Του Αρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου, Ιεροκήρυκος Ι. Μ. Πατρών -Δρος Θεολογίας
Στην σημερινή κυρίως εποχή ο άνθρωπος, καθώς όλο και περισσότερο απομακρύνεται από τον Θεό, έχασε το πρόσωπό του, την προσωπικότητά του και κατήντησε ένα ον απρόσωπο, ένα νούμερο, ένα ρομπότ, μαζοποιήθηκε και από την προσωπική ζωή πέρασε στον ατομισμό. Από την πνευματική ζωή μεταπήδησε στην σαρκική και ηδονική. Από την ελευθερία πέρασε στην δουλεία –«πας ο ποιων την αμαρτίαν δούλός εστιν της αμαρτίας» (Ιωάν. 8, 34)– η στην αυθαιρεσία, από την αγάπη στο μίσος, από το λογικό στο παράλογο, από το φυσιολογικό στο παρά φύση και από την κοινωνία στην τραγική και θανατηφόρο μοναξιά. Κι αυτό γιατί το πρόσωπο, ως φορέας του λογικού, του βουλητικού και της ελευθερίας, σχετίζεται με τον Δημιουργό του Θεό, με τον συνάνθρωπο και την κτίση. Οι σχέσεις αυτές ορίζουν την έννοια του προσώπου και αναδεικνύουν τον άνθρωπο σε προσωπικότητα.
Ο αγώνας αυτός του ανθρώπου για υπέρβαση της ατομικότητος δικαιώνεται μέσα στο μυστήριο του γάμου. Εκεί δίνεται η δυνατότητα της υπερβάσεως του ατομισμού και του εγωκεντρισμού. Εκεί πραγματοποιείται η αγαπητική κοινωνία των δύο προσώπων, του ανδρός και της γυναικός, μέσα από την κατάργηση της ατομικότητός τους. Άλλωστε, την ρίζα του γάμου βρίσκουμε στην Γένεση, εκεί όπου φανερώνεται η υπέρβαση της θλίψεως και της μοναξιάς και η πραγματοποίηση της κοινωνίας και συνεργασίας: «Ου καλόν είναι τον άνθρωπον μόνον• ποιήσωμεν αυτώ βοηθόν κατ᾽ αυτόν […] άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» (Γεν. 2, 18. 1, 27). Δεν ομιλεί εδώ ο Θεός για άλλες ανάγκες, σαρκικές, υλικές κ.λπ., αλλά για την υπέρβαση της ακοινωνησίας και της αποξενώσεως. Ούτε δημιούργησε δύο ανθρώπους του ιδίου φύλου, για να επιτευχθεί αυτή η υπέρβαση, αλλά δημιούργησε άνδρα και γυναίκα.
Στον γάμο δίνεται η συγκεκριμένη δυνατότητα να ασκηθεί η ζωή ως αγάπη και η αγάπη ως ζωή. Η συζυγική αγάπη είναι η υπέρβαση της διακρίσεως και της αντιθέσεως αρσενικού και θηλυκού, που στο επίπεδο του νοθευμένου και περιστασιακού έρωτος και μάλιστα του σεξ, γίνεται απελπιστικά τραγική και θανατηφόρος. Είναι, αν θέλετε, η απάντηση στο ψευδοπρόβλημα της ισότητος η ανισότητος των φύλων, αυτών των χωρισμένων, αλλοτριωμένων ατόμων, που το χάσμα ανάμεσά τους μεγαλώνει με την κάθε είδους κυριαρχία του ενός προς τον άλλον.
Επίσης στον γάμο έχουμε την ανθρώπινη αύξηση. Πραγματώνεται, δηλαδή, το του Θεού «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε» (Γεν. 1, 28) και η τελείωση στην αγαπητική θυσία. Σε αυτή την αγαπητική θυσία και αντιθυσία προσφέρεις τα πάντα και το «έχειν» και το «είναι». Γίνεται ένα αμοιβαίο άδειασμα του διεστραμμένου «εγώ» των συζύγων, οι οποίοι θυσιάζονται από αγάπη, πρώτα ο ένας για τον άλλον και ύστερα και οι δύο ομού για τα παιδιά τους και για τον Θεό. Αυτός ο νόμος της αγάπης είναι η καρδιά του γάμου.
Ωστόσο, η κρίση που διέρχεται σήμερα ο γάμος δεν είναι άσχετη με την αλλοτρίωση της αληθείας του Μυστηρίου. Το Μυστήριο του γάμου είναι Μυστήριο φανερώσεως και πραγματώσεως της εκκλησιαστικής αληθείας και σκοπεύει στην όντως αγάπη. Δεν είναι μέσο για την ικανοποίηση των θρησκευτικών απλώς αναγκών του λαού ούτε για την εξυπηρέτηση ορισμένων σκοπιμοτήτων, όπως οικονομικών, σαρκικών κ.λπ.. Όμως, επειδή δυστυχώς έτσι κατανοήθηκε, γι᾽ αυτό εισήχθη στην Ορθόδοξο κοινωνία της Ελλάδος και ο θεσμός του πολιτικού γάμου και του συμφώνου συμβιώσεως.
Μετά από όσα προαναφέρθηκαν γίνεται απόλυτα κατανοητό ότι δεν είναι δυνατόν να υφίσταται γάμος οποιασδήποτε μορφής μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, όσα νομοσχέδια και εάν ψηφισθούν υπέρ αυτού. Αυτό είναι απλώς μία παρά φύσιν συνύπαρξη δύο ατόμων, κάτι το οποίο δεν υπήρξε μέχρι σήμερα ως «νόμιμος» γάμος σε κανένα λαό, σε καμία θρησκεία και σε κανένα μέρος της γης.
Η ομοφυλοφιλία είναι απορριπτέα θεολογικώς, κανονικώς και εκκλησιαστικώς, όπως διεξοδικά αναπτύξαμε και αποδείξαμε σε προηγούμενα άρθρα μας. Δεν είναι ένα απλό αμάρτημα, αλλά αποτελεί ύβρη εναντίον του Δημιουργού μας Θεού, εφ᾽ όσον διαστρέφει την φύση του δημιουργήματός Του, του ανθρώπου.
Βεβαίως, ο κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος να επιλέγει το πως να πορευθεί στην ζωή του. Θα πρέπει, όμως, να είναι έτοιμος να υποστεί και τις συνέπειες της κάθε επιλογής του και εδώ στην γη και μετά τον θάνατό του στην αιώνια ζωή. Εάν επιλέξει τον δρόμο της ομοφυλοφιλίας, επιλέγει την διακοπή των σχέσεών του με την Εκκλησία και τον Δημιουργό του Θεό αφ᾽ ενός και αφ᾽ ετέρου, απορρίπτοντας την φυσιολογική οδό της τεκνοποιήσεως, πρέπει να αποδεχθεί και το γεγονός ότι στην ζωή του θα παραμείνει χωρίς τέκνα.
Αυτή είναι, αγαπητοί μου, η πραγματικότητα ως προς το θέμα αυτό και όσοι επικαλούνται την αγάπη είναι απαραίτητο να γνωρίζουν ότι αγάπη άνευ αληθείας δεν υπάρχει.
Ας συνέλθουμε πριν είναι αργά.