Ὁ ρόλος τῆς Ἑλληνορθοδόξου Ἐκκλησίας στήν διατήρηση τῆς ταυτότητος τοῦ ἀπόδημου Ἑλληνισμοῦ

Σεβ. Μητροπολίτου Προικοννήσου κ.κ. Ἰωσήφ

Ὁ Ἱερός Ναός τῆς Ἁγίας Τριάδος στό Σίδνεϋ, πρώτη Ἑλληνική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στήν Αὐστραλία (1898).

Ἀπό τήν ἀρχαία ἐποχή οἱ Ἕλληνες ξενιτεύονταν. Ἤδη ἀπό τόν 7ο π.Χ. αἰῶνα. Ὁ τόπος στενός, στενολάγωνος, ἀνεπαρκής γιά νά θρέψη τό μέγα Γένος. Οἱ ἱστορικές περιπέτειες καί καταιγίδες ἀτέλειωτες. Οἱ σταυροί ἀλλεπάλληλοι. Ἡ φυγή ἦταν ἀναγκαία. Φεύγοντας οἱ Ἕλληνες μαζί τους ἔπαιρναν ἀπαραιτήτως τούς ἐφεστίους θεούς των καί τό πρῶτο πρᾶγμα πού ἔκαναν στόν τόπο τῆς ἐγκαταστάσεώς των ἦταν τό στήσιμο τοῦ βωμοῦ καί ἡ δημιουργία τοῦ ναοῦ, γύρω ἀπό τόν ὁποῖο ἔπηγαν τίς καινούργιες ἑστίες των καί ὕφαιναν τόν βίον των. Ὁ ἐφέστιος θεός τῆς Μητροπόλεως ἦταν συνήθως ὁ προστάτης καί τῆς ἀποικίας. Γύρω ἀπό τό ἱερό του ξετυλίγονταν ὅλη ἡ ζωή τῶν ξενιτεμένων, θρησκευτική, κοινωνική, πολιτιστική. Ὁ ναός καί ἡ λατρεία τούς βοηθοῦσε νά θυμοῦνται τήν κοινή τους ταυτότητα καί νά τήν διατηροῦν. Ἡ ταυτότητα αὐτή συνίστατο κατά τόν Ἡρόδοτο στό «ὅμαιμόν τε καί ὁμόγλωσσον καί θεῶν ἱδρύματά τε κοινά καί θυσίας, ἤθεά τε ὁμότροπα». (Ἱστορίαι Η΄, 144). Ἐάν κάποτε οἱ ἐπιμιξίες μέ ἐντόπιους πληθυσμούς ἐλυμαίνοντο τό ὅμαιμον, ὅμως, ἔμεναν ὅλα τά ὑπόλοιπα κοινά στοιχεῖα καί οἱ Ἕλληνες παρέμεναν Ἕλληνες ἤ στήν χειρότερη περίπτωση, Ἑλληνικοί, ὅπως θἄλεγε ὁ Καβάφης.

Ἀνάλογα μέ τούς ἀρχαίους προγόνους ἔκαμαν καί οἱ νεώτεροι Χριστιανοί Ἕλληνες μετανάστες τῶν τελευταίων αἰώνων. Τό πρῶτο πρᾶγμα πού φρόντισαν νά ἱδρύσουν στίς καινούργιες ἑστίες τῆς διασπορᾶς των ἦταν ὁ Ναός, ἡ Ἐκκλησία. Νά τήν ἔχουν ἐκεῖ σπίτι τους, μάννα τους, προστάτιδά τους, χαρά τους, παρηγοριά τους, καταφύγιο τῶν δάκρυνων ἡμερῶν τῆς ξενιτειᾶς, σημεῖο ἀναφορᾶς καί κέντρο ἀέναης ἐπιβεβαιώσεως τόσο τῆς ἑλληνικῆς καί τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς των ταυτότητος. Μέ κέντρο τόν ναό, ἀναπτύσσεται ἡ ὅλη θρησκευτική, κοινωνική καί ἐθνοπατριωτική ζωή τῆς ὁμογενείας. Ἡ θεία Λειτουργία τελεῖται στά ἑλληνικά. Τό ἴδιο καί τά ἱερά Μυστήρια. Ὅπου ἔχουμε τρίτη καί τετάρτη γενιά ὁμογενῶν καί ἀλλοφύλους προσηλύτους χρησιμοποιεῖται μερικῶς καί ἡ γλῶσσα τοῦ τόπου (ἀγγλική, γαλλική, κ.λπ.). Ὅμως ἡ Ἑλληνική ἔχει πάντοτε προβάδισμα. Κάποτε στίς Η.Π.Α. ἔγινε εὐρύτερη χρήση τῆς ἀγγλικῆς μέ τραγικά ἀποτελέσματα. Ὁ παπάς εἶναι ὁ πατέρας τῆς ὁμογενείας, ὁ σύμβουλος, ὁ καθοδηγητής, ὁ μπροστάρης. Ἐκεῖνος θά ὑπογραμμίση πρῶτος τήν ἀνάγκη ἱδρύσεως Ἑλληνικοῦ σχολείου, στό ὁποῖο συνήθως καί ὁ ἴδιος διδάσκει ἐάν ἔχη τά προσόντα. Στό σχολεῖο αὐτό διδάσκονται ὄχι μόνο τά θρησκευτικά, μά καί ἡ ἑλληνική γλῶσσα καί ἱστορία καί παράδοση.

Οἱ ἱερεῖς τῶν παλαιῶν Κοινοτήτων ἦταν ἄνθρωποι μέ λιπαρά μόρφωση, καλή θεολογική συγκρότηση καί σπουδαία ἑλληνομάθεια. Οἱ σημερινοί κληρικοί τῶν νέων παροικιῶν ἔχουν ἱεραποστολικό ζῆλο καί φρόνημα. Ἐκεῖνοι ἀγωνίστηκαν γιά τήν ἵδρυση καί λειτουργία τῶν περιφήμων ἀπογευματινῶν καί σαββατιανῶν Ἑλληνικῶν σχολείων καί τῶν Κατηχητικῶν σχολείων. Ἐπισκέπτονταν πόρτα ― πόρτα τά σπίτια τῶν μεταναστῶν ζητώντας τους νά ἐγγράψουν τά παιδιά των στό σχολεῖο. Διοργάνωσαν καί διοργανώνουν ὄχι μόνο τίς θρησκευτικές, μά καί τίς ἐθνικές καί σχολικές ἑορτές, θεατρικές παραστάσεις, παρελάσεις, στίς ὁποῖες λαμβάνουν μέρος καί οἱ ἴδιοι, ποικίλες κοινωνικές καί φιλανθρωπικές ἐκδηλώσεις κ.λπ. Στόν πόνο καί στήν χαρά τῶν μεταναστῶν εἶναι ἐκεῖ, δίπλα τους, μαζί τους, συμπάσχοντες καί συγχαίροντες. Ἐπισκέπτονται εὐκαιριακά τά σπίτια τους, τά καταστήματά τους, τά ἐργαστήρια καί ἐργοστάσιά τους, τούς τόπους τοῦ μόχθου τους καί τούς ἐνισχύουν.

Συχνά μετέρχονται ρόλο Κοινωνικοῦ λειτουργοῦ, μεταφραστοῦ, συμπαραστάτου σέ δημόσιες ὑπηρεσίες, σέ δικαστήρια κ.λπ. Τό ράσο τους εἶναι μιά ἀδιάκοπα περιφερόμενη σημαία τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθοδοξίας. Κάποτε αὐτό δέν εἶχε ἐκτιμηθῆ σωστά, μέ ἀποτέλεσμα νά κυκλοφοροῦν χωρίς αὐτό ἐκτός ναοῦ. Ὅμως! Ἄς μοῦ ἐπιτρέψετε νά καταθέσω μιά προσωπική μαρτυρία: Ὅταν ἀρχές τοῦ 1987 ἔφθασα στό Σίδνεϋ, ὅλοι οἱ κληρικοί μας κυκλοφοροῦσαν μέ κοστούμι καί κολλάρο. Ἐγώ ἀπεφάσισα νά κρατήσω τό ράσο. Μέχρι ν᾿ ἀρχίσω νά ὁδηγῶ, ἐχρησιμοποιοῦσα καθημερινῶς τόν σιδηρόδρομο γιά νά πάω καί νἄρθω ἀπό τήν Ἀρχιεπισκοπή στήν Ἐνορία μου, τοῦ Ἁγίου Νικολάου Μάρρικβιλ. Στόν σταθμό τοῦ Μάρρικβιλ ἐργαζόταν ἕνας Ἕλληνας, ὁ ὁποῖος ὅταν πῆγα ν᾿ ἀγοράσω τό εἰσιτήριό μου, μοῦ τό προσέφερε δωρεάν. Τόν εὐχαρίστησα. Τήν ἑπομένη φορά ξαναέκανε τό ἴδιο. Ἀρνήθηκα. Δέν μοῦ πέρασε! Τήν τρίτη φορά τό ἴδιο. Διαμαρτυρήθηκα. Οὔτε καί τότε μοῦ πέρασε! Τήν τέταρτη φορά τό ἴδιο.

Ἔβαλα τίς φωνές. Μάταια! Τήν ἑπομένη φορά τόν βρῆκα ἔξω ν᾿ ἀλλάζη κάποιες ταμπέλες. Ἐχαμογέλασε καί μοῦ εἶπε: ― Τό χάσατε! Τό ἑπόμενο θἄρθη σ᾿ ἕνα τέταρτο. Περᾶστε μέσα νά πιοῦμε καφέ. Ἐκεῖ τοῦ διαμαρτυρήθηκα γιά τήν ἐπιμονή του νά μοῦ προσφέρη τό εἰσιτήριο, τό ὁποῖο βεβαίως τό ἐπλήρωνε πάντοτε ὁ ἴδιος ἀπό τήν τσέπη του. Ἡ ἀπάντησή του ἦταν ἀφοπλιστική: ― Πάτερ μου, ὅσο εἶμαι ἐδῶ, οὐδέποτε θά πληρώσετε εἰσιτήριο!… ― Γιατί;…, ἐρώτησα. ― Ἄχ, δέν ξέρετε τί σημαίνετε γιά μᾶς! Ὅταν σᾶς βλέπουμε νά κυκλοφορῆτε στούς δρόμους τοῦ Σίδνεϋ μέ τά ράσα σας, τά γένεια σας, τό καλυμμαύχι σας, νοιώθουμε ὅτι ἐδῶ δέν εἴμαστε ξένοι! Δέν εἴμαστε ὀρφανοί! Ἔχουμε τόν πατέρα μας, ἔχουμε τήν Ὀρθοδοξία μας, ἔχουμε τήν Ἑλλάδα ὁλόκληρη! Ἐσεῖς εἶστε ἡ ἐνσωμάτωση ὅλων αὐτῶν! Ἐκάματε καί τήν Αὐστραλία Ἑλλάδα… Ἡ παρουσία καί διακονία τῶν ἱερέων στόν ναό, στά σχολεῖα, στά νοσοκομεῖα, στίς φυλακές, στίς κοινωνικές καί ἐθνικές ἐκδηλώσεις εἶναι ἀνεκτίμητη καί συνεκτική τοῦ ὅλου παροικιακοῦ ἱστοῦ. 

Μέ κέντρο, λοιπόν, καί ἄξονα τόν Ναό καί τό Θυσιαστήριο, ἱδρύθηκε ἡ ἐνοριακή Κοινότητα. Οἱ περισσότερες διαθέτουν τά ἀπογευματινά καί σαββατιανά ἑλληνικά τους σχολεῖα, ὅπου διδάσκεται ἡ ἑλληνική γλῶσσα καί ἡ ἱστορία μας. Μερικές, περισσότερο συνειδητοποιημένες, προχώρησαν σ᾿ ἕνα πιό ἀποφασιστικό βῆμα. Ἐδημιούργησαν ἡμερήσια δίγλωσσα σχολεῖα, ὅπου παράλληλα μέ τό ἐκπαιδευτικό πρόγραμμα τοῦ ἁρμοδίου Ὑπουργείου Παιδείας, διδάσκεται συστηματικά ἡ ἑλληνική γλῶσσα, ἡ ἱστορία καί ὁ πολιτισμός μας, τά ὀρθόδοξα θρησκευτικά, οἱ παραδόσεις μας, τά ἔθιμά μας, οἱ χοροί μας, ἀκόμη καί στοιχεῖα τῆς παραδοσιακῆς ἑλληνικῆς μαγειρικῆς καί ζαχαροπλαστικῆς! Μόνο στίς Η.Π.Α. λειτουργοῦν 29 ἡμερήσια Ἑλληνο ― Ἀμερικανικά δίγλωσσα σχολεῖα, ἐνῶ στήν Μεγάλη Βρεττανία 2 καί στό Βέλγιο 1.

Ἡ αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν μεταναστῶν καί τῶν Κοινοτήτων τους, ὡδήγησε τήν Μητέρα Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως στήν ἀπόφαση τῆς συστηματικῆς ἐκκλησιαστικῆς διοργανώσεώς των διά τῆς ἱδρύσεως νέων ἐκκλησιαστικῶν ἐπαρχιῶν. Ἔτσι ἱδρύθηκαν ἡ Ἀρχιεπισκοπή Ἀμερικῆς μέ τίς νεώτερες ἐπί μέρους Μητροπόλεις τῶν  Ηνωμένων Πολιτειῶν, ἡ Ἀρχιεπισκοπή Αὐστραλίας, ἡ Ἀρχιεπισκοπή Θυατείρων καί Μεγάλης Βρεττανίας, οἱ Μητροπόλεις Γερμανίας, Αὐστρίας, Γαλλίας, Βελγίου καί Κάτω Χωρῶν, Ἑλβετίας, Ἰταλίας, Σουηδίας, Νέας Ζηλανδίας, Τορόντο, Μεξικοῦ, Μπουένος Ἄϊρες, Ἱσπανίας καί Πορτογαλίας.

Οἱ Ἀρχιεπισκοπές αὐτές καί Μητροπόλεις ἐσυστηματοποίησαν μεθοδικά τήν ὅλη θρησκευτικο ― λειτουργική, ἐκπαιδευτική, φιλανθρωπική, κοινωνική, ἱεραποστολική καί ἐθνικοπατριωτική ζωή τοῦ ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ μέ ἀρκετή ἐπιτυχία. Ἱδρύθηκαν ἀπό μέρους των ἀκόμη καί ἀνώτατα ἐκπαιδευτικά Ἱδρύματα, ὅπως ἡ Θεολογική Σχολή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ (1937) καί τό Ἑλληνικό Κολλέγιο τῆς Βοστώνης καί ἡ Ἀκαδημία τοῦ Ἁγίου Βασιλείου (1944) στίς Η.Π.Α., ἀπό τόν μεγάλο ὁραματιστῆ Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηναγόρα, τόν μετέπειτα Οἰκουμενικό Πατριάρχη, μέ σκοπό νά καταρτήσουν Ἱερεῖς, Θεολόγους, Δασκάλους καί Δασκάλισσες γιά τήν Ὁμογένεια τῆς Ἀμερικανικῆς Ἠπείρου, ἡ Θεολογική Σχολή τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα στό Σίδνεϋ (1986), τό Τμῆμα Ὀρθοδόξου Θεολογίας στό Πανεπιστήμιο τοῦ Μονάχου καί ἡ Ὀρθόδοξος Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Τορόντο. Διοργανώθηκαν Φιλόπτωχες Ἀδελφότητες Κυριῶν μέ πλούσια φιλανθρωπική, κοινωνική καί ἱεραποστολική δράση. Ἐπίσης μεγάλες ὀργανώσεις Ἑλληνορθοδόξου Νεολαίας πού διοργανώνουν Συνέδρια, ρητρήϊτς, κατασκηνώσεις, ἀθλητικές καί πολιτιστικές συναντήσεις, προσκυνηματικές ἐκδρομές στήν Ἑλλάδα, στήν Κωνσταντινούπολη, στούς Ἁγίους Τόπους κ.λπ., μέ σκοπό τήν ἀλληλογνωριμία, τήν σύσφιγξη τῶν σχέσεων, τό ἀναβάπτισμα στίς εὐσεβεῖς πηγές τοῦ Γένους καί  τήν ἱστορία τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἐνῶ κάποτε, ἔχουμε μέσα ἀπ᾿ ὅλα αὐτά καί τήν ἀνάπτυξη συνοικεσίων μεταξύ τῶν Ἑλληνορθοδόξων νέων.

Στίς Ἀρχιεπισκοπές Ἀμερικῆς καί Αὐστραλίας διοργανώθηκαν ἐπιτροπές ἐνισχύσεως καί στηρίξεως τῆς ἐξωτερικῆς Ἱεραποστολῆς μέ πλουσιόκαρπο ἔργο στήν Ἀφρική, τήν Μαδαγασκάρη, τίς Ἰνδίες καί τήν Ἄπω Ἀνατολή. Παντοῦ σχεδόν λειτουργοῦν Σχολές Βυζαντινῆς Μουσικῆς μέ ἀρκετή ἐπιτυχία, ἐνῶ ἐκδίδονται δίγλωσσα συνήθως ἐκκλησιαστικά ἔντυπα, περιοδικά καί ἐφημερίδες. Σέ πολλές περιπτώσεις γίνεται χρήση τοῦ ραδιοφώνο ἀκόμη καί τῆς τηλεοράσεως γιά τήν μετάδοση τοῦ Εὐαγγελικοῦ μηνύματος καί τῶν Ἑλληνορθοδόξων ἀξιῶν καί ἰδανικῶν μας. Εἶναι πολύ συγκινητικό νά βλέπης τήν ὁμογένεια μέ τόν ἱερό κλῆρο καί τούς Ἐπισκόπους της, σέ σχηματισμούς χιλιάδων ὑπερήφανα παρελαυνόντων μέ τήν γαλανόλευκη νά ἑορτάζη πανηγυρικά τήν 25η Μαρτίου στό κέντρο τῆς Νέας Ὑόρκης ἤ μπροστά στό Ὄπερα Χάουζ τοῦ Σίδνεϋ ἤ στό Γουώρ Μεμόριαλ τῆς Μελβούρνης ἤ ὅπου ἀλλοῦ τῆς γῆς. Οἱ Ἀρχιεπισκοπές καί Μητροπόλεις τῆς Διασπορᾶς ἐνίσχυσαν παράλληλα ἠθικῶς καί ὑλικῶς, τήν ἵδρυση, ἀνάπτυξη καί λειτουργία Τμημάτων Νεοελληνικῆς Γλώσσας καί Πολιτισμοῦ σέ διάφορα Πανεπιστήμια τῆς περιοχῆς των, μέ ἀποτέλεσμα νά δίδεται μία μαρτυρία καί πρός τούς τρίτους πού θά εἶχαν ἐνδιαφέρον. Αὐτό λ.χ. ἔγινε στήν Αὐστραλία, στό Σίδνεϋ, τήν Μελβούρνη, τήν Ἀδελαΐδα καί τό Ντάργουϊν. Ἀσφαλῶς καί σέ ἄλλες χῶρες καί μάλιστα στήν Ἀμερική.

Κοντά σέ ὅλα αὐτά, τά μεγάλα, τά σπουδαῖα, τά θεμελιώδη, τά τελευταῖα χρόνια ἀναπτύσσεται στίς ἐκκλησιαστικές ἐπαρχίες μας τῆς Διασπορᾶς καί ἕνα πολύ μεγάλο, πολύ σπουδαῖο καί θεμελιωδέστατο γιά τήν Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὁ Μοναχισμός. Ὁ Μοναχισμός εἶναι ἡ προσευχητικῶς ἀγρυπνοῦσα καρδία καί ἡ προφητική συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας. Χωρίς αὐτόν δέν μποροῦμε νά μιλοῦμε γιά πλήρη καί ὑγιαίνουσα ἐκκλησιαστική ζωή. Οἱ ὁμογενεῖς βρίσκουν σ᾿ αὐτά ἀνάπαυση, παρηγορία, ἐνίσχυση πνευματική, καθοδήγηση, παράδειγμα. Οἱ προσευχές τῶν μοναζόντων καί ἡ κατά Θεόν ἄσκησή τους στηρίζουν τήν τοπική Ἐκκλησία καί ἁγιάζουν τόν τόπο. Τά Μοναστήρια τῆς Διασπορᾶς ἀποτελοῦν μιά χρυσή ἐλπίδα γιά τό αὔριο τοῦ διεσπαρμένου Ὀρθοδόξου Ἑλληνισμοῦ.

Ὑπάρχουν ὅμως κάποιες Κοινότητες μέ ἐντελῶς κοσμικό φρόνημα πού ξεχωρίζουν τόν ἑαυτό τους ἀπό τήν Ἐκκλησία. Μπίζνεσμεν πού θέλουν νά ὑποκαταστήσουν τήν Μάννα. Κάποιες, κατά καιρούς, ἐδημιούργησαν σοβαρά προβλήματα στίς τοπικές Ἀρχιεπισκοπές καί Μητροπόλεις. Πάντως ὅσοι ὁμογενεῖς μένουν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, παραμένουν καί Ἕλληνες. Ὅσοι ἀποκόπτονται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί τήν λειτουργική της ζωή χάνονται καί γιά τόν Ἑλληνισμό! Ὁμογενεῖς πού ἔπεσαν θύματα προπαγανδῶν καί προσχώρησαν σέ ἄλλο δόγμα ἤ αἵρεση ἤ θρήσκευμα, ἔπαψαν νά αἰσθάνωνται καί Ἕλληνες. Αὐτοί λ.χ. πού ἔγιναν «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἤ Πεντηκοστιανοί ἤ Μορμόνοι ἤ Ἀντβεντιστές τῆς 7ης Ἡμέρας ἤ Μουσουλμάνοι ἤ Βουδδιστές ἤ Ἰουδαῖοι» ἤ κάτι ἄλλο, χάθηκαν ὁριστικά καί γιά τήν Ἑλλάδα. Οὔτε ἡ γλῶσσα τούς ἀπασχολεῖ, οὔτε ὁ πολιτισμός μας, οὔτε οἱ ἱστορικές περιπέτειες τῆς Πατρίδος καί τοῦ Γένους, οὔτε ἡ σημερινή κρίση πού ἀντιμετωπίζει ἡ χώρα μας, οὔτε τίποτε ἀπ᾿ ὅσα σ᾿ ἐμᾶς τούς ὑπολοίπους μᾶς κάνουν νά νοιώθουμε «στά σπλάχνα χαλασμό». Πλήρης καί ὁλοτελής γενιτσαροποίησις!… Ὅπως ἀκριβῶς συνέβαινε μέ τούς ἐξισλαμιζομένους παλαιώτερα! Οἱ Τουρκοκρητικοί τοῦ Χαμιντιέ τῆς Συρίας ἤ τῶν αἰγαιατικῶν παραλίων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ἐνῶ παραδόξως κρατοῦν μέχρι σήμερα τήν ἑλληνική γλῶσσα μέ πεῖσμα ἐπειδή ἔχασαν τήν θρησκεία τῶν πατέρων μας, δέν εἶναι ἁπλῶς μή ἕλληνες, ἀλλά καί σφόδρα ―σφόδρα ἀνθέλληνες!

Τήν ἀλήθεια αὐτή, κάποτε, δυσκολεύονται νά κατανοήσουν οἱ κοντόφθαλμοι ἁρμόδιοι τῶν κατά καιρούς κυβερνώντων τήν Ἑλλάδα καί τήν Κύπρο, νομίζοντας ἀφελῶς ὅτι μποροῦν νά ἔχουν ἐξασφαλισμένη τήν ἑλληνικότητα τῶν ἀποδήμων ὁμογενῶν ἐρήμην τῆς Ἐκκλησίας ὑπολογίζοντας μόνο στό «ὅμαιμον καί ὁμόγλωσσον». Εὐτυχῶς ὑπάρχουν καί μερικοί πού δέν συμφωνοῦν μ᾿ αὐτή τήν εὐήθεια. Ὁ Δημήτριος Δόλλης σέ συνέντευξή του στόν «Τύπο τῆς Κυριακῆς», ὅταν ρωτήθηκε γιά τόν ρόλο τῆς Ἐκκλησίας στήν Διασπορά, ἐδήλωσε: «Ἡ Ἑλληνική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέ τήν θρησκευτική, κοινωνική καί ἐκπαιδευτική της δράση, ἀποτελεῖ βασικό σημεῖο ἀναφορᾶς στήν ζωή τῆς ὁμογενείας. Ἡ Ὀρθοδοξία εἴτε ὡς μεταφυσική ἀγωνία καί ἔκφραση, εἴτε ὡς καθημερινό βίωμα τοῦ ὁμογενοῦς, εἶναι βασικός παράγοντας αὐτοπροσδιορισμοῦ καί ἑτεροπροσδιορισμοῦ. Ὁ ρόλος τῆς Ἑλληνορθοδόξου Ἐκκλησίας θά ἐξακολουθήση νά εἶναι σημαντικός καί στό μέλλον στίς Ἑλληνικές Κοινότητες τοῦ Ἐξωτερικοῦ».