Της Μαρίας Κορνάρου
Πόσοι από εμάς περιμέναμε με ανυπομονησία την 26η Μαΐου; Προσωπικά, θα ομολογήσω ότι την είχα ξεχάσει. Ούτε είμαστε προετοιμασμένοι, έχοντας περάσει και τη γιορτή της Μεσοπεντηκοστής και φθάνοντας πλέον στην Ανάληψη του Κυρίου, να εορτάσουμε επισήμως την Ανάσταση στις Εκκλησίες, με τις καινούριες λαμπάδες μας και τα συναφή.
Όταν ανακοινώθηκε από την Δ.Ι.Σ., τον καιρό του καθεστώτος «κεκλεισμένων των θυρών», ότι το Πάσχα δε χάνεται, αλλά απλώς θα μετατεθεί αργότερα ο λαμπρός εορτασμός του, αποτέλεσε μικρή παρηγοριά. Όλοι γνωρίζαμε ότι θα περάσουμε την Εβδομάδα των Παθών μακριά από τους ναούς μας. Ότι θα στηθεί ο Εσταυρωμένος στη μέση του ναού, μα δε θα μπορούμε να Τον πλησιάσουμε. Ότι ο Επιτάφιος θα μείνει εντός των «κεκλεισμένων θυρών», σε μία μοναχική περιφορά. Ότι το «Χριστός Ανέστη» θα το ψάλλει ο ιερέας πανηγυρικά, μπροστά σε σειρές άδεια καθίσματα και κενά στασίδια. Τα γνωρίζαμε όλα αυτά, και πονούσαμε. Εκείνες τις δύσκολες ημέρες, η προοπτική ότι θα συναντηθούμε κάποτε ξανά, έστω και τέλη Μαΐου, στους ναούς μας, να ψάλλουμε όλοι μαζί την Ανάσταση του Χριστού, ήταν σαν αμυδρό φως μέσα στο πηχτό σκοτάδι.
Κατόπιν, άνοιξαν οι εκκλησίες μας και επιστρέψαμε στη «νέα κανονικότητα», τις αποστάσεις δύο μέτρων και τους αδειανούς κατά το ήμισυ ναούς. Η χαρά της επιστροφής είναι μεγάλη. Πολλοί επιθυμούμε να ξεχάσουμε όλα όσα έγιναν και την επίθεση που δεχτήκαμε ως πιστοί, ως κοινωνική ομάδα, τους προηγούμενους δύο μήνες. Επίθεση που ακόμη δεχόμαστε. Βλέπουμε ότι βρισκόμαστε στο στόχαστρο ως προς την τήρηση των μέτρων. Είναι πιθανό, δεδομένου του ιστορικού των ΜΜΕ στην εύκολη επίρριψη κατηγοριών στους Χριστιανούς για τα δεινά της πανδημίας, να δούμε πάλι ποιμένες και πιστούς να διασύρονται στα κανάλια, εάν προκύψει συνωστισμός στις μεγάλες γιορτές της επόμενης εβδομάδας. Ήδη υπάρχουν κακοπροαίρετες φωνές, οι οποίες χάριτι Θεού δεν έχουν εισακουστεί από την κυβέρνηση, που επιζητούν την αλλαγή του καθεστώτος λατρείας στους Ορθοδόξους ναούς. Σε χώρες του εξωτερικού, μάλιστα χριστιανικές, όπως η Γερμανία, οι ανεπίτρεπτοι περιορισμοί κενώνουν την Θεία Λειτουργία από τη σωτήρια προοπτική της.
Στο κλίμα της αβεβαιότητας που επικρατεί, η Απόδοση του Πάσχα λειτουργεί ως υπενθύμιση. Δεν είναι όλα όπως πριν, ούτε μπορούμε να ξεχάσουμε όσα συνέβησαν τους προηγούμενους μήνες. Θα σταθούμε στους ναούς, με τις λαμπάδες ανά χείρας, και θα ψάλλουμε το «Χριστός Ανέστη», όμως δε θα είναι το ίδιο. Θα δώσει ασφαλώς ο Θεός τη Χάρη, από επιείκεια προς εμάς, θα νιώσουμε το σκίρτημα της Αναστάσεως, της ρίζας της ελπίδας μας. Όμως η Ανάσταση, αποκομμένη από τα φρικτά και σωτήρια Πάθη, η Ανάσταση, όταν δεν έχουμε μόλις θρηνήσει τον σταυρωθέντα Χριστό ούτε έχουμε ζήσει τη βαθιά θλίψη μπροστά στον Επιτάφιο, η Ανάσταση, την οποία δεν περιμέναμε με αγωνία για να μας λυτρώσει από το πένθος… είναι η ίδια;
Η Ανάσταση του Χριστού δεν μπορεί να φέρει ολοκληρωτικά το νόημά της, βιωμένη ξεχωριστά από τα Πάθη του Χριστού. Αλλιώς, θα μπορούσε ο Χριστός να είχε αναστηθεί μετά από ανώδυνο θάνατο, στα βαθιά γεράματα. Όμως, η Ανάσταση έχει σωτήρια προοπτική, όταν είναι βιωμένη μέσα από το σταυρό. Έτσι και εμείς, προοριζόμαστε να αναστηθούμε, όταν έχουμε προορίσει τον εαυτό μας να σταυρωθεί. «Ει δε απεθάνομεν συν Χριστώ, πιστεύομεν ότι και συζήσομεν αυτώ» (Ρωμ 6,8) Θα έχουμε την πνευματική και θεία ζωή που χάρισε με την Ανάσταση ο Χριστός, εφόσον πεθαίνουμε ως προς την αμαρτία. Θυμόμαστε πάντοτε τον αγώνα, το δικό μας σταυρό, ως προοίμιο της δικής μας ανάστασης. Θυμόμαστε, αντίστοιχα, τον άθλο του Χριστού, που υπέμεινε το σταυρό, τη λόγχη, τους ήλους, το θάνατο, για την ημετέρα σωτηρία, ως πορεία συγκλονιστική και απαραίτητη, πριν φτάσει στην ένδοξόν Του Ανάσταση.
Την Τρίτη που έρχεται, μνήμη ποιούμε της γιορτής. Και τη χαιρόμαστε, σαν να ήταν εκείνη η ίδια η Ανάσταση που με πόνο στερηθήκαμε. Ζούμε το ιδιαίτερο συναίσθημα που ανθίζει μόνο στην Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού: τη χαρμολύπη. Χαρά, επειδή ο Θεός μας αγαπάει πάντοτε, με αγάπη τέλεια, άνευ όρων. Κάπως έτσι, ο Χριστός έγινε άνθρωπος, σταυρώθηκε, ανέστη εκ νεκρών, και μας χάρισε την αιώνια ζωή. Λύπη, επειδή οι πολλές αμαρτίες μας χωρίζουν από τον Θεό, επειδή ο βυθισμένος στην αποστασία κόσμος δεν Τον γνωρίζει. Κάπως έτσι, χάσαμε φέτος την Μεγάλη Εβδομάδα και την Ανάσταση. Τη γιορτάζουμε στην Απόδοση, έτσι μοναχή της και καθυστερημένη, με μία λύπη στη χαρά μας.