«Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις»
(Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος – Προς Τραλλιανοίς VI, 37-38)
(και περί των δοκούντων αξιόπιστοι είναι και ετεροδιδασκαλούντες)
ΜΕΡΟΣ ΣΤ΄
Όταν ο Άγιος Ιγνάτιος τονίζει: «οι επαγγελόμενοι Χριστού είναι, ουκ εξ ών λέγουσι μόνον, αλλά και εξ ών πράττουσι γνωρίζονται. Εκ γαρ του καρπού το δένδρον γινώσκεται» (Προς Εφεσίους – XIV, 29-31), αναφέρεται στους γνησίως ακολουθούντας τον Χριστό, οι οποίοι μέσα στην Άσκηση, στον αγώνα νεκρώσεως των Παθών, στην βίωση της ταπείνωσης και στην ομολογία της ορθής πίστεως, αγιάζονται. Η ομολογία δεν νοείται εκτός της Ασκήσεως, ως μητέρας του αγιασμού.
Δεν υπάρχει μόνον ο περί νεκρώσεως των παθών αγώνας, ως ενοποιός ιμάντας με τον Θεόν. Εάν αποδελτιώσουμε στρατηγικά – διαλεκτικά τα γεγονότα της Γραφής, τότε συνειδητοποιούμε ότι πρώτα αθέτησαν οι πρωτόπλαστοι την Πίστη (εμπιστοσύνη) στον Θεό, τους λόγους του, και στη συνέχεια παρέβησαν την εντολή της νηστείας (Γεν. Β΄, 17). Έχουμε δηλ. πρώτα απιστία στο Λόγο του Θεού και στη συνέχεια παράβαση της εντολής Του.
1ο Σχόλιο: Όσοι ησυχάζουν κάτω από την ελπίδα – σκέπη, ότι θα παρέμβει ο Θεός εναντίον του οικουμενισμού ή ότι ο Θεός θα στείλει τους ανθρώπους Του, πιστεύω ότι (εν πολλοίς) είναι ένας εύσχημος τρόπος απόκρυψης των συμβιβασμών και αδυναμιών πίστεως του πληρώματος. Από Λογικής πλευράς, γίνεται μια μετάθεση του ζητουμένου. Εμείς γνωρίζουμε ότι ο Κύριος δεν εγκαταλείπει την Εκκλησίαν Του, όπως και ο Ίδιος εβεβαίωσε (Ματθ. 16, 18)∙ όμως η θέση του προβληματισμού – ζητουμένου είναι, Λογικά: Εμείς, ως πλήρωμα, είμεθα συνεπείς έναντι της Εκκλησίας Του, στο μέτρο και στο βαθμό του θελήματος (επιθυμίας) του Χριστού; Δυστυχώς, δεν είμεθα! Ο Μέγας (έγκλειστος) Βαρσανούφιος, υπογραμμίζει:
«Ει γαρ και τα μάλιστα δια του Χριστού στήκει ο Χριστιανισμός, αλλά θέλει ο Θεός δοκιμάσαι τας προαιρέσεις των ανθρώπων, εις επίδειξιν πάντως που ρέπουσι» (Αποκ. αωθ΄) (τέλος σχολίου).
Να θυμηθούμε και τα λόγια του Οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου: «Εάν όμως ο λόγος και η υπόθεσις είναι περί Πίστεως και των παραδόσεων της Εκκλησίας μας, τότε και ο πλέον ειρηνικός και ήσυχος πρέπει να πολεμή υπέρ αυτών∙ πλην όχι με ταραχήν της καρδίας, αλλά με ένα θυμόν ανδρείον και σταθερόν, κατ’ εκείνο το του Ιωήλ «Εκεί ο πραύς έστω μαχητής (Β΄ Μέρος, κεφ. Ιθ΄, σημ. 1).
Συμπεράσματα:
1ον) Η Πίστις είναι η πρώτη και μεγίστη αρετή. Εκ της οποίας προέρχεται η αγάπη προς τον Θεό και η υπακοή στις εντολές του, γι’ αυτό:
2ον) Η απιστία είναι η πρώτη και ολέθρια – μεγίστη αμαρτία. (τέλος σχολίου).
Η έννοια – όρος Πίστις στο Θεό, που επεκτείνεται στην προσωπική ζωή (αγώνα), στην Ορθοδοξία δεν είναι καθόλου ελαστική, ώστε να εκτείνει αυτή ο καθένας όπως νομίζει.
Ο οικουμενισμός είναι ψευδαίσθηση πίστεως – εκκλησιολογίας∙ είναι η βασική μορφή της σύγχρονης τακτικής του διαβόλου, που εστιάζεται δήθεν στην αγάπη του Θεού, την οποία παρουσιάζουν ως αιτιώδη αναγκαιότητα ορισμένοι σημερινοί επίσκοποι (;) για ένωση των «Εκκλησιών» στο δρόμο της πανθρησκείας.
Διαρκώς, καθημερινά, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια σειρά οικουμενιστικών «απαιτήσεων», για πλήρη άλωση του ποιμνίου. Από τις διάφορες κλοπές στο αφύλακτο ταμείο της Εκκλησίας μας, όπως «υπακοή», «αγάπη», «ενότητα» κλπ., έφθασαν (οι οικουμενιστές) και στο σημείο ανοχής «παρά φύσιν» αμαρτημάτων και στη «χειροτονία» γυναικών».
Στους πιστούς ο Άγιος Ιγνάτιος, έναντι των αιρέσεων, προτείνει σύγκρουση και διαφωνία, κυρίως στα σημεία που υπάρχουν αμφισημίες (τεχνητές) στις κοινές πεποιθήσεις και αξίες.
Γράφει ο Ι. Πατήρ προς τον Πολύκαρπον Σμύρνης:
«Οι δοκούντες αξιόπιστοι είναι, και ετεροδιδασκαλούντες, μη σε καταπλησσέτωσαν. Στήθι δε εδραίος, ως άκμων τυπτόμενος. Μεγάλου εστίν αθλητού, δέρεσθαι, και νικάν. Μάλιστα δε ένεκεν Θεού πάντα υπομένειν ημάς δει, ίνα και αυτός ημάς αναμείνη εις την βασιλείαν».
Ο όρος αξιόπιστος-οι, χρησιμοποιείται όπως ο όρος «αυθεντία», για ανθρώπους με θεωρητική – πρακτική γνώση, που έχουν σε ορισμένα θέματα βαρύτητα, άξιοι εμπιστοσύνης.
Οι αιρετικοί επανειλημμένα έχουν υποκύψει στον πειρασμό ότι αναλύουν ορθά το Ευαγγέλιο.
Σήμερα οι οικουμενιστές προωθούν «ερμηνευτικές αυθεντίες», τις τιμούν και τις βραβεύουν (Βαρθολομαίος, Ζηζιούλας, Νησιώτης κ.λ.π).
Αν σε κάθε Ι. Μητρόπολη, κάποιοι ιερείς – πνευματικοί έλεγαν (δημόσια) τα πράγματα με το όνομά τους (ομολογιακά), τότε το πλήρωμα θα είχε κιόλας άλλη όψη.
Σε κάποια Ι. Μονή της Μητροπόλεως Δημητριάδος, ο σταθμός της ποτέ δεν μεταδίδει αντι-αιρετικές ομιλίες, πολύ δε περισσότερο εναντίον του οικουμενισμού!
Τα γεγονότα αυτά φανερώνουν την εκκλησιολογική διάβρωση∙ ας «μη σε καταπλησσέτωσαν», τονίζει ο Αγ. Ιγνάτιος, αυτοί «οι δοκούντες αξιόπιστοι είναι και ετεροδιδασκαλούντες».
2ο Σχόλιο:
Ο Αγ. Ιγνάτιος τοποθετείται (οδηγητικά) έμπροσθεν των αληθινών πιστών: «Στήθι δε εδραίος, ως άκμων τυπτόμενος. Μεγάλου εστίν αθλητού, δέρεσθαι και νικάν».
Στους κοσμικούς αγώνες πάλης δεν ισχύει «δέρεσθαι και νικάν»∙ Ισχύει, όμως, στους πνευματικούς αγώνες, όπως φανερώνει η πεμπτουσία της ζωής των Αγίων (τέλος σχολίου).
«Στήθι δε εδραίος», ως συνειδησιακό – ομολογιακό βάθος, προτρέπει τον πιστό ο Ι. Πατήρ. Αβίαστα, συμπεραίνουμε, ότι προτρέπει σε πόλεμο, που δημιουργεί ζωή! Συνιστά πόλεμο ανυποχώρητο εναντίον του διαβόλου (=αιρέσεις, θέλγητρα, φόβοι, διωγμοί κλπ.). Οι «εδραίοι» στην ορθοδοξία έγιναν φως, εκτυφλωτικό φως, άστρα στο στερέωμα της Εκκλησίας, όπως και ο ίδιος ο Άγιος Ιγνάτιος. Θαυμασμό και δοξολογία προς τον Άγιο Τριαδικό Θεό, προκαλεί η παρομοίωση – μεταφορά του Αγίου Ιγνατίου προς τους πιστούς (διαχρονικά) όπως επιδείξουν μια σιδερένια – ατσάλινη αντίσταση έναντι των ετεροδιδασκαλιών (αιρέσεων)∙ συμβουλεύει:
«Γίνε ως άκμων τυπτόμενος. Μεγάλου εστίν αθλητού, δέρεσθαι και νικάν».
Χρησιμοποιώντας την έννοια «άκμων», μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα παράλληλο σύνολο μεταφορών – παρομοιώσεων σχετικά με την συνολική μορφή του πνευματικού αγώνα, της μαρτυρίας της Ορθοδοξίας. Η όλη δομή του άκμωνος, ως χρήσιμο εργαλείο, φανερώνει την αντίστασή του (= ατσάλι) στα χτυπήματα του σιδηρουργού. Τα ορθά χτυπήματα του σιδηρουργού, προκειμένου να κατασκευάσει μεταλλικά εργαλεία ή όπλα (π.χ. ξίφος), επάνω στον άκμωνα (=αμόνι), διαμορφώνουν λόγω της αντίστασής του το αποτέλεσμα∙ ούτε τα κτυπήματα ενός ξίφους (π.χ.) επηρεάζουν, έπειτα, τη συνοχή (μοριακή) του άκμωνος∙ είναι καθοριστικός, δημιουργικός, νικητής.
Καλείται ο πιστός, ως άκμων, να αντέξει τα κτυπήματα (πολλά σε πλήθος) των πειρασμών και των αιρετικών, στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν (εδώ στρέβλωση) το φρόνημα του ορθοδόξου πιστού∙ στρέβλωση (ετεροδιδασκαλία) στο χώρο της Εκκλησίας, όπως συμβαίνει και σήμερα, με πολλές δηλ. πτώσεις και αλλοιώσεις στο ήθος, στο φρόνημα και στο δόγμα∙
Ζητούν οι υγιαίνοντες πνευματικά, δύναμη εξ ύψους, προκειμένου να αποβούν «άκμονες» πίστεως, μιας και οι «ποιμένες» δεν χρησιμοποιούν τον συνοδικό άκμονα των Πατέρων (οικουμενικές και τοπικοί σύνοδοι) έναντι του οικουμενισμού.
Αυτή ήτο και η καθοριστική λειτουργία, σε διάφορες ιστορικές εποχές, των Μαρτύρων και Ομολογητών της Ορθοδοξίας. Οι αιρετικοί, δρώντες με διαφορετικού μεγέθους και εσωτερικής συγκρότησης «κτυπήματα» ηττήθηκαν, ενώ οι αθλητές – νικητές ως «άκμονες», οι Άγιοι δηλ. άνθισαν, ως αριθμός αμέτρητων λουλουδιών στη Βασιλεία του Θεού.
«Γίνε «ως άκμων τυπτόμενος. Μεγάλου εστίν αθλητού, δέρεσθαι και νικάν» (Αγ. Ιγνάτιος ο Θεοφόρος) (Συνεχίζεται)
ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ