Ἀχιλλέας Ἀ. Παπακώστας Ναύαρχος Π.Ν ἢ ἁπλὰ ὁ παππούς μου

Κοραλίας Τρικαλιώτη

Ὁ παπποὺς ὁ Ἀχιλλέας γεννήθηκε στὶς 4 Φεβρουαρίου τὸ 1927 καὶ ἦταν τὸ 2ο παιδὶ τοῦ Ἀνδρέα καὶ τῆς Μάρθας Παπακώστα. Μεγάλωσε ἀρκετὰ φτωχικὰ στὸ χωριὸ Δρυμαία τοῦ νομοῦ Φθιώτιδος, ὅπως κάθε ἄλλο χωριατόπαιδο ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, ποὺ ἡ Ἑλλάδα προσπαθοῦσε νὰ σταθεῖ στὰ πόδια της μετὰ τὴ μικρασιατικὴ καταστροφή, νὰ διαχειριστεῖ τὸ μεγάλο ἀριθμὸ τῶν προσφύγων ποὺ κατέφθασαν στὴ χώρα μας καὶ νὰ χαιρετίσει γιὰ πάντα τὸ ὅραμα τῆς Μ. Ἰδέας. Ὁ μικρὸς Ἀχιλλέας ξεχώριζε ἀνάμεσα στὰ ἄλλα παιδιὰ τῆς ἡλικίας του, κυρίως στὸ σχολεῖο, ποὺ, ὅπως ἔλεγε ἀργότερα, ἦταν ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ δασκάλου. Οἱ γονεῖς του ἦταν πολὺ εὐλαβεῖς ἄνθρωποι, ὅπως καὶ οἱ περισσότεροι τότε, μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι ὁ πατέρας του δὲν ἒμοιαζε μὲ τοὺς ὑπόλοιπους ἄντρες τοῦ χωριοῦ. Ὁ παπποὺς Ἀνδρέας ἦταν ἕνας μειλίχιος καὶ ἀπαράμιλλα καλοσυνάτος ἄνθρωπος, λάτρευε τὴ γιαγιὰ τὴ Μάρθα κι ὅταν ἔφταναν σπίτι ἀπὸ τὰ χωράφια, μαγείρευε, ντάντευε τὰ παιδιὰ, σκούπιζε, σφουγγάριζε κ.ο.κ., γιὰ νὰ ξεκουράσει καὶ νὰ βλέπει χαρούμενη τὴ γιαγιά. Μ’ αὐτὴ λοιπὸν τὴν καλὴ μαγιὰ μεγάλωσε ὁ παπποὺς ὁ Ἀχιλλέας, τελείωσε τὸ σχολεῖο καὶ πέτυχε στὴ στρατιωτικὴ σχολὴ Εὐελπίδων στὴν Ἀθήνα. Δυστυχῶς, ὅμως, οἱ ἀντάρτες κομμουνιστὲς εἶχαν καταλάβει τὴ Δρυμαία καὶ ἀπείλησαν τὸν παππού ὅτι, ἂν πήγαινε στὴ στρατιωτικὴ σχολὴ, θὰ σκότωναν τοὺς ἄνδρες τῆς οἰκογένειας. Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ τοῦ ἔκλεισε ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἕνα παράθυρο καὶ τὴν ἑπόμενη χρονιὰ ποὺ ἔδωσε πάλι ἐξετάσεις τοῦ ἄνοιξε μιὰ μεγάλη πόρτα.

Πέρασε στὴ σχολὴ Ναυτικῶν Δοκίμων καὶ μέχρι τὰ 79 του χρόνια ὅταν καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὴ ζωὴ ἔλεγε πὼς, ἂν ἦταν ξανὰ νέος, πάλι σ’ αὐτὴν τὴ σχολὴ θὰ πήγαινε, καθὼς ἀγαποῦσε τὸ ναυτικὸ καὶ δὲν τὸ ἄλλαζε μὲ κανένα ἄλλο Σῶμα. Στὰ χρόνια τοῦ παπποῦ, ὁ στρατὸς καὶ γενικότερα οἱ ἔνοπλες δυνάμεις ὑποστήριζαν ἔμπρακτα  ἂν ὄχι ὅλοι, τὸ μεγαλύτερο ποσοστὸ τοῦ προσωπικοῦ τὸ τρίπτυχο: θρησκεία – πατρίδα – οἰκογένεια. Λοιπόν, ὁ παπποὺς δὲν ὑπῆρξε ἁπλῶς ἕνας θεωρητικὸς ὑποστηρικτὴς αὐτοῦ τοῦ ‘’συνθήματος’’, ἀλλὰ τὸ πραγμάτωσε καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς του.

Στὰ 32 του χρόνια παντρεύτηκε τὴν Κοραλία Καρπαθίου, δασκάλα στὸ Ἀρσάκειο ἐκπαιδευτήριο, καὶ ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι τοῦ ἄρεσε σὰν παρουσία, τὴν ἐκτίμησε γιὰ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἀξίες ποὺ τῆς μετέδωσε ἡ χριστιανική της οἰκογένεια. Ξεκίνησαν πολὺ φτωχικὰ σὲ ἕνα λιλιπούτειο σπιτάκι ποὺ εἶχε ἀγοράσει ἡ γιαγιὰ μὲ οἰκονομίες ἀπὸ τὸ μισθό της καὶ ἔφτασαν μετὰ ἀπὸ ἀρκετὰ χρόνια, νὰ ἔχουν δύο ἀξιολάτρευτα κοριτσάκια τὴ μαμά μου καὶ τὴ θεία μου τὴ Μάρθα μαζὶ μὲ πολλὲς ἄλλες εὐλογίες.

Θὰ μποροῦσα σίγουρα νὰ ἀπαριθμήσω τὶς σπουδὲς καὶ τὴ σταδιοδρομία τοῦ παπποῦ, καθὼς δὲν εἶναι ἀμελητέα ἡ πορεία του σ’ αὐτὸν τὸν κλάδο, γιατί ἦταν ὀπαδὸς τῆς διὰ βίου μαθήσεως. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ σχολὴ Ναυτικῶν Δοκίμων τελείωσε τὴ Νομική, τὸ Οἰκονομικὸ τμῆμα τῆς Νομικῆς, ἔμαθε μόνος του Ἀγγλικὰ καὶ ἔγραψε βιβλία γιὰ τοὺς μαθητές του τῆς σχολῆς τοῦ Ἐμπορικοῦ Ναυτικοῦ καὶ τοῦ Λιμενικοῦ Σώματος. Ἀλλά, δὲν ἔχει τόσο νόημα, θεωρῶ, αὐτὴ ἡ κοσμικὴ γνώση ποὺ εἶχε σὰν ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἡ θερμή του διάθεση νὰ ἐντρυφήσει ἀκόμα πιὸ βαθειὰ στὴ ζωὴ τῆς ἐκκλησίας, στὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν πραγματεία τῶν Πατέρων. Τὸν θυμᾶμαι πολλὲς φορὲς νὰ μοῦ ἀφηγεῖται πράγματα ποὺ διάβασε καὶ τοῦ ἔκαναν ἐντύπωση ἢ τὸν βοήθησαν στὸν ἀγώνα του γιὰ τὴν κοινωνία του μὲ τὸν Θεό. Μᾶς ἔλεγε πάντα νὰ εἴμαστε κοντὰ σὲ ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν μέσα τους Θεὸ καὶ Ἑλλάδα. Εἶχε πολὺ μεγάλη ἀδυναμία στοὺς ἀγωνιστὲς τῆς ἐπανάστασης τοῦ ΄21, διάβαζε τὶς ζωές τους καὶ ἔκλαιγε ἀπὸ συγκίνηση, μιλοῦσε γι’ αὐτοὺς σὰ νὰ ἦταν Ἅγιοι. Δὲ θὰ ξεχάσω πὼς ἄκουσα πρώτη φορὰ ἀπὸ τὸν παπποὺ τὴ ζωὴ τοῦ Κωνσταντίνου Κανάρη, ὁ ὁποῖος στὰ χρόνια τῆς ἐλεύθερης πιὰ Ἑλλάδας, ἔγινε πρωθυπουργὸς καὶ μοίραζε τὸν μισθό του στοὺς πολίτες ποὺ εἶχαν ἀνάγκη. Τόνιζε τὴν εἰρωνεία τοῦ πράγματος σὲ σύγκριση μὲ τοὺς σύγχρονους πολιτικούς τῆς χώρας μας…

Ἂν μπορεῖ κάποιος νὰ ἀποδώσει στὸν παπποὺ ἕναν χαρακτηρισμό, ἴσως μὲ ἐπιτυχία θὰ κατέληγε ὅτι ἦταν μιὰ «ἤρεμη δύναμη». Μιλοῦσε πάντα ἤρεμα, ἦταν τέρας ψυχραιμίας σὲ ὅλα τὰ ζητήματα, ἀλλὰ εἶχε ἕναν τρόπο νὰ παθιάζεται καὶ νὰ μεταδίδει τὴν ἔντασή του στὰ θέματα τῆς πατρίδας, τῆς πορείας τῆς χώρας μας, τῆς συνέχισης τοῦ ἔργου τῶν ἐνόπλων δυνάμεων καὶ τοῦ ζητήματος τῆς Ἐθνικῆς μας Ἄμυνας, ποὺ ἀπὸ τότε νοσοῦσε. Μοῦ ἔλεγε, πολλὲς φορὲς, πὼς ἐσκεμμένα τὰ Μ.Μ.Ε ἀπασχολοῦν τὸν κόσμο μὲ διάφορα θέματα ἥσσονος σημασίας, γιὰ νὰ τοῦ ἀποκρύψουν τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸν κίνδυνο ποὺ ὑφίσταται ἡ χώρα μας καὶ ὁ ἑλληνισμὸς συλλήβδην. Παραβιάσεις καὶ προκλήσεις ἀπὸ τὸ τουρκικὸ κράτος, ἐναέρια καὶ θαλάσσια, ἦταν σύνηθες φαινόμενο ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα.

Ἀποκορύφωμα; φυσικά, ἡ πρόκληση τῶν Ἰμίων το1996. Θυμᾶμαι, ὅτι καθόμασταν μαζὶ μὲ τὸν παπποὺ καὶ βλέπαμε τὸ ρεπορτὰζ, ὅταν ἀκούσαμε γιὰ τὴ ρίψη τοῦ ἑλικοπτέρου τοῦ πολεμικοῦ Ναυτικοῦ καὶ γιὰ τὸν θάνατο τῶν τριῶν ἡρώων ποὺ βρίσκονταν μέσα. Τὰ μάτια τοῦ παπποῦ ἔτρεχαν ἀσταμάτητα καὶ φώναζε γιὰ τοὺς ἄρχοντες τῆς τότε πολιτικῆς πραγματικότητας: «Προδότες! Ἀντὶ νὰ δείξουμε πρόθυμοι νὰ ὑπερασπιστοῦμε τὰ κεκτημένα μας ἐδάφη, ζητᾶμε συγγνώμη καὶ ὑπογράφουμε συμφωνίες ποὺ ξεπουλοῦν τὸν τόπο μας!» Ἔλεγε, ἀκόμη, συχνὰ σὰν συμβουλὴ σὲ ὅλα μου τὰ ἀδέρφια, μὲ στόμφο καὶ περηφάνια τὸ στίχο «Μιὰ σπιθαμή, ἀπὸ τὸ χῶμα τοῦτο τὸ Ἅγιο καὶ ἱερὸ δὲ δίνω!» .

Τόνιζε σὲ ὅλους μας νὰ διαβάζουμε ἱστορία (ὁ ἴδιος ἦταν κινητὴ ἐγκυκλοπαίδεια τοῦ ἱστορικοῦ μας παρελθόντος), νὰ μελετᾶμε γιὰ νὰ εἴμαστε πρῶτοι στὰ μαθήματα καὶ πρῶτοι στοὺς ἀγῶνες!

Δὲν ξέρω κατὰ πόσο ἀκούσαμε τὶς συμβουλές του καὶ φέραμε εἰς πέρας τὶς προσδοκίες του. Δὲν ξέρω πόσες φορὲς μπορεῖ νὰ τὸν ἀπογοητεύσαμε μὲ τὶς ἐπιλογές μας…

Ξέρω, ὅμως, σίγουρα, πὼς χάρη σὲ ἐκεῖνον καὶ τοὺς γονεῖς μας κρατᾶμε ὅλοι μέσα μας τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἑλλάδα. Θὰ ἤθελα νὰ εἶναι περήφανος καὶ νὰ προσεύχεται στὸν Θεὸ γιὰ ὅλους μας.

Δὲν κάνω αὐτὴν τὴ μνεία, παρὰ μόνο γιατί ἐλπίζω στὴν προσευχὴ τοῦ κάθε ἀναγνώστη γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ παπποῦ τοῦ Ἀχιλλέα. Ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ ἡ ἀγάπη του γιὰ τὴν Ἑλλάδα τόνωσε τὸ ἰδεῶδες της ἐθνικῆς μας συνείδησης. Θὰ τὸν κρατῶ γιὰ ὅσο ζῶ κάτω ἀπὸ τὸ βλέφαρό τῆς σκέψης μου καὶ τῆς καρδιᾶς μου.

Κι αὐτὸ εἶναι ὑπόσχεση!