ΡΩΜΑΙΪΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ*

BYZANTINH

Δημήτρη Μασσαρ

Θεολόγου-Φιλολόγου

 

Ὅπως συμβαίνει μὅλους τοὺς πολιτισμένους λαούς, ἔτσι καὶ οἝλληνες διαμόρφωσαν τὴν ἱστορία τους μέσα στοὺς αἰῶνες ἄλλοτε μἔνοπλους ἀγῶνες καἄλλοτε μὲ πολιτιστικὰ δημιουργικἐπιτεύγματα. Ἡ πλούσια μακραίωνη ἱστορία μας καταλαμβάνει πολλοὺς τόμους σἱστορικὰ βιβλία καἐγκυκλοπαίδειες, ἀλλὰ καὶ τὰ πολιτιστικά μας δημιουργήματα κατέ­στησαν πολλὲς φορὲς ἀξιοζήλευτα ἀπἄλλους λαούς, ὥστε πολλἀπὸ αὐ­τἔγιναν ἀντικείμενο εἴτε μιμήσεως εἴτε κλοπῆς. Πολλἀρχαῖα ἢ βυζαντι­νά ἔργα τέχνης βρίσκονται σήμερα «αἰχμαλωτισμένα» σὲ ξένα μουσεῖα. Παράλληλα, πολλὲς δυτικὲς τεχνοτροπίες σὲ διάφορες μορφὲς τέχνης, (γλυπτική, ζωγραφική, ἀρχιτεκτονική, μουσική, λογοτεχνία), δὲν κρύβουν τἐμφανῆ σημεῖα ἐπηρεασμοῦ τους ἀπὸ τὶς ἀντίστοιχες ἀρχαιοελληνικὲς καὶ βυζαντινές.

Τὸ πλέον δυσάρεστο ὅμως γεγονὸς εἶναι ὅτι μετὰ τὴν ἵδρυση τοῦ νεοελλη­νικοῦ κράτους καἰδιαιτέρως μετὰ την βαυαροκρατία, λησμονήσαμε τὴν πολιτιστική μας παράδοση καὶ στραφήκαμε στὴν τυφλἀπομίμηση τῶν δυ­τικῶν πολιτιστικῶν προτύπων. Οἱ δυτικοὶ κυβερνῆτες μας κατέβαλαν ἔντο­νες προσπάθειες καὶ τελικά κατόρθωσαν νἐμφυσήσουν στοὺς νεοέλληνες τὴν περιφρόνηση πρὸς τὴν δική τους (δῆθεν ἐπαρχιώτικη καὶ ξεπερασμένη) παράδοση καὶ νὰ στραφοῦν πρὸς τὴν (δῆθεν πεφωτισμένη) δυτικὴ κουλτού­ρα. Πολὺ χαρακτηριστικὁ καθηγητὴς Χρῆστος Γιανναρᾶς παρατηρεὅτι οὑπόδουλοι Ἕλληνες ἀκόμα καὶ κατὰ τὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας εἶχαν πολιτιστικὴ παραγωγή, ὁποία ὅμως μετατράπηκε σὲ τυφλὴ δυτικόστροφη ἀπομίμηση μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση.

Ἕνας ἀπὸ τοὺς τομεῖς πολιτισμοῦ τῆς παραδόσεώς μας, ὁποῖος ὑπέστη ἔντονα αὐτὴν τὴν κακοποίηση εἶναι ἡ μουσική. Στὑπ. ἀριθμ. 8 τεῦχος τοῦ «Ἐρῶ», (σ. 121-122), ὁ καθηγητὴς Ἀθανάσιος Βουρλῆς ἀναφέρεται μὲ σαφή­νεια στὴ μουσικὴ παράδοση τῶν ἀρχαίων προγόνων μας, ὁποία δεχόμενη φυσιολογικὰ τὶς μουσικὲς ἐπιδράσεις γειτονικῶν λαῶν, συνεχίστηκε ἀδιά­κοπα καθ΄ ὅλην τὴν ρωμαϊκὴ μεσαιωνικὴ περίοδο λαμβάνοντας τὴν μορφὴ τῆς λεγόμενης βυζαντινῆς μουσικῆς, εἴτε κοσμικῆς εἴτε ἐκκλησιαστικῆς. Ἡ μουσικὴ αὐτὴ μορφἀπετέλεσε τὴν κατ΄ ἐξοχὴν μελωδικἔκφραση τῶν προγόνων μας σὲ κάθε κοινωνικὴ περίσταση· ἔγινε ἡ μουσική μας. ἴδια μουσικὴ τεχνοτροπία ἀξιοποιήθηκε καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ λατρεία κατὰ τὴν βυζαντινὴ περίοδο, ἰδίως στὸν χῶρο τῆς βαλκανικῆς χερσονήσου καὶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, μὲ τὴν μόνη διαφορὅτι στοὺς ἱεροὺς ναοὺς χρησιμοποι­ήθηκε μόνο ἀνθρώπινη φωνὴ χωρὶς τὴν συνοδεία μουσικῶν ὀργάνων.

Μὲ τὴν πάροδο τῶν αἰώνων ἡ μουσικὴ αὐτὴ τεχνοτροπία γνώρισε τὴν φυ­σιολογική της ἐξέλιξη. Ἡ ρωμαίικη παράδοση τῆς προσέδωσε ἀπαράμιλλη ποικιλία ἀναλόγως μὲ τὶς τοπικές, ἐπαγγελματικὲς καὶ κοινωνικὲς ἰδιαιτερό­τητες τῶν ἀνθρώπων ποὺ κατοικοῦσαν στὴν περιοχὴ τῆς βυζαντι­νῆς ρωμιοσύνης. Κατέστη μουσικὴ τεχνοτροπία, ὁποία ἀγκάλιασε μὲ πο­λὺ μεγάλη ἐπιτυχία τὶς ἐκδηλώσεις χαρᾶς, λύπης, ἡρωισμοῦ, ἀγάπης, πα­τριωτισμοῦ καἀναφορᾶς στὸ φυσικὸ περιβάλλον. Μὲ τὴ μορφὴ αὐτὴ εἶναι γνωστὑπὸ τὸν τίτλο «δημοτικὴ» ἢ «δημώδης» μουσική. Εἶναι γνωστὲς οἱ διαφοροποιήσεις καὶ τὰ ποικίλα δημοτικὰ μουσικἀκούσματα μὲ τὶς ἰδιαι­τερότητες τῶν νησιῶν, τῆς Πελοποννήσου, τῆς Ρούμελης, τῆς Ἠπείρου, τῆς Θεσσαλίας, τῆς Μακεδονίας καὶ τῆς Θράκης, τῆς Κρήτης, τοῦ Πόντου, τῆς Κύπρου, τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ Κωνσταντινουπόλεως. Πρόκειται γιἕναν ἀσύγκριτο μουσικὸ πλοῦτο. Στὴ συνέχεια, αὐτὸ τὸ εἶδος μουσικῆς ἐπηρέασε καἀρκετοὺς σύγχρονους μουσικοσυνθέτες τοἐντέχνου, κυρίως, νεοελλη­νικοῦ τραγουδιοῦ. Τελικά, δὲν χρειάζεται νὰ προσπαθήσουμε πολὺ γιὰ νὰ διαπιστώσουμε ὅτι ἡ ρωμαίικη, (βυζαντινὴ) μουσικὴ εἶναι ἡ δική μας, ἑλ­ληνικὴ μουσική.

Ἀπὸ τἀνωτέρω προκύπτει τὸ λογικἐρώτημα: Γιατὶ σήμερα δὲν καλλι­εργεῖται ὅσο θἔπρεπε ἡ μουσική μας παράδοση; Γιατἀσχολοῦνται μὲ αὐ­τὴν σχεδὸν μόνο ἰδιῶτες ἔχοντας ὡς ἐφαλτήριο τὴν προσω­πική τους διάθεση καὶ τὸ «μεράκι»; Εὐτυχῶς, μὲ προσπάθειες ἐκκλησιαστι­κῶν κυρίως ἀνθρώπων ἔχει καταγραφεῖ καὶ διασωθεὁ θησαυρὸς τῆς ρω­μαίικης ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς καὶ σήμερα ὅλοι ἔχουν εὔκολα πρόσβαση στὸ μεγάλο πλῆθος τῶν ἐκκλησιαστικῶν μουσικῶν κειμένων. Μάλιστα, τὸ εὐχάριστο εἶναι ὅτι ἡ παραγωγὴ δὲν τερματίστηκε, καθὼς πολλοὶ σύγχρο­νοι μουσικοδιδάσκαλοι τῆς βυζαντινῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς συνθέ­τουν νεώτερα μελίσματα βασιζόμενοι πάντα στὴν βυζαντινὴ παράδοση. Παράλληλα, πάλι μετἀπἰδιωτικές, κυρίως, πρωτοβουλίες καταγράφηκε καὶ διασώθηκε ἕνα μεγάλο μέρος τῆς δημώδους μουσικῆς παραδόσεως τοἀπανταχοἙλληνισμοῦ.

Πολλοὶ εἶναι οἀφανεῖς καὶ φανεροἥρωες, οὁποῖοι ἀγωνίστηκαν καἀφοσιώθηκαν ψυχῇ τε καὶ σώματι στὴν προσπάθεια τῆς καταγραφῆς καὶ διαδόσεως τῆς ρωμαίικης παραδόσεώς μας. Ὡστόσο, δὲν ἔτυχαν τῆς ἀνάλο­γης προβολῆς, τόσο οἴδιοι, ὅσο καὶ τἔργο τους. Λίγοι, ἰδιαιτέρως οἱ νέοι, γνωρίζουν σήμερα τἔργο τῆς ἀείμνηστης Δώρας Στράτου, ὁποία μὲ πο­λὺ κόπο καὶ μεγάλο ἀγῶνα διέσωσε καὶ διέδωσε τοὺς παραδοσιακοὺς χο­ροὺς καἐνδυμασίες. Τἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸ κολοσσιαῖο ἔργο τῆς ἀξέ­χαστης Δόμνας Σαμίου καὶ τοῦ Χρόνη Ἀηδονίδη, οὁποῖοι ἀσχολήθηκαν μὲ τὸ παραδοσιακὸ ρωμαίικο τραγούδι συνεχίζοντας τὶς ἄοκνες προσπάθειες τοῦ Σίμωνα Καρρᾶ. Τὸ παρήγορο εἶναι ὅτι ἐκτὸς τῶν προαναφερθέντων, πολλοὶ εἶναι οἱ θιασῶτες τῆς παραδοσιακῆς μας τέχνης ἐργαζόμενοι κυρίως στὸ παρασκήνιο τῆς δημοσιότητας γιὰ τὴν καλλιέργειά της.

Ὡστόσο, θὰ πρέπει νὰ γίνουν ἀποφασιστικὰ βήματα καἀπὸ τὴν πολι­τεία. Εἶναι ἐλάχιστη ἕως ἀνύπαρκτη ἡ συμμετοχὴ τοῦ δημόσιου παράγοντα στὴν προσπάθεια καλλιέργειας τῆς μουσικῆς μας. Ἡ παραδοσιακὴ ρωμαίι­κη μουσικἀπουσιάζει σχεδὸν παντελῶς ἀπὸ τἀναλυτικὰ προγράμματα τοῦ δημοσίου ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος. Στὰ πλαίσια τοῦ μουσικοῦ μαθή­ματος στὸ δημοτικὸ σχολεῖο καὶ στὸ γυμνάσιο ἀναφορὰ στὴν ἑλληνικὴ μουσικὴ παράδοση εἶναι ἐλάχιστη καὶ φευγαλέα. Ἀντιθέτως, τονίζεται ὑπέρμετρα ἡ σπουδὴ τῆς δυτικῆς μουσικῆς. Κατὰ παρόμοιο τρόπο, (ἐξαιρου­μένης μίας μόνο τηλεοπτικῆς ἐκπομπῆς), εἶναι παραμελημένη καἡ προβο­λὴ τῆς μουσικῆς μας ἀπὸ τὰ Μ.Μ.Ε. Ραδιοφωνικοὶ καὶ τηλεοπτικοὶ σταθμοἀποφεύγουν νἀσχοληθοῦν μὲ αὐτήν, διότι προφανῶς δὲν εἶναι «ἐμπορι­κή». Μόνο περιστασιακὰ σὲ παραμονὲς μεγάλων Χριστιανικῶν ἑορτῶν, (ὅπως τὸ Πάσχα), ὁρισμένα ἔντυπα διακινοῦν ψηφιακοὺς δίσκους μὲ παρα­δοσιακὴ μουσική, γιατὶ τότε παρατηρεῖται αὐξημένη «ἐμπορικότητα». Αὐτὸ τὸ γενικότερο κλίμα ἐπηρέασε ἀρνητικὰ καὶ πολλοὺς νεοέλληνες, οὁποῖοι δείχνουν ἀπροθυμία ἐνασχολήσεως μὲ τὴν ἑλληνικὴ μουσική. Δύσκολα θἀνακαλύψουμε σήμερα γονεῖς οὁποῖοι παροτρύνουν τὰ παιδιά τους νἀσχοληθοῦν μὲ κάποια μορφὴ παραδοσιακῆς ρωμαίικης τέχνης.

Εἰδικότερα, ἡ σημερινὴ νεολαία δὲν ἔχει στενοὺς δεσμοὺς μὲ τὴν ἑλληνικὴ μουσικὴ παράδοση. Βομβαρδίζονται συστηματικὰ μὲ δυτικοῦ τύπου μουσι­κὰ πρότυπα. Ἡ μουσικὴ εἶναι ἕνας καλλιτεχνικὸς τομέας, ὁποῖος ἀπαιτεῖ κάποιο ἰδιαίτερο αἰσθητήριο, ἔστω κάποιο ἰδιαίτερο τάλαντο, προκειμένου κάποιος νὰ τὴν καλλιεργήση συστηματικά. Οἱ νεαροὶ νεοέλληνες οὁποῖοι ἔχουν αὐτὸ τὸ τάλαντο καὶ τὴν διάθεση νἐντρυφήσουν στὴν μουσικὴ τέ­χνη καθοδηγοῦνται ἐκ τῶν πραγμάτων σχεδὸν ἀποκλειστικὰ στὴν πάσης μορφῆς δυτικόστροφη μουσικὴ τεχνοτροπία καὄχι στὴν ἑλληνική· δὲν τοὺς δόθηκε ποτὲ τὸ κατάλληλο ἔναυσμα. ἑλληνικὴ παραδοσιακὴ τέχνη γενι­κότερα περιβάλλεται ἀκόμα ἀπὸ τὴν βαυαρικὴ κατηγοριοποίηση τῆς ἐπαρ­χιώτικης καὶ παρῳχημένης. Αὐτἀποθαρρύνει ὁποιονδήποτε φιλότεχνο ἢ φιλόμουσο νὰ τὴν ἀγγίξη, νὰ τὴν ἐρευνήση, νὰ τὴν ἀγαπήση καὶ νὰ τὴν καλλιεργήση. Ἀσφαλῶς, δὲν πρέπει νὰ δαιμονοποιηθἡ δυτικὴ μουσική· εἶ­ναι καὶ αὐτὴ μία ἀξιόλογη καὶ σημαντικὴ μορφὴ τέχνης. Πρέπει ὅμως νὰ πάψη ἡ περιθωριοποίηση καὑποτίμηση τῆς ἑλληνικῆς μουσικῆς παραδό­σεως. Πρέπει νὰ διδάσκεται καὶ νὰ προβάλλεται καὶ αὐτή. Πρέπει ἡ πολι­τεία, τὰ Μ.Μ.Ε. καὶ γενικότερα ἡ νεοελληνικὴ κοινωνία νὰ ξαναβροῦν τὴν ἀξία της καὶ νὰ τὴν χρησιμοποιήσουν μὲ σκοπὸ τὴν ἀφύπνισή μας. Μόνο μὲ τὸν ἀναβαπτισμὸ στὴν ἑλληνικὴ παράδοση θἀποκτήσουμε τὴ δυνατότη­τα ἐπιστροφῆς εἰς ἑαυτόν· νὰ πάψουμε ὡς ἔθνος νὰ πριονίζουμε τὸ κλαδὶ πάνω στὁποῖο στηριζόμαστε καὶ νὰ βροῦμε πάλι τὸν δρόμο τῆς δημιουρ­γίας καὶ τῆς προόδου.

 

*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , ΙΑ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΟΥΛ.-ΣΕΠΤ. 2012

 

 

 

 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα