Τσακτσίρα Μαρίας
Νηπιαγωγοῦ
Ἡ Παιδική ἡλικία
Στό σημεῖο αὐτό, εἶναι σκόπιμο νά ἐξετασθοῦν οἱ ἀπόψεις τοῦ ἱεροῦ Πατρός σχετικά μέ τήν παιδική ἡλικία, τήν ψυχολογία της, τήν καθοδήγησή της καί τά γνωρίσματά της, γιά τήν ὁποία ἒχουν τήν ὑπευθυνότητα ἀφενός μέν οἱ γονεῖς ὡς φυσικοί παιδαγωγοί, ἀφετέρου δέ οἱ ἐκπαιδευτικοί τῆς πρωτοβάθμιας ἐκπαίδευσης, ὡς ἐκπρόσωποι τοῦ δεύτερου σέ σημασία φορέα κοινωνικοποίησης, τοῦ σχολείου.
«Θεώρησε ὃτι εἶσαι βασιλιάς πού ἒχεις στήν εξουσία σου πόλη, τήν ψυχή τοῦ παιδιοῦ σου. Καί ὃπως ἀκριβῶς σέ μιά πόλη ἂλλοι κλέβουν, ἂλλοι ἀπονέμουν δικαιοσύνη, ἂλλοι ἐργάζονται καί ἂλλοι κάνουν γενικά τά πάντα, ὃπως τύχει, ἒτσι λοιπόν ἐνεργοῦν στήν ψυχή ὁ νοῦς καί οἱ λογισμοί.[…] Θέσπισε λοιπόν νόμους καί πρόσεχε τήν ἐφαρμογή τους, γιατί ἡ νομοθεσία ἀποβλέπει στήν ὠφέλεια ὃλου τοῦ κόσμου. Σήμερα χτίζουμε πόλη. Πύλες εἶναι οἱ τέσσερις αἰσθήσεις, ὁλόκληρο τό ὑπόλοιπο σῶμα ἂς ὑποτεθεῖ ὃτι εἶναι τό τεῖχος τῆς πόλεως, πύλες του δέ τά μάτια, ἡ γλώσσα, ἡ ἀκοή, ἡ ὂσφρηση καί, ἂν θέλεις, καί ἡ ἀφή. Ἀπό τίς πύλες αὐτές μπαίνουν καί βγαίνουν οἱ πολίτες αὐτῆς τῆς πόλεως, δηλαδή οἱ λογισμοί, καί καταστρέφουν ἢ σώζουν τήν ψυχή».
«Σ’ ἓνα πράγμα ἁπαλό μποροῦμε νά δώσουμε ὃποιο σχῆμα θέλουμε, γιατί δέν ἒχει πάρει ἀκόμη σταθερή μορφή καί εἶναι ἑπομένως εὒκολο νά μεταπλαστεῖ σέ ὁποιοδήποτε σχῆμα. Ἐπωφελήσου αὐτή τήν κατάσταση, ὃπως πρέπει».
«Ἡ ψυχή τοῦ μικρού παιδιοῦ εἶναι καθαρή ἀπό ὃλα τά πάθη.[…]Τό παιδί δέν λυπᾶται γιά ἐκεῖνα πού λυπόμαστε ἐμεῖς. Οὒτε πάλι χαίρεται γιά ὃσα χαιρόμαστε ἐμεῖς (οἱ ἐνήλικοι). Δέν κυριεύεται ἀπό σφοδρό πάθος γιά τά χρήματα ἢ γιά τά κάλλη τῶν σωμάτων. Κατέχει τήν πιό μεγάλη ἀρετή, τήν ἀφέλεια, τό ἀπροσποίητο».
«Τό πρῶτο πέλαγος πού συναντοῦμε στή ζωή μας εἶναι τό πέλαγος τῆς παιδικῆς ἡλικίας, στό ὁποῖο ἐπικρατεῖ μεγάλη ταραχή, γιατί τά παιδιά εἶναι ἐπιπόλαια, ἀλλάζουν εὒκολα συμπεριφορά καί δέν παρουσιάζουν σταθερότητα. Ὃπως ἀκριβῶς στό πέλαγος ἀντιμετωπίζουμε τήν τρικυμία μέ τήν τέχνη τῆς διακυβερνήσεως τοῦ πλοίου (ἒτσι καί τήν παιδική ἡλικία μέ τήν τέχνη τῆς ὀρθῆς ἀγωγῆς)».
«Τά μικρά παιδιά δέν προσέχουν τά σπουδαῖα πράγματα, θαυμάζουν ὃμως ἐκεῖνα πού δέν ἒχουν καμιά αξία».
«Ἂν τούς ἀφαιρέσεις τό καλαθάκι ἢ τήν κουδουνίστρα ἢ κάποιο ἂλλο ἀπό τά παιγνίδια τους, ὑποφέρουν καί δυσανασχετοῦν, θρηνοῦν καί κλωτσοῦν τό ἒδαφος».
«Οἱ βαθεῖς πνευματικές σκέψεις (ὑψηλές πνευματικές ἒννοιες) ἐνῶ εἶναι ἀνώτερες ἀπό τό πνευματικό ἐπίπεδο τοῦ παιδιοῦ, μποροῦν ἐν τούτοις κατά συγκατάβαση νά ἐντυπωθούν (ἐμφυτευθοῦν) στήν ἁπαλή διάνοιά του, ἂν μεταχειριστοῦμε τή διήγηση».[1]
Στίς παραπάνω στάσεις τοῦ Χρυσοστόμου διακρίνει κανείς τήν εὒστοχη καί λεπτομερή προσέγγιση λεπτῶν πτυχῶν τῆς παιδικῆς φυσιογνωμίας. Μέ βάση ἀποτελέσματα πρόσφατης ἒρευνας γιά τή μάθηση καί τή συμπεριφορά, τά ὁποῖα ἐμπεριέχονται σέ σύγχρονα συγγράμματα Παιδαγωγικῆς, εἶναι ἂκρως καθοριστική ἡ δραστηριοποίηση τῶν ἐνηλίκων γιά τή διαμόρφωση τῆς φυσιογνωμίας αὐτῆς πρός τήν ὡριμότητα, ἀφοῦ ὁτιδήποτε ὑλικό ἢ πνευματικό προσφέρεται ἢ δέν προσφέρεται σ’ αὐτή τήν ἡλικία στιγματίζει τό πρόσωπο γιά πάντα. Ὁ ἐγωκεντρισμός καί ἡ κατανόηση τοῦ κόσμου μέσω τῶν αἰσθήσεων προβάλλονται σέ συνδυασμό μέ τό γεγονός ὃτι ἡ προσοχή τῶν μικρῶν παιδιῶν μαγνητίζεται ἀπ’ ὃ,τι εἶναι ἁπλά ἐντυπωσιακό καί ἓλκει τίς αἰσθήσεις. Τά παιδιά κρίνουν, σκέπτονται καί ἀξιολογοῦν μέ βάση τόν κόσμο τους (τό περιβάλλον τους) καί τίς ἐμπειρίες τους. Ἒτσι, ἡ μάθηση ἀποβαίνει ἀποτελεσματικότερη, ἐπενδυόμενη μέ ἒξυπνους διδακτικούς τρόπους σέ ποικίλα ἐρεθίσματα καί ἐμπειρίες πού μποροῦν νά ἀποκτήσουν σέ αὐτή τή φάση (τεσσάρων ἓως ἓξι ἐτῶν). Κυρίως βιωματικά κατακτοῦν τή γνώση- ἀναφέρονται ὡστόσο καί οἱ διηγήσεις (ἱστορίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἠθοπλαστικές ἱστορίες) ὡς παιδαγωγικό μέσο-, οἱ ὁποῖες ἀνέκαθεν χρησιμοποιοῦνται στήν ἐκπαίδευση τῆς προσχολικῆς ἡλικίας, λόγω τῆς πληθώρας ὀρθῶν προτύπων συμπεριφορᾶς πού περιέχουν καί λόγω τοῦ εὐχάριστου χαρακτήρα τους. Τά μικρά παιδιά ταυτίζονται ἐσωτερικά μέ τούς πρωταγωνιστές-ἣρωες καί ἀφομοιώνουν τά θετικά μηνύματα πού αὐτοί περνοῦν.
Κάτι ἂλλο ἐξίσου σημαντικό γιά τήν ἀγωγή εἶναι ἡ σαφής τοποθέτηση ὁρίων γιά τή συμπεριφορά ἀπό μέρους τῶν ἐνηλίκων, ἡ αὐστηρή καί μέ ἐπιμέλεια τήρηση τῶν ὁποίων ἰδιαίτερα ὠφελεῖ τήν ψυχοσυναισθηματική ἀνάπτυξη τῶν παιδιῶν. Ἐξάλλου, ὁ παιδαγωγός θά πρέπει νά χρησιμοποιήσει τήν ἁπαλότητα τοῦ παιδιοῦ μέ τά κατάλληλα μορφωτικά ἀγαθά μέ στόχο τό ἂριστο μορφωτικό ἒργο. Στό Περί παίδων ἀγωγῆς τοῦ Πλουτάρχου ἀναφέρεται αὐτή ἡ παιδαγωγική ἀρχή τῆς ἁπαλότητας πρός τή διάπλασή της. Τό ἲδιο παρατηρεῖ καί ὁ Μέγας Βασίλειος γιά τό εὒπλαστο τῆς ψυχῆς.
Χαρακτηριστικά τῶν δύο πρώτων σταδίων τῆς γνωστικῆς ἀνάπτυξης τοῦ J. Piaget, τοῦ αἰσθησιοκινητικοῦ δηλαδή σταδίου καί τοῦ σταδίου προδιεργασιακῆς σκέψης, συμπίπτουν μέ αὐτά πού περιγράφει ὁ ἱερός Πατήρ γιά τά μικρά παιδιά. Κύριο ἐπίσης σημεῖο στό ὁποῖο συμφωνοῦν οἱ περισσότερες σύγχρονες θεωρίες εἶναι ἡ βιωματική μάθηση, ἡ ὁποία δέν ἐκφράζεται ἐδῶ εὐθέως, ἀλλά προκύπτει ἀπό ὃσα θεωρεῖ γιά τίς αἰσθήσεις καί τίς ἐμπειρίες τῶν παιδιῶν, τόν τρόπο πού ἀντιλαμβάνονται τό περιβάλλον καθώς καί ἀπό ὃσα ὑποστηρίζει γιά τή σπουδαιότητα τῆς ἒγκαιρης ἐνστάλαξης μέ πρακτικό τρόπο ἀρχῶν καί ἀρετῶν πού ἠθικοποιοῦν καί ὁλοκληρώνουν τήν προσωπικότητα. Ἡ ἀναγκαιότητα χειραγώγησης τῶν παιδιῶν, ὣστε νά ἀναπτύξουν θετικό χαρακτήρα καί νά ἀποτραπεῖ ἒτσι ἡ καλλιέργεια παθῶν- κακῶν συνηθειῶν θυμίζει τίς ἀπόψεις τοῦ Παλαιοῦ σχολείου, ἐνῶ ἡ ἐπιμονή τοῦ Χρυσοστόμου στήν ἒγκαιρη ἀγωγή μέ σεβασμό στήν ἐλευθερία καί τίς ἰδιαιτερότητες κάθε ἰδιοσυγκρασίας καί φάσης πού διέρχονται τά παιδιά παραπέμπει στά συνθήματα τοῦ Νέου σχολείου καί στή θέση τοῦ Καnt στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου του «Περί Παιδαγωγικῆς»: ’’ Ὁ ἂνθρωπος εἶναι τό μοναδικό ὂν πού πρέπει νά διαπαιδαγωγηθεῖ’’. Ἡ σημασία τῆς ἀγωγῆς τῶν αἰσθήσεων συναντᾶται στό θεωρητικό καί πρακτικό ἒργο τῆς μεγάλης Ἰταλίδας παιδαγωγοῦ Μαρίας Μοντεσσόρι. Χωρίς ἀμφιβολία, ἡ πάγια θέση τῆς νεότερης Παιδαγωγικῆς ὃτι τά παιδιά, παρ’ ὃλο πού δέν εἶναι μικρογραφίες ἐνηλίκων, διδάσκονται πολλά καί μαθαίνουν νά εἶναι ὑπεύθυνα σεβόμενα περιορισμούς μέσα ἀπό συγκεκριμένες ὑποχρεώσεις (καθήκοντα), στίς ὁποῖες μποροῦν νά ἀνταποκριθοῦν ἀνάλογα μέ τήν ἡλικία τους, εἶναι καί θέση τοῦ Χρυσοστόμου.
Σέ ἀρκετά σημεῖα, συνεπῶς, εὒκολα παραλληλίζονται οἱ ἀπόψεις τοῦ Χρυσορρήμονος μέ ἀπόψεις πού στήν Ἱστορία τῆς Παιδαγωγικῆς ἐπιστήμης διατυπώθηκαν εἲτε ἀπό μεμονωμένες προσωπικότητες, εἲτε ἀπό ὁλόκληρα κινήματα. Ἐξάλλου βρίσκει κανείς στήν καθαρά ἐκκλησιολογική σκοπιά τοῦ ἱεροῦ Πατρός τό προστάδιο ὁρισμένων νεότερων θεωριῶν συμπεριφορᾶς καί ἐπίδρασης τοῦ περιβάλλοντος καί τῶν προτύπων του στό παιδί (συμπεριφοριστές, Bandura κοκ.).
Συνεχίζεται…