Ἀνακαλύπτω τὶς ρίζες τῶν λέξεων. Λωποδύτης

Γεωργίου Ι. Βιλλιώτη

φιλολόγου-θεολόγου

Λωποδύτης· στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ἦταν αὐτὸς ποὺ γλιστράει στὰ ροῦχα κάποιου ἄλλου, αὐτὸς ποὺ κλέβει τὰ ροῦχα τῶν λουομένων. Ὅταν οἱ ταξιδιῶτες ἤθελαν νὰ πλυθοῦν σὲ ἕνα ποτάμι, ἄφηναν τὰ ροῦχα τους στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ. Ἐκεῖ παραφύλαγαν οἱ λωποδῦτες, καὶ ἔκλεβαν τὰ ροῦχα τῶν λουομένων. Σύνθετη λέξη ἀπὸ τὴ λώπη «μανδύας, ἱμάτιο, φόρεμα» καὶ τὸν δύτη. Ὁ δύτης «βουτηχτὴς» παράγεται ἀπὸ τὸ ρῆμα δύω «γδύνομαι, βυθίζομαι»

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα