ΟΙ «ΜΙΚΡΟΙ» ΓΙΓΑΝΤΕΣ ΜΕΓΑΛΩΣΑΝ!

Ελίνας Γιαννουλοπούλου

Το παντοπωλείο ενός μικρού χωριού της Καστοριάς εξελίχθηκε σε σύγχρονη επιχείρηση με εξαγωγικό προσανατολισμό, οικολογικές ευαισθησίες και παραγωγή οσπρίων υψηλής ποιότητας. Ο Τρύφωνας Φωτιάδης , επικεφαλής της Άροσις , διηγείται μια «νόστιμη» ιστορία επιτυχίας, που ξεκινάει πολλές δεκαετίες πριν και σήμερα βρίσκεται στο απόγειό της, χάρη στη μεθοδική προσπάθειά του.

Tα φασόλια καλλιεργήθηκαν για πρώτη φορά στο Περού, πριν από 8.000 χρόνια. Στην Ευρώπη εμφανίστηκαν τον 15ο αιώνα μέσω των Ισπανών κατακτητών και σταδιακά διαδόθηκαν στην Αφρική και στην Ασία. Στην Καστοριά ξεκίνησαν να καλλιεργούνται τον 17ο αιώνα.

Σε αυτήν τη φημισμένη για τα όσπριά της περιοχή, τη δεκαετία του ’50 δραστηριοποιείται ένας έμπορος με όραμα και υπερ-τοπικές βλέψεις. Ο Θωμάς Στογιαννίδης από την ορεινή Βασιλειάδα αναζητά τις καλύτερες παρτίδες φακής και φασολιών στα γύρω χωριά, τις φορτώνει στο γαϊδουράκι του και τις μεταφέρει στο παντοπωλείο του.

Στα μέσα της δεκαετίας του ’60, έχοντας πλέον γνωρίσει καλά προϊόντα και παραγωγούς, αποφασίζει να το προωθήσει στην αθηναϊκή αγορά. Είναι, μάλιστα, ο πρώτος που το κάνει με συστηματικό τρόπο. Αγοράζει ειδικό μηχάνημα επεξεργασίας των οσπρίων και αποθηκευτικούς χώρους, ενώ το 1968 -σε συνεργασία με τον γαμπρό του, Γιάννη Φωτιάδη- πρωτοπορεί, κυκλοφορώντας την πρώτη στην Ελλάδα τυποποιημένη συσκευασία μισού κιλού με την υπογραφή του. Το προϊόν διακινείται με επιτυχία μέσω του νεοσύστατου συνεταιρισμού παντοπωλών «Αθηνά» μέχρι το 1973. Τότε ο Βερόπουλος εξαγοράζει τον συνεταιρισμό και διακόπτει τη συνεργασία με την οικογενειακή επιχείρηση.

Η εταιρεία, ωστόσο, συνεχίζει να πουλάει χύμα, ενώ το 1986 επεκτείνει τις δραστηριότητές της, με εξαγωγές στην Ιταλία και στην Ισπανία. Το 1996, μετά τον ξαφνικό χαμό του Γιάννη Φωτιάδη, τα ηνία της εταιρείας αναλαμβάνει ο γιος του Τρύφωνας μαζί με τη μητέρα του Ελένη.

Τόλμη και συνέπεια

Ο Τρύφωνας Φωτιάδης εκείνη την εποχή είναι φρεσκοδιορισμένος πολιτικός μηχανικός στον Δήμο Καστοριάς. Όμως, για να μην πάνε χαμένοι οι κόποι του πατέρα και του παππού του, αποφασίζει να αφήσει το Δημόσιο και να ασχοληθεί με την οικογενειακή επιχείρηση. «Δεν μετάνιωσα ποτέ για την επιλογή μου. Πολιτικοί μηχανικοί υπάρχουν πολλοί, άνθρωποι, εντούτοις, που θέλουν να συνεχίσουν και να αναπτύξουν τη διατροφική παράδοση του τόπου μας, όχι. Άλλωστε, μου αρέσουν τα δύσκολα και επιθυμώ να κάνω κάτι που τιμάει την προσφορά και τις προσπάθειες της οικογένειάς μου», εξηγεί ο ίδιος.

Στοχεύοντας να αναδείξει τη φημισμένη ποιότητα των τοπικά παραγόμενων οσπρίων και να μπει πιο δυναμικά στην εγχώρια και διεθνή αγορά, που αναζητά ποιοτικά ελληνικά γεωργικά προϊόντα, η εταιρεία προχωράει στην πρώτη παραγωγή βιολογικών φασολιών το 1998. Ένα χρόνο αργότερα, το 1999, ξεκινάει πρόγραμμα εκσυγχρονισμού, με νέο τεχνολογικό εξοπλισμό και νέα γραμμή παραγωγής. Λίγους μήνες μετά, κάνουν την είσοδό τους στην αγορά τα νέα προϊόντα της ΑΡΟΣΙΣ, σε νέα, πρωτοποριακή συσκευασία. «Η ιδέα που θέλαμε να προωθήσουμε ήταν “ελληνικά όσπρια με ονομασία προέλευσης” και η καινούργια, αναβαθμισμένη συσκευασία μας ακριβώς αυτό αντανακλούσε, αφού περιείχε πληροφορίες για το προϊόν και την περιοχή, καθώς και χρηστικά tips και συνταγές για τους καταναλωτές», λέει ο κ. Φωτιάδης.

Το 2001 ο επιλεφαλής της ΑΡΟΣΙΣ συλλαμβάνει την ιδέα και -σε συνεργασία με τους αγρότες- αναπτύσσει την καλλιέργεια των έγχρωμων Γιγάντων – Ελεφάντων Καστοριάς και Πρεσπών, ενώ το 2004 εμπλουτίζει περαιτέρω την γκάμα της με τρεις νέες σειρές προϊόντων: Ρύζια Θεσσαλονίκης και Σερρών, βιολογικής και συμβατικής γεωργίας, άγρια μανιτάρια Πίνδου και πλιγούρι Πίνδου.

Σήμερα η εταιρεία διαθέτει τη μεγαλύτερη ποικιλία ελληνικών οσπρίων στην αγορά, είτε πρόκειται για βιολογικά είτε για συμβατικά. Ταυτόχρονα, δίνει μεγάλη έμφαση στις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης και της προστασίας του περιβάλλοντος. Χαρακτηριστικό είναι ότι εφαρμόζει σύστημα οικολογικής απεντόμωσης από το 2002. Είναι, δε, η πρώτη -και μοναδική μέχρι στιγμής- εταιρεία στη χώρα μας, που κάνει κάτι τέτοιο: «Αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι θέλουμε όλα μας τα προϊόντα, βιολογικά και συμβατικά, να είναι όσο το δυνατόν λιγότερο επιβαρημένα και να προσιδιάζουν όσο το δυνατόν περισσότερο στο παραδοσιακό και καθαρό προϊόν», τονίζει ο κ. Φωτιάδης.

Παράλληλα, είναι μια επιχείρηση που φροντίζει να εκσυγχρονίζει συνέχεια το προφίλ της. Είναι η πρώτη, από το 2007, που αναγράφει στις συσκευασίες της το όνομα του παραγωγού, ενώ διαθέτει χρηστική ιστοσελίδα και ηλεκτρονικό κατάστημα για μεγαλύτερη διευκόλυνση.

Οι προσπάθειες των ανθρώπων της ΑΡΟΣΙΣ έχουν πιάσει τόπο και αυτό πιστοποιείται από τα νούμερα: Στην κατηγορία των αμιγώς ελληνικών οσπρίων, είναι πρώτη σε πωλήσεις πανελλαδικά, ενώ οι εξαγωγές της καταγράφουν ανοδική πορεία. Αυτήν τη στιγμή, προϊόντα της ΑΡΟΣΙΣ διατίθενται σε επιλεγμένα μαγαζιά ντελικατέσεν στην Αγγλία, στην Κύπρο και στην Αμερική. Έχουν, μάλιστα, πετύχει να κατακτήσουν το δύσκολο κοινό του Μανχάταν, αφού στο γκουρμέ εστιατόριο «Μόλυβος», στο οποίο χρειάζεται να κλείσεις τραπέζι δύο εβδομάδες πριν, οι γίγαντες Καστοριάς με την υπογραφή της ΑΡΟΣΙΣ κάνουν θραύση και θεωρούνται εκλεκτό έδεσμα.

Στα επόμενα σχέδια της εταιρείας είναι η ανάπτυξη νέων προϊόντων, αλλά και η ενίσχυση των εξαγωγών με άνοιγμα στις αγορές της Ρωσίας, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, αλλά και άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. «Το όνομα ΑΡΟΣΙΣ σημαίνει για τους καταναλωτές εγγύηση για τα επώνυμα Οσπρια Καστοριάς – Πρεσπών και για άλλα ελληνικά αυθεντικά προϊόντα υψηλής ποιότητας και με αυτό το όραμα πορευόμαστε», καταλήγει με έμφαση ο κ. Φωτιάδης.
 ΦΩTOΓΡAΦIΕΣ:  ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΜΕΡΑΚΟΣ

 

 http://www.ethnos.gr