ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ 25η ΜΑΡΤΙΟΥ

Θανάση Μπαζούκη

Φιλόλογου ΕΠΑ.Λ Έδεσσας

Thanasis Bazoukis thanbaz@gmail.com

 

Κυρίες  και κύριοι,

 

            Στέκομαι απέναντί σας τούτη την ώρα με συναίσθηση των αδυναμιών μου και με ένα αίσθημα συστολής, απότοκα της επίγνωσης αφενός της τιμής που έγινε στο πρόσωπό μου με την ανάθεση εκφώνησης αυτού του λόγου, αφετέρου της ευθύνης να εκπροσωπήσω την εκπαιδευτική κοινότητα της μικρής μας πόλης και της τοπικής μας κοινωνίας.

Είναι κατεστημένη  συνήθεια πια  στα  σχολεία μας, όταν κουβεντιάζουμε τις  ιδεολογικές  προϋποθέσεις της  Ελληνικής  Επανάστασης του 1821, να εστιάζουμε στον Ευρωπαϊκό  Διαφωτισμό και  στη Γαλλική  Επανάσταση. Επίσης, να επισημαίνουμε ότι  το μικρό  ελληνικό  κράτος που  προέκυψε από  τον Αγώνα  της  ανεξαρτησίας  ήταν ένα από τα πρώτα ευρωπαϊκά  εθνικά κράτη. Ως μαχόμενος δάσκαλος, θεωρώ ότι  είναι ζήτημα χρόνου κάποιοι  ευαίσθητοι μαθητές μας  να θέσουν εμφατικά τα ακόλουθα δύο ερωτήματα:

  1. Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός υπήρξε, μεταξύ άλλων, μήτρα της θεωρίας του οικονομικού φιλελευθερισμού. Άραγε η πατρίδα μας δε βιώνει σήμερα τις βάναυσες απώτατες συνέπειες αυτής της θεωρίας;
  2. Την ανάδυση στην ευρωπαϊκή ήπειρο των εθνικών κρατών, ως θεσμών που διασφαλίζουν τις ατομικές και πολιτικές ελευθερίες, ακολούθησε ο οξύτατος αποικιοκρατικός ανταγωνισμός αυτών των εθνικών κρατών. Άραγε σήμερα, στα πλαίσια της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, δε βιώνουμε μια αναβίωση της αποικιοκρατίας, που κατάφωρα παραβιάζει πια την κυριαρχία των ασθενέστερων εθνικών κρατών;

Τα ερωτήματα είναι δύσκολα  και καλούν σε περισυλλογή. Και είναι αλήθεια ότι η ατμόσφαιρα περισυλλογής αρμόζει καλύτερα στη χαλεπή συγκυρία της σημερινής γιορτής από το κλίμα εθνικής ανάτασης άλλων ετών. Όμως, είναι γεγονός ότι ο λαός μας επέλεξε να ζεύξει την επέτειο της εθνικής του παλιγγενεσίας με την εορτή του Ευαγγελισμού, ταυτίζοντας στη συλλογική συνείδηση την απαρχή της σωτηρίας και ανάστασης του γένους των Ελλήνων με την απαρχή της σωτηρίας και ανάστασης του γένους των ανθρώπων.

Στο χαρμόσυνο  μήνυμα του  αρχαγγέλου ότι θα δώσει  σάρκα στο Θεό  Λόγο, η  Μαρία  αντέδρασε,  αρχικά, εκφράζοντας σεμνά την  αυτεπίγνωση των  ορίων  της («πῶς ἔσται μοι τοῦτο;», δηλ. πώς θα μου συμβεί αυτό;) και, στη συνέχεια, συναινώντας ταπεινά στη θεϊκή βούληση («γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου»). Άραγε  μπορούμε οι σύγχρονοι  Έλληνες να  διδαχτούμε κάτι από  τη στάση της Θεοτόκου;

Σε ό,τι μας αφορά, σεμνή  αυτεπίγνωση  θα  σήμαινε ανεπιφύλακτη παραδοχή των ευθυνών μας για τα σημερινά αδιέξοδα, δηλαδή  των καταναλωτικών νοοτροπιών και συνηθειών που ιδιοτελώς (βολικά) υιοθετήσαμε τουλάχιστον από  τη μεταπολίτευση και μετά, καθώς επίσης και  των διχαστικών λογικών, του τύπου «προοδευτικοί-συντηρητικοί», «αριστεροί-δεξιοί», «εκσυγχρονιστές-παραδοσιακοί», «πατριώτες-διεθνιστές», «θρησκευόμενοι-άθεοι», στις  οποίες πεισματικά θεμελιώσαμε έναν  φατριασμένο  δημόσιο βίο.

Και ταπεινή συναίνεση θα σήμαινε  ανυπόκριτο άνοιγμα στον συνέλληνα, σ’ ένα προσκλητήριο κοινού αγώνα. Τον τρόπο αυτού του ανοίγματος μπορούμε να τον σπουδάσουμε στην παράδοση του τόπου μας. Ας μη λησμονούμε ότι ο τόπος μας γέννησε την άμεση, συμμετοχική δημοκρατία, χάρη στην οποία η αρχαία Αθήνα έλαμψε ως πανανθρώπινο σύμβολο πολιτισμού, αλλά και τον θεσμό των κοινοτήτων, χάρη στον οποίο ο λαός μας επέζησε στα ζοφερά χρόνια της τουρκικής δουλείας.

Την απόπειρα ανασύστασης του κοινού βίου, στην ιστορία του πολιτισμού, την ονομάζουμε «αναγέννηση», έννοια που ανακαλεί τις αρχαιοελληνικές δοξασίες και τα έθιμα που σχετίζονται με το θεό Διόνυσο. Στην ρωμαίικη εκκλησιαστική γλώσσα πάλι, την ονομάζουμε «μετάνοια». Όποια λέξη και αν επιλέξουμε για να περιγράψουμε τον κοινό μας αγώνα, είναι βέβαιο ότι επιλέγουμε να πεθάνουμε.

Το  θάνατο ως αυτοπροαίρετη  επιλογή  υπαγορεύουν δύο ορόσημα  της  ιστορίας του  νέου Ελληνισμού, που, συμπτωματικά αλλά καθόλου τυχαία, ορίζουν το χρονικό εύρος της νύχτας της δουλείας. Στις 21 Μαΐου 1453 ο σουλτάνος Μωάμεθ στέλνει πρεσβεία στον Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο ζητώντας την παράδοση της Κωνσταντινούπολης. Ο τελευταίος αυτοκράτορας του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους δε διστάζει να του απαντήσει: «Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὔτ’ ἐμὸν ἐστίν οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ· κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως άποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν» (Δηλαδή: «Το να σου (παρα)δώσω όμως την πόλη ούτε σε εμένα εναπόκειται ούτε σε κάποιον άλλον από τους κατοίκους της· διότι με κοινή απόφαση όλων μας επιλογή μας είναι ο θάνατος και δε θα λυπηθούμε τη ζωή μας»). Και στις 11 Ιουνίου 1825, την ώρα που προετοιμάζει την ελληνική άμυνα στην περιοχή των Μύλων της Λέρνης, για να ανακόψει την προέλαση του Ιμπραήμ στην αργολική πεδιάδα, ο Μακρυγιάννης δέχεται την επίσκεψη του γάλλου ναυάρχου Ντεριγνύ,  ο οποίος του επισημαίνει την αδυναμία των οχυρωμάτων που στήνει. Ο Μακρυγιάννης απερίφραστα του απαντά: «είναι αδύνατες οι θέσες κι εμείς, όμως είναι δυνατός ο Θεός οπού μας προστατεύει… Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν· κι όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν».  

 

(Συν-)Ελληνίδες  και (συν-)Έλληνες,

 

όλοι μπορούμε να συμφωνήσουμε, νομίζω, ότι αυτό που διαφορίζει την αυτοθυσία από την απονενοημένη αυτοχειρία είναι το άνοιγμα στον Άλλο (με το άλφα κεφαλαίο) και η πίστη στην κοινή Ανάσταση.

 

Σας ευχαριστώ πολύ!