ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΓΕΡΟΝΤΩΝ ΠΟΛΥΠΕΙΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΥΧΗΜΑ ΑΥΤΩΝ ΦΟΒΟΣ ΚΥΡΙΟΥ

ἀρχιμ. Νικόδημου Κανσίζογλου

ἱεροκήρυκος Ἱ. Μητροπόλεως Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας

Α. ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΘΑΥΜΑ.

oikogeneia576874α. Μιὰ ἀπὸ τὶς βασικὰ διάστροφες ἀντιλήψεις τοῦ σημερινοῦ κόσμου μας εἶναι καὶ αὐτὴ ποὺ θεωρεῖ δημιουργικὸ καὶ «παραγωγικὸ» κάποιον ἄνθρωπο, ὅταν βρίσκεται στὴν περίοδο ἐκείνη τῆς ἡλικίας του, κατὰ τὴν ὁποία ἀκμάζουν οἱ ψυχοσωματικές του δυνάμεις καὶ μπορεῖ διὰ τῆς δυνάμεως τῶν χεριῶν καὶ τοῦ νοῦ του νὰ συμβάλει στὴν κίνηση τῆς πελώριας μηχανῆς τῆς ζωῆς. Ἔτσι, ἀπὸ τὴ μιὰ μὲ τέτοιες προοπτικὲς μεγαλώνουμε τὰ παιδιά μας, προσπαθῶντας νὰ τὰ καταστήσουμε «δυνατὰ γρανάζια» μιᾶς ἀπρόσωπης μηχανῆς ποὺ λέμε πὼς ὑπηρετεῖ τὴ ζωὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη θεωροῦμε τοὺς συνανθρώπους μας ἐκείνους, τοὺς ἐγγὺς καὶ τοὺς μακράν, ποὺ ἐλατώθηκαν οἱ δυνάμεις τους, παροπλισμένους καὶ σχεδὸν περιττούς. Δαιμονικὲς διαστροφὲς τῆς ζωῆς εἰσηγοῦνται μέχρι καὶ τὴν εὐθανασία γιὰ ὅσους δὲν δύνανται πλέον νὰ «προσφέρουν» τὴ συμμετοχή τους στὴν κίνηση τοῦ φοβεροῦ μηχανισμοῦ τῆς ζωῆς.

β. Αὐτοί, λοιπόν, ποὺ θεωροῦνται ἀπὸ ἐμᾶς παροπλισμένοι καὶ ἀδύνατοι πλέον νὰ προσφέρουν στὴ λειτουργία τῆς ζωῆς μας, ἰδιαιτέρως αὐτοὶ ποὺ βρίσκονται σὲ μεγάλη ἡλικία: οἱ γέροντες, οἱ γονεῖς, οἱ παπποῦδες καὶ οἱ γιαγιάδες μας, μποροῦν νὰ ἀποτελέσουν τὰ καλύτερα παραδείγματα, τοὺς γνώμονες καὶ πνευματικοὺς προβολεῖς γιὰ μιὰ ἄξια ζωή. Πολλοὶ εἶπαν πὼς αὐτὸ ἀποτελεῖ δύναμη μεγαλύτερη καὶ ἀπὸ τὰ μεγάλα θαύματα, ποὺ πολλὲς φορές, ζητοῦμε γιὰ νὰ λυθοῦν ποικίλα ἀδιέξοδα στὴ ζωή μας. Μεγάλο θαῦμα εἶναι νὰ βλέπουμε σήμερα ἀνθρώπους νὰ παραμένουν σταθεροί, ἐνῷ ἡ ζωὴ κυλᾶ καὶ ἀποτρέχει, στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ὄχι μονάχα γιὰ μία στιγμή, ὄχι γιὰ μία περίοδο, ἀλλὰ μὲ διαρκῆ σταθερότητα νὰ τοὺς βλέπουμε νὰ γηράσκουν καὶ νὰ ὡριμάζουν καὶ νὰ μὴν ἀφήνουν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Νὰ μὴν χρησιμοποιοῦν τὴν ἀδυναμία τῶν γηρατειῶν ὡς «ἄλλοθι» ποὺ δικαιολογεῖ τὴ χαλάρωση στὴ διάθεση γιὰ ἐφαρμογὴ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.

γ. Γιατί, ὅμως, λέμε ὅτι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μεγαλύτερο θαῦμα ποὺ ἐπιτελεῖται στὸν ἄνθρωπο; Καὶ γιατί περισσότερο ἀπὸ ὅλα ἔχουμε ἀνάγκη τὴν ἐμπειρία καὶ τὴ θέα αὐτοῦ τοῦ θαύματος; Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τὸν πιὸ δυναμικὸ  τρόπο θεοκοινωνίας. Ἑνωνόμαστε μὲ τὸν Θεὸ καὶ θεοποιούμαστε, ὅταν, ἀγωνιζόμενοι γιὰ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν, προσκαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ διαμείνει στὴν ὕπαρξή μας: «Ἐὰν τὶς ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐ λ ε υ σ ό μ ε θ α καὶ μονὴν παρ΄ αὐτῷ ποιήσομεν». (Ἰωάν. ιδ΄, 23). Οἱ ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ ἀνοίγουν τὴν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου ὥς τὶς ὑπερκόσμιες διαστάσεις καὶ τὸν καθιστοῦν κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀκόμη περισσότερο: ὁ ἄνθρωπος γίνεται πρόσωπο ὅμοιο μὲ τὸν Χριστό. Ἔχουμε ἀνάγκη νὰ βλέπουμε γύρω μας πρόσωπα ὅμοια μὲ τὸν Χριστό. Αὐτὴν τὴ λειτουργία, τὴν ὑψηλὴ ὑπηρεσία ἐμπνεόμαστε, ὅταν τὴν προσλαμβάνουμε ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ ἐγήρασαν ἀγωνιζόμενοι αὐτὸν τὸν καλὸ ἀγώνα.

Β. Η ΑΡΕΤΗ Ή Η ΚΑΚΙΑ ΤΩΝ ΓΕΡΟΝΤΩΝ.

α. Εἶναι βέβαιο ὅτι ὁ Θεὸς εὐαρεστεῖται νὰ βλέπει τοὺς ἀνθρώπους νὰ τηροῦν τὶς ἐντολές του σὲ κάθε ἡλικία καὶ ὁπωσδήποτε στὴ νεότητα, ὅταν ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται στὴν κορυφὴ τῶν δυνάμεών του. Ὡστόσο, ὅλοι γνωρίζουμε πὼς ἡ ἀρετὴ στὴ νεότητα, πολλὲς φορές, συμπλέκεται μὲ καταστάσεις ποῦ μπορεῖ νὰ τὴν ΄΄μειώνουν΄΄, ὅπως ὁ ἐνθουσιασμός, ἡ αὐταρέσκεια, ὁ ἀνταγωνισμός, ἡ αὐτοεπιβεβαίωση. Ἔτσι, εἶναι πολὺ συχνὸ θέαμα νὰ βλέπουμε κάποιον νεαρό, ποὺ σήμερα φαίνεται νὰ ἀναβαίνει στὸν οὐρανό, καὶ νὰ νομίζουμε ὅτι θὰ «ἁγιάσει» σὲ λίγες ἡμέρες, νὰ ἐπανέρχεται μετ’ ὀλίγον στὰ τέλματα τῆς κοσμικῆς ζωῆς. Ἡ ἀρετὴ τῶν γερόντων, τῶν ἡλικιωμένων συνανθρώπων μας, εἶναι πιὸ ὥριμη. Θὰ λέγαμε πὼς ἡ ἀρετή τους εἶναι, καὶ πρέπει νὰ εἶναι, τελείωση καὶ ὁ λ ο κ λ ή ρ ω σ η τοῦ πνευματικοῦ τους ἀγῶνα. Καὶ σὰν τέτοια νὰ ἐμπνέει καὶ νὰ καθοδηγεῖ τοὺς νεωτέρους στὴν «ἄχρι θανάτου» σταθερότητα στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν.

β. Στὴν Ἁγία Γραφὴ λέει ὁ Θεός: «τρία εἴδη ἐμίσησεν ἡ ψυχή μου καὶ προσώχθισα σφόδρα τῇ ζωῇ αὐτῶν· πτωχὸν ὑπερήφανον, καὶ πλούσιον ψεύστην, γέροντα μοιχὸν ἐλαττούμενον συνέσει» (Σοφ. Σειρ. κε΄, 2). Τρεῖς κατάστασεις ἀδικαιολόγητης συμπεριφορᾶς ἀποστρέφεται ὁ Θεός. Ἐδῶ μᾶς ἐνδιαφέρει ἡ τρίτη: ἀποστρέφεται ὁ Θεὸς ἄνθρωπο ἀνήθικο καὶ ἀσύνετο, γέροντα στὴν ἡλικία. Θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς κάποιος νεαρὸς γιὰ τὶς πτώσεις του θὰ ζητοῦσε κατανόηση λόγῳ τῆς ἀπειρίας του, τῆς ἀνωριμότητος καὶ τῆς παρορμητικότητος ποὺ συνοδεύουν τὰ νιάτα. Ὁ ἡλικιωμένος, ὅμως, δὲν μπορεῖ νὰ κατανοηθεῖ, καὶ περισσότερο, νὰ δικαιολογηθεῖ, ἂν τὸν βροῦμε ἀνήθικο καὶ ἀνώριμο. Καὶ σήμερα λέμε μὲ ἀποτροπιασμὸ καὶ ἀγανάκτηση γιὰ κάποιον ἡλικιωμένο ποὺ δὲ ζεῖ πρεπόντως ὅτι «ξεμωράθηκε». Οἱ μεγάλοι στὴν ἡλικία πρέπει νὰ εἶναι τὰ ἄριστα παραδείγματα σωφροσύνης, ἀνδρείας, συνέσεως καὶ δικαιοσύνης.

γ. Ὅταν ὁ Θεὸς ἀνέθεσε στὸν Μωϋσῆ νὰ ὁδηγήσει τὸν λαό του ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ τῆς Αἰγύπτου στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, κατὰ τὴν μακρὰ πορεία του πρὸς τὴν Παλαιστίνη, δὲν διέκοψαν τὴν «προβληματικὴ» συμπεριφορά τους μὲ τὸ νὰ γογγύζουν, νὰ ἁμαρτάνουν, νὰ στασιάζουν κ.λ.π. Ἡ κατάσταση αὐτὴ τόσο δυσαρέστησε τὸν Θεὸ πού, ὅπως βλέπουμε στὰ πρῶτα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, δὲν ἐπέτρεψε τελικὰ νὰ εἰσέλθουν στὴν ὑπεσχημένη γῆ, ὅσοι εἶχαν ἡλικία ἄνω τῶν εἴκοσι ἐτῶν. Ὅσο προχωροῦμε στὴν ἡλικία, τόσο πιὸ ὑπεύθυνοι γινόμαστε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν συνανθρώπων μας. Ὁ Θεὸς παρουσιάζεται πολὺ πιὸ αὐστηρὸς καὶ «ἀπαιτητικός», ὅταν πληθαίνουν τὰ χρόνιά μας.

Γ. ΔΕΝ ΦΤΑΝΕΙ ΝΑ ΑΡΧΙΣΟΥΜΕ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΣΟΥΜΕ.

α. Ὅταν σὲ μία Μονὴ γίνεται κάποιος μοναχὸς καὶ ὑπόσχεται ὅτι θὰ ἐκπληρώνει τὶς ὑποσχέσεις του «μέχρις ἐσχάτης ἀναπνοῆς» ὁ ἱερεύς, ποὺ τὸν καθιερώνει, τοῦ τονίζει πῶς ναὶ μὲν διάλεξε τὸν ἄριστο δρόμο τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος, ἀλλὰ δὲν φτάνει μονάχα ἡ ἐπιλογὴ τοῦ καλοῦ, χρειάζεται νὰ τὸν ἐκπληρώνουμε ἕως τέλους: «Ὄντως καλὸν ἔργον καὶ μακάριον ἐξελέξω, ἀλλ’ ἐὰν καὶ τελειώσης». «Μακάριον δρόμο διάλεξες, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὸν ὁλοκληρώσεις». Πολλοὶ ξεκινοῦν τὸν δρόμο γιὰ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ἀρκετοὶ δὲν φθάνουν ἕως τέλους, παραιτοῦνται καὶ ἐπιστρέφουν. Ἔχουμε ἀνάγκη νὰ βλέπουμε ἀνθρώπους ποὺ ξεκινοῦν, ἀλλὰ καὶ φθάνουν σταθεροὶ στὸν σκοπό τους.

β. Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς του ὁ Ἀπ. Παῦλος ἔγραψε στὸν ἀγαπημένο του μαθητῆ, τὸν Τιμόθεο, τὴν Β΄ πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολή. Ἐκεῖ μὲ σεμνὸ τρόπο ἐκφράζει τὴν προσδοκία του πὼς ὁ Θεός, ποὺ εἶδε τὸν μέχρι τέλους σταθερό, ἄνευ διαλειμμάτων καὶ κλονισμῶν, ἀγῶνα του νὰ φυλάξει τὴν πίστη στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, θὰ τὸν ἀνταμείψει μὲ τὸν στέφανο τῆς δικαιοσύνης: «ὁ καιρὸς τῆς ἐμῆς ἀναλύσεως ἐφέστηκε. τὸν καλὸν ἀγῶνα ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα· λοιπὸν ἀποκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὅν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοί, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ» (Β΄ Τιμ. δ΄, 7-8). Μάλιστα ὁ ἴδιος στέφανος τῆς δικαιοσύνης ἀναμένει νὰ στεφανώσει καὶ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ θὰ μποροῦν νὰ παρουσιάσουν τὸν δρόμο Του ὁλοκληρωμένο.

γ. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ τὴ σύνεση τῶν γερόντων. Ἡ παρουσία ἀνθρώπων, ποὺ σὲ μεγάλη ἡλικία παραμένουν σταθεροὶ στὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἕνα φάρμακο γιὰ τὴ ζωή μας ποὺ μᾶς ἐμποιεῖ τὴν αἴσθηση τῆς ἀσφάλειας, τῆς σιγουριᾶς· τὴν ἀπαραίτητη αἴσθηση πὼς ἔχουμε ποῦ νὰ στη- ριχθοῦμε καὶ ποιοὺς κανόνες καὶ γνώμονες νὰ χρησιμοποιοῦμε στὴ ζωή μας, γιὰ νὰ εὐθυγραμμισθοῦμε ἀσφαλῶς στὸν δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴν πνευματική μας ὡρίμανση καὶ ὁλοκλήρωση. Ἂν χρειαζόμαστε, πολλὲς φορές, τὴν πολυπειρία τῶν γερόντων, πολὺ περισσότερες φορὲς χρειαζόμαστε τὸ παράδειγμά τους ὡς ἀνθρώπων ποὺ τὸ καύχημά τους εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ.