Sakazov, οἱ ὁποῖοι στόν χῶρο μεταξύ Ροδόπης-Αἵμου διαπιστώνουν τήν ἑλληνικότητα ἕως τίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰ[46].
1. Κατά τόν Στυλ. Β. Πρωτονοταρίου, Ὁ μέγας ἐθνικός κίνδυνος. Διδάγματα ἐκ τῆς Ἱστορίας. Ἀθῆναι 1923, 14, «Ἡ Θράκη ἤ Θρήσκη, ὅπως τήν ἔλεγαν τότε, ἦτο τελείως Ἑλληνική. Ὁ Ὀρφεύς, ὁ γλυκύς μουσικός καί ποιητής ἐδημιούργησε μέ τούς ὕμνους του καί ἀπό τό ὄνομά του τή λέξη θρησκεία». Ὁ καθηγητής τῆς Σορβόννης Pierre Grimal, DictionnairedelaMythologiegrecqueetromaine, Paris 1958, 157, γράφει γιά ἐπώνυμη ἡρωΐδα τῆς Θράκης, θυγατέρα τοῦ Ὠκεανοῦ καί τῆς Παρθενόπης καί ἀδελφή τῆς Εὐρώπης. Ἡ Αἰμιλία Λαδοπούλου, Ἱστορική ἀναδρομή. Ἀπό τήν ὀρφική θρακική γῆ, στή σημερινή Ἑλληνική Θράκη, Ἀθήνα 2003, 3, τούς ὀρεινούς πληθυσμούς τῆς Ροδόπης χαρακτηρίζει Πελασγικῆς καταγωγῆς. Ἐπικαλούμενη δέ τόν Tomaschek τούς θεωρεῖ ὡς τόν ἀρχαιότερο λαό τῆς Ροδόπης. Γιά τόν γεωγραφικό ὅρο Θράκη, ὅρια αὐτῆς ἄλλοτε καί νῦν βλ. Νικηφόρου Μοσχοπούλου, «Ἡ Ἑλληνική Θράκη», Ἀρχεῖον τοῦ Θρακικοῦ Λαογραφικοῦ Θησαυροῦ (ΑΘΛΓΘ), ΙΕ΄, 1948-49, 5-176. Κοσμᾶ Μυρτίλου Ἀποστολίδου, «Ἡ Ρωμαϊκή ἐπαρχία (Provincia Romana) Θράκη καί ἡ Μητρόπολις Φιλιππουπόλεως», Θρακικά, 17, 1942, 241-275. Στή σελ. 244 σημ. 1: «Ἡ διοίκησις διῃρέθη εἰς ἕξ ἐπαρχίας, Εὐρώπην, Ροδόπην, ἰδίᾳ Θράκην (Thracia speciali nomine), Αἱμίποντον (Haemimontis), Σκυθίαν (Scythia minor) καί κάτω Μοισίαν (Moesia secunda ἤ inferior)». Γ. Λεκάκη, «Ἡ ‘’Χάρτα τῆς Ἑλλάδος’’ καί πῶς ἀποτυπώνεται σέ αὐτήν ἡ Θράκη», Ἀέροπος, 58, 2004, 36-39.
2. Βλ. ΑΘΛΓΘ, 27, 1962, 399, γιά ἐπιφανεῖς Θράκες: Στ. Κουμανούδης, Χρ. Τσούντας, Δημητριάδης (γλύπτης), Γ. Βιζυηνός…
3. Τοῦ Ἀχιλλέως Θ. Σαμοθράκη, ἰατροῦ.
4. Βλ. ἐκτενῆ παρουσίαση τοῦ Πάντου Πάντου στή Θρακική Ἐπετηρίδα, 3, 1982, 334-339.
5. J. K. Dragan, «Les Thraces dans la Méditerranée», Bulletineuropéen, 10, 1989, 6-15, ὅπου ἐπιχειρεῖται παρουσίαση τῶν Θρακῶν ὡς προγόνων τῶν Βλάχων τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου, τούς ὁποίους ὁ Dragan θέλει Ρουμάνους, μολονότι καί ἡ ρουμανική ἐπιστήμη ἀπέδειξε τήν ἑλληνικότητά τους. Βλ. C. Poghirc, «Romanisation linguistique et culturelle dans les Balkans», LesAroumains, INALCO 1989, καί Ἀχ. Γ. Λαζάρου, «Οἱ Βλάχοι τῆς Ἑλλάδος διαχρονικά καί διεπιστημονικά», Ἑλληνογενεῖς Βλάχοι, Ἐπιτροπή Ἐνημερώσεως Ἐπί τῶν Ἐθνικῶν Θεμάτων, Ἀθήνα 2005, 31-72.
6. Čestmir Amort, «La participation des Tchéques et des Slovaques à l᾿ édification de l᾿ Etat Bulgare», Papports, co – rapports, communications Tchécoslovaques, pour le I Ye congrès de l᾿ Association Internationale d᾿ Etudes du Sud – Est Européen, Praga 1979, 355-368.
7. Hristo M. Danov, Tracia antică. Cercetări asupra istoriei teritoriilor trace dela Sud de Dunăre, pînă la tărmurile egeice dela sfîrşitul secolului al IX – lea şi pînă la sfîrşitul secolului al I I I – lea î. e. n. Traducere de prof. univ. dr. Constantin Velichi. Prefaţă de prof. univ. dr doc. Radu Vulpe, Bucureşti 1976.
8. Ali Foll, Ivan Vénédikov, Ivan Marazov, Dimitrie Popov, Légendes thraces, Sofia 1977.
9. D. M. Pippidi, I Greci nel basso Danubio dall᾿ età arcaica alla conquista romana. Milano 1971.
10. Radu Vulpe, Studia Thracologica, Bucarest 1976.
11. Ion Horaţiu Crisan, Burebista şi epocasa. Bucureşti 1979.
12. Studii dacice. Sub redacţia prof. univ. Hadrian Daicoviciu. Clus – Napoca, 1981. Συλλογικό μέ συνεργασίες δέκα τριῶν εἰδικῶν ἐπιστημόνων.
13. G. Cerbelaud Salagnac, Les origines ethniques des Européens.Paris 1992, 80-81.
14. P. Garde, Le discours balkanique. Librerie Artbème Fayard, 2004, 412. Βλ. καί Ν. Π. Ἀνδριώτη, ἩγλῶσσατῆςΘράκης. Ἐν Ἀθήναις 1953, ΑΘΛΓΘ, ΙΗ΄, 1953, 394-395.
15. I. I. Russu, Limba tracodacilor, Bucureşti 1959. Δύο δέ χρόνια ἐνωρίτερα ἔγραψε γιά γλωσσικό καί πληθυσμικό ἀφανισμό Θρακο-δακῶν. Βλ. I. I. Russu, «Dispariţia limbii şi a populaţiilor traco – dace», Studii şi. Cercetări de istorie Veche, 1957, 253-265.
16. I. I. Russu, Illirii. Istoria – limba şi onomastica-romanizarea, Bucureşti 1969.
17. IIe Congrès International de Thracologie. Ed. Nagard 1982, 29.
18. Ἔ.ἄ.,174. Τά σύνθετα, ὅπως θρακο-ιλλυρική, ἀπορρίπτει ὁ C. Poghirc, Revue Roumaine de Linguiştique, 12, 1967, 22 σημ. 6.
19. Ξενοφῶντος, ΚύρουἈνάβασις, VII, 2, 31. Ἀπό τόν Ξενοφῶντα (IV, 15) πληροφορούμεθα ὅτι καί αὐτοί «οἱ ἄγριοι ὀρεινοί Θρᾶκες ἦσαν χρῆστες τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας». Πβ. ΑΘΛΓΘ, ΙΕ΄, 1948-49, 40.
20. Vasile Pârvan, «Dacii la Troia», Orfeu, 2, 1926, 1. Βλ. καί Ἀχ. Γ. Λαζάρου, Ἑλληνισμός καί λαοί Νοτιοανατολικῆς (ΝΑ) Εὐρώπης. Διαχρονικές καί διεπιστημονικές διαδρομές. Τόμος Β΄, Ἀθήνα 2009, 165.
21. V. Pârvan, La penétration hellénique et hellénistique dans la vallée du Danube, Bucarest 1923, 27.
22. Grimal, ἔ.ἀ., 48-49.
23. N. Bănescu, «Entre Roumains et Grecs. Ce que nous apprend le passé», ΝέαΠολιτική, 9, 1937, 1055 κ.ἑ. Κατά δέ τόν R. Vulpe, ἔ.ἀ., 300. «…la plupart des territories… avaientsubi la forte pénétration de l᾿ hellénisme avant d᾿ être inclus dans l᾿ Empire romain».
24. D. M. Pippidi, «Acornion a lui Dionysios», Dictionar de istorie veche a României, Bucureşti 1976, 16-17. C. C. Giurescu – Dinu C. Giurescu, Istoria Românilor din cele mai vechi timpuri pînă astăzi. Editura Albatros, 43- 45, 71, 100.
25. A. Dumont – Th. Homolle, Mélanges d᾿ archéologie et d᾿ épigraphie, Paris 1892, 537 κ.ἑ. Βλ. καί Φ. Πέτσα, «Semaines Philippopoli taines», Μακεδονικά, 16, 1976, 351-356.
26. B. V. Head, Ἱστορία τῶν νομισμάτων. Μτφ. Ἰ. Σβορῶνος, Ι. Ἀθῆναι 1898, 353 κ.ἑ.
27. Πολύμνιας Ἀθανασιάδου, Ὁ Ἰουλιανός τοῦ Θρύλου. Ἐν Ἀθήναις 1977, 110 σημ. 1, καί Τάσου Χατζηαναστασίου, «Ἀπό τήν ἀρχαιότητα ὥς τό Βυζάντιο καί τήν ὀθωμανική κατάκτηση, ΙΜΧΑ, Οἱ Ἕλληνες τῆς Βουλγαρίας, Θεσσαλονίκη 1999, 49, κ.ἑ.
28. I. I. Russu, «Dispariţia …», καί « Scrierea greacă şi latină în Da cia preromană», AnuarulInstitutuluideIstorieşiArheologie, 19, 1976, 40 σημ. 21. C. Poghirc, «La reconstitution scientifique d᾿ un monde disparu: le monde thrace», Revue des Etudes Sud – Est Européennes, 14, 1976, 165 κ.ἑ. Κατά τόν D. Zakythinos, «La synthèse byzantine, Les peuples de l᾿ Europe du Sud – Est et leur rôle dans l᾿ histoire (Byzance et les peuples du Sud – Est Européen», Ier Congrès International des Etudes balkaniques et Sud – Ert Européennes, Sofia 1966, 15, «Ἱστορικῶς, Ἰλλυριοί, Θρᾶκες καί Χᾶκες ἀφανίζονται…».
29. Πβ. V. Pârvan, Începuturile vieţii romane la gurile Dunării, Ediţia a IIa îngrijită şi adnotată de R. Vulpe. Bucureşti 1971, 193 σημ. 314.
30. J. Feuillet, «La linguistique balkanique», Cahiers Balkaniques, Νο 10, 1986, 41. Θρακολογικές πληροφορίες Ἡροδότου, Θουκυδίδου, Ὁρατίου κ.ἄ. παραθέτει καί ὁ B. Simeonov, «Des Gètes et de leur langue», Actes du IIe Congrès International de Thracologie, Bucureşti 1980, 116 κ.ἑ.
31. Al. Randa, «Le Sud – Est Européen, parti intégrante de l᾿ Europe», Revue des Etudes Roumaines VII – VIII, 1961, 132. Bl. καί Κ. Μ. Ἀποστολίδου, Ρωμανία–ΖαγοράκαίτάτῆςΘράκηςὅριαἐπίτῆςΒυζαντινῆςΑὐτοκρατορίας, Ἀθῆναι 1941-42, 82.
32. Ἐξελικτικές θεωρήσεις τοῦ ὅρου ‘’Εὐρώπη’’ βλ. Ἀχ. Γ. Λαζάρου, Ἑλληνισμός…, Α΄, 432 σημ. 4 καί 519 σημ. 55.
33. Βλ. Λαζάρου, ἔ.ἀ., 433 σημ. 3.
34. Αὐτ., 432, σημ. 2 καί 3.
35. Ἰωάννης Λυδός, Περί τῶν ἀρχῶν, 261, 68 (Bonn). Βλ. καί Achille G. Lazarou, «Latiniée hellénique et sa survivance», Ἠπειρωτικά Χρονικά, 33, 1998-99, 28-29. Ἡ μαρτυρία τοῦ Ἰ. Λυδοῦ εἶναι παραδεκτή τόσο ἀπό δυτικοευρωπαίους εἰδικούς ἐπιστήμονες ὅσο καί ἀπό Ρουμάνους, π.χ. Léon Lafoscade, Eugène Lozovan, Michel Dubuisson, Cicerone Poghirc. Ὅμως ὁ Ρουμάνος ἀκαδημαϊκός H. Mihăescu σέ διαδοχικά δημοσιεύματα κολοβώνει τό χωρίο τοῦ Ἰωάννου Λυδοῦ. Ἀπαλείφει ἀπό τήν περικοπή τόν ὅρο «Ἕλληνας!». Βλ. Λαζάρου, ἔ.ἀ., 434-435 σημ. 4, 5, 6, 7, 8.
36. Βλ. Λαζάρου, Ἑλληνισμός…, Δ΄, 600-601.
37. Αὐτ., Α΄, 429 σημ. 65.
38. Βλ. Κώστας Π. Κύρρης, Τουρκία καί Βαλκάνια. Βιβλιοπωλεῖο τῆς ‘’ΕΣΤΙΑΣ’’ 1986.
39. Λαζάρου, ἔ.ἀ., Α΄, 490 σημ. 13.
40. Αὐτ., σημ. 15.
41. F. Braudel, Ἡ Μεσόγειος… Μ. Ι. Ε. Τ., Ἀθήνα 1991, 40: «Στά Βαλκάνια τόν 16ο αἰῶνα, πλαγιές ὁλόκληρες ὀροσειρῶν στήν Ἀλβανία ἤ στήν Ἐρζεγοβίνη γύρω ἀπό τό Σεράγεβο πέρασαν στό Ἰσλάμ».
42. Πβ. Byzantion, 53, 1983, 131.
43. Emile Staico, La Verité sur le Peuple Roumain et la Propagande anti – Roumaine. Paris 1918, 61, «qui parlent un idiome celto – thrace appanté à la langue roumaine!».
44. Βλ. Ἀγόρω (Ρίτα)-Ἐλισάβετ Λαζάρου καί Ἀχιλλεύς Γ. Λαζάρου, ἘθνικάκαίΜειονοτικάΘέματα. Ἐκδοτικός Οἶκος Κυρομάνος. Θεσσαλονίκη 2004, 161. Κατά δέ τόν Σπῦρο Βρυώνη, «οἱ μουσουλμάνοι Πομάκοι διετήρησαν τήν Βουλγαρο-χριστιανική ἀγροτική τεχνολογία καί τρόπο ζωῆς, τίς παλαιές μαγικές συνήθειες στήν σοδειά, στό ἁλώνισμα, στήν σπορά… τούς παλαιούς χορούς καί μίμους Kukeri τούς σχετιζόμενους πρός τίς Διονυσιακές τελετές τῆς γονιμότητος… τήν πίστη ὅτι ἡ Bogoroditsa [=Παναγία] βοηθεῖ τήν μητέρα στήν γέννηση τοῦ παιδιοῦ, τήν πίστη ὅτι τήν τρίτη μέρα ὕστερα ἀπό τήν γέννηση τοῦ νέου παιδιοῦ οἱ μοῖρες καθορίζουν τή μοίρα του… γιόρταζαν τή Λαμπρά μέ κόκκινα αὐγά… ἐκκλησίαζαν τά ἄρρωστα παιδιά τήν Μεγάλη Παρασκευή, ἐπισκέπτονταν τό ἁγίασμα τῆς περιοχῆς, ἐλάμβαναν τήν εὐλογία τοῦ ἱερέως στήν ἐκκλησία κατά τίς ἑορτές… ἔκαμναν ἀφιερώματα στίς εἰκόνες, κρυφά φύλαγαν ἱερά βιβλία καί εἰκόνες στά σπίτια τους… θυσίαζαν στίς αὐλές τῶν ἐκκλησιῶν καί μονῶν… [Birnbaum, Henrik and Vryonis, Speros, ἐκδ.], Aspects of the Balkans, Continuity and Change, Contributions to the International Balkan Conference held at UCLA, October 23-28, 1969, The Hague – Paris, Mouton, 1972, 175-176. Πβ, Κύρρης, ἔ.ἀ., 328, ὅπου ὑπενθυμίζει παρόμοια φαινόμενα διαδεδομένα καί ἀνάμεσα στούς Λινοβαμβάκους κρυπτοχριστιανούς ἡμιμουσουλμάνους τῆς Κύπρου ἀπό τήν ἀρχή τῆς τουρκοκρατίας ἕως τήν δεκαετία τοῦ 1960.
45. Τῆς λέξεως ἡ ἐτυμολογία ἀπό τόν ὅρο ‘’pomac’’, πού σημαίνει βοήθεια, λατ. auxilia, ὑπηρεσία, ἡ ὁποία ὑφίσταται ἤδη ἀπό τούς χρόνους τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου καί καθιερώνεται ἐπί ρωμαιοκρατίας, φαίνεται σάν πρόσθετη πρόταση ἐτυμολογήσεως τοῦ ὀνόματος Πομάκος. Βλ. Miloš Blagojević, «L᾿ exploitation fiscale et féodale en Serbie du XIIIe au XVe siècle», Revue Roumaine d᾿ Histoire, 2, 1983, 141.
46. Βλ. ἈρχεῖοντοῦΘρακικοῦΛαογραφικοῦκαίΓλωσσικοῦΘησαυροῦ (ΑΘΛΓΘ), 1960, 219 σημ. 2. Ἀπό τόν πρῶτο ὁμολογεῖται σαφέστατα: «…Ἡ νοτίως τοῦ Αἵμου ἑλληνική χώρα, εἰς τήν ὁποίαν οἱ Ἕλληνες εἶχον συσσωρεύσει διά τῆς γεωργίας καί τοῦ ἐμπορίου ἄφθονα πλούτη, ἦτο ὁ στόχος τῶν Βουλγαρικῶν ἐπιδρομῶν.Οἱ αἰχμάλωτοι, οἱ δοῦλοι καί τά λάφυρα ἐκ τῆς χώρας τῶν Ἑλλήνων κατέστησαν τήν ζωήν τῶν Βουλγάρων καλυτέραν καί ἀπετέλεσαν τήν βάσιν διά τήν δημιουργίαν τοῦ Βουλγαρικοῦ πολιτισμοῦ». Τίς πάγιες -παρά τά ἀνωτέρω- βουλγαρικές διεκδικήσεις καί ἐντός τῆς σημερινῆς ἑλληνικῆς ἐπικράτειας ὑπερφαλαγγίζει τό Εὐρωπαϊκό Ἵδρυμα Dragan συγγραφικά καί χαρτογραφικά. Βλ. I. C. Dragan, Noi, Tracii, Istoria multimilenară, C – raiova 1976, καί στήν ἀγγλική γλῶσσα, We, The Tracians and our multimillenary history, I. Milano 1976. Ἐπίσης βλ. τά περιοδικά Noi Tracii, 137, 1978, πρό πάντων δέ Biserica Ortodoxa Romana, 9-10, 1978, 1804 Fig. 1, ὅπου ὁ παρατιθέμενος χάρτης: