«Εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε»

Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος

Παράκληση καὶ ἐπιταγὴ τοῦ Κυρίου μας ἀποτελεῖ ἡ ἑνότητα στὴν Ἐκκλησία. Πράγματι ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος γεννήθηκε ὡς «ἐπὶ γῆς εἰρήνη» καὶ διετήρησε σ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας Του τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ἑνότητα μὲ ὅλους ὅσους παρέμειναν συνδεδεμένοι μαζί Του, ἐν ὄψει τῆς ὁλοκληρώσεως τοῦ ἔργου Του μεριμνᾶ γιὰ τὴν συνέχεια αὐτοῦ τοῦ θείου ἀγαθοῦ, τῆς ἑνότητος, ὄχι μόνον ἀνάμεσα στοὺς μαθητές Του ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλους τοὺς πιστούς: «Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ (παρακαλῶ) μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, ἵνα πάντες ἕν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγὼ ἐν σοί» (Ἰωάν, ιζ’ 21).

Ἡ τελεία αὐτὴ συνφωνία Πατρὸς-Υἱοῦ ἀποτελεῖ τὴν βάση καὶ τὸ θεμέλιο γιὰ τὴν ὁλοκληρωμένη ἑνότητα τῶν πιστῶν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν («ἵνα ὦσι τετελειωμένοι εἰς ἕν, καθὼς ἡμεῖς ἕν ἐσμέν», ὅ.π. 23), ἡ ὁποία μὲ τὴν σειρά της εἶναι ἡ ἀναγκαία προϋπόθεση, γιὰ νὰ γνωρίσῃ καὶ νὰ πιστεύσῃ στὸν Θεό ὁ κόσμος ὁ ἐν τῶ πονηρῶ κείμενος. Ἀπὸ ἐμᾶς ποὺ γνωρίσαμε τὸ φῶς τὸ ἀληθινὸ καὶ πιστεύσαμε σ’ Αὐτό ἐξαρτᾶται ἐὰν θὰ κατευθυνθοῦν πρὸς τὸ φῶς καὶ ἑπομένως θὰ σωθοῦν καὶ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι ποὺ ζοῦν στὸ σκότος καὶ στὴν σκιὰ τοῦ θανάτου.

Πάντως ὁ Χριστός μας, ἔμπλεως ἀγάπης, διατυπώνει πρὸς τὸν Πατέρα Του, στὴν ἀρχιερατική Του προσευχή, ὀλίγον πρὸ τοῦ Πάθους, τὴν ὕστατη ἐπιθυμία Του: «θέλω ὅπου εἰμὶ ἐγώ κἀκεῖνοι ὦσι μετ’ ἐμοῦ, ἵνα θεωρῶσι τὴν δόξαν τὴν ἐμήν, ἥν δέδωκάς μοι» (ὅ.π. 24). Πράγματι ὁ Πατὴρ εἰσήκουσε τὴν ἐπιθυμία τοῦ Υἱοῦ Του. Ἔτσι, κατὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Υἱοῦ στοὺς οὐρανοὺς συνανυψώνεται στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ πρώην πεσμένη «βροτεία» (ἀνθρώπινη) φύση, τὴν ὁποία ὁ Υἱὸς ἀναλαμβάνει καὶ τῆς κάνει τὴν τιμὴ νὰ τὴν καθίσῃ μαζί Του στὰ δεξιὰ τοῦ Πατρός! Σύμφωνα μάλιστα μὲ τὴν ἐπαγγελία τοῦ Υἱοῦ, μετὰ ἀπὸ τὴν Ἀνάληψη ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐγκαταλείπεται μόνος ἀλλὰ ὁ Θεὸς Πατὴρ ἀποστέλλει «τὸν ἄλλο Παράκλητο», τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, γιὰ νὰ συνεχίσῃ τὸ ἔργο τοῦ Υἱοῦ στὸν κόσμο, πρὸ πάντων ὅμως γιὰ νὰ μεριμνήσῃ, ὅπως καὶ τὰ ἄλλα δύο πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος, γιὰ τὴν θεόσδοτη ἑνότητα.

Νὰ γιατὶ στὸ Κοντάκιο τῆς Πεντηκοστῆς, τῆς ἑορτῆς δηλαδὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τοῦ κατ’ ἐξοχὴν τιμώμενου προσώπου Αὐτῆς, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ψάλλει ὁ ὑμνωδός: «ὅτε τοῦ πυρὸς τὰς γλῶσσας διένειμεν (ὁ Θεός), εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε· καὶ συμφώνως δοξάζομεν τὸ πανάγιον Πνεῦμα», διότι ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καλούμαστε ὅλοι σὲ ἑνότητα μὲ τὸν ἐν Τριάδι Θεὸ καὶ μεταξύ μας. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, μάλιστα, σύμφωνα μὲ τὸν ὑμνωδό, κατέρχεται ὡς πῦρ ποὺ καθαίρει πρῶτα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ στὴν συνέχεια φωτίζει καὶ ἁγιάζει τὸν πιστό, ὥστε νὰ ἐπιθυμεῖ τὴν ἑνότητα μὲ τὸν Θεὸ καὶ σὺν Θεῷ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους.

Ἐὰν θέλωμε, ἑπομένως, νὰ ἐλέγξωμε κατὰ πόσον εἴμαστε πλήρεις Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἐμφορούμενοι ἀπὸ τὶς δωρεές Του, ἄς ἀναρωτηθοῦμε ἐὰν ἔχωμε ἐξαγιαστῆ ἀπὸ τὶς χάρες Του, ὥστε νὰ περιπατοῦμε ὡς τέκνα φωτός. Ἐὰν πράγματι εἴμαστε καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἰρηνικοί, πρᾶοι, ἀγαθοποιοί, τότε θὰ σπεύδωμε νὰ τηροῦμε καὶ τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος διὰ τοῦ συνδέσμου τῆς εἰρήνης (Ἐφεσ., δ’ 4).

Τὴν ἑνότητα αὐτὴν τοῦ Πνεύματος διετήρησαν πάντοτε μὲ ἐπιμέλεια ὅλοι οἱ πιστοί τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ πάνσοφοι μάλιστα Πατέρες, προκειμένου νὰ πάρουν τὶς σωστὲς ἀποφάσεις στὶς Συνόδους γιὰ τὰ ζητήματα τῆς πίστεως, ζητοῦσαν πρωτίστως καὶ «συμφώνως» τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος: «Ἔδοξε τ Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἡμῖν».

Ἐπειδή, λοιπόν, ἑνότητα ἀπὸ «ἑνότητα» διαφέρει, χρειάζεται ἐν τέλει νὰ ἐξετάζῃ κανεὶς προσεκτικὰ στὸ ὄνομα ποιοῦ διακηρύσσεται κάθε φορὰ αὐτὴ ἡ ἑνότητα καὶ σὲ τί ἀποσκοπεῖ. Ἐὰν διακηρύσσεται στὸ ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἑνότητος, τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, καὶ ἀποσκοπεῖ στὴν ἕνωση καὶ συνεργασία τῶν ἀνθρώπων Του, τότε εἶναι ἁγιοπνευματικὴ ἑνότητα. Ἐὰν ὅμως ἡ διακηρυσσόμενη ἑνότητα οὔτε στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ κηρύσσεται οὔτε στὴν ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων ἀποσκοπεῖ, τότε δὲν ἀποτελεῖ ἑνότητα ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ ἀλλὰ ἐν πνεύματι τοῦ κόσμου, ἑπομένως δὲν συνιστᾶ πραγματικὴ ἑνότητα, ἀντιθέτως ἀποτελεῖ διάσπαση καὶ σύγχυση.

Ἡ σύγχυση αὐτὴ μάλιστα ὁμοιάζει μὲ τὴν προκαλούμενη ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀσυμφωνία τῶν ἀνθρώπων τῆς Βαβὲλ ποὺ ὕψωσαν πύργο, γιὰ νὰ φτάσουν στὸν οὐρανό, χωρὶς ὅμως νὰ ἐπιθυμοῦν νὰ γνωρίσουν τὸν Θεό. Γνωρίζοντας, λοιπόν, Ἐκεῖνος τὰ πραγματικά των κίνητρα, διέλυσε τὰ κακόβουλα σχέδιά των («καταβάς τὰς γλῶσσας συνέχεεν καὶ ἔθνη διεμέριζεν»), προκαλῶντας πρὸς τιμωρία των τὴν ἀσυνεννοησία («ἀφωνία»). Ἔτσι διαλύει πάντοτε ὁ ἀγαθὸς Θεὸς τὰ ἀλαζονικὰ σχέδια ὅλων τῶν ἐπίδοξων πυργοποιῶν, ὁδηγῶντας τους στὸ τέλος στὴν μεταξύ των διάσπαση καὶ ἀσυμφωνία.

Ὅσοι, ἑπομένως, πιστεύομε στὸν ἀληθινὸ Θεό, ποὺ ἐπιθυμεῖ τὴν ἑνότητα καὶ ὄχι τὴν διάσπαση τῶν ἀνθρώπων, ἂς μὴν παρασυρώμεθα ἀπὸ τοὺς ψευδοκήρυκες τῆς ἑνότητας, ποὺ μὲ τὰ λόγια των καλοῦν σὲ συμφωνία, μὲ τὰ ἔργα των ὅμως προκαλοῦν ταραχὴ καὶ σύγχυση. Ἐμεῖς, ἀντιθέτως, ἂς ἐπιζητοῦμε τὴν κατὰ Θεὸ ἑνότητα, βαδίζοντες «συμφώνως» τῷ Πατρί καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, «σπουδάζοντες τηρεῖν ἐν τ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης τὴν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος» (Ἐφεσ., δ’ 4). Ἔτσι καὶ μόνον ἔτσι ἀκολουθοῦμε τὸ παράδειγμα ὅλων τῶν πάσης φύσεως ἁγιοπνευματικῶν ἀνθρώπων, Ἀποστόλων, Πατέρων, μαρτύρων, κηρύκων τοῦ φωτός, πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ σωτηρία τῶν ψυχῶν ἡμῶν. Γένοιτο!

 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα