Ἰωάννου Λαγκαδινοῦ
κατοίκου Βοστώνης
Ἀπουσιάζω ἀπό τήν Πατρίδα μου πάνω ἀπό ἑξήντα χρόνια, ἀλλά προσπάθησα ὅλα αὐτά τά χρόνια νά κρατηθῶ κοντά της ἀπό ὅλες τίς ἀπόψεις. Πάντοτε εἶχα τήν ἐπιθυμία νά ἐκφράσω γραπτῶς τίς προσωπικές μου ἐμπειρίες γιά τό θέμα τοῦ Ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ. Φέρνοντας στήν μνήμη μου τό περίφημο βιβλίο τοῦ Μαξίμ Γκόργκι μέ τίτλο «Τά Πανεπιστήμιά μου», ἤθελα νά γράψω καί ἐγώ κάτι παρόμοιο γιά τήν προσωπική μου ζωή. Αὐτός ὁ διάσημος συγγραφέας μέ ἔχει ἐπηρεάσει, διότι ἡ προσωπική του ζωή εἶχε πολλά κοινά χαρακτηριστικά μέ τήν δική μου.
Τά ἱστορικά γεγονότα τῆς Κατοχῆς τοῦ 1940 ― ᾿41 πού ἔπληξαν τήν Ἑλλάδα καί ἰδιαιτέρως τά γεγονότα τοῦ ἐμφυλίου πολέμου πού ἐπακολούθησε, δημιούργησαν μιά τρομερή κατάσταση φτώχειας καί δυστυχίας καί ταυτοχρόνως συνέβαλαν στό μεταναστευτικό ρεῦμα τό ὁποῖο ἦρθε ὡς φυσική συνέπειά τους. Ἐπίσης οἱ διάφορες φυσικές καταστροφές, ὅπως ἦταν οἱ μεγάλοι σεισμοί τῶν νησιῶν τοῦ Ἰονίου πελάγους συνέτειναν καί αὐτοί στήν προώθηση τοῦ μεταναστευτικοῦ θέματος. Οἱ ἀνταρτόπληκτοι καί σεισμόπληκτοι πληθυσμοί ἦταν τό μεγαλύτερο ποσοστό τῆς μεταναστεύσεως. Οἱ περισσότεροι μετανάστες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης εἶχαν πολύ περιορισμένη μόρφωση, ἀλλά τούς διέκρινε μεγάλη ἀγάπη, εἰλικρίνεια καί σεβασμός πρός ὅλους. Ὁ πόθος μας ἅπαξ καί χωριστήκα με ἀπό τήν πατρίδα ἦταν νά ἔλθουμε σέ ἐπαφή καί νά γνωριστοῦμε μέ στενούς συμπατριῶτες καί ἰδιαιτέρως μέ αὐτούς πού εἶχαν μεταναστεύσει νωρίτερα ἀπό τό ἴδιο τό δικό μας τό χωριό. Αὐτός ὁ πόθος δημιούργησε ὅλες αὐτές τίς μικρές Κοινότητες, τῶν ὁποίων σκοπός ἦταν ἡ συχνή ἐπαφή, ἡ ἀλληλοβοήθεια καί ἀλληλοϋποστήριξη σχετικά μέ τά προσωπικά, ἀλλά καί τά πατριωτικά θέματα.
Ἐπίσης ὁ μεγάλος πατριωτισμός μας καί ἡ ἀγάπη πρός τούς συνανθρώπους μας συνέτεινε κατά πολύ στήν δημιουργία φιλανθρωπικῶν ὀργανισμῶν, ὅπως ἦταν ὁ ὀργανισμός τῶν καρδιοπαθῶν Παίδων Βοστώνης, μέ σκοπό τήν παροχή ἰατρικῆς βοηθείας σέ μικρά παιδιά ἀπό τήν Ἑλλάδα πού ὑπέφεραν ἀπό καρδιακές ἀρρώστειες καί τῶν ὁποίων ἡ θεραπεία ἦταν δύσκολη στήν Ἑλλάδα. Ἡ συμπαράσταση τῆς κυρίας Βασιλικῆς Παππᾶ, μιᾶς διακεκριμένης Ἑλληνίδος μέ μεγάλη καρδιά καί ἀκούραστη θέληση, ἦταν ἴσως, ὁ πυρήνας τοῦ ὀργανισμοῦ αὐτοῦ ἐκτός ἀπό τό γεγονός ὅτι τό νοσοκομεῖο αὐτό διέθετε τά μεγαλύτερα ἰατρικά ταλέντα. Προσέφερα ὅ,τι μποροῦσα γιά νά ὑποστηρίξω αὐτόν τόν ὀργανισμό καί γνωρίστηκα πολύ καλά μέ τήν κυρία Παππᾶ πού πίστευε στήν δύναμη μιᾶς ἄλλης λογικῆς. Εἶναι ἀξιοσημείωτο νά ἀναφερθῶ καί στίς μεγάλες προσπάθειες πρός τόν ὀργανισμό αὐτόν πού κατέβαλε ὁ γνωστός μας Μητροπολίτης Μεσογαίας καί Λαυρεωτικῆς κ.κ. Νικόλαος Χατζηνικολάου.
Πολλά θαύματα συνέβησαν στά χρονικά αὐτοῦ τοῦ ὀργανισμοῦ, ὅπως φαίνεται ἀπό τίς διάφορες προσωπικές ἱστορίες πολλῶν ἀσθενῶν, σύμφωνα μέ στοιχεῖα πού ἀναφέρονται εἰς τό περίφημο βιβλίο τοῦ Μητροπολίτου μέ τόν τίτλο «Ἐκεῖ πού δέν φαίνεται ὁ Θεός». Ὁ πατήρ Νικόλαος εἶχε περίπου μιά τετραετῆ συνεργασία μέ τήν κυρία Παππᾶ καί ἀναφέρεται σέ περίπου ἑκατό περιπτώσεις καρδιοπαθῶν παιδιῶν πού τίς ἔζησε ἀπό κοντά. Δυστυχῶς δέν ἔτυχε νά τόν γνωρίσω, παρ᾿ ὅτι οἱ δρόμοι μας πολλές φορές ἦταν πολύ κοντά. Ἐκεῖ πού ἡ ἰατρική ἐπιστήμη ἔφθανε εἰς τά ὅριά της, ἀνελάμβανε τήν εὐθύνη ἡ θεία Χάρις. Αὐτό συνέβαινε συνήθως σέ οἰκογένειες πού μέ πολλή πίστη τά ἄφηναν ὅλα στόν Θεό. Γιά κάποιο μυστήριο λόγο ἡ εὐτυχία ἀγκάλιαζε πάλι ὅλες αὐτές τίς πονεμένες οἰκογένειες πού τά παιδάκια τους ἔνοιωθαν τόν θάνατο τόσο κοντά. Κάποτε στό παρελθόν, κατά τήν διάρκεια μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς ἐκδηλώσεως τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου
Βοστώνης καί παρόντος τοῦ Μητροπολίτου Βοστώνης κ.κ. Μεθοδίου, μοῦ ἐδόθη ἡ τιμή νά ἐκφράσω δημοσίως τά προσωπικά μου αἰσθήματα γιά τό θέμα τοῦ Ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ. Ἀναφέρθηκα ὡς ἐπί τό πλεῖστον στήν προσωπική μου περίπτωση, ἡ ὁποία στό τέλος ἀπεδείχθη ὅτι ἦταν κοινή περίπτωση ὅλων τῶν προσκεκλημένων. Συνήθως σέ τέτοιες ἐκδηλώσεις ἐπικρατεῖ ὁ σχετικός θόρυβος τῆς προσωπικῆς κουβέντας καί ἀδιαφορίας πρός τόν ὁμιλητῆ.
Στήν προκειμένη περίπτωση, κατά τήν διάρκεια ὅλης τῆς ὁμιλίας ἐπικράτησε ἀπόλυτη σιγή καί στό τέλος εἶδα πράγματι ὅτι τό ἀκροατήριο ἦταν δακρυσμένο. Ὁ λόγος δέν ἦταν, διότι ἀνέφερα γεγονότα τῆς προσωπικῆς μου ζωῆς, ἀλλά ἔθιξα τήν ἱστορία ὅλων τῶν προσκεκλημένων. Ὅλοι μας ἀφήσαμε τήν ἀγαπημένη μας Πατρίδα, τούς γονεῖς μας, τά ἀδέλφια μας καί τούς γνωστούς μας
γιά ἕνα καλύτερο μέλλον. Δέν ἦταν μόνο τό ἐνδιαφέρον γιά τό προσωπικό μας μέλλον ἡ κινητήριος δύναμις πού μᾶς ὤθησε νά ἐκπατριστοῦμε, ἀλλά κυρίως τό μέλλον ὅλων τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας μας. Ἡ δίψα γιά ἕνα καλύτερο μέλλον καί ἡ ὑπομονή νά ὑποφέρουμε ὅλα τά ἐπακόλουθα ἦταν τό κύριο ὅπλο ὅλων μας. Ὅλη ἡ περιουσία μας ἦταν μιά φτωχειά βαλίτσα μέ τόν ἀπαραίτητο ρουχισμό μας, ἀλλά τό σπουδαιώτερο ὅλων ἦταν ὅτι μᾶς συνόδευε ἡ πίστη μας στήν Ὀρθοδοξία, ἡ Ἑλληνική Παράδοση καί οἱ εὐχές τῶν γονέων μας. Τό ταξίδι τά χρόνια τοῦ 1950 ἦταν δύσκολο καί μακροχρόνιο.
Ἡ ἐκλογή μεταφορικοῦ μέσου γιά τήν πραγματοποίηση τοῦ ταξιδιοῦ ἦταν οὐσιαστικῶς τρία καράβια. Τό «Νέα Ἑλλάς» γνώριμο ἀπό τίς τρεῖς καπνοδόχους του, τό «Βασίλισσα Φρειδερίκη» καί τό «Ἄννα Μαρία». Τά λιμάνια Βοστώνης καί Νέας Ὑόρκης ἦταν τά συνηθισμένα λιμάνια ἀφίξεως στήν Ἀμερική. Θυμᾶμαι ὅτι, ὅταν βγῆκα ἔξω ἀπό τό καράβι στό λιμάνι τῆς Νέας Ὑόρκης τόν Νοέμβριο τοῦ 1956, μέ κατέλαβε ἕνα αἴσθημα φόβου καί μοναξιᾶς στό σημεῖο πού, ἐάν κάποιος μοῦ ἔβγαζε ἕνα εἰσιτήριο ἐπιστροφῆς, θά τό δεχόμουνα εὐχαρίστως. Ὅταν ἔφτασα τελικά στήν Βοστώνη, τό πρῶτο πρᾶγμα πού ἀναζήτησα ἦταν νά βρῶ μιά ἑλληνική Ἐκκλησία γιά νά ἠρεμήσω ψυχικῶς καί νά γνωριστῶ μέ τόν Ἑλληνισμό τῆς Βοστώνης. Ἡ Ἐκκλησία ἦταν ὁ χῶρος πού μᾶς ἀνακούφιζε ὅλους.
Ἐκεῖ στίβαμε τά μαντήλια τοῦ πόνου μας μπροστά στίς εἰκόνες τῶν Ἁγίων ζητώντας τήν βοήθειά τους. Πρόκειται γιά τήν ἐνορία τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Βοστώνης, μιά ἐνορία μέ μεγάλη ἱστορία καί τοποθετημένη στό κέντρο τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Βοστώνης. Ἡ Ἐκκλησία ἦταν αὐτή πού κράτησε τόν ἀπόδημο Ἑλληνισμό στήν σωστή πορεία καί στήν ἑλληνική Παράδοση. Δέν ἀφομοιώθηκε ὁ Ἑλληνισμός στό ξένο περιβάλλον καί αὐτό ὀφείλεται στόν ζωντανό ρόλο πού ἔπαιξε ἡ Ἐκκλησία στήν ζωή ὅλων μας. Στήν προσωπική μου περίπτωση εἶμαι περήφανος νά ἀναφέρω ὅτι καί τά τρία παιδιά μου παρέμειναν στό ἑλληνικό περιβάλλον καί δημιούργησαν καθαρῶς ἑλληνικές οἰκογένειες. Αὐτό τό γεγονός δέν εἶναι τυχαῖο, ἀλλά τό ὀφείλω στό ὅτι τά παιδιά μου μεγάλωσαν μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅλες οἱ Ἐκκλησίες βασίζονται στόν Ἕλληνα μετανάστη γιά τήν οἰκονομική τους ὑποστήριξη. Ὅλες οἱ Κοινότητες ἱδρύθηκαν μέ τίς οἰκονομίες τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν. Κάθε ἑλληνική
οἰκογένεια ἔβαζε πάντοτε στήν ἄκρη ἕνα ὁρισμένο χρηματικό ποσό γιά τίς ἀνάγκες τῆς ἐνορίας της. Ἐκτός αὐτοῦ ὁ Ἕλληνας μετανάστης διέθετε προσωπική ἐργασία ὑπηρετώντας τήν Ἐκκλησία του στίς δραστηριότητές της. Ἐδῶ συνηθίζεται ἡ ὀργάνωση διαφόρων ἐνοριακῶν ἐκδηλώσεων μέ σκοπό τήν οἰκονομική ὑποστήριξη τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτός εἶναι ὁ γενικός τρόπος δημιουργίας καί διατηρήσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν Κοινοτήτων σέ ὅλες ἀνεξαιρέτως τίς πόλεις τῆς Ἀμερικῆς.
Εἶχα τήν εὐκαιρία νά γνωρίσω πολλούς Ἕλληνες μετανάστες, διότι κατά τήν περίοδο τῶν σπουδῶν μου ἐργάστηκα σέ ἕνα ἑλληνικό ἑστιατόριο γιά νά μπορέσω νά ἀνταπεξέλθω στά ἔξοδα τῶν σπουδῶν μου. Τό ἑστιατόριο εὑρίσκετο σέ μιά καθαρῶς ἑλληνική περιφέρεια τῆς Βοστώνης καί βασιζόταν στήν ἑλληνική πελατεία. Ὅλοι σχεδόν οἱ Ἕλληνες τῆς περιοχῆς αὐτῆς εὕρισκαν στό
ἑστιατόριο αὐτό τήν γνωστή παρέα τους καί τό καθαρῶς ἑλληνικό περιβάλλον καί τό νόστιμο φαγητό ἀπαραίτητο γιά τήν ἐπιβίωσή τους. Οἱ περισσότεροι ἀπό αὐτούς εἶχαν παραμείνει ἀνύπαντροι
γιά νά ἀποκαταστήσουν πρῶτα τίς ἀδελφές τους στήν Ἑλλάδα καί ὅταν πλέον τελείωσαν μέ τίς οἰκογενειακές τους ὑποχρεώσεις ἦταν πλέον πολύ ἀργά νά κοιτάξουν καί γιά τόν ἑαυτό τους. Ἐκείνη τήν ἐποχή ὅλοι ἔμεναν σέ μικρά δωμάτια μέ κοινή κουζίνα καί μπάνιο γιά οἰκονομία. Ἐάν περνοῦσε κάποιο χρονικό διάστημα χωρίς νά ἐμφανισθῆ κάποιος ἀπό τούς συνηθισμένους Ἕλληνες πελάτες, ἀμέσως εἰδοποιούσαμε τήν ἀστυνομία καί συνήθως τούς εὕρισκε πεθαμένους στό δωμάτιό τους. Αὐτό ἦταν ἕνα τραγικό γεγονός πού τό ἔζησα πολλές φορές κατά τό διάστημα τῆς ἐργασίας μου σ᾿ αὐτό τό ἑλληνικό ἑστιατόριο.
Τό γεγονός αὐτό ἦταν ὁ βασικός λόγος πού δημιουργήθηκε τό ἑλληνικό Γηροκομεῖο, γνωστό σέ ὅλον τόν Ἑλληνισμό τῆς Βοστώνης. Τό Γηροκομεῖο ἔδωσε τέλος σ᾿ αὐτή τήν τραγωδία τοῦ Ἕλληνα μετανάστη. Ἡ Ἀμερική πού ζεῖ ὁ ἀπόδημος Ἑλληνισμός εἶναι γιά μένα ἕνας παράδεισος. Δίνει ὅλες τίς εὐκαιρίες στόν καθένα νά δημιουργήση αὐτό πού θέλει, καί ὅπως τό θέλει, ἀρκεῖ μόνο νά ὑπάρχη τό αἴσθημα τῆς ἐργατικότητος καί τῆς θελήσεως καί αὐτά τά χαρακτηριστικά δέν ἔλειψαν ἀπό τόν Ἕλληνα μετανάστη. Ἕνα ἐπίσης χαρακτηριστικό του ἦταν τό γεγονός ὅτι ὁ Ἕλληνας μετανάστης ποτέ δέν ξέχασε ἀπό ποῦ ἦλθε καί πῶς ξεκίνησε καί αὐτό ἀποτελοῦσε ἕναν ἰσχυρό δεσμό ἀνάμεσα στά μέλη τοῦ ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ. Αὐτοί πού ἰδιαίτερα δημιούργησαν μεγάλη οἰκονομική πρόοδο, πάντοτε μοιράζονταν τά ἀγαθά τῆς μεγάλης τους ἐπιτυχίας μέ τούς συνανθρώπους τους καί στήριζαν τίς ρίζες τοῦ ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ καί τῆς ἑλληνικῆς παραδόσεως. Εἶδα στά χρόνια μου πολλούς γνωστούς, φίλους καί συγγενεῖς νά σβήνουν στήν ματαιότητα αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί διδάχτηκα πολλά. Συνειδητοποίησα τό γεγονός ὅτι η ζωή δέν τελειώνει ποτέ, ἀλλά ὁ τρόπος ζωῆς εἶναι αὐτό πού ἀλλάζει.
Κατάλαβα ὅτι ἡ πίστη εἶναι τό μόνο πού ἐνδυναμώνει κάθε ἄνθρωπο καί τοῦ δίνει τήν δύναμη καί τήν δυνατότητα νά τά ἀντέξη ὅλα καί ἰδιαίτερα τό τελευταῖο ἅλμα πρός τήν μέλλουσα ζωή.
Εὔχομαι αὐτή ἡ προσωπική ἐξομολόγηση νά ἀντιπροσωπεύη τήν πραγματικότητα καί νά προσφέρη μιά διαφωτιστική εἰκόνα στόν Ἕλληνα τῆς Ἑλλάδος γιά τήν ζωή τοῦ ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ.