ΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΚΑΙ Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΤΟΥΣ ΓΛΩΣΣΑ

Ἀθηνᾶς Τζινίκου- Κακούλη

Φιλολόγου- Λαογράφου

«Καταμάθατε τὰ κρῖνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει, οὐ κοπιᾶ οὐδέ νή­θει. Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδέ Σολο­μών ἐν πάση τῇ δόξη αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἕν τούτων» (Ματθ. στ, 22-33). Ἀναρωτηθήκατε ποτὲ γιατί ὁ Μάιος θεωρεῖται ὁ πιὸ ὄμορφος μήνας τοῦ χρόνου; Γιατί τώρα ὅλα εἶναι γελαστά; Γιατί ἔχουμε τὴν αἴσθηση πὼς ἔμψυχα καὶ ἄψυχα ἀποκτοῦν λαλιὰ καὶ ψάλλουν μὲ τὸν δικό τους τρόπο τὸ μαγικὸ τραγούδι τῆς χαρᾶς, τῆς εὐφροσύνης καὶ τῆς αἰσιοδοξίας στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων; Μὰ διότι ὁ Μάιος εἶναι ὁ πιὸ δροσάτος, ὁ πιὸ μυροβόλος καὶ ὁ πιὸ ἀνθοστόλιστος μήνας, ἀφοῦ τὰ λουλούδια ἔχουν τώρα τὴν τιμητική τους.

Στήνουν τὸ γιορτάσι τους στὶς ἐξοχές, στὰ παρτέρια τῶν κήπων, στὰ πάρκα καὶ στὰ μπαλκόνια καὶ μιλοῦν στὶς ψυχές μας μὲ τὴ δική τους μυστικὴ γλώσσα. Καὶ λέτε νὰ εἶναι τὸ χρῶμα, ἡ εὐωδία, ἡ ἁγνότητα κι ἡ ὀμορφιά τους τὸ πλούσιο λεξιλόγιό τους, ποὺ ἀπὸ τὰ πανάρχαια ἀκόμα χρόνια μάγεψε τοὺς ἀνθρώπους; Λέτε νὰ εἶναι ἡ τρελὴ χαρά, ποὺ προσφέρει στὴν ψυχή μας ἡ θέα αὐτῶν τῶν προαγγέλλων τῆς Ἄνοιξης, ἡ βεβαιότητα ὅτι ὁ παγερὸς χειμώνας πέρασε πιά, πὼς νικήθηκε ὁ φόβος τοῦ θανάτου, πὼς ἡ ζωὴ δροσάτη μας χαμογελᾶ μέσα ἀπὸ τὰ λαμπερά τους χρώματα καὶ τὰ μύρια ἀρώματα, αὐτὸ ποὺ ἔδωσε στὰ λουλούδια καὶ στὸν Μάιο μήνα μία ξεχωριστὴ λαλιά, ἡ ὁποία παράξενα ἀγγίζει τὶς σκέψεις μας, κάνει εὐχάριστη τὴ διάθεσή μας; Αἰῶνες τώρα οἱ ποιητὲς ὑμνοῦν τὰ λουλούδια, οἱ μελωδοὶ τὰ τραγουδοῦν, οἱ ζωγράφοι τὰ ἀπεικονίζουν στοὺς πίνακές τους καὶ οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι τὰ θεωροῦν θεσπέσια σύμβολα, γιὰ νὰ ἐκφράσουν ὅτι δὲν μποροῦν νὰ ποῦν μὲ τὰ λόγια, γιὰ νὰ ἐξωτερικεύσουν προσφέροντάς τα σὲ αὐτοὺς ποὺ ἀγαποῦν, τὰ πιὸ λεπτὰ καὶ εὐγενικὰ αἰσθήματα τῆς ψυχῆς τους. Ὅλοι οἱ ἀρχαῖοι λαοὶ λάτρεψαν τὰ λουλούδια. Τὰ συνέδεσαν μὲ τὰ θρησκευτικά τους ἔθιμα. Καθιέρωσαν ἰδιαίτερες γιορτὲς γιὰ αὐτά. Ὅπως οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες τὰ Ἀνθεστήρια. Οἱ Ρωμαῖοι τὰ Rosaria. Οἱ Βυζαντινοὶ τὰ Ρουσάλια.

louloudiaΓιορτὲς ποὺ σήμαιναν τὸν ἐρχομὸ τῆς ἄνοιξης, ἀλλὰ ἀπέδιδαν καὶ τιμὴ στοὺς νεκροὺς προγόνους. Γιατί οἱ ἀρχαῖοι λαοὶ πίστευαν πὼς οἱ πιὸ στοργικοὶ θεοὶ τοῦ Κάτω Κόσμου ἦταν οἱ νεκροί τους πρόγονοι ποὺ προκαλοῦσαν τὴ βλάστηση, τὴν ἀνθοφορία καὶ τὴν καρποφορία τῆς γῆς. Καὶ βέβαια ἔπλασαν γιὰ τὰ πανέμορφα λουλούδια συγκινητικοὺς μύθους. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, γιὰ παράδειγμα, πίστευαν πὼς τὰ τριαντάφυλλα ἦταν στὴν ἀρχὴ κατάλευκα. Μὰ ἔγιναν κατακόκκινα, ὅταν ἡ θεὰ Ἀφροδίτη πλήγωσε μὲ τὰ ἀγκάθια τους τὸ πόδι της. Σύμφωνα πάλι μὲ μία ἄλλη παράδοση, ὁ φτερωτὸς γιός της, Ἔρωτας, τὴν ὥρα ποὺ οἱ θεοὶ ἔπιναν στὰ ἀπαστράπτοντα παλάτια τους ψηλὰ στὸν Ὄλυμπο τὸ νέκταρ, ἄθελά του ἔριξε τὸ δοχεῖο, χύθηκε τὸ θεϊκὸ ποτὸ κι ἔβαψε κάτω στὴ γῆ κατακόκκινα τὰ μέχρι τότε πάλλευκα ρόδα.

Σήμερα θεωροῦμε τὸ τριαντάφυλλο σὰν βασιλιὰ τῶν λουλουδιῶν καὶ στὴ μυστική τους γλώσσα, προσφέροντας τριανταφυλλάκια σὲ ὅποιον ἀγαπᾶμε, εἶναι σὰν νὰ τοῦ λέμε: «Δῶσε μου τριάντα φιλάκια!». Ἡ Ἐκκλησία μας συνδύασε τὸ κόκκινο χρῶμα τοῦ τριανταφύλλου μὲ τὸ ἄχραντο αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Γι’ αὐτὸ καὶ στὰ χρόνια της Εἰκονομαχίας, γύρω στὸν 8ο αἰώνα μ.Χ., τότε ποὺ ἀπαγορεύονταν ἡ ἀπεικόνιση θεϊκῶν μορφῶν, οἱ ζωγράφοι γιὰ νὰ ὑμνήσουν τὴ Σταύρωση τοῦ Κυρίου μας, τὴν ἀπεικόνιζαν σὰν ἕναν ἀπέριττο σταυρό, ἀνάμεσα σὲ κόκκινα τριαντάφυλλα καὶ παπαροῦνες. Ἀκόμα καὶ τὴν Παναγία μας ὕμνησαν οἱ Μελωδοὶ ὡς «Ρόδον τὸ ἀμάραντον», δηλαδὴ ὡς αἰώνια δροσερὸ τριαντάφυλλο.

Ὅμως γιὰ τὴν χριστιανικὴ παράδοση τὸ ξεχωριστὸ σύμβολο τῆς ἁγνότητας εἶναι ὁ λευκὸς κρίνος, μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ συμβολικὰ ἔφερε τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα στὴν Παρθένο Μαρία, ὅτι θὰ γεννήσει τὸν Χριστό μας. Τὸν κρίνο θαύμαζαν καὶ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, γι’ αὐτὸ καὶ τὸν συνέδεσαν μὲ ἕναν συγκινητικὸ μύθο. Πίστευαν πὼς τὸ ἄνθος αὐτὸ πῆρε τὸ κατάλευκο χρῶμα τὴν ὥρα ποὺ ὁ Ἡρακλῆς θηλάζοντας τὸ στῆθος τῆς θεᾶς Ἥρας, γιὰ νὰ παίξει, ράντισε μὲ τὸ θεϊκό της γάλα τὰ κρίνα, ποὺ κοσμοῦσαν τὸ παλάτι της καὶ μέχρι τότε ἦταν γαλάζια, ὅπως τὰ μάτια τῆς μεγάλης ἐκείνης θεᾶς.

Μὲ πανέμορφα κρίνα πλαισιώνεται καὶ ἕνας πρίγκιπας σὲ μία θαυμάσια τοιχογραφία στὸ παλάτι τοῦ Μίνωα στὴν Κνωσσὸ τῆς Κρήτης, γιὰ νὰ δηλωθεῖ ἡ ὀμορφιά, ἡ ἁγνότητα καὶ ἡ ὑψηλή του καταγωγή. Ὁ λαός μας σὲ ὅλα τὰ ἄνθη ἀπέδωσε συγκινητικὲς ἱστορίες καὶ τὰ ἔκανε σύμβολα μίας μυστικῆς γλώσσας. Ἔτσι γιὰ τὸ Μυριόφυλλο τὸ Ἀχίλλειο, μὲ τὰ πανέμορφα κόκκινα λουλούδια, λέγεται, πὼς ἦταν τὸ ξεχωριστὸ βότανο τοῦ Ἀχιλλέα, μὲ τὸ ὁποῖο ἐκεῖνος γιάτρευε τὶς πληγές του. Καὶ πὼς ἡ Ἀφροδίτη, λίγο πρὶν ἀποκαλύψει στὸν Πάρι τὸ μυστικὸ τῆς «ἀχίλλειας πτέρνας», δηλαδὴ ὅτι μόνο ἀπὸ πληγὴ στὴ φτέρνα του θὰ μποροῦσε ὁ Ἀχιλλέας νὰ σκοτωθεῖ, μάρανε στὸν κάμπο τῆς Τροίας ὅλα τὰ Μυριόφυλλα. Τὸ γαρύφαλλο εἶναι ἕνα ἄλλο λουλούδι, ποὺ συνδέεται μὲ πανάρχαιους μύθους.

Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες τὸ εἶχαν ἀφιερώσει στὸν Δία, γι’ αὐτὸ καὶ τὸ ὀνόμαζαν διόσανθον ἢ διανθον. Σύμφωνα μὲ τὸν μύθο, ἡ θεὰ Ἄρτεμις κάποια μέρα ἐξαγριώθηκε, γιατί δὲν εὕρισκε κυνήγι καὶ ἔβγαλε τὰ μάτια ἑνὸς βοσκοῦ, ποὺ νόμιζε πὼς ἀποδίωχνε τὰ θηράματα μὲ τοὺς ἤχους τῆς φλογέρας του. Γρήγορα ὅμως μετάνιωσε, τοῦ χάρισε ὡραιότερα μάτια καὶ γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσει ἔριξε τὰ ἀρχικά του μάτια σὲ ἕναν κῆπο, ὅπου βλάστησαν γιὰ πρώτη φορὰ τὰ γαρύφαλλα, ποὺ ἦταν τὸ πρῶτο καὶ ὡραιότερο πράγμα, ποὺ εἶδε μὲ τὰ καινούργια του μάτια ὁ βοσκός. Ἀπὸ τότε ὁ λαὸς μᾶς ἀγαπᾶ πολὺ τὸ γαρύφαλλο καὶ πιστεύει, πὼς ἔχει καὶ αὐτὸ τὴ δική του μιλιά. Μία μιλιά, ποὺ φανερώνεται ἰδιαίτερα στὰ ὄνειρα, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸ παρακάτω λαϊκὸ στιχάκι: Γαρύφαλλο ὀνειρεύτηκες, κόκκινο καὶ μεγάλο; Μιὰν αν εἴδηση εὐχάριστη θὰ λάβεις, δίχως ἄλλο. Μὰ ἂν δεῖς ἄσπρο γαρύφαλλο γιὰ κάτι ποὺ προσμένεις, κακὸ εἶναι τὸ ὄνειρο, δυσάρεστα μαθαίνεις.

Ἡ μαργαρίτα παραμένει μέχρι σήμερα τὸ σύμβολο τῆς ἀμφιβολίας, ἀφοῦ ὅλοι κάποια φορὰ στὰ παιδικά μας χρόνια τὴ μαδήσαμε πέταλο-πέταλο σιγοψιθυρίζοντας μὲ λαχτάρα: «Μ’ ἀγαπᾶ – δὲν μ’ ἀγαπᾶ», γιὰ νὰ συμπεράνουμε ἀκούγοντας τὴ μυστική της γλώσσα, ἂν ἡ μαννούλα, ὁ πατερούλης ἢ κάποιο ἄλλο ἀγαπημένο μας πρόσωπο μᾶς ἀγαπᾶ. Ὅλα, μὰ ὅλα τὰ λουλούδια ἔχουν τὴ δική τους ἱστορία καὶ μὲ τὸν βαθύτερο συμβολισμό τους ἔχουν κάτι νὰ μᾶς ποῦν. Σύμφωνα μὲ τὴν πίστη τοῦ λαοῦ μας, ἡ ἀνεμώνη βλάστησε ἐκεῖ, ὅπου στάλλαξαν τὰ δάκρυα τῆς Ἀφροδίτης γιὰ τὸν θάνατο τοῦ ἀγαπημένου της Ἄδωνη καὶ συμβολίζει τὸν πόνο τῆς μοναξιᾶς. Ὁ ἀμάραντος ἢ ἀθάνατος εἶναι ἀφιερωμένος στοὺς νεκροὺς καὶ ἀποτελεῖ τὸ σύμβολο τῆς ἀθανασίας. Ὁ ἀγάπανθος, μὲ τὰ πανέμορφα γαλάζια του λουλούδια, συμβολίζει τὴν ἀγάπη, κατὰ πὼς τὸ μαρτυρεῖ καὶ τὸ ὄνομά του. Ὁ ἀσφόδελος, μὲ τὰ κατακίτρινα λουλούδια, ποὺ στόλιζε τοὺς ἀρχαίους τάφους καὶ τὰ Ἠλύσσια Πέδια, δηλαδὴ τὸν τόπο, ὅπου ἀναπαύονταν οἱ ψυχὲς τῶν ἡρώων, σύμφωνα μὲ τὴν πίστη τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, θεωρεῖται μέχρι σήμερα σύμβολο τῆς μακαριότητας, τῆς γαλήνης καὶ τῆς αἰώνιας πίστης.

Τὸ ἀσπράγκαθο ἦταν τὸ γαμήλιο ἄνθος τῶν Ἀρχαίων καὶ σύμβολο τῆς οἰκογενειακῆς εὐτυχίας, ὅπως γιὰ μᾶς σήμερα εἶναι τὰ εὐωδιαστὰ ἄνθη τῆς λεμονιᾶς. Τὸ ἁγιόκλημα θεωροῦνταν καὶ θεωρεῖται ἀκόμα σύμβολο σύμβολο ἀγάπης Γι’ αὐτὸ καὶ τὰ κορίτσια, ὁρισμένες μέρες τοῦ χρόνου, μὲ ἕνα κλωνὶ ἁγιόκλημα κάτω ἀπὸ τὸ προσκεφάλι τους, προσδοκοῦσαν νὰ ὀνειρευτοῦν τὸ παλληκάρι, ποὺ θὰ γίνονταν ἄντρας τους. Ἡ ντάλια εἶναι σύμβολο μεγαλοπρέπειας καὶ ἡ παπαρούνα θυσίας, ἀφοῦ ὑπάρχει ἡ λαϊκὴ πίστη ὅτι οἱ στάλες ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Σταυρωμένου Χριστοῦ μας ἔγιναν κατακόκκινες παπαροῦνες στὸν λόφο τοῦ Γολγοθᾶ.

Ὁ βάτος, ποὺ σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ φλέγονταν καὶ δὲν κατακαίγονταν στὸ θεοβάδιστο ὄρος Σινᾶ, ἔγινε τὸ σύμβολο τῆς δύναμης καὶ τῆς ὑγείας. Ὁ βασιλικός, ποὺ κατὰ τὴν παράδοση φύτρωσε στὸ σημεῖο ὅπου γιὰ αἰῶνες ἦταν θαμμένος ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, καὶ μὲ τὴν εὐωδία του βοήθησε τὴν Ἁγία Ἑλένη νὰ τὸν ἐντοπίσει, εἶναι τὸ σύμβολο τῆς ἁγιότητας. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν χρησιμοποιοῦν οἱ ἱερεῖς ὡς μέσο ραντισμοῦ στοὺς ἁγιασμούς. Τὸν παλιὸ καιρὸ μάλιστα στοὺς γάμους, ὁ γαμπρὸς φοροῦσε στὸ πέτο ἢ στὸ ἀφτὶ του ἕνα κλωνὶ βασιλικό, γιὰ νὰ διαλαλήσει ἔτσι τὸ πόσο ἱερὸ θεωροῦσε τὸ μυστήριο τοῦ γάμου. Ἀλλὰ καὶ τὸ χρῶμα τῶν λουλουδιῶν ἔχει ἕνα ἰδιαίτερο συμβολισμὸ καὶ ἐκφράζει τὴ μυστική τους γλώσσα. Τὸ λευκὸ ὑμνεῖ τὴν ἁγιότητα, τὴν ἁγνότητα καὶ τὴν εἰλικρίνεια, γι’ αὐτὸ καθιερώθηκε καὶ ὡς τὸ χρῶμα τοῦ νυφικοῦ της νύφης, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἀνθοστολισμοῦ τῆς ἐκκλησίας κατὰ τὴν τελετὴ τοῦ γάμου.

Τὸ κόκκινο σημαίνει ἔρωτα καὶ θυσίες, γι’ αὐτὸ καὶ τὰ κόκκινα γαρύφαλλα δέθηκαν μὲ τὸ ἀγωνιστικὸ πνεῦμα τῆς ἐργατικῆς πρωτομαγιᾶς. Τὸ πράσινο, ποὺ εἶναι τὸ χρῶμα τῶν φυλλωμάτων, ἐκφράζει τὴν ἐλπίδα, τὴ δόξα καὶ τὸν θρίαμβο, γι’ αὐτὸ καὶ καταθέτουμε πράσινα στεφάνια δάφνης στὰ μνημεῖα καὶ τὰ ἡρῶα. Τὸ γαλάζιο ἐκφράζει τὴ σταθερότητα, τὴ σιγουριὰ καὶ τὴν πίστη. Τὸ ροζὲ τὴν τρυφερότητα καὶ τὴ μετριοπάθεια. Τὸ κίτρινο τὴν ἀπιστία καὶ τὸ μίσος, ἐνῷ τὸ μωβὲ καὶ τὸ λιλὰ τὸ πένθος. Ἂν ἡ ψυχή μας πλημμυρίζει ἀπὸ ὄμορφα συναισθήματα γιὰ κάποιο πρόσωπο ὅπως ἀγάπη, τρυφερότητα, εὐγνωμοσύνη, χαρά, σεβασμό, τιμὴ καὶ ὅ,τι ἄλλο εὐγενικό, λεπτὸ μὰ καὶ μεγάλο καὶ ὑψηλὸ θάλλει μέσα μας- καὶ βρίσκουμε τὶς λέξεις φτωχὲς νὰ τὸ ἐκφράσουν, εἶναι πολὺ ἐπιτυχὴς ἡ ἐπιλογὴ νὰ τὸ ποῦμε μὲ τὴ δροσιά, τὴν ὀμορφιά, τὰ μύρια χρώματα καὶ ἀρώματα τῶν λουλουδιῶν. Χειρονομία, τρυφερή, εὐγενικὴ καὶ θεσπέσια ἡ προσφορὰ λουλουδιῶν σὲ ὅσους πολὺ ἀγαπᾶμε! Χαροποιεῖ, σαγηνεύει, δημιουργεῖ εὐχάριστη διάθεση, φέρνει χαμόγελα καὶ συγκινεῖ συγχρόνως, γιατί εἶναι ὁ ἰδεωδέστερος τρόπος νὰ ὁμολογήσουμε τὰ ἀνέκφραστα μὲ τὴ μυστική τους γλώσσα, ἔτσι, ὅπως πηγαῖα ἀναβλύζουν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μας, μὰ τὸ στόμα ἀδυνατεῖ νὰ τὰ ἐκφράσει.

ΠΗΓΗ: Επιλεγμένα αποσπάσματα από το δέκατο τεύχος του περιοδικού ΕΡΩ.

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα