Αποστολικά Κηρύγματα – ΚΥΡΙΑΚΗ ΛΒ΄ «Τέκνον Τιμόθεε, πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος»

«Τέκνον Τιμόθεε, πιστὸς ὁ λόγος καὶ πάσης ἀποδοχῆς ἄξιος»

π. Γεωργίου Θανάσουλα

Ὅ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος, ἀ­δελ­φοί μου, ὅ­πως ἀ­κού­σα­με στὴν ἀ­πο­στο­λι­κὴ πε­ρι­κο­πὴ πρὶν ἀ­πὸ λί­γο, γρά­φει πρὸς τὸν Τι­μό­θε­ο καὶ τὸν νου­θε­τεῖ γιὰ τὸ ποι­ὰ πρέ­πει νὰ εἶ­ναι ἡ συμ­πε­ρι­φο­ρά του πρὸς τὸν Θε­ὸ καὶ πρὸς τὸ ποί­μνιό του. Τοῦ γρά­φει ὅτι ὁ λό­γος αὐ­τὸς εἶ­ναι ἀ­λη­θι­νὸς, βέ­βαι­ος, πὲ­ρα ἀ­πὸ κά­θε ἀμ­φι­σβή­τη­ση καὶ ἀμ­φι­βο­λί­α· εἶ­ναι ἄ­ξιος νὰ τὸν πα­ρα­δε­χθεῖ κα­νεὶς μὲ ὅ­λη του τὴν καρ­διὰ. Ποι­ὸς ὅ­μως ε­ῑ­ναι ὁ Λό­γος αὐ­τὸς, στὸν ὁ­ποῖ­ο ἀ­να­φέ­ρε­ται ὁ Ἀ­πό­στο­λος. Καὶ ἐ­πει­δὴ αὐ­τὸν τὸν λό­γο δὲν τὸν ἀ­να­φέ­ρει ἡ ση­με­ρι­νὴ ἀ­πο­στο­λι­κὴ πε­ρι­κο­πὴ, θὰ πρέ­πει νὰ τὸν ἀ­να­ζη­τή­σου­με στὸν προ­η­γού­με­νο στί­χο τῆς πρὸς Τι­μό­θε­ον ἐ­πι­στο­λῆς του, ὁ ὁ­ποῖ­ος λέ­γει τὰ ἐ­ξῆς: «Νὰ γυ­μνά­ζεις δὲ, νὰ ἀ­σκεῖς καὶ νὰ συ­νη­θί­ζεις τὸν ἑ­αυ­τὸ σου στὴν ἀ­λη­θι­νή εὐ­σέ­βεια. Δι­ό­τι ἡ μὲν σω­μα­τι­κὴ γυ­μνα­στι­κὴ καὶ ἐ­ξά­σκη­ση γιὰ λί­γο χρό­νο καὶ σὲ μι­κρὰ ζη­τή­μα­τα εἶ­ναι ὠ­φέ­λι­μος, γιὰ τὸ λό­γο ἀ­να­φέ­ρε­ται μό­νο στὸ φθαρ­τὸ σῶ­μα. Ἡ εὐ­σέ­βεια ὅ­μως εἶ­ναι ὠ­φέ­λι­μη σὲ ὅ­λα, στὴ ψυ­χὴ καὶ στὸ σῶ­μα, δι­ὸ­τι ὑ­πό­σχε­ται καὶ προ­σφέ­ρει ἀ­γα­θὰ, γιὰ τὴν πα­ροῦ­σα καὶ μέλ­λου­σα ζω­ὴ.  Αὐ­τὸν λοι­πὸν τὸν λό­γο βε­βαι­ώ­νει ὁ Ἀ­πό­στο­λος ὅ­τι εἶ­ναι πι­στὸς καὶ ἄ­ξιος ἀ­πο­δο­χῆς ἀ­πὸ ὅ­λους. Ὁ λό­γος πε­ρὶ εὐ­σε­βεί­ας. Ἀλ­λά τὶ εἶ­ναι ἡ εὐ­σέ­βεια; Ἄν ἀ­νοί­ξου­με τὸ λε­ξι­κὸ θὰ δοῦ­με ὅ­τι εὐ­σέ­βεια ση­μαί­νει τὸν σε­βα­σμὸ πρὸς τὸν Θε­ὸ· σημαίνει τὴν ἐκπλήρωση τῶν κα­θη­κόν­των μας πρὸς αὐ­τὸν. Εὐ­σέ­βεια εἶ­ναι ἡ κα­θα­ρὴ πί­στις καὶ ὁ ὁρ­θὸς βί­ος, λέ­γει ὁ Θε­ό­φρα­στος Βουλ­γα­ρί­ας, ὁ δὲ ἅ­γιος Μά­ξι­μος ὀ ὁ­μο­λο­γη­τὴς λέ­γει ὅ­τι εἶ­ναι: «τῶν κα­θη­κόν­των ἀ­νό­θευ­τος εἴ­δη­σις καὶ ἐ­πι­στή­μη». Καὶ ὁ Πέ­τρος ὁ ἐκ Δα­μα­σκοῦ μᾶς λέ­γει ὅ­τι «ἡ εὐ­σέ­βεια δὲν εἶ­ναι μιᾶς ἀ­ρε­τῆς μό­νον ὀ­νο­μα­σί­α, ἀλ­λά ἔ­τσι ἀ­πο­κα­λοῦν­ται ὅ­λες οἱ ἀ­ρε­τὲς μα­ζὶ». Εὐ­σε­βὴς εἶ­ναι ἐ­κεῖ­νος ποὺ δου­λεύ­ει κα­λῶς, ποὺ ἔ­χει δη­λα­δὴ κα­θα­ρὴ πί­στη, σω­στὸ βί­ο καὶ φό­βο Θε­οῦ ἀ­πὸ τὸν ὁ­ποῖ­ο πη­γά­ζει ἡ εὐ­σέ­βεια. Ὅ­ποι­ος ἔ­χει κα­θα­ρὴ συ­νεί­δη­ση, αὐ­τὸς χαί­ρε­ται καὶ εὐ­φραίνε­ται στὴν πα­ρού­σα ζω­ὴ, ἐλ­πί­ζον­τας νὰ ἀ­πο­λαύ­σει τὶς βέ­βαι­ες ἐ­παγ­γε­λί­ες τῶν μελ­λόν­των ἀ­γα­θῶν, ἀλ­λά καὶ ἐ­κεῖ στὸν ἄλ­λον αἰ­ῶ­να ἀ­πο­λαμ­βά­νει τὴν ἀ­λη­θι­νὴ ζω­ὴ καὶ μα­κα­ρι­ό­τη­τα, ἡ ὁ­ποί­α κα­θώς ὁ ἴ­διος ὁ Κύ­ριὸς μας βε­βαί­ω­σε «αὐ­τὴ ἐ­στὶν ἡ αἰ­ώ­νιος ζω­ὴ, ἵ­να γι­νώ­σκω­σὶ σε τὸν μό­νον ἀ­λη­θι­νὸν Θε­ὸν καὶ ὅν ἀ­πέ­στει­λας Ἰ­η­σοῦν Χρι­στὸν».

    Γι’ αὐ­τὴν τὴν ἐ­παγ­γε­λί­α κο­πι­ά­ζου­με καὶ δε­χό­μα­στε τοὺς ἐμ­παιγ­μούς καὶ τὶ;ς ὕ­βρεις τῶν ἀ­πί­στων, για­τὶ ἐλ­πί­ζου­με ὅ­τι ὁ Θε­ὸς ποὺ θὰ μᾶς ἀν­τα­μεί­ψει, εἶ­ναι ὁ ἴ­διος ὁ ζῶν Θε­ὸς, ὁ ὁ­ποῖ­ος ζεῖ ἀ­ϊ­δί­ως καὶ αἰ­ω­νί­ως καὶ ὁ ὁ­ποῖ­ος εἶ­ναι ἡ πη­γὴ τῆς ζω­ῆς. Θὰ με­τα­δώ­σει λοι­πὸν μα­κα­ρί­αν ζω­ὴν σὲ ὅ­σους τὸν ὑ­πη­ρε­τοῦν. Πολ­λοὶ ὑ­πη­ρε­τοῦν ἐ­πι­γεί­ους βα­σι­λεῖς καὶ ἄρ­χον­τες καὶ χά­νουν γι­’­αὐ­τοὺς τὴν ζω­ή τους· ὅ­μως δὲν ἀ­πο­λαμ­βά­νουν τὸν μι­σθόν τους με­τὰ τὸν θά­να­τὸν τους. Ἀν­τί­θε­τα ὁ δι­κὸς μας Θε­ὸς –Βα­σι­λεὺς, ἐ­πει­δὴ ζεῖ πάν­το­τε, ἐ­πό­με­νον εἶ­ναι νὰ δί­νει πάν­το­τε καὶ με­τὰ τὸν σω­μα­τι­κόν θά­να­τον τὶς ἀν­τι­μι­σθί­ες τῶν κό­πων μας. Καὶ κά­τι ἀ­κό­μη. Ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος λέ­γει ὅ­τι ὁ δι­κὸς μας Θε­ὸς εἶ­ναι σω­τῆ­ρας πάν­των, δη­λα­δὴ ὅ­λων τῶν ἀν­θρώ­πων, ὄ­χι μό­νον σὲ ἕ­να μέ­ρος μό­νον τῆς γῆς, ἀλ­λὰ παν­τα­χοῦ αὐ­τῆς, πι­στοὺς καὶ ἀ­πί­στους, τοὺς ὁ­ποί­ους φρον­τί­ζει καὶ προ­στα­τεύ­ει ἀ­πὸ τοὺς κιν­δύ­νους τῆς πα­ρού­σης ζω­ῆς. Καὶ ἐ­ὰν ἐ­δῶ σώ­ζει τοὺς ἀ­πί­στους, πο­λὺ πε­ρισ­σό­τε­ρον θὰ σώ­σει καὶ θὰ ἀν­τα­μεί­ψει τοὺς πι­στοὺς του στὴν μέλ­λου­σαν ζω­ὴν.  Συ­νε­χί­ζον­τας ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος πα­ραγ­γέ­λει στὸν Τι­μό­θε­ο νὰ δι­α­βι­βά­σει καὶ δι­δά­ξει σὲ πι­στοὺς καὶ ἀ­πί­στους «τὸ ἐν εὐ­σε­βεί­ᾳ γυ­μνά­ζε­σθαι, τὸ προ­σμέ­νειν τὰς ἀν­τι­δό­σεις, καὶ τὸ ὀ­ρᾶν τὸν ἀ­γω­νο­θέ­την». Συγ­χρό­νως δὲ δί­νει σὲ αὐ­τὸν συμ­βου­λές πῶς θὰ κα­τωρ­θώ­σει νὰ ἐ­πι­τύ­χει στὸν ὑ­πὲρ τῆς εὐ­σε­βεί­ας ἀ­γῶ­να του, ἀλ­λά καὶ πῶς θὰ με­τα­δώ­σει στοὺς πι­στοὺς αὐ­τὰ τὰ θεῖ­α μη­νύ­μα­τα. Πρῶ­τα τὸν συμ­βου­λεύ­ει νὰ ζεῖ αὐ­τὸς , πα­ρά τὸ νε­α­ρὸν τῆς ἠ­λι­κί­ας του, βί­ον φρο­νί­μου καὶ ἐ­να­ρέ­του γέ­ρον­τος, μα­κρυ­ὰ ἀ­πὸ νε­α­νι­κὲς μα­ται­ό­τη­τες καὶ ἐπι­πο­λαι­ό­τη­τες· νὰ γί­νει πα­ρά­δειγ­μα πρὸς μί­μη­ση καὶ στοὺς λό­γους καὶ στὴ συμ­πε­ρι­φο­ρὰ· νὰ πα­ρέ­χει παν­τοῦ καὶ πάν­το­τε τὸν ἐ­αυ­τὸ του τύ­πον καὶ ὑ­πό­δειγ­μα ἐ­νά­ρε­της ζω­ῆς καὶ ἁ­γι­ό­τη­τας. Ὅ­λα δὲ αὐ­τὰ τὰ ἐ­πι­τυγ­χά­νει κα­νεὶς μὲ τὴν ἀ­νά­γνω­ση τῶν Ἁ­γί­ων γρα­φῶν, μὲ τὴν πα­ρη­γο­ριὰ καὶ νου­θε­σί­α τῶν θλι­βο­μέ­νων καὶ κλω­νι­ζο­μέ­νων πι­στῶν καὶ μὲ τὴν δι­δα­σκα­λί­α τῶν λό­γων τοῦ Θε­οῦ. Ἀ­κό­μη τὸν προ­τρέ­πει νὰ μὴ

ν πα­ρα­με­λεῖ νὰ καλ­λι­ερ­γεῖ τὰ χα­ρί­σμα­τα μὲ τὰ ὁ­ποῖ­α τὸν ἔ­χει προι­κί­σει ὁ Θε­ὸς. Καὶ κα­τα­λή­γει ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος. Σὲ ὅ­λα αὐ­τὰ νὰ κα­τα­γί­νε­ται μὲ βα­θειά σκέ­ψη· νὰ γυ­μνά­ζει μὲ με­γά­λη φροντίδα  τὸν ἐαυτὸ του  στὴν

εὐ­σέ­βεια πρὸς τὸν Θεὸν μὲ κύριο στόχο καὶ σκοπὸ νὰ γίνει φανερὴ ἡ πρόοδὸς του σὲ αὐτὰ σὲ ὅλους, ὥστε νὰ εἶναι ὑπόδειγμα γιὰ ὅλους τοὺς πιστοὺς.

     Ἀδελφοί μου. Τὰ λόγια καὶ  οἱ παραινέσεις αὐτὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου δὲν ἀπευθύνονται μόνον πρὸς τὸν Τιμόθεο, ἀλλά καὶ σὲ ὅλους ἐμᾶς. Ἀπευθύνονται στὸν κάθε ἕναν ἀπὸ ἐμᾶς ἀτομικὰ. Μᾶς προσκαλεῖ στὸν ἀγῶνα τῆς εὐσεβείας, σὲ ἕναν ἀγῶνα, ὁ ὁποῖος δὲν γνωρίζει διακοπὲς, δὲν γνωρίζει χαλάρωση τῶν προσπαθειῶν μας καὶ τῆς ἐπαγρυπνήσεὼς μας. Δὲν ἀρκεῖ νὰ πιστεύουμε στὸν Θεὸ, νὰ ἀπορρίπτουμε τὶς πλάνες καὶ τοὺς μύθους τῶν ἀσεβῶν, ἀλλὰ ὀφείλουμε νὰ ἀσκοῦμε τοὺς ἑαυτοὺς μας στὴν εὐσέβεια μετὰ φόβου Θεοῦ. Δὲν φθάνει νὰ μισοῦμε τὸ κακὸ. Πρέπει νὰ προσκολλώμεθα στὸ ἀγαθὸν. «Παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ἡμῶν, λέγει ὁ Προφήτης Ἠσαῒας καὶ μάθετε καλὸν ποιεῖν».  Ἀμὴν.