Ρήσεις και Διηγήσεις Αγίου Παϊσίου (κζ-ρβ). Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση

Ϟ­ζ’

«Ὑ­πα­κο­ή  στόν  Γέ­ρον­τα εἶ­ναι,  ἄς ὑ­πο­θέ­σου­με, σάν ἕ­να βό­τα­νο πού χρει­ά­ζε­ται, ὅ­ταν εἶ­σαι κρυ­ω­μέ­νος. Ρω­τᾶς τόν Γέ­ρον­τα, σοῦ τό δεί­χνει καί τό παίρ­νεις. Τε­λει­ώ­νει ἡ ὑ­πό­θε­ση. Ἐ­νῶ ὅ­ταν εἶ­σαι μό­νος σου, δο­κι­μά­ζεις ὅ­λα τά βό­τα­να, μέ­χρι νά βρῆς τό κα­τάλ­λη­λο· καί ἴ­σως μέ­χρι νά τό βρῆς θά ᾿χεις πά­θει με­γα­λύ­τε­ρη ζη­μιά ἀ­πό τήν ὠ­φέ­λεια πού σοῦ προ­σφέ­ρει».

Ϟ­η’

«Ἡ πολ­λή δου­λειά ἀ­γρι­εύ­ει τόν ἄν­θρω­πο, τόν κά­νει ἀ­γρί­μι. Θέ­λει ἡ δου­λειά νά εἶ­ναι κα­τευ­θυ­νό­με­νη ἀ­πό πά­νω, μέ διάκριση, ἀ­πό τόν Γέροντα».

Ϟ­θ’

«Στά ἐρ­χό­με­να χρό­νια πολ­λοί ἄν­θρω­ποι θά γί­νων­ται μο­να­χοί, ἐ­πει­δή θά βα­ρι­οῦν­ται τά μπου­ζού­κια καί θά ὑ­πο­φέ­ρουν ἀ­πό κε­νό στήν ψυ­χή τους. Θά ἔρ­χων­ται στό Μο­να­στή­ρι καί θά κά­νουν ἄ­σκη­ση, νη­στεῖ­ες, ἀλ­λά δέν θά βρί­σκουν τί­πο­τε, δι­ό­τι θά τούς λεί­πουν οἱ ἀ­πα­ραί­τη­τες προ­ϋ­πο­θέ­σεις. Δι­ό­τι, γιά νά βρῆς, πρέ­πει νά ἔ­χης αὐ­τές τίς προ­ϋ­πο­θέ­σεις. Τό πρῶ­το εἶ­ναι ἡ εὐ­αι­σθη­σί­α. Ἄν δέν ἔ­χης εὐ­αι­σθη­σί­α, θά μεί­νεις σέ μί­α ξε­ρή ἀ­σκη­τι­κό­τη­τα, ὅ,τι κι ἄν κά­νης».

ρ’

«Ἦρ­θε κά­ποι­ος καί μέ ρώ­τη­σε: “Νά γί­νω μο­να­χός;”. Εἶ­πε με­ρι­κά πράγ­μα­τα καί κα­τά­λα­βα ὅ­τι δέν εἶ­ναι γιά μο­να­χός. Τοῦ λέ­ω “ὄ­χι”. Γυ­ρί­ζει με­τά ἀ­πό και­ρό ἀ­λή­της. “Ἀ­φοῦ μοῦ εἶ­πες νά μή γί­νω μο­να­χός”, μοῦ λέ­ει. “Ναί, βρέ παι­δί μου, ἀλ­λά δέν σοῦ εἶ­πα νά πᾶς νά γί­νης ἀ­λή­της”. Σέ ἄλ­λον πού μέ ρώ­τη­σε, τοῦ ἀ­πάν­τη­σα: ”Νά γί­νης μο­να­χός. Κά­νεις γιά μο­να­χός ἐ­σύ”. Γυ­ρί­ζει με­τά ἀ­πό ἕ­να χρό­νο πνιγ­μέ­νος στά προ­βλή­μα­τά του. “Για­τί μοῦ εἶ­πες νά γί­νω μο­να­χός;” μοῦ λέ­ει».

ρα’

«Εἶ­ναι πο­λύ λυ­πη­ρό τό ὅ­τι  με­ρι­κοί  Ἡ­γού­με­νοι κα­τήν­τη­σαν δι­ευ­θυν­τές ἐρ­γο­στα­σί­ων. Ἔ­χουν ἄγ­χος καί ἀ­γω­νί­α, γιά νά γί­νουν οἱ δου­λει­ές τους. Ἐ­δῶ δέν ἤρ­θα­με γιά τέ­τοι­α πράγ­μα­τα. Ἄς μήν ξε­χνᾶ­με τόν σκο­πό μας. Πῆ­γα καί ἐ­γώ σέ ἕ­να Μο­να­στή­ρι. Εἶ­δα τόν Ἡ­γού­με­νο νά γυ­ρί­ζη μέσ᾿ τό Μο­να­στή­ρι νά δῆ, ἄν γί­νων­ται κα­λά τά δι­α­κο­νή­μα­τα. Ἀν­τί νά κά­νη κομ­πο­σχο­ί­νι στό κελ­λί του γιά τά παι­διά του, χά­νει τόν και­ρό του γιά ἀ­σή­μαν­τα πράγ­μα­τα».

ρβ’

«Ἐ­άν οἱ ἐ­πι­σκέ­πτες πού ἔρ­χον­ται στό Μο­να­στή­ρι ἔ­χουν ἀ­παι­τή­σεις κο­σμι­κές, ἄς πᾶ­νε σέ κα­νέ­να στρα­τό­πε­δο ἤ σέ Νο­σο­κο­μεῖ­ο. Ἐ­κεῖ θά τά δοῦν ὅ­λα σέ τά­ξη καί ὀ­μορ­φιά. Στό Ἅ­γιον Ὄ­ρος ὅ­μως μό­νο  πνευ­μα­τι­κή ζω­ή θά πρέ­πει νά ζη­τοῦν».

Διαβάστε ΕΔΩ τα προηγούμενα σχετικά άρθρα